ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 10 Φλεβάρη 2002
Σελ. /32
ΑΓΡΟΤΙΚΑ
ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Προσχεδιασμένη πορεία «εγκατάλειψης»

Σήμερα, 20 χρόνια μετά την Ενταξη και παραμονή στην ΕΟΚ - Ευρωπαϊκή Ενωση, το αδιέξοδο για εκατοντάδες χιλιάδες μικρομεσαίους αγρότες είναι πλήρες, όπως αναδείχτηκε και με τις μεγαλειώδεις αγροτικές κινητοποιήσεις. Σε έναν αγροτικό τομέα τον οποίο χτυπούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, οι αγρότες όχι μόνο αδυνατούν και δεν ξέρουν τι να καλλιεργήσουν και τι να παραγάγουν στα χωράφια τους, αλλά οδηγούνται στο να τα εγκαταλείψουν. Αφού η ΕΕ με τη συμφωνία των ελληνικών κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχει επιβάλει περιορισμούς, ανώτερο όριο στην παραγωγή για όλα τα αγροτικά προϊόντα και τις καλλιέργειες. Ορια πολύ κατώτερα από τις δυνατότητες και τις ανάγκες της χώρας μας. Σε πολλές περιπτώσεις, μάλιστα, τα όρια αυτά παραγωγής δεν καλύπτουν παρά μέρος των καταναλωτικών αναγκών της χώρας μας, ιδιαίτερα στα κτηνοτροφικά -γαλακτοκομικά προϊόντα.

Τα περιοριστικά αυτά όρια συνοδεύονται με εξοντωτικά πρόστιμα, τα λεγόμενα πρόστιμα συνυπευθυνότητας που, τελικά, οδηγούν σε δραματική μείωση των, έτσι κι αλλιώτικα, μειωμένων τιμών που πληρώνονται οι αγρότες για τα προϊόντα τους. Τιμές μειωμένες σημαντικά -και ονομαστικά- σε σχέση με τις τιμές που πληρώνονταν οι αγρότες πριν πολλά χρόνια για τα ίδια προϊόντα. Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι τιμές παραγωγού στο στάρι σήμερα είναι 40-45 δρχ. ενώ το κιλό το ψωμί πουλιέται με 400 και πλέον δραχμές, έναντι 50-55 δραχμών που πουλούσαν 10 χρόνια πριν οι αγρότες, όταν το ψωμί διατίθονταν με 130-150 δραχμές αντίστοιχα...

Βεβαίως, σήμερα, οι αγρότες εισπράττουν μια στρεμματική ενίσχυση που, αποδεδειγμένα και ομολογημένα και επίσημα, καλύπτει ένα μέρος μόνον από τις εισοδηματικές απώλειες των παραγωγών. Αυτή η εισοδηματική ενίσχυση σε ορισμένες καλλιέργειες δίνεται με τη μορφή των επιδοτήσεων στα προϊόντα, για τη στήριξη μιας ελάχιστης τιμής τους. Η πρακτική αυτή ακολουθείται π.χ. στο βαμβάκι και άλλα μεταποιούμενα προϊόντα κλπ. Ομως, είτε για στρεμματικές ενισχύσεις πρόκειται είτε για επιδοτήσεις προϊόντων, εφ' όσον η έκταση της καλλιέργειας είτε η παραγωγή ξεπεράσει τα περιορισμένα όρια που βάζει η ΕΕ, μειώνονται δραστικά τα ποσά με άμεσες επιπτώσεις στο πενιχρό εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών, αφού αφαιρούνται από το εισόδημά τους τελικά.

Ληστρική πρακτική


Για παράδειγμα, από τους ελαιοπαραγωγούς παρακρατήθηκε μεγάλο μέρος της επιδότησης, ενώ φέτος πολλοί σιτοπαραγωγοί, αντί στρεμματικής ενίσχυσης 12-14.000 δραχμών παίρνουν και λιγότερα από τα μισά και παρακάτω, λόγω υπέρβασης του ορίου παραγωγής. Κάτι ανάλογο συμβαίνει με το βαμβάκι -αλλά και με πολλά ακόμα προϊόντα μας- φέτος, όπου η ΕΕ με συμφωνία της κυβέρνησης αφαιρεί μέρος των προβλεπόμενων επιδοτήσεων μειώνοντας ανάλογα την τιμή του προϊόντος, γιατί ξεπεράστηκε το πλαφόν. Μάλιστα, ξεπερνώντας την κοινοτική τακτική, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για πρώτη φορά φέτος, κι ενώ οι βαμβακοπαραγωγοί είχαν ήδη σπείρει τα χωράφια τους, ήρθε και επέβαλε αυθαίρετα δικούς της περιορισμούς στην παραγωγή. Βάφτισε ως επιλέξιμες τις ποσότητες του βαμβακιού στο όριο που η ΕΕ περιορίζει την παραγωγή, και την επιπλέον ποσότητα χαρακτηρίζει μη επιλέξιμη και δε δίνει καμιά επιδότηση. Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, να έχει δημιουργηθεί μείζον πρόβλημα με χιλιάδες βαμβακοπαραγωγούς αφού η κυβέρνηση αρνείται να δώσει την επιδότηση για, περίπου, 200 χιλιάδες τόνους βαμβακιού...

