ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Μάρτη 2002
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΕΒΕ
Το χαράτσι της νέας φορολογικής ρύθμισης

Η κυβέρνηση θέλει να εισπράξει από 750 δισ. έως 1,5 τρισ. δραχμές από τις 740.000 επιχειρήσεις των επαγγελματιών, βιοτεχνών και μικρών εμπόρων

Στο ερώτημα γιατί η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με νόμο μάλιστα του 1999, επέλεξε και πάλι να τ' αρπάξει από τους επαγγελματοβιοτέχνες και μικρεμπόρους με τη νέα εξαγγελθείσα ρύθμιση, μάλλον η απάντηση είναι απλή. Ο γενικότερος φιλομονοπωλιακός προσανατολισμός όλων των παραμέτρων της πολιτικής της κυβέρνησης, η όλο και πιο απροκάλυπτη εξυπηρέτηση των ισχυρών οικονομικών συμφερόντων, την οδηγούν σε ανάλογες ρυθμίσεις. Κάθε φορά που χρειάζεται έσοδα για την... πραγματική σύγκλιση - έτσι ονομάζουν τώρα την αρπαχτή και τη λεηλασία των εργατικών κατακτήσεων - είτε από τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους θα τα πάρει, είτε από τους ΕΒΕ. Τα πράγματα είναι αρκετά απλά.

Το θέμα της νέας ρύθμισης θα μας απασχολήσει και πάλι όταν θα αρχίσουν να έρχονται οι... λυπητερές, τα ραβασάκια της Εφορίας. Ας προσπαθήσουμε όμως από σήμερα να φωτίσουμε το ερώτημα: «πόσα θα πληρώσουν οι ΕΒΕ με τη ρύθμιση που επιτεύχθηκε μεταξύ του υπουργείου Οικονομικών και των συνδικαλιστικών ηγεσιών της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ)»;

Μια πρώτη απάντηση γενικής φύσης προκύπτει από τα στοιχεία που ήδη διέρρευσαν στον Τύπο. Σύμφωνα με αυτά, από τις δύο ρυθμίσεις της περιόδου 1993 - 1998 και της περιόδου 1999 - 2001, το υπουργείο Οικονομικών προσδοκά να εισπράξει από 750 δισ. δραχμές μέχρι και 1,5 τρισ. δρχ. Αυτά προβλέπεται να πληρώσουν 740.000 ΕΒΕ. Με την πράξη της διαίρεσης προκύπτει ότι στην πρώτη περίπτωση ο κάθε αυτοαπασχολούμενος μικροεπιχειρηματίας θα καταβάλλει κατά μέσο όρο κάτι περισσότερο από 1 εκατ. δραχμές και στην άλλη περίπτωση το «μαλλί» θα φτάσει - πάντα κατά μέσο όρο - τα 2 εκατ. δραχμές. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η ελάχιστη καταβολή (χαράτσι) και της πιο μικρής επιχείρησης δε θα είναι μικρότερη από 500.000 δραχμές. Αυτό προκύπτει από το γεγονός ότι όλες ανεξαιρέτως οι επιχειρήσεις για τη ρύθμιση της εξαετίας 1993 - 1999 θα καταβάλλουν κατ' ελάχιστο - το επαναλαμβάνουμε, κατ' ελάχιστο! - 360.000 δραχμές. Είναι το ελάχιστο ποσό που θα καταβάλλουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις με ακαθάριστο ετήσιο εισόδημα μέχρι 5 εκατ. δρχ. Για τις δε επιχειρήσεις με ετήσια ακαθάριστα έσοδα μέχρι 75 εκατ. δραχμές, το ελάχιστο ποσό καταβολής φόρου για την περαίωση υποθέσεων ΦΠΑ και Φόρου Εισοδήματος της εξαετίας ανέρχεται σε 1.800.000 δρχ.

Συλλήβδην όλοι φοροφυγάδες

Η σκέψη του υπουργείου Οικονομικών στο θέμα της ρύθμισης, είναι αρκετά απλή. Ολοι οι ΕΒΕ, κατά το υπουργείο, είναι «φύσει και θέσει» φοροφυγάδες. Και επειδή δεν υπάρχει η δυνατότητα του ελεγκτικού μηχανισμού να εξετάσει όλες τις περιπτώσεις, προώθησαν το 1994 τα λεγόμενα αντικειμενικά κριτήρια φορολόγησης, τα οποία εφαρμόστηκαν δίκην κεφαλικού φόρου. Γι' αυτό και όταν το 1998 ο Παπαντωνίου δήλωνε σε όλους τους τόνους ότι τα αντικειμενικά κριτήρια καταργούνται οριστικά, την ίδια στιγμή προώθησε με νόμο του 1999 την περιβόητη «συνάφεια» ή τον «αντικειμενικό» ΦΠΑ. Ετσι, επειδή τα βιβλία των επαγγελματοβιοτεχνών θεωρούνται απριόρι μη αληθή, έφτιαξαν δικό τους σύστημα προσδιορισμού των ακαθάριστων εσόδων.

