ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Ιούλη 2008
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ
Ο νέος «χρυσός» του ενεργειακού κεφαλαίου

Κανένα οικιακό συμβόλαιο στην ελληνική αγορά δεν εγγυάται ότι και στο μέλλον το φυσικό αέριο θα είναι 20% φτηνότερο από το πετρέλαιο, ή αν θα έχει μεγάλη σημασία αυτή η έκπτωση με τιμή 200 δολάρια το βαρέλι για το πετρέλαιο
Κανένα οικιακό συμβόλαιο στην ελληνική αγορά δεν εγγυάται ότι και στο μέλλον το φυσικό αέριο θα είναι 20% φτηνότερο από το πετρέλαιο, ή αν θα έχει μεγάλη σημασία αυτή η έκπτωση με τιμή 200 δολάρια το βαρέλι για το πετρέλαιο
Το φυσικό αέριο κατακτά με γοργούς ρυθμούς δεσπόζουσα θέση στην παγκόσμια οικονομία και κατανάλωση, κατέχοντας ήδη μερίδιο 25% στο παγκόσμιο ενεργειακό ισοζύγιο. Το 1960 η παραγωγή του ήταν μόλις 20 δισ. κυβικά μέτρα παγκοσμίως, το 1980 έφτασε τα 180 δισ. κ.μ. και το 1999 εκτινάχτηκε στα 2.400 δισ. κ.μ. Η πρωτοκαθεδρία του πετρελαίου θα διαρκέσει πολλά χρόνια ακόμη, αλλά είναι πλέον δεδομένο, κυρίως γι' αυτούς που το παράγουν και το εμπορεύονται, ότι η «ημερομηνία λήξης» πλησιάζει. Πρόκειται για τους ίδιους που μπαίνουν δυναμικά στο «παιχνίδι» του φυσικού αερίου, με τη διαφορά ότι οι «πρωταγωνίστριες» χώρες παραγωγοί πετρελαίου στον Περσικό Κόλπο δεν είναι ιδιαίτερα ευνοημένες στο φυσικό αέριο, όπου από άποψη αποθεμάτων κυριαρχούν με τη σειρά οι Ρωσία, Ιράν, Κατάρ (περίπου το 50% των παγκόσμιων αποθεμάτων).

Ανεξάρτητα από το ύψος των αποθεμάτων, οι μεγαλύτεροι παραγωγοί φυσικού αερίου είναι η Ρωσία και οι ΗΠΑ, οι οποίες είναι ταυτόχρονα και οι μεγαλύτεροι καταναλωτές. Στους μεγαλύτερους εισαγωγείς περιλαμβάνονται οι ΗΠΑ (από Καναδά), η Γερμανία και η Ιταλία. Στους μεγαλύτερους εξαγωγείς περιλαμβάνονται η Ρωσία, η Νορβηγία, η Ολλανδία και η Αλγερία. Πρόκειται για συσχετισμούς που μπορεί να αλλάξουν πολύ σύντομα, καθώς νέοι αγωγοί και συνεργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη, ενώ η δυνατότητα μεταφοράς μεγαλύτερων ποσοτήτων φυσικού αερίου έρχεται να απαντήσει στην κορύφωση της ζήτησης και στην εκτίναξη της παραγωγής. Το παιχνίδι παίζεται, λοιπόν, αυτή τη στιγμή ανάμεσα στο ρώσικο και στο αμερικανικό κεφάλαιο, με τις υπόλοιπες δυνάμεις να διεκδικούν τον περιφερειακό τους ρόλο. Κι όπου «παίζει» το κεφάλαιο, οι «αγαθοί» σκοποί εκπαραθυρώνονται.

Οσοι υποστηρίζουν την εξάπλωση της χρήσης του φυσικού αερίου δίνουν, παράλληλα, έμφαση στην περιβαλλοντική του διάσταση. Οι επιδιώξεις τους όμως δεν έχουν καμία σχέση με αυτήν. Τα συγκριτικά του περιβαλλοντικά πλεονεκτήματα σε σχέση με άλλα καύσιμα αποτελούν απλώς μια ευνοϊκή προπαγανδιστική σύμπτωση, σε μια περίοδο όπου οι αναφορές στην προστασία του περιβάλλοντος υιοθετούνται καθ' υπερβολήν από πολιτικούς και επιχειρηματίες, ενώ στην πραγματικότητα τα κερδοσκοπικά τους σχέδια απειλούν το περιβάλλον περισσότερο από ποτέ. Εξάλλου, το φυσικό αέριο είναι «καθαρότερο» από το πετρέλαιο και φτηνότερο, αλλά δεν είναι ούτε «καθαρό» καύσιμο, ούτε φτηνό, τουλάχιστον για όλους. Το φυσικό αέριο ρυπαίνει με λιγότερα οξείδια του αζώτου, ελάχιστο διοξείδιο του θείου, λιγότερους υδρογονάνθρακες από το πετρέλαιο, το λιγνίτη και τον λιθάνθρακα, όμως εκπέμπει περισσότερο μονοξείδιο του άνθρακα. Το μεθάνιο που αποτελεί βασικό στοιχείο της σύστασής του θεωρείται επίσης δεκάδες φορές περισσότερο επιβαρυντικό για το φαινόμενο του θερμοκηπίου από το διοξείδιο του άνθρακα. Η διασπορά του στην ατμόσφαιρα λόγω των απωλειών στη χρήση για ηλεκτροπαραγωγή, όπου το φυσικό αέριο αποδίδει μόλις κατά 50% - 55%, επιβαρύνει σημαντικά αυτήν την πλευρά της ρύπανσης. Αντιθέτως, μηδενικές είναι οι ενεργειακές απώλειες για οικιακή χρήση, θέρμανση, μαγείρεμα και πολλαπλάσια η ευεργετική του επίδραση από τη μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος.

