Associated Press |
«Χαμένοι από το παιχνίδι βγαίνουν κατά κανόνα εκείνοι, οι οποίοι, επηρεασμένοι από τη μέθη του εύκολου κέρδους - που όλο και περισσότερο λανσάρεται από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης - αποφασίζουν να τοποθετήσουν τις οικονομίες τους στην οδό Σοφοκλέους. Αυτοί και τα χρήματά τους αποτελούν συνήθως το λίπασμα, για να συνεχίζεται ο τζόγος και να αποσπούν όλοι οι προηγούμενοι (σ.σ. οι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι «θεσμικοί» και οι χρηματιστές) κέρδη ασύλληπτων διαστάσεων» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 2 Μάρτη 1997.
Και επανερχόμασταν συνεχώς: «Οποιος πιστέψει ότι μια βόλτα από την οδό Σοφοκλέους μπορεί να τον γεμίσει με χρήμα, ας το ξεχάσει. Οποιος, πάλι, φανταστεί ότι μπορεί να μιμηθεί κάποιο γνωστό του, ο οποίος κάποια στιγμή, στο παρελθόν ή σήμερα, κέρδισε "παίζοντας" στο Χρηματιστήριο, ας έχει υπόψη του πως μέσα στις πολλές πιθανότητες είναι, να πάει για μαλλί και να βγει κουρεμένος. Το σύστημα, λίγο - πολύ, λειτουργεί σαν τυχερό παιχνίδι και, εν πάση περιπτώσει, είναι τζόγος. Μπορεί να μην είναι ακριβώς σαν το καζίνο, ή τον "παπά", αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που χάθηκαν ολόκληρες περιουσίες και μάλιστα σε στιγμές που ο "παίχτης" δεν προλάβαινε να μετράει τα... κέρδη του» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 2 Νοέμβρη 1997.
Να υπενθυμίζουμε και να ξεκαθαρίζουμε ότι υπήρχαν και εκείνοι που στη σωστή ώρα έκρουαν το καμπανάκι, έχει την αξία του. Πολύ περισσότερο που δεν είναι λίγοι εκείνοι που εντελώς αυθαίρετα βγαίνουν σήμερα και υποστηρίζουν πως δήθεν «τα 'λεγαν». Μεγαλύτερη ωστόσο αξία για τους εργαζόμενους έχει να κατανοήσουν την ουσία της λειτουργίας των χρηματαγορών και τις ευθύνες, τελικά, που και οι ίδιοι αναλαμβάνουν όταν αποφασίζουν - έστω κάτω από τις σειρήνες του «εύκολου πλουτισμού» - να διακινδυνεύσουν τις όποιες αποταμιεύσεις τους στο παιχνίδι με τις μετοχές.«Οπως είναι γνωστό σχεδόν στους πάντες, τα χρηματιστήρια, μαζί και το ΧΑΑ, είναι κατά κύριο λόγο ιδρύματα άντλησης φτηνών (ουσιαστικά τζάμπα, χωρίς δεσμεύσεις και υποχρεώσεις) κεφαλαίων για όσους επιχειρηματίες έχουν εισηγμένες μετοχές, ενώ παράλληλα αποτελούν χώρο, όπου, παλαιόθεν, ο κάθε κεφαλαιοκράτης προσπαθεί να αφαιρέσει συσσωρευμένα κεφάλαια από τους... συναδέλφους του. Ο κύκλος όμως αυτός παραμένει στενός και χάνει σε αποτελεσματικότητα στο βαθμό που συναλλασσόμενοι είναι μόνο οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες, οι περιβόητοι "θεσμικοί επενδυτές", τα τραπεζικά συγκροτήματα και οι χρηματοοικονομικές εταιρίες. Γι' αυτό ακριβώς, για την "απρόσκοπτη λειτουργία του χρηματιστηρίου", οι χρηματιστηριακές συναλλαγές "πρέπει" να αναζωογονούνται με την εισροή "νέων κεφαλαίων". Ακριβέστερα με τη... στρατολόγηση νέων κατόχων κεφαλαίων. Επειδή, όμως, όσοι λόγω της κοινωνικοταξικής τους θέσης διαθέτουν κεφάλαια έτσι κι αλλιώς εμπλέκονται στον τζόγο των χρηματαγορών, η κατά καιρούς "αιμοδοσία" του χρηματιστηριακού τζόγου αναζητείται στο χώρο των λαϊκών αποταμιεύσεων». ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 19 Γενάρη 2000