Αυτή η ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν όλοι οι αγρότες που έχουν φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο, δε διαμορφώθηκε σε μια νύχτα ούτε τυχαία. Είναι το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα εδώ και 20 χρόνια, των μέτρων και της πολιτικής της ΚΑΠ. Αυτό που σχεδιάστηκε με την ΚΑΠ και στοχοπροσηλωμένα προωθείται με όλα τα μέτρα και τις πολιτικές της, για τη συγκέντρωση της αγροτικής γης και της παραγωγής αγροτικών προϊόντων σε λίγα χέρια, σε μεγάλες αγροτικές εκμεταλλεύσεις καπιταλιστικού χαρακτήρα. Αυτή την επιδίωξη των πολυεθνικών τροφίμων προωθεί το διευθυντήριο και οι κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην προοπτική της πλήρους απελευθέρωσης της αγοράς των αγροτικών προϊόντων.

Καταστροφικές αναδιαρθρώσεις


Σ' αυτήν, ακριβώς, την κατεύθυνση έγιναν και γίνονται συνεχώς αναδιαρθρώσεις -σε πείσμα όσων, επιδιώκοντας να κρύψουν την πραγματικότητα, υποστηρίζουν τα αντίθετα!- μέσω της ΚΑΠ που ίσχυε το 1981, της αναθεωρημένης του 1988 και του 1992, μέσω της Συμφωνίας της ΓΚΑΤΤ, τότε και της «Ατζέντας 2000» σήμερα. Μόνο που πρόκειται για αναδιαρθρώσεις συρρίκνωσης της παραγωγής, όπως επιβάλλει και επιτάσσει το διευθυντήριο της ΕΕ, μέσω της ΚΑΠ, για την προώθηση των στόχων της που έρχονται σε αντίθεση με τα πραγματικά συμφέροντα της χώρας και των μικρομεσαίων αγροτών μας.

Εδώ, λοιπόν, στόχευαν οι χωματερές που επιδοτούσε η ΕΟΚ για το θάψιμο των προϊόντων, προκειμένου «να χρυσωθεί και το χάπι» της απώλειας των αγορών για τα προϊόντα μας στο εξωτερικό και της μετατροπής της χώρας μας, αντίθετα, σε μεγάλο εισαγωγέα κοινοτικών και άλλων -από τρίτες χώρες- γεωργικών προϊόντων που υποκατέστησαν την ντόπια παραγωγή για την κάλυψη των εσωτερικών μας αναγκών... Μ' αυτό τον τρόπο προετοιμαζόταν το επόμενο βήμα για την επιβολή των λεγόμενων σταθεροποιητών, με την πρώτη αναθεώρηση του πακέτου Ντελόρ για «σταθεροποίηση» της παραγωγής και τον περιορισμό των γεωργικών δαπανών με τη δημοσιονομική πειθαρχία.

Με την ίδια προοπτική της συρρίκνωσης της παραγωγής και του ξεκληρίσματος, σαν επακόλουθο, των μικρομεσαίων αγροτών, και με κατευθυνόμενες αγροτικές επιδοτήσεις, προωθήθηκαν: Η εγκατάλειψη μεγάλων εκτάσεων αγροτικών καλλιεργειών, σιτηρών, καπνών κλπ., με τις γνωστές ως «πρόωρες αγροτικές συντάξεις» σε αγρότες 55-65 χρόνων και την αγρανάπαυση. Η εγκατάλειψη αγροτικών γαιών φυτεύοντάς τες με ακακίες! Προωθήθηκε το ξερίζωμα μεγάλων εκτάσεων αμπελιών και άλλων καλλιεργειών φρούτων(βερικοκιές, ροδάκινα, εσπεριδοειδή κλπ.), στο όνομα της αναδιάρθρωσης των καλλιεργειών μας!