Στη βάση των παραπάνω, το φυσικό αέριο είναι ένα ακόμη καύσιμο με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, όπως για παράδειγμα ότι η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να το εισάγει. Τα κριτήρια για τη χρήση του είναι σύνθετα και πρέπει να ισορροπούν μια σειρά από επιδιώξεις. Τέτοια κριτήρια θέτει το ΚΚΕ στις προτάσεις του για την ενεργειακή πολιτική, επιμένοντας ότι η υπηρέτηση των λαϊκών αναγκών, η αντιμετώπιση της ενέργειας ως αγαθού, η μείωση της εξάρτησης της χώρας από εισαγόμενα καύσιμα, η φτηνή λαϊκή κατανάλωση, η προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας είναι οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται για έναν μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό. Προϋποθέσεις που μπορούν να εξασφαλιστούν μόνο μέσα από έναν ενιαίο φορέα ενέργειας, αλλά και στο πλαίσιο μιας άλλης φιλολαϊκής πολιτικής, από αυτήν που εφαρμόζεται σήμερα.

Η κυβερνητική πολιτική, στην οποία συμφωνεί και το ΠΑΣΟΚ με μόνο διαχειριστικές διαφοροποιήσεις για αντιπολιτευτικούς λόγους, προσεγγίζει την ενέργεια από τη σκοπιά της εξυπηρέτησης της κερδοφορίας του μονοπωλιακού κεφαλαίου. Από την εποχή που η ΕΕ απαγόρευε τη χρήση του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή μέχρι σήμερα που την προκρίνει γι' αυτό το σκοπό, οι εξελίξεις που μεσολάβησαν έχουν να κάνουν αποκλειστικά με το κέρδος. Κατ' αρχήν, ανακαλύφθηκαν νέα σημαντικά κοιτάσματα φυσικού αερίου που εκτιμώνται ότι θα διαρκέσουν έως 100 χρόνια. Σε συνδυασμό με τη φτηνή εξόρυξή του και τις εκτιμήσεις για μείωση των αποθεμάτων πετρελαίου, το μεγάλο κεφάλαιο βρέθηκε στην ανάγκη συγκερασμού πολλών διαφορετικών συμφερόντων, αλλά και μπροστά σε μια ευκαιρία για αδιάλειπτα κέρδη. Μέχρι να εξαντληθεί και η τελευταία σταγόνα πετρελαίου, οι πετρελαϊκές εταιρείες θα κοιτάξουν να εισπράξουν το μέγιστο κέρδος, αδιάφορες για τις επιπτώσεις στους λαούς του κόσμου. Είναι χαρακτηριστικό ότι παρότι είναι φανερό το κερδοσκοπικό παιχνίδι στα χρηματιστήρια με τις διεθνείς τιμές του πετρελαίου, ο επικεφαλής της BP δήλωσε πρόσφατα ότι οι τιμές καθορίζονται από την ...προσφορά και τη ζήτηση.

Το φυσικό αέριο είναι ο επόμενος φυσικός πόρος που θα εξαντλήσει το μεγάλο κεφάλαιο και όσο περισσότερο το ελέγχει, τόσο περισσότερο επιβάλλει τη χρήση του σε μια ελεγχόμενη μετάβαση από το πετρέλαιο. Ακόμη και αν ήταν το «βρωμερότερο» καύσιμο στη Γη, με επιχειρήματα του τύπου «ή αυτό ή λίθινη εποχή», πάλι θα το επέβαλλαν κυβερνήσεις και εταιρείες εάν τους συνέφερε οικονομικά. Οι βιομήχανοι της Ευρώπης το προτιμούν, επειδή άμεσα μπορούν να γλιτώσουν χρήματα και επειδή ξέρουν ότι τελικά θα επιβληθεί ως κυρίαρχο καύσιμο. Οι ενεργειακές εταιρείες το πριμοδοτούν με ευνοϊκούς οικονομικούς όρους, προκειμένου να χρηματοδοτήσουν τους νέους ενεργειακούς δρόμους απ' όπου θα περνάει και να εξασφαλίσουν πελατειακή βάση. Οι ιδιώτες ηλεκτροπαραγωγοί, ειδικότερα, το προτιμούν για τους παραπάνω λόγους και επιπλέον επειδή απαιτεί λιγότερο κεφάλαιο για την κατασκευή των μονάδων, ελάχιστο προσωπικό και μικρότερο χρόνο κατασκευής τους. Πολύ περισσότερο, όταν σε λίγο καιρό θα αλλάξει η δομή των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος, θα απαλλαγούν από το «βραχνά» των μεταβολών των τιμών του, οι οποίες θα πληρώνονται από τους καταναλωτές. Μόλις ολοκληρωθεί το «σκηνικό» του νέου κυρίαρχου καυσίμου, οι εταιρείες που το ελέγχουν θα είναι έτοιμες για την πλήρη ανατροπή της σημερινής τιμολογιακής κατάστασης.

Το παιχνίδι των τιμών

Το θέμα της τιμής του φυσικού αερίου είναι κυρίαρχο και για τα λαϊκά νοικοκυριά στην Ελλάδα, ενώ η πρόσφατη υποχρεωτικότητα στην τοποθέτηση εγκαταστάσεων στα νέα κτίρια θα είναι καθοριστική για την εξάπλωσή του, παρά το κόστος σύνδεσης και αγοράς νέων οικιακών συσκευών. Η τιμή του για τη λιανική κατανάλωση καθορίζεται με μια φόρμουλα της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας, ώστε να είναι περίπου 20% φτηνότερο από το πετρέλαιο. Συνοπτικά, για τα νοικοκυριά λαμβάνεται υπόψη ο μέσος όρος της τιμής του πετρελαίου θέρμανσης των δύο προηγούμενων μηνών, γίνεται η μετατροπή από πετρέλαιο σε κιλοβατώρες και στη συνέχεια αφαιρείται 20% από το νούμερο που θα προκύψει. Το κέρδος των καταναλωτών είναι λιγότερο, περίπου 17% με αυξομειώσεις, λόγω των «παγίων» που χρεώνουν οι εταιρείες παροχής αερίου. Η σύνδεση της τιμής του φυσικού αερίου με την τιμή του πετρελαίου σε αυτές τις συνθήκες, είναι καταστροφική για τα λαϊκά νοικοκυριά και προδικάζει το μέλλον. Ηδη, βάσει των στοιχείων για τον πληθωρισμό του περασμένου Μάη, το φυσικό αέριο αυξήθηκε κατά 43,2%!!! Η συνέχεια, θα είναι ακόμη χειρότερη και μόνο το καλοκαίρι θα προσφέρει οικονομική «ανάσα» στους εργαζόμενους και τις οικογένειές τους που χρησιμοποιούν φυσικό αέριο.

Η τιμή είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην υπόθεση του φυσικού αερίου. Η χοντρική του τιμή σε δολάρια συνδέθηκε με την τιμή μιας σειράς παραγώγων του πετρελαίου, ώστε να συναφθούν μακροχρόνια συμβόλαια που θα επέτρεπαν τη χρηματοδότηση επέκτασης του δικτύου μεταφοράς και τη διασφάλιση διάθεσης της παραγωγής. Για τους πελάτες υποτίθεται ότι λειτουργεί ως δικλίδα ασφαλείας από αυθαίρετη υπερτιμολόγηση, ενώ εξασφαλίζεται σταθερά ανταγωνιστική τιμή σε σχέση με το πετρέλαιο. Στις ΗΠΑ, αυτό έχει αλλάξει και πολλοί συζητούν το ίδιο για την Ευρώπη. Η αποσύνδεση όμως είναι φανερό ότι δε θα επιδιωχτεί για την περαιτέρω μείωση των τιμών. Στο μεταξύ, τα υπερκέρδη είναι ανυπολόγιστα, αφού η τιμή του φυσικού αερίου είναι ξεκάθαρα πλασματική και υψηλή. Για παράδειγμα, έχει γραφτεί ότι το Τουρκμενιστάν παράγει με 80 δολάρια τα 1.000 κ.μ. αερίου και πουλά στη Ρωσία με 130 δολάρια στη χονδρική, ενώ η Ρωσία πουλά στην Ελλάδα με 360 δολάρια!

Το γεγονός είναι ότι κανένα οικιακό συμβόλαιο στην ελληνική αγορά δεν εγγυάται ότι και στο μέλλον το φυσικό αέριο θα είναι 20% φτηνότερο από το πετρέλαιο, ή αν θα έχει μεγάλη σημασία αυτή η έκπτωση με τιμή 200 δολάρια το βαρέλι για το πετρέλαιο. Οταν, όμως, η χρήση φυσικού αερίου θα έχει γίνει μονόδρομος, τα περιθώρια αντιδράσεων θα είναι ελάχιστα.


Γιώργος ΦΛΩΡΑΤΟΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