Οι υπηρεσίες που προσφέρθηκαν στην οικονομική ολιγαρχία από την κυβέρνηση είναι ανεκτίμητες. Ομως, από κοινού με τους κυβερνώντες, τεράστιες ευθύνες έχουν:
«Στη χώρα μας στήθηκε ένας απίστευτος μηχανισμός διαφήμισης του χρηματιστηριακού τζόγου, ο οποίος με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς "σπρώχνει" τον απλό εργαζόμενο, που έχει δυο δεκάρες αποταμίευση, προς την οδό Σοφοκλέους. Η λειτουργία του μηχανισμού είναι απλή: Αξιοποιείται ως δέλεαρ το "εύκολο κέρδος" και η "αρπαχτή", που υποτίθεται πως αποτελεί αντιστάθμισμα των αποτελεσμάτων της εφαρμοζόμενης πολιτικής και των επιπτώσεών της. Σαν κύριο μέσο προβάλλονται είτε οι βαρύγδουπες εκτιμήσεις των αυτοαποκαλούμενων ειδικών, είτε ο διαδιδόμενος ψίθυρος πως ο γείτονας και η γειτόνισσα έβγαλε μια ολόκληρη περιουσία, είτε και τα δύο μαζί. Στη θέση του αποδεικτικού στοιχείου χρησιμοποιούνται η πορεία του Γενικού Δείκτη, ποσοστά και αριθμοί για την άνοδο των τιμών κ.ο.κ. Εξίσου βέβαιο είναι πως αυτή η εικονική πραγματικότητα (...) είναι άκρως συμφέρουσα για αρκετούς από εκείνους που ενδιαφέρονται να επιδράσουν στην κοινή γνώμη. Ετσι, η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται το φούντωμα των τιμών στο Χρηματιστήριο, για να προπαγανδίσει την ορθότητα της πολιτικής της και τα αποτελέσματά της. Οι άλλοι θιασώτες της ΟΝΕ και του ΕΥΡΩ, για να υποστηρίξουν πως οι επιλογές παράδοσης της χώρας στο πολυεθνικό κεφάλαιο είναι δήθεν επωφελείς για τη χώρα, αφού εισρέουν ξένα κεφάλαια. Οι τράπεζες και οι ασφαλιστικές εταιρίες, επειδή η άνοδος των τιμών σημαίνει προσέλκυση νέων κεφαλαίων και άρα διεύρυνση των κερδοσκοπικών τους λειτουργιών μέσα από τα λεγόμενα παράγωγα κλπ., κάτι που σημαίνει βέβαιο και συνεχώς αυξανόμενο κέρδος. Οι διάφοροι μεγαλοεπιχειρηματίες, επειδή η καλή πορεία του χρηματιστηρίου τους εξασφαλίζει τζάμπα χρηματοδότηση. Οι διάφοροι "ειδικοί οικονομικοί αναλυτές" και οι "σύμβουλοι επενδύσεων", επειδή όσο περισσότεροι ανίδεοι μπαίνουν στο χορό του τζόγου, τόσο "χρησιμότεροι" και πλουσιότεροι αποδεικνύονται» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 7 Φλεβάρη 1999.
Η μηχανή όμως που αποβλέπει στον εγκλωβισμό του μεγαλύτερου δυνατού ποσοστού του απλού κόσμου δε λέει να σταματήσει: «Το αμόκ, που έχουν δημιουργήσει οι κυβερνώντες και όσοι μαζί τους προσπαθούν να συνδέσουν την πορεία της οικονομίας με τις εξελίξεις στο Χρηματιστήριο, αγγίζει πλέον επικίνδυνες διαστάσεις. Οσο κι αν είναι φουσκωμένοι οι αριθμοί, εκτιμάται ότι περί το 1 εκατομμύριο πολίτες έχουν κάποιου είδους δοσοληψία με μετοχές. (...). Κατευθύνουν με έναν πρωτοφανή τρόπο ανυποψίαστους για το ρίσκο πολίτες, απλούς εργαζόμενους, που με κόπο έχουν μαζέψει κάποιες αποταμιεύσεις, στο παιχνίδι της οδού Σοφοκλέους. Η μέθοδος είναι απλή, και τόσο παλιά που την επικαλούνται ακόμα και γνωστοί ανά την υφήλιο κερδοσκόποι, όπως για παράδειγμα ο "πολυδισεκατομμυριούχος μεγαλοεπενδυτής" Ούρεν Μπάφετ, που περιγράφοντας τη... λογική που οδηγεί σ' αυτό ακριβώς το αμόκ, λέει χαρακτηριστικά: "Η καταπληκτική άνοδος του δείκτη προσελκύει και νέους επενδυτές που ενθουσιάζονται με τα κέρδη των διπλανών τους"! Μόνο που ο ίδιος, συνεχίζοντας τη σκέψη του, συμπληρώνει: "Τότε είναι που ξεκινά η επικίνδυνη περίοδος"...» ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 14 Μάρτη 1999.Η ενασχόληση με το Χρηματιστήριο αποκτά σταδιακά διαστάσεις επιδημίας. Εκατομμύρια εργατοώρες σπαταλιούνται καθημερινά μπροστά στις οθόνες των ηλεκτρονικών υπολογιστών που είναι απευθείας συνδεδεμένοι με τις συνεδριάσεις του ΧΑΑ. Οι επιχειρηματίες, αντί να ασχολούνται με την ανάπτυξη των επιχειρήσεών τους, παίζουν με τις αγοραπωλησίες, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για το μεγάλο κόλπο. Με τις ευλογίες των κυβερνώντων, το σύνολο των υπηρεσιών στα υπουργεία και τους Οργανισμούς «νεκρώνει» από τις 10.30 το πρωί μέχρι το κλείσιμο της συνεδρίασης. Τα νοσοκομεία υπολειτουργούν. Χιλιάδες εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα παίρνουν εσπευσμένα τις καλοκαιρινές τους άδειες για να ασχοληθούν με τις μετοχές. Οι τραπεζίτες τρίβουν τα χέρια τους, αφού πέραν των άλλων κερδών, αρχίζουν να τσεπώνουν και κέρδη από δάνεια που προορίζονται για την αγορά μετοχών. Ανυποψίαστοι και αφελείς ανά τη χώρα πουλάνε τα χωράφια και τα σπίτια τους για να ρίξουν το ρευστό στη χρηματιστηριακή χοάνη.
Το άκρον άωτον της εξαχρείωσης και της ανατροφοδοτούμενης κατάπτωσης, έρχεται στα τέλη του Μάρτη. Τότε, που τα βομβαρδιστικά των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ δολοφονούσαν το γιουγκοσλαβικό λαό και εγκληματούσαν κατά των Βαλκανίων, αλλά το Χρηματιστήριο της Αθήνας εκτοξεύτηκε στα ύψη. Από εκεί και πέρα τα πράγματα εξελίχθηκαν ακριβώς όπως τα ήθελαν οι κερδοσκόποι της αγοράς:
«Τράβηξαν» 10 τρισ.
Στο παρασκήνιο, βέβαια, όλοι εκείνοι για τους οποίους δημιουργήθηκε το Χρηματιστήριο, δηλαδή οι τραπεζίτες και οι ιδιοκτήτες των εισηγμένων εταιριών, κάνουν τη δουλιά τους, συστηματοποιώντας το ροκάνισμα των λαϊκών αποταμιεύσεων. Του λόγου το αληθές το αποδεικνύουν τα στοιχεία που αφορούν την άντληση κεφαλαίων από το ΧΑΑ, ολόκληρη τη δεκαετία του '90 (πίνακας 2). Είναι χαρακτηριστικό ότι με αρχή το 1998 όταν αντλήθηκαν τριπλάσια ποσά από κάθε άλλη φορά, την επόμενη διετία τέθηκε σε εφαρμογή το «μεγάλο κόλπο». Σχεδόν 10 τρισεκατομμύρια «ρουφήχτηκαν» κυριολεκτικά από τη Σοφοκλέους, ποσά που δε συγκρίνονται ούτε καν με τα ποσά που το Χρηματιστήριο είχε εξασφαλίσει στους μεγαλοεπιχειρηματίες ολόκληρη τη μεταπολεμική περίοδο! Τώρα, τα περί επενδυτικών σχεδίων και τοποθετήσεων ή τα περί παραγωγικής αξιοποίησης των κεφαλαίων αυτών δεν είναι καν προφάσεις εν αμαρτίες. Είναι εκ του πονηρού. Αλλωστε, για να μη γελιόμαστε, αν οι μεγαλομέτοχοι των εισηγμένων εταιριών ήταν πραγματικά υποχρεωμένοι να δικαιολογήσουν την αξιοποίηση των κεφαλαίων που αντλούν με αντίστοιχες επενδύσεις, θα το έκαναν κι αυτό. Οι διάφορες πασίγνωστες κομπίνες και οι εταιρίες παροχής... υπερτιμολογημένων υπηρεσιών να είναι καλά. Αυτές μπορούν την επένδυση μιας δραχμής να στην παρουσιάσουν για 10!