Στην πορεία, με τη νέα ΚΑΠ που συμπληρώθηκε επί το αντιδραστικότερο με τη Συμφωνία της ΓΚΑΤΤ (ΠΟΕ) και την ΑΤΖΕΝΤΑ 2000 σήμερα, επέβαλαν, άμεσα, δραστικούς περιορισμούς στην παραγωγή αγροτικών προϊόντων και στις καλλιέργειες της χώρας μας. Επέβαλαν, ταυτόχρονα, δραματική μείωση τιμών που γίνονται ακόμα μικρότερες με τα βαριά πρόστιμα συνυπευθυνότητας που πληρώνουν οι παραγωγοί.

Βαρύ τίμημα

Μ' αυτή την Κοινή Αγροτική Πολιτική της ΕΕ, που, σήμερα, έχει φέρει σε απόγνωση και προκαλεί τον αγροτικό ξεσηκωμό, η χώρα έχει πληρώσει και εξακολουθεί να πληρώνει βαρύ τίμημα: Οχι μόνον σ' ό,τι αφορά και σημαίνει η μείωση των καλλιεργειών και της παραγωγής. Αλλά και γιατί, για προϊόντα που θα μπορούσε να παράγει, υποχρεώνεται να πληρώνει τρισεκατομμύρια κάθε χρόνο για εισαγωγές ομοειδών. Το τίμημα μόνο για την εισαγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων (κρέατα και γαλακτοκομικά) είναι εκατοντάδες δισεκατομμύρια, ενώ θα μπορούσαμε να καλύπτουμε στο μέγιστο βαθμό τις διατροφικές ανάγκες της χώρας μας με ντόπια παραγωγή. Αλλά και να εισάγουμε όσα προϊόντα χρειαζόμαστε με μειωμένες, στο μισό και λιγότερο, τιμές από τις τρίτες χώρες και, με τη διαφορά συναλλάγματος, να επιδοτούμε την ελληνική κτηνοτροφία, αντί της Ευρωενωσιακής...

Πρόκειται στην πραγματικότητα για εγκληματικές, ταξικές πολιτικές που υπηρετούν τα συμφέροντα των πολυεθνικών και της ντόπιας ολιγαρχίας σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων των εργαζομένων και των εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων αγροτών. Είναι χαρακτηριστικό ότι, στο διάστημα των 20 χρόνων ένταξης, ξεκληρίστηκαν βίαια περισσότεροι από 200.000 μικρομεσαίοι αγρότες, οι οποίοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους.


Αναγκαία η καταδίκη των κομμάτων του κατεστημένου

Οι εγκληματικές πολιτικές των ελληνικών κυβερνήσεων δεν είναι μόνον ότι αποδέχτηκαν και συναινούν στην εφαρμογή της αντιαγροτικής πολιτικής, την οποία παρουσιάζουν ως αναγκαίο κακό στα πλαίσια της απελευθέρωσης των αγορών, λες και είναι μοιραίο. Καταγράφονται, και εξαιτίας των επιλογών αυτών, στην εγκατάλειψη της περιφέρειας, στη μείωση των αγροτικών επενδύσεων και στην αποεπένδυση στον αγροτικό τομέα για πάρα πολλά χρόνια. Δεν είναι τυχαίο ότι στα τελευταία 20-25 χρόνια κανένα μεγάλο, π.χ., αρδευτικό έργο δεν έχει γίνει σ' όλη τη χώρα, όταν ακριβώς γίνεται επιτακτική η βελτίωση των συντελεστών παραγωγής και η μείωση του κόστους για να παράγουμε ανταγωνιστικά προϊόντα. Κάτι που καμώνονται πως το επιδιώκουν - πράττοντας τα αντίθετα, όμως! - αρμόδιοι και αναρμόδιοι κυβερνητικοί και πολιτικοί παράγοντες του δικομματισμού.

Αρκεί να αναφέρουμε, επίσης, ότι το ζωτικής σημασίας έργο της εκτροπής του Αχελώου έχει καταντήσει ανέκδοτο, αφού είναι βέβαιο θα αυγάταινε την παραγωγή, κάτι που δε συμβιβάζεται με τη μείωση της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής που επιβάλλει η ΕΕ. Γι' αυτό και άλλα μικρά αρδευτικά έργα και φράγματα μένουν «μισά κι ανέσωστα» και οι αγρότες καταληστεύονται, καταφεύγοντας σε πανάκριβες γεωτρήσεις για να ποτίζουν τα χωράφια που καλλιεργούν, είτε στεγνώνουν οι καλλιέργειες το καλοκαίρι.

Αρκεί ακόμα να υπενθυμίσουμε πως οι κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ χρεοκόπησαν, αφού το χρησιμοποίησαν σε βάρος των αγροτών, το συνεταιριστικό κίνημα, ξεπουλώντας, τελικά, και την όποια συνεταιριστική υποδομή θα μπορούσε να στηρίξει τους μικρούς παραγωγούς στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Επίσης, κατάργησαν κάθε στήριγμα και τεχνική βοήθεια στον αγρότη, διαλύοντας εξειδικευμένες υπηρεσίες - Εγγείων Βελτιώσεων, Οργανισμός Βάμβακος και Καπνού κλπ. Κατάργησαν κέντρα σποροπαραγωγής που θα μπορούσαν να εφοδίαζαν τους αγρότες με ελεγμένους ποιοτικά, άριστης ποιότητας και αποδοτικούς σπόρους (καλαμπόκι, βαμβάκι, σιτηρά κλπ.).

Παράλληλα η κυβέρνηση της ΝΔ μαζί με τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ όχι μόνον κατάργησαν τις επιδοτήσεις στις ζωοτροφές, τα λιπάσματα και τα αγροτικά καύσιμα, υπερδιπλασιάζοντας τις τιμές τους, αλλά και έχουν αφήσει ασύδοτους τους εμπόρους -εισαγωγείς (μηχανημάτων, φυτοφαρμάκων, σπόρων κλπ.) να διαμορφώνουν τις τιμές χωρίς κανένα έλεγχο. Κάνοντας έτσι ακόμα πιο δύσκολη την παραγωγή και ασύμφορες τις καλλιέργειες λόγω υψηλού κόστους.

Αποτελούν όλα αυτά τα μέτρα και οι πολιτικές την ιδιαίτερη συμβολή των ελληνικών κυβερνήσεων του δικομματισμού στους αντιαγροτικούς στόχους της ΕΕ και της ΚΑΠ, που οδηγούν στο βίαιο ξεκλήρισμα εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων αγροτών.

Μπροστά στην οδυνηρή πραγματικότητα, οι μικρομεσαίοι αγρότες οφείλουν πλέον να βγάλουν πολιτικά συμπεράσματα. Γιατί δεν αρκεί η διαπίστωση των προβλημάτων και η αγανάκτηση, ούτε από μόνη η κινητοποίηση ενάντια στις καταστροφικές πολιτικές της ΕΕ και των κυβερνήσεων του δικομματισμού. Πρέπει να είναι καθαρό πως χρειάζεται οι αγρότες να απεμπλακούν απ' αυτά τα κόμματα, να πάρουν οριστικά διαζύγιο από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ. Γιατί είναι και σχιζοφρενικό να αγωνίζονται ενάντια στην πολιτική τους και, από την άλλη, να τη στηρίζουν, αντικειμενικά, με την ψήφο τους στα δύο αυτά κόμματα.

Οι πραγματικά φιλοαγροτικές λύσεις υπάρχουν, αλλά βρίσκονται στον αντίποδα αυτής της πολιτικής της ΕΕ, της ΚΑΠ, που στηρίζουν τα κόμματα του δικομματισμού και οι θιασώτες της Ευρωπαϊκής Ενοποίησης (ΣΥΝ κλπ.). Αυτή την προοπτική διεκδικεί και στηρίζει το ΚΚΕ, προωθώντας το αντιιμπεριαλιστικό, αντιμονοπωλιακό δημοκρατικό Μέτωπο Πάλης, για λαϊκή εξουσία και λαϊκή οικονομία. Γι' αυτό και είναι προς το συμφέρον των αγροτών και του αγώνα τους η καταδίκη της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ - κυβέρνησης και κομμάτων του ευρωμονόδρομου, να εκφραστεί με την ολόπλευρη ενίσχυση του ΚΚΕ πολιτικά, αλλά και με την αγωνιστική συσπείρωσή τους στην προοπτική του λαϊκού κοινωνικοπολιτικού Μετώπου Πάλης, μαζί με την εργατική τάξη και τους μικρομεσαίους της πόλης.


Αλλος, αντίθετος, ο δρόμος των αγροτών

Είναι βέβαιο πως η αρνητική εξέλιξη της γεωργίας θα επιταχυνθεί, θα επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο η κατάσταση για τους μικρομεσαίους αγρότες, ιδιαίτερα με τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ενωσης με την «Ατζέντα 2000» και τη νέα συμφωνία του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Και αυτό γιατί θα μειωθεί πολύ περισσότερο η στήριξη της γεωργίας και θα φιλελευθεροποιηθεί πιο πολύ το διεθνές εμπόριο των αγροτικών προϊόντων. Ηδη, με την υιοθέτηση των προτάσεων της Γερμανίας και για το Γ' ΚΠΣ και για τη στήριξη της γεωργίας στην περίοδο 2000-2006, προβλέπονται δραστικότερες περικοπές.

Στα πλαίσια αυτών των αποφάσεων, για παράδειγμα, οι ονομαστικές τιμές των δημητριακών θα μειωθούν κατά 15% ακόμα και η απώλεια εισοδήματος από τη μείωση των τιμών θα αντισταθμιστεί μόνο κατά 50%. Οι τιμές και επιδοτήσεις θα είναι «παγωμένες» μέχρι το 2006, ενώ ο πληθωρισμός και το κόστος παραγωγής θα ανεβαίνουν. Κάτι ανάλογο θα γίνει και για τους παραγωγούς βοδινού κρέατος, στο οποίο προβλέπεται μείωση της τιμής κατά 20% και αντιστάθμιση της μείωσης κατά 80%. Ενώ, η αντικατάσταση της κοινοτικής παρέμβασης με την ιδιωτική για το βοδινό κρέας θα οδηγήσει σε κατακόρυφη μείωση τιμών με αποτέλεσμα να αποδιαρθρωθεί όλος ο κλάδος της βοοτροφίας στη χώρα μας. Δηλαδή, θα συμβεί κάτι ανάλογο με τις αθρόες εισαγωγές στη χώρα μας χοιρινού κοινοτικού κρέατος, σε χαμηλές τιμές, που απειλούν με χρεοκοπία και διάλυση τον κλάδο της χοιροτροφίας. Το παράδειγμα του καπνού, με την οριστική κατάργηση της επιδότησης, είναι χαρακτηριστικό για το τι περιμένει τους μικρομεσαίους αγρότες. Παρόμοιες συνέπειες θα ακολουθήσουν και για τα υπόλοιπα αγροτικά προϊόντα, των οποίων σταδιακά αλλάζουν οι κανονισμοί και προσαρμόζονται στις αποφάσεις της «Ατζέντας 2000».

Ετσι, ακόμα και αν φέτος οι αγρότες με τον αγώνα τους καταφέρουν να εξασφαλίσουν κάποιες πρόσθετες επιδοτήσεις, μπορεί να εξασφαλίσουν μια προσωρινή οικονομική ανακούφιση αλλά το μέλλον τους προδιαγράφεται αδιέξοδο.

Αυτή η αντιαγροτική πολιτική που υλοποιείται από τις κυβερνήσεις ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στα πλαίσια της πολιτικής της ΕΕ και των άλλων ιμπεριαλιστικών οργανισμών, ένα βασικό συμπέρασμα επιβεβαιώνει: Πως και το αγροτικό ζήτημα και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίοι αγρότες, είναι πρωταρχικά πολιτικό πρόβλημα, είναι θέμα πολιτικών επιλογών της άρχουσας τάξης σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και των εκατοντάδων χιλιάδων μικρομεσαίων αγροτών.

Αυτές οι δυνάμεις, δε θέλουν και δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το αγροτικό πρόβλημα σε όφελος των μικρομεσαίων αγροτών, αφού συμφωνούν και συνδιαμορφώνουν τις επιλογές και αποφάσεις της ΕΕ. Κι αν, με το «ξεμπρόστιασμά» τους από τις αγροτικές - λαϊκές κινητοποιήσεις αναγκάζονται να αποδέχονται πως τα αιτήματα των αγροτών είναι δίκαια, πάλι υποκρίνονται! Αφού αρνούνται να τα αντιμετωπίσουν.

Ο άλλος, φιλοαγροτικός δρόμος

Επιδιώκουν τη συγκέντρωση της γης σε λίγα χέρια, γιατί έτσι θα ρίξουν το κόστος της παραγωγής. Ναι, αλλά θα ξεκληρίσουν τους μικρομεσαίους αγρότες, για να ενισχύσουν τους καπιταλιστές αγρότες. Γι' αυτό κόβουν τις επιδοτήσεις, βάζουν ποσοστώσεις, πρόστιμα συνυπευθυνότητας κλπ. Ομως, υπάρχει λύση και διέξοδος για τους μικρομεσαίους αγρότες, για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας σε όφελος των αγροτών, και όλου του λαού, σε αντιπαράθεση και ρήξη με την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ.

