Η διαμάχη συγκυβέρνησης - ΣΥΡΙΖΑ για τους χειρισμούς, συγκαλύπτει το θερμοκήπιο που εκκολάπτει τη διαπλοκή και τη διαφθορά
Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους εταίρους της συγκυβέρνησης και το ΣΥΡΙΖΑ, που αξιοποιούν τη λίστα Λαγκάρντ και την εμπλοκή του πρώην υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου, γίνεται για να διεκδικήσει ο καθένας για τον εαυτό του τον τίτλο του «ικανότερου» να διευθύνει την κάθαρση του σάπιου συστήματος, την οποία υπηρετούν με την πολιτική τους.
Η υπόθεση με τη λίστα Λαγκάρντ, εκδηλώθηκε στο έδαφος της πολιτικής που υπηρετούν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και οι συγκυβερνήσεις τους. Είναι απότοκο των πολιτικών υπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου, μέσα στα πλαίσια της Ευρωένωσης, των συνθηκών και των νόμων της.
Ο ίδιος ο δρόμος της καπιταλιστικής ανάπτυξης, που συσσωρεύει τεράστια κέρδη για το ξένο και ελληνικό κεφάλαιο, οδήγησε στο να υπάρχει σήμερα μια τέτοια λίστα, όσο κι αν το νήμα χάνεται σε πολυδαίδαλους λαβύρινθους, που αφορούν σε νόμιμες και λιγότερο νόμιμες οδούς για τη διακίνηση του χρήματος.
Παράλληλα με την αναζήτηση των υπαρκτών πολιτικών και ποινικών ευθυνών των προσώπων που εμπλέκονται στην υπόθεση, βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιχείρηση για τη συσκότιση της ουσίας. Η αναζήτηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών για τη νόθευση της λίστας Λαγκάρντ, απορρέει από την ύπαρξη της ίδιας της λίστας.
Δηλαδή από το γεγονός ότι μερικές εκατοντάδες κεφαλαιοκράτες διατηρούν τραπεζικούς λογαριασμούς δισεκατομμυρίων ευρώ σε διάφορους φορολογικούς παραδείσους, όπου αποθησαυρίζουν το χρήμα που έκλεψαν από τον ιδρώτα του λαού, με τους αντεργατικούς νόμους και τις φοροαπαλλαγές του κράτους που τώρα υποτίθεται πως τους κυνηγά για να τους φορολογήσει.
Αυτήν ακριβώς την παράμετρο αφήνουν έξω από τους διαξιφισμούς τους οι πολιτικοί εκπρόσωποι των κομμάτων της διαχείρισης, ενώ ταυτόχρονα κρύβουν ότι η ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων, νόμιμη και λιγότερο νόμιμη, γίνεται με τις συνθήκες και τους νόμους της ΕΕ και του ελληνικού κράτους.
Με πρόταση που κατέθεσαν από κοινού 71 βουλευτές της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, ζητάνε τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής της Βουλής, που θα διερευνήσει ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες του πρώην υπουργού Οικονομικών Γ. Παπακωνσταντίνου για τα αδικήματα της νόθευσης εγγράφου (αφορούν την αφαίρεση ονομάτων συγγενών του από τη λίστα) και της παράβασης καθήκοντος, με ταυτόχρονη βλάβη σε βάρος του Δημοσίου.
Στο σκεπτικό της πρότασης αποτυπώνεται η πρόθεση να προσωποποιήσουν το ζήτημα, να φορτώσουν την υπόθεση αποκλειστικά στον πρώην υπουργό του ΠΑΣΟΚ, για να βγάλουν «λάδι» το σύστημα και να διασφαλίσουν τη συνοχή της κυβέρνησης.
Η δυσωδία που αναδίνει το υπαρκτό ζήτημα με τη «λίστα Λαγκάρντ», οδήγησε τους κυβερνητικούς εταίρους να επισπεύσουν τις διαδικασίες προκειμένου, σύμφωνα με πληροφορίες, να συζητηθεί η πρόταση για προανακριτική στη Βουλή στις 7 Γενάρη, μέρα που ξεκινούν οι εργασίες της Ολομέλειας, μετά από τη διακοπή για τις γιορτές.
Η τακτική τους δεν είναι τυχαία. Ξεδιπλώνεται σε μια περίοδο που φουντώνει η αγανάκτηση των λαϊκών στρωμάτων, τα οποία βυθίζονται στη φτώχεια και την ανέχεια από τα αλλεπάλληλα μέτρα. Επιχειρείται από τους κυβερνώντες να εμφανιστεί σαν «αφετηρία» για τη δήθεν καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, την ίδια ώρα που ετοιμάζουν νέα φοροληστεία σε βάρος του λαού.
Σε αυτήν τη συντονισμένη προσπάθεια, το αστικό σύστημα δεν θα διστάσει να θυσιάσει ακόμα και ένα προβεβλημένο μέχρι χτες στέλεχος του, προκειμένου να σπείρει αυταπάτες περί «αυτοκάθαρσης». Το μήνυμα, εξάλλου, φρόντισε να το στείλει ο ίδιος ο Αντ. Σαμαράς, σε πρόσφατη συνέντευξή του στον «Ελεύθερο Τύπο», υποστηρίζοντας με στόμφο ότι «η ασυλία των επωνύμων τελειώνει και μαζί το καθεστώς της ατιμωρησίας των ισχυρών».
Στόχοι της εταίρων της συγκυβέρνησης είναι:
Από την πλευρά του, ο ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να καταθέσει τις επόμενες μέρες δική του πρόταση για Προκαταρκτική Επιτροπή, ζητώντας τη διερεύνηση ποινικών ευθυνών όχι μόνο για τον Γ. Παπακωνσταντίνου, αλλά και τον Ευ. Βενιζέλο.
Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να μετατρέψει την υπόθεση με τη λίστα Λαγκάρντ σε πεδίο αντιπαράθεσης με τους κυβερνητικούς εταίρους και να καταγραφεί σαν δύναμη - καταλύτης στην κάθαρση δήθεν του αστικού πολιτικού συστήματος. Παρουσιάζει τη διαφθορά σαν αιτία της κρίσης και των δεινών που βιώνει ο λαός, με στόχο να αφήσει έξω από τους διαξιφισμούς την ουσία της υπόθεσης.
-- Ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει διερεύνηση των πολιτικών και ποινικών ευθυνών για τον Γ. Παπακωνσταντίνου και τον Ευ. Βενιζέλο, αλλά δεν ακουμπάει καν τους ευρωενωσιακούς κανόνες και τς συνθήκες που δημιουργούν τις λίστες τύπου Λαγκάρντ.
-- Ο ΣΥΡΙΖΑ καταγγέλλει «συγκάλυψη της διαφθοράς και διαιώνιση της διαπλοκής μεταξύ οικονομικής ολιγαρχίας και πολιτικής», αλλά δεν αμφισβητεί την ταξική φύση του συστήματος, την καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, που κλέβει τον πλούτο από το λαό και οι κεφαλαιοκράτες που τον καρπώνονται τον φυγαδεύουν νόμιμα ή λιγότερο νόμιμα στο εξωτερικό.
Οι διαγκωνισμοί μεταξύ των κομμάτων της αστικής διαχείρισης με αιχμή τη λίστα Λαγκάρντ, θα κορυφωθούν το επόμενο διάστημα. Η αποκάλυψη των ευθυνών -αν αυτές προκύψουν-, η τιμωρία για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που εμπλέκονται στην υπόθεση, είναι μια μόνο πλευρά. Η καταδίκη από το λαό των κομμάτων που υπηρετούν το σάπιο σύστημα της εκμετάλλευσης, μέσα στο οποίο ανθίζουν τα φαινόμενα της διαφθοράς και της διαπλοκής, είναι το ζητούμενο, για να κλονιστεί πραγματικά το αστικό σύστημα.
Την ίδια ώρα που οι εταίροι της συγκυβέρνησης υπόσχονται διαφάνεια και δηλώνουν πρόθυμοι να αξιοποιήσουν τα στοιχεία της λίστας για να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή, με την πολιτική τους:
Με άλλα λόγια, συντηρούν και ενισχύουν όλες τις προϋποθέσεις για την ενίσχυση της κερδοφορίας των πλουτοκρατών, που είναι θερμοκήπιο της διαφθοράς και της διαπλοκής με το πολιτικό τους προσωπικό.
Το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή ζήτησε να δοθούν στη δημοσιότητα όλα τα ονόματα της λίστας, να υπάρξει διερεύνηση για όλους όσοι είχαν ευθύνη ή εμπλοκή στο χειρισμό της υπόθεσης της λίστας Λαγκάρντ. Ξεκαθάρισε, ταυτόχρονα, ότι η συγκεκριμένη υπόθεση επιβεβαιώνει το πιο ουσιαστικό: Οτι ο λαός πρέπει να αντιπαλέψει το καπιταλιστικό σύστημα που γεννά τη σαπίλα και να βάλει τέλος στην εκμετάλλευση και τη ληστεία που υφίσταται, η οποία γίνεται συνεχώς μεγαλύτερη και πιο άγρια.