Τον Αύγουστο, του 1999, τότε που «έσκιαζε η φοβέρα» όσους τολμούσαν να αμφισβητήσουν τα τεκταινόμενα στο ΧΑΑ και τις προοπτικές, εμείς συνεχίζαμε το δικό μας χαβά. Παρά τη συνεχή άνοδο των τιμών και παρά το γεγονός ότι πολλές μετοχές «προσέφεραν» αστρονομικές «αποδόσεις» (πίνακας 3), επιμέναμε, κόντρα στους πάντες:
«Ακούγεται παράταιρη και ίσως εκτός πραγματικότητας η διατύπωση ερωτηματικών και - πολύ περισσότερο - ανησυχίας για τα όσα γίνονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Οι τρελοί ρυθμοί του τελευταίου εικοσάμηνου, φαινομενικά αφαιρούν επιχειρήματα ακόμα και σε εκείνους τους θιασώτες του θεσμού, που ενεργοποιώντας απλώς την κοινή λογική σημειώνουν πως "δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση οι τωρινοί ρυθμοί ανόδου να συνεχιστούν". Για τους άλλους, εκείνους που με πείσμα βεβαιώνουν ότι "η απότομη άνοδος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ανεξέλεγκτη πτώση", δεν υπάρχει καν χώρος στους περί του Χρηματιστηρίου διαλογισμούς. Αν πάλι εμφανιστεί κάποιος που θα επιχειρήσει να συνδέσει και να συσχετίσει - θετικά ή αρνητικά - την πορεία των τιμών στην οδό Σοφοκλέους με ζητήματα που αφορούν την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το μέγα θέμα της ανάπτυξης, το επίπεδο διαβίωσης και τα τεράστια προβλήματα των εργαζομένων, θα εισπράξει την περιφρόνηση και τη χλεύη των συνομιλητών». ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 25 Αυγούστου 1999
«Ολοι θα βγουν κερδισμένοι»...
Κι όμως. Εκείνες τις μέρες που ήταν πλέον οφθαλμοφανές αυτό που ερχόταν στο Χρηματιστήριο, ο Γ. Παπαντωνίου δίνοντας την κυβερνητική εκδοχή την 1η του Σεπτέμβρη του 1999 δήλωνε ότι «όλοι θα βγουν κερδισμένοι. Και η ελληνική οικονομία και οι ίδιες οι εταιρίες, αλλά και κάθε μέτοχος ο οποίος επενδύει το περίσσευμά του, το αποταμίευμά του στο ελληνικό Χρηματιστήριο»...
Η διάψευση δεν άργησε να έρθει. Και βέβαια το ότι διαψεύσθηκε ο Γ. Παπαντωνίου και η κυβέρνηση του είναι εντελώς αδιάφορο. Πικρό ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι για εκατοντάδες χιλιάδες απλούς πολίτες είχε ήδη δρομολογηθεί η διαδικασία απώλειας των αποταμιεύσεών τους. Μια διαδικασία που με ευθύνη και πάλι της κυβέρνησης συνεχίστηκε και ολόκληρο το 2000 με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα. Η εξέλιξη των τιμών κατά το 2000, αλλά και τον πρώτο μήνα του φετινού χρόνου (πίνακας 4) μιλά από μόνη της.
Το κακό όμως είναι ότι πίσω από τους άψυχους αριθμούς και τα ποσοστά κρύβονται τραγικές ιστορίες επίδοξων μνηστήρων του πλούτου, που αποδείχτηκαν θύματα ενός καλοστημένου κοινωνικοπολιτικού και οικονομικού σκανδάλου. Μόνο που το σκάνδαλο της υπόθεσης υπάρχει περισσότερο στη συνείδηση και τη λογική του απλού κόσμου. Γιατί, αλλιώς, η κερδοσκοπία και ο χρηματιστηριακός πλουτισμός μέσα από την αφαίμαξη κεφαλαίων που κάποτε ανήκαν σε άλλους, είναι η αρχή λειτουργίας των χρηματιστηρίων. Είναι η ίδια η λογική του συστήματος της «ελεύθερης οικονομίας» και της «οικονομίας της αγοράς». Της λογικής, δηλαδή, του κεφαλαίου και των κεφαλαιοκρατών, που μπροστά στο κέρδος είναι τόσο αδίστακτοι που αν πρόκειται να κερδίσουν, πουλάνε ακόμα και το σκοινί με το οποίο θα τους κρεμάσουν...
Σημείωση: Μετά τις παραπάνω 15 ενδεικτικές περιπτώσεις, ακολουθούν:
Σημείωση: Μετά τις παραπάνω 15 ενδεικτικές περιπτώσεις, ακολουθούν: