ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 26 Απρίλη 2008 - Κυριακή 27 Απρίλη 2008
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΜΕΓΑΛΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ
Διαρκής και ανεμπόδιστη μεγέθυνση

Η πολιτική των... μεταρρυθμίσεων οδηγεί σε θεαματικά αποτελέσματα την κερδοφορία των μεγάλων εμπορικών ομίλων

Σε συνδυασμό με τον καθοριστικό παράγοντα της άμεσης και έμμεσης εκμετάλλευσης των εργαζομένων, στους τομείς των αποδοχών, των εργασιακών σχέσεων, των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, οι μεγάλες επιχειρήσεις του εμπορίου, όπως άλλωστε και οι «αδελφές» τους επιχειρήσεις σε άλλους τομείς, μεγεθύνονται, γιγαντώνονται και ισχυροποιούνται οικονομικά με, σχεδόν, πρωτοφανείς ρυθμούς
Σε συνδυασμό με τον καθοριστικό παράγοντα της άμεσης και έμμεσης εκμετάλλευσης των εργαζομένων, στους τομείς των αποδοχών, των εργασιακών σχέσεων, των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, οι μεγάλες επιχειρήσεις του εμπορίου, όπως άλλωστε και οι «αδελφές» τους επιχειρήσεις σε άλλους τομείς, μεγεθύνονται, γιγαντώνονται και ισχυροποιούνται οικονομικά με, σχεδόν, πρωτοφανείς ρυθμούς
Σε «πελάγη» ισχυρής κερδοφορίας πλέουν οι μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζονται στην Εκθεση Ελληνικού Εμπορίου της ΕΣΕΕ για το 2006, αλλά και με τις συγκρίσεις των δύο προηγούμενων χρόνων. Επιπρόσθετα, οι εκτιμήσεις και οι προβλέψεις αυτών των επιχειρήσεων για το 2007 και το 2008 επιβεβαιώνουν τη διατήρηση της καλής πορείας τους, σε αντιδιαστολή με τις μικρότερες επιχειρήσεις, τις ατομικές, τις ΟΕ και τις ΕΕ, αλλά και με την πλειονότητα των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων, που βιώνουν εξακολουθητικά τη λιτότητα, την ακρίβεια, τη μείωση των εισοδημάτων, των τζίρων και των κερδών τους κατά περίπτωση. Λίγες είναι οι ατομικές, ΟΕ και ΕΕ, που εμφανίζουν άνοδο σε πωλήσεις και κέρδη και εντοπίζονται κυρίως στο χοντρικό εμπόριο, ενώ ορισμένες από αυτές είναι μικρές μόνο κατ' όνομα...

Το 2006, οι πωλήσεις των ΑΕ και ΕΠΕ αυξήθηκαν κατά 11,2% έναντι 5,7% το 2005 και 9,4% το 2004. Τα καθαρά κέρδη τους αυξήθηκαν κατά 32,5%, στα 2,8 δισ. ευρώ. Για το 2007, το 48,2% των ΑΕ και ΕΠΕ εκτιμούν ότι θα εμφανίσουν αύξηση κερδών. Για το 2008, το 31,7% των ΑΕ και ΕΠΕ προβλέπουν αύξηση κερδών. Το 2006, το 42% των μεγάλων επιχειρήσεων εμφάνισε αύξηση πωλήσεων, το 2005 το 28,7% και το 2004 το 39,1%. Το 2006 εμφάνισε αύξηση κερδών το 50,7% αυτών των επιχειρήσεων. Οι επιδόσεις αυτές έρχονται μετά από ένα έτος επιβράδυνσης των μεγεθών - το 2005 - γεγονός που αποδίδεται στην έκρηξη της εμπορικής δραστηριότητας το 2004, χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα.

Η αύξηση των κερδών οδήγησε σε αύξηση των κεφαλαίων που επανεπενδύθηκαν σε μια πρακτική αέναης κερδοφορίας, όπου μέρος μόνο των υπερκερδών δίνει τη δυνατότητα στις μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις να κινηθούν με άνεση στις αγορές, να ασκήσουν πολιτική τιμών που ψαλιδίζει τα μερίδια των μικρών εμπορικών επιχειρήσεων, να ξεπεράσουν τις όποιες «κακοτοπιές» ενδεχομένως προκύπτουν από τις διεθνείς οικονομικές εξελίξεις. Σε συνδυασμό με τον καθοριστικό παράγοντα της άμεσης και έμμεσης εκμετάλλευσης των εργαζομένων, στους τομείς των αποδοχών, των εργασιακών σχέσεων, των ασφαλιστικών δικαιωμάτων, οι μεγάλες επιχειρήσεις του εμπορίου, όπως άλλωστε και οι «αδελφές» τους επιχειρήσεις σε άλλους τομείς, μεγεθύνονται, γιγαντώνονται και ισχυροποιούνται οικονομικά με, σχεδόν, πρωτοφανείς ρυθμούς.

Η ίδια η έκθεση αναφέρει ότι «ο λεγόμενος "σκληρός πυρήνας" των κερδοφόρων της περιόδου 2005-2006, δηλαδή οι εταιρείες που κατέγραψαν κέρδη και τις δύο αυτές χρονιές, πέτυχε μεγάλη διεύρυνση της κερδοφορίας του». Από τα στοιχεία για το 2007 προκύπτει ότι «μία στις δύο ΑΕ και ΕΠΕ βελτίωσε σημαντικά την κερδοφορία της και ότι μία στις τρεις είδε το καθαρό της αποτέλεσμα να παραμένει στάσιμο. Λιγότερες από δύο στις δέκα ανέφεραν επιδείνωση».

Η πορεία των μεγάλων επιχειρήσεων αποτυπώνεται και στα στοιχεία του ενεργητικού τους. Στην έκθεση αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Η ανάκαμψη των επενδύσεων συνοδεύτηκε από αύξηση του κυκλοφορούντος και διαθέσιμου κεφαλαίου. Οι πιστώσεις προς τους πελάτες διευρύνθηκαν περισσότερο σε σύγκριση με τα αποθέματα, ενώ σημαντική ήταν και η άνοδος των ρευστών διαθεσίμων». Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία για τις μεταβολές του ενεργητικού μεταξύ 2004 και 2006. Τα καθαρά πάγια αυξήθηκαν το 2005 κατά 281,3 εκατ. ευρώ (2,4%). Το 2006 η αύξηση ήταν κατά 1,3 δισ. ευρώ (11,2%)! Τα αποθέματα αυξήθηκαν το 2005 κατά 617,7 εκατ. ευρώ, ενώ το 2006 κατά 873,7 εκατ. ευρώ. Τα διαθέσιμα αυξήθηκαν το 2005 κατά 168 εκατ. ευρώ (6,1%) και το 2006 κατά 566,7 εκατ. ευρώ (19,3%). Οι βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις των μεγάλων επιχειρήσεων εκτινάχτηκαν το ίδιο διάστημα. Το 2005 είχαν αυξηθεί κατά 1,1 δισ. ευρώ και το 2006 κατά 3 δισ. ευρώ και κάτι!

Σε αντιδιαστολή με την πολύ καλή εικόνα που παρουσιάζουν οι μεγάλες εμπορικές επιχειρήσεις, οι μικρότερες δεν ξεφεύγουν από την «πεπατημένη» της κερδοφορίας ενός μικρού μόνο τμήματός τους, αλλά και των λιγότερων κερδών ακόμη και όταν αυτά υπάρχουν, της μείωσης των τζίρων και όλων των σχετικών με την εξέλιξή τους οικονομικών δεικτών. Αποτυπώνεται και στην έκθεση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και στις προβλέψεις και εκτιμήσεις για το 2007 και 2008.

Η απασχόληση στις εμπορικές επιχειρήσεις

Θέλοντας να αναδείξει τη σημασία του εμπορικού κλάδου στην απασχόληση, η ΕΣΕΕ αφιερώνει, όπως κάθε χρόνο, ένα σημαντικό τμήμα της έκθεσής της στα σχετικά στοιχεία. Το 2007 απασχολήθηκαν στο εμπόριο 800.620 άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί στο 17,7% της συνολικής απασχόλησης. Το μεγαλύτερο τμήμα αφορά το λιανικό εμπόριο, 65,3%, ενώ στο χονδρικό εμπόριο απασχολείται το 19,1% και στον τομέα εμπόριο και συντήρηση οχημάτων το 15,6%. Από το σύνολο των απασχολούμενων, το 52,4% είναι μισθωτοί, το 27,6% αυτοαπασχολούμενοι, το 11,9% εργοδότες και το 8% συμβοηθούντα μέλη της οικογένειας. Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν επίσης ότι στο εμπόριο βρίσκουν διέξοδο απασχόλησης οι γυναίκες και οι νέοι σε σημαντικό βαθμό.

Μεταξύ 1993 - 2007 οι αυτοαπασχολούμενοι στο εμπόριο μειώθηκαν, ενώ αυξήθηκαν από τη μία οι εργοδότες και από την άλλη οι εργαζόμενοι. Ωστόσο η μείωση της αυτοαπασχόλησης μειώνει και τη συμμετοχή των συμβοηθούντων μελών. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενίσχυσαν τη συμμετοχή τους στη συνολική απασχόληση στον κλάδο, γεγονός που συμβαδίζει με την αύξηση των μεγεθών τους και το πλήγμα που έχει δεχτεί η πολύ μικρή εμπορική επιχείρηση τα τελευταία χρόνια και κυρίως οι αυτοαπασχολούμενοι. Να σημειωθεί ότι το 1993 οι αυτοαπασχολούμενοι ήταν το 38,8% του συνόλου των απασχολούμενων στο εμπόριο, τα συμβοηθούντα μέλη 11,6%, οι μισθωτοί 38,4% και οι εργοδότες 11,2%. Η μικρή αύξηση των εργοδοτών, εκείνων δηλαδή που απασχολούν προσωπικό, έστω και ένα άτομο, δεν αρκεί για να αποκρύψει τις καταστροφικές συνέπειες των πολιτικών που εφάρμοσαν οι κυβερνήσεις τα τελευταία 20 χρόνια για τις μικρές επιχειρήσεις σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη πριμοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου.

Ενας άλλος δείκτης που αποτυπώνει τη ρευστότητα όσον αφορά τους μισθωτούς στο εμπόριο και συνδυάζεται με την πραγματικότητα των σκληρών εργασιακών συνθηκών, των χαμηλών αμοιβών και της «ευελιξίας» που ισχύει σε μεγάλο βαθμό, είναι αυτός της ιδιαίτερα υψηλής κινητικότητας. Το 47% των εργαζομένων εργάζεται στην παρούσα θέση εργασίας λιγότερο από 5 χρόνια και το 73% λιγότερο από 10 χρόνια. Η κινητικότητα μειώνεται με την αύξηση της ηλικίας, αλλά παραμένει στο εμπόριο συγκριτικά μεγαλύτερη από άλλους κλάδους. Ταυτόχρονα οργιάζει η προσωρινή απασχόληση και ακολουθεί η μερική (4,7%).


Γιώργος ΦΛΩΡΑΤΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