Και πρέπει να τη διεκδικήσουν, συνδέοντας τη διεκδίκηση των άμεσων μέτρων (επιδοτήσεων κλπ.) για την ανακούφισή τους από τα πιεστικά, σημερινά τους προβλήματα με την αναγκαιότητα της άλλης φιλοαγροτικής πολιτικής στα πλαίσια της Λαϊκής Εξουσίας και Λαϊκής Οικονομίας που μπορεί να υπάρξει με τη δημιουργία του Κοινωνικοπολιτικού Λαϊκού Μετώπου πάλης που προτείνει το ΚΚΕ. Μ' αυτό το στόχο και αυτή την προοπτική πρέπει να μπολιάζεται ο αγώνας της αγροτιάς.

Η Ελλάδα είναι πλούσια σε φυσικούς πόρους και δυνατότητες, με έμπειρο έμψυχο παραγωγικό δυναμικό στη γεωργία. Υπάρχουν μεγάλες δυνατότητες για ανάπτυξη του τομέα. Η ανάπτυξη της γεωργίας μπορεί να εξασφαλίσει την αυτάρκεια της χώρας σε προϊόντα διατροφής. Να συμβάλει θετικά στην απασχόληση. Να συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος και να στηρίξει τη μεταποιητική βιομηχανία.

Για να ανταποκρίνεται σε αυτούς τους στόχους η ανάπτυξη της γεωργίας θα πρέπει να έχει πυρήνα της τον παραγωγικό συνεταιρισμό που δεν έχει καμιά σχέση με το υδροκέφαλο χρεοκοπημένο συνεταιριστικό κίνημα που υπάρχει στη χώρα μας και λειτουργεί σα μεσάζοντας ανάμεσα στους αγρότες και τους εμποροβιομηχάνους. Ο παραγωγικός συνεταιρισμός εκτός από τη μεταποίηση και εμπορία των αγροτικών προϊόντων θα έχει βασικό του στόχο να οργανώσει σε συλλογική βάση την ίδια την παραγωγή των αγροτικών προϊόντων, ξεκινώντας από τις απλές μορφές, δηλαδή την κοινή χρήση μηχανημάτων και φθάνοντας στη συλλογική καλλιέργεια.

Ο παραγωγικός συνεταιρισμός μπορεί να ξεπεράσει τα μειονεκτήματα τού μικρού και πολυτεμαχισμένου κλήρου. Να αξιοποιήσει τις νέες τεχνολογίες και τεχνικές και να διασφαλίσει την επιβίωση της μικρομεσαίας αγροτιάς. Η ανάπτυξη όμως αυτή μπορεί να εφαρμοστεί μόνο στα πλαίσια μιας γενικότερης αντιμονοπωλιακής, αντιιμπεριαλιστικής πολιτικής στην προοπτική της σοσιαλιστικής αναδιοργάνωσης της κοινωνίας. Ο άλλος δρόμος έχει πολιτικές προϋποθέσεις. Προϋποθέτει αλλαγή της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή.

Η ανάπτυξη αυτή, εκτός των άλλων, μπορεί να εξασφαλίσει σε σημαντικό βαθμό και την «αυτοχρηματοδότηση» της γεωργίας. Και αυτό γιατί οι γεωργικές επενδύσεις πάγιου κεφαλαίου και ο παραγωγικός συνεταιρισμός, αναπτύσσουν την παραγωγικότητα, μειώνουν κατακόρυφα και μακροπρόθεσμα το κόστος παραγωγής και τις χρηματοδοτικές ανάγκες της γεωργίας, με αποτέλεσμα, με πολύ λιγότερες χρηματοδοτήσεις, να πετυχαίνονται πολύ καλύτερα αποτελέσματα για τη γεωργία και τους μικρομεσαίους αγρότες.

Η αύξηση της παραγωγής μπορεί να μετατρέψει από ελλειμματικό σε πλεονασματικό το αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο, αναπτύσσοντας ισότιμες και αμοιβαία επωφελείς σχέσεις με άλλες χώρες και λαούς. Αλλά το κυριότερο, θα αντιμετωπίσει σε φιλολαϊκή βάση το πρόβλημα «διατροφική αλυσίδα», καλύπτοντας τις ανάγκες της ίδιας της χώρας.


Κείμενα
Γιάννης ΖΑΓΓΑΝΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