Προσδιορισμός των τεκμαρτών ακαθάριστων εσόδων

Οι προσδιοριστικοί παράγοντες για τον τεκμαρτό προσδιορισμό των ακαθάριστων εσόδων, είναι οι ακόλουθοι τέσσερις:

  • Το κόστος των πωληθέντων, το οποίο προκύπτει από την αξία της απογραφής έναρξης, συν την αξία των πωλήσεων της χρήσης, μείον την αξία της απογραφής λήξης.
  • Τα γενικά έξοδα διαχείρισης, στα οποία περιλαμβάνονται τα ενοίκια, οι λογαριασμοί ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ, μισθοί, εργοδοτικές εισφορές, ασφάλιστρα κλπ.
  • Οι αποσβέσεις της κάθε χρήσης, οι οποίες σύμφωνα με το νόμο ανέρχονται σε 3% για τις βιοτεχνικές και 1% για τις εμπορικές επιχειρήσεις. Ειδικά για την εξαετία οι αποσβέσεις προσδιορίστηκαν σε 0,7% για τις εμπορικές και 1% για τις βιοτεχνικές.
  • Ο Μοναδικός Συντελεστής καθαρού Κέρδους (ΜΣΚΚ).

O προσδιορισμός των ακαθάριστων εσόδων κάθε χρήσης κατά τεκμαρτό τρόπο γίνεται με τον εξής τρόπο: Προστίθεται το κόστος των πωληθέντων, τα γενικά έξοδα διαχείρισης και οι αποσβέσεις και το άθροισμα που προκύπτει πολλαπλασιάζεται επί το ΜΣΚΚ. Με την τελευταία πράξη προκύπτουν τα καθαρά κέρδη της χρήσης, τα οποία προστίθενται στο άθροισμα των τριών πρώτων παραγόντων. Ετσι προκύπτουν τα τεκμαρτά ακαθάριστα έσοδα. Αν π.χ το κόστος των πωληθέντων είναι 40 εκατ. δρχ, τα έξοδα διαχείρισης 10 εκατ. δρχ, οι αποσβέσεις 500 χιλ. δραχμές και ο ΜΣΚΚ 20%, τότε το άθροισμα των τριών πρώτων παραγόντων είναι 50,5 εκατ. δραχμές. Το ποσό αυτό επί 20% (ΜΣΚΚ) είναι ίσο με 10,1 εκατ. δραχμές, που είναι και τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης κατά την εξαετία. Αρα τα ακαθάριστα έσοδα είναι 50,5 εκατ. δραχμές συν 10,1 εκατ. δρχ., που είναι ίσο με 60,6 εκατ. δραχμές. Αν τα δηλωμένα στα βιβλία της επιχείρησης ακαθάριστα έσοδα είναι μεγαλύτερα ή ίσα με τα 60,6 εκατ. δραχμές, τότε δεν υπάρχει φοροδιαφυγή. Αν όμως είναι μικρότερα από το ποσό αυτό, αν π.χ είναι 50 εκατ. δραχμές, τότε στη διαφορά των 10,6 εκατ. δραχμών επιβάλλονται φόροι στο Εισόδημα και στο ΦΠΑ. Προσοχή όμως, ακόμα και στην περίπτωση που τα δηλωθέντα ακαθάριστα έσοδα των βιβλίων είναι ίσα ή μεγαλύτερα από τα ακαθάριστα έσοδα κατά τεκμαρτό τρόπο, όσοι ενταχθούν στη ρύθμιση θα κληθούν να καταβάλουν το ελάχιστο ποσό φόρου, που ξεκινά από 60 χιλ. δρχ. για κάθε χρήση και για επιχειρήσεις με ακαθάριστα έσοδα μέχρι 5 εκατ. δρχ., μέχρι και 300 χιλ. δρχ. για κάθε χρήση για επιχειρήσεις με ακαθάριστα έσοδα μέχρι 75 εκατ. δρχ. Στις δύο αυτές ακραίες περιπτώσεις, θα καταβληθεί φόρος 360 χιλ. δρχ. στην πρώτη περίπτωση και 1,8 εκατ. δρχ. στη δεύτερη.

Ο τεκμαρτός αυτός τρόπος υπολογισμού, έχει τη μεγάλη αδυναμία, όπως και στην περίπτωση των αντικειμενικών κριτηρίων, να μην αναγνωρίζει ζημιά στις επιχειρήσεις, πράγμα βέβαια αδύνατο σε καπιταλιστικές συνθήκες παραγωγής. Κατά το νομοθέτη, ή για την ακρίβεια κατά την αυθαιρεσία του νομοθέτη, και οι 740.000 επιχειρήσεις των ΕΒΕ είναι κατ' ανάγκη κερδοφόρες. Οι ζημιογόνες απαγορεύονται!

Πώς θα γίνει το κλείσιμο των εκκρεμοτήτων

Α) για την εξαετία 1993 - 1998

Ας έρθουμε στο παράδειγμα της επιχείρησης, η οποία κατά την εξαετία 1993 - 1998 παρουσίασε διαφορά τεκμαρτών - δηλωθέντων ακαθάριστων εσόδων 10,6 εκατ. δρχ. Η ρύθμιση αφορά τα αντικείμενα του ΦΠΑ και του Φόρου Εισοδήματος. Ειδικά για το Φόρο Εισοδήματος πρέπει να αναφέρουμε ότι για την περίοδο εφαρμογής των αντικειμενικών κριτηρίων, δηλαδή το διάστημα 1994 - 1998, οι δηλώσεις εισοδήματος θεωρούνται ειλικρινείς και δεν εντάσσονται στη ρύθμιση. Από την απαλλαγή αυτή εξαιρούνται: α) το έτος 1993, β) οι περιπτώσεις εκείνες που ο φορολογικός έλεγχος κατέδειξε ουσιαστικές φορολογικές παραβάσεις, γ) οι επιχειρήσεις που δε φορολογήθηκαν με τα αντικειμενικά κριτήρια.

Η επιχείρηση τώρα με τη διαφορά 10,6 εκατ. δρχ. στα ακαθάριστα έσοδα για να ρυθμίσει το ΦΠΑ της εξαετίας θα πρέπει να καταβάλει φόρο 10,6 εκατ. δρχ. επί 18%, θα πρέπει δηλ. να καταβάλει επιπλέον φόρο 1,9 εκατ. δρχ. Αν έχει ενταχθεί στα αντικειμενικά κριτήρια θα ρυθμίσει μόνο το εισόδημα του έτους 1993, για το οποίο θα κληθεί να πληρώσει φόρο - αυθαίρετος υπολογισμός - 150.000 δρχ. Αρα για την εξαετία καταβάλλει συνολικούς φόρους 2,05 εκατ. δραχμές. Αν όμως ανήκει στις εξαιρούμενες περιπτώσεις και πρέπει να ρυθμίσει και το Φόρο Εισοδήματος, τότε ο υπολογισμός του Φόρου γίνεται ως εξής: Η διαφορά τεκμαρτών και δηλωμένων ακαθάριστων εσόδων υπολογίστηκε σε 10,6 εκατ. δραχμές. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται με το ΜΣΚΚ 20% για να προσδιορίσουμε τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης, που είναι ίσα με 2,1 εκατ. δραχμές. Το ποσό αυτό των καθαρών κερδών, αν πρόκειται για Ομόρρυθμες ή Ετερόρρυθμες επιχειρήσεις πολλαπλασιάζεται με συντελεστή φόρου 35%, που είναι ίσο με 735 χιλ. δραχμές. Αν πρόκειται για ατομική επιχείρηση, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι το υπουργείο Οικονομικών κινείται στην κατεύθυνση να επιβάλει συντελεστή φόρου στα καθαρά κέρδη 15% - 20%. Επομένως στα 2,1 εκατ. δραχμές καθαρά κέρδη θα επιβληθούν φόροι 315 χιλ. δρχ. ή 420 χιλ. δραχμές, ανάλογα με την περίπτωση. Αρα για την εξαετία η επιχείρηση ρυθμίζει το ΦΠΑ με 1,9 εκατ. δρχ και το Φόρο Εισοδήματος -αν ανήκει στις εξαιρούμενες περιπτώσεις- με καταβολή 735 χιλ. δρχ. για τις Ομόρρυθμες ή 315 - 420 χιλ. δρχ. για τις ατομικές επιχειρήσεις.

Β) Η ρύθμιση της τριετίας 1999 - 2001

Ανάλογη είναι η περίπτωση της ρύθμισης των αντικειμένων του ΦΠΑ και του Φόρου Εισοδήματος για την τριετία. Αν η επιχείρηση του πρώτου παραδείγματος παρουσιάσει διαφορά τεκμαρτών - δηλωμένων ακαθάριστων εσόδων, αυτή τη φορά 5 εκατ. δρχ., τότε για ΦΠΑ θα καταβάλλει: 5 εκατ. δρχ. επί 18% ίσο με 900 χιλ. δρχ. φόρο. Για ρύθμιση Φόρου Εισοδήματος η διαφορά των 5 εκατ. δρχ. πολλαπλασιάζεται με το ΜΣΚΚ 20%, άρα 1 εκατ. δραχμές, που είναι τα καθαρά της κέρδη. Το ποσό αυτό πολλαπλασιάζεται με 35% (ομόρρυθμες) και καλείται να καταβάλει 350 χιλ. δρχ. φόρο.

Συνολικά για τις δύο ρυθμίσεις η συγκεκριμένη επιχείρηση θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον φόρους που αγγίζουν τα 4 εκατ. δρχ.


Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