ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 7 Ιούλη 2002
Σελ. /32
ΠΑΙΔΕΙΑ
Για τις κινητοποιήσεις των πανεπιστημιακών

Οι πρόσφατες κινητοποιήσεις του Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού των ΑΕΙ επανέφεραν στο επίκεντρο των συζητήσεων τη μακρόχρονη κρίση που μαστίζει την Ανώτατη Εκπαίδευση της χώρας μας και το ρόλο της. Βέβαια, το πλαίσιο των διεκδικήσεων του Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ), όπως καθορίστηκε από την ΠΟΣΔΕΠ, περιορίστηκε, κυρίως, σε οικονομικά αιτήματα. Το μισθολογικό και το συνταξιοδοτικό. Αλλά όλη η δημόσια αρθρογραφία που αναπτύχτηκε ξεπέρασε αυτό το πλαίσιο και με τον έναν ή τον άλλο τρόπο αναφέρθηκε και στα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα τα ΑΕΙ. Φυσικά, από διαφορετικές οπτικές γωνίες.

Είναι γνωστό ότι, εδώ και αρκετά χρόνια, η εκπαιδευτική πολιτική στη χώρα μας έχει προσδεθεί σταθερά στον αυτόματο πιλότο των κατευθύνσεων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, που ουσιαστικά ταυτίζονται με τις αντίστοιχες κατευθύνσεις και επεξεργασίες μεγάλων διεθνών οργανισμών, όπως είναι ο ΟΟΣΑ και πρόσφατα ο ΠΟΕ. Οι κατευθύνσεις αυτές επισημοποιήθηκαν και οριστικοποιήθηκαν για λογαριασμό της ΕΕ στη Διάσκεψη της Πράγας.

Την πολιτική αυτή την υπηρέτησαν πιστά όλες οι κυβερνήσεις που εναλλάχτηκαν μέχρι σήμερα στη διακυβέρνηση της χώρας, σαφώς, όμως, το μεγαλύτερο βάρος της εφαρμογής της το επωμίστηκε το ΠΑΣΟΚ και οι κυβερνήσεις του.

Αμεσος στρατηγικός στόχος των κατευθύνσεων αυτών είναι η πλήρης υποταγή των πανεπιστημίων και των πανεπιστημιακών στις απαιτήσεις της λεγόμενης ελεύθερης αγοράς και του διεθνούς ανταγωνισμού, στο πλαίσιο της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης.

Επιστημονικά αντικείμενα, έρευνα, μεταπτυχιακές σπουδές, προγράμματα σπουδών, διάρθρωση των σπουδών, διάρκεια των σπουδών, επαγγελματικές ειδικεύσεις και δικαιώματα, καταμερισμός εργασίας, ιδεολογική διαπαιδαγώγηση των μελών ΔΕΠ και των σπουδαστών, τρόπος διοίκησης, χρηματοδότηση, εργασιακές σχέσεις του ΔΕΠ και των άλλων εργαζομένων μέσα στα πανεπιστήμια, αμοιβές, κινητικότητα και ανταλλαγές σπουδαστών και διδακτικού προσωπικού, τα πάντα, έχουν υποταχθεί στο μεγάλο κεφάλαιο, το κέρδος, το μονοπωλιακό ανταγωνισμό και στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός μοντέλου εργαζόμενου καταρτίσιμου, απασχολήσιμου και συνταξιοδοτήσιμου.

Ο προσανατολισμός αυτός των ΑΕΙ είναι και η κύρια πηγή της κρίσης τους. Τα πανεπιστήμια αντί να παρέχουν ολόπλευρη γνώση και να καταρτίζουν επιστήμονες υψηλής στάθμης, κοινωνικούς αγωνιστές για την πρόοδο της κοινωνίας και την επίλυση των μεγάλων κοινωνικών προβλημάτων, αντί να διαμορφώνουν ερευνητές που θα θέτουν τα επιστημονικο - τεχνικά τους επιτεύγματα στη διάθεση της κοινωνίας και των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών, αντί να ενδυναμώνουν το δημόσιο και τον κοινωνικό τους χαρακτήρα κινούνται στην εντελώς αντίθετη κατεύθυνση. Υπηρετούν το κέρδος.

* * *

Η εφαρμογή αυτής της πολιτικής έχει αλλάξει άρδην την εικόνα των πανεπιστημίων. Τα πανεπιστήμια του σήμερα έχουν μικρή σχέση με ό,τι αυτά ήταν πριν από είκοσι χρόνια και δε θα μοιάζουν σε τίποτα με τα πανεπιστήμια έτσι όπως αυτά θα υπάρχουν μετά από δέκα χρόνια. Την πραγματικότητα αυτή φροντίζει να μας την υπενθυμίζει ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας. Φυσικά, όταν μιλάμε για αλλαγές δεν εννοούμε αλλαγές στα βασικά χαρακτηριστικά των πανεπιστημίων. Αλλά αλλαγές που θα εντείνουν ακόμη περισσότερο αυτά τα χαρακτηριστικά και το ρόλο των πανεπιστημίων στη σύνδεσή τους με το μεγάλο κεφάλαιο και στην υλοποίηση των στόχων του.

Τώρα γνωρίζουμε ότι τα προγράμματα σπουδών των Τμημάτων των ΑΕΙ γίνονται μετά από έρευνα της αγοράς και σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αγοράς. Και ότι αυτή η σύνδεση με την αγορά έχει προσλάβει ένα συστηματικό χαρακτήρα, που δεν υπήρχε πριν από είκοσι χρόνια στον ίδιο βαθμό. Αλλά, ταυτόχρονα, γνωρίζουμε ότι οι αναδιαρθρώσεις που προωθούνται θα διασπάσουν τον ενιαίο χαρακτήρα των προγραμμάτων σπουδών, που αντιστοιχούν σε μια επιστημονική κατεύθυνση, δηλαδή θα κατακερματίσουν τα επιστημονικά αντικείμενα, και ότι αυτό θα εκφραστεί και στη δομή των σπουδών.

Οι συνέπειες θα είναι καταλυτικές για το τι είδους επιστήμονες θα διαμορφώνουν τα πανεπιστήμια και την επαγγελματική τους προοπτική. Το πανεπιστημιακό τοπίο θα αλλάξει ουσιαστικά. Το τοπίο, επίσης, θα αλλάξει και στην αγορά εργασίας και πάνω απ' όλα στο κόστος εργασίας, δηλαδή στην τιμή της εργατικής δύναμης.

Οι αλλαγές αυτές δεν έχουν επισημοποιηθεί ακόμη στα ΑΕΙ. Αλλά ήδη τα βήματα έχουν γίνει μετά την ψήφιση του νόμου για την ανωτατοποίηση των ΤΕΙ, ενώ βρίσκουν πρακτική έκφραση μέσα από τα προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα που εγκρίνονται.

Παρόμοιες παρατηρήσεις μπορεί να γίνουν και για την έρευνα, η οποία έχει υποταχθεί πλέον στις μεγάλες εταιρίες. Το αποτέλεσμα είναι να έχουν δημιουργηθεί διαφορετικές ταχύτητες στο εσωτερικό του ΔΕΠ. Να υπάρχουν οι προνομιούχοι και οι αποκλεισμένοι, ανάλογα με τη δυνατότητα χρηματοδότησης, η οποία βέβαια συναρτάται με το άμεσο κέρδος, που θα φέρει στις εταιρίες και την «επικαιρότητα» του επιστημονικού αντικειμένου στην περίφημη αγορά.

Σε σχέση με την έρευνα, μείζονος σημασίας είναι και μια άλλη διάσταση του προβλήματος. Η άμεση προοπτική είναι τα μέλη ΔΕΠ να εξασφαλίζουν το μισθό τους από τα ερευνητικά προγράμματα. Είναι σαφές ότι όσα διαβάσαμε στην αρθρογραφία του Τύπου για τα 20 δισ. της έρευνας και τη δυνατότητα του ΔΕΠ να αυξήσει μέσα από τα ερευνητικά προγράμματα το μισθό του δεν ήταν μια κουβέντα του αέρα.

Οπως γίνεται κατανοητό αυτό σημαίνει ότι τροποποιούνται ριζικά οι όροι ύπαρξης του ΔΕΠ μέσα στα ΑΕΙ. Θα αλλάξουν οι εργασιακές τους σχέσεις και οι όροι αμοιβής τους.

Το πρόβλημα, λοιπόν, για το τι είδους πανεπιστήμια χρειάζεται η ελληνική κοινωνία, το ρόλο τους, την προοπτική τους και τους στόχους που θα υπηρετούν, στο πλαίσιο των πραγματικών αναγκών του ελληνικού λαού, κυρίως, της νεολαίας αλλά και της εξέλιξης των επιστημών, τίθεται εκ των πραγμάτων. Είναι ένα θέμα της άμεσης επικαιρότητας και δε χωράει καμιά αναβολή. Είναι, παραπέρα, ένα άκρως πολιτικό πρόβλημα και θα μας επιτραπεί σχηματικά να πούμε ότι γίνεται όλο και «πιο πολιτικό» με το πέρασμα του χρόνου.

* * *

Κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων του ΔΕΠ, η συζήτηση για την κατάσταση που επικρατεί στα πανεπιστήμια και για το πώς θα εξελιχθεί άνοιξε, κυρίως με πρωτοβουλία των δυνάμεων της Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης. Συνδυάστηκε και με τις ίδιες τις κινητοποιήσεις και τα αιτήματα που πρέπει να προωθηθούν. Πώς θα έπρεπε να διαμορφωθεί το πλαίσιο της πάλης για την αντιμετώπιση της κυβερνητικής πολιτικής και στάσης.

Δυστυχώς, η στάση της ΠΟΣΔΕΠ δεν ευνόησε το ολόπλευρο άνοιγμα αυτής της συζήτησης. Οχυρωμένη πίσω από τα οικονομικά αιτήματα, τα οποία όντως είναι οξυμένα, ιδιαίτερα το συνταξιοδοτικό, αρνήθηκε επί της ουσίας να διευρύνει το πλαίσιο της διεκδικητικής πάλης, αρνούμενη, παράλληλα, να καταλάβει την άμεση σύνδεση των οικονομικών αιτημάτων των μελών του ΔΕΠ, με τη σημερινή πραγματικότητα που επικρατεί στα πανεπιστήμια, πολύ περισσότερο με την προοπτική της.

Ουσιαστικά, η ΠΟΣΔΕΠ αρνήθηκε να συγκρουστεί με την κυβερνητική πολιτική και τα αποτελέσματά της, που είναι ολοφάνερα και κραυγαλέα στην πανεπιστημιακή ζωή και επιδρούν καθημερινά όλο και πιο πολύ στην ύπαρξη και την εξέλιξη του ΔΕΠ. Αρνήθηκε να οδηγήσει, αυτή και οι δυνάμεις που κυριαρχούν σ' αυτήν, την πάλη του ΔΕΠ έξω από τα ανεκτά πλαίσια ενός σημαδεμένου διαλόγου με γνωστή την κατάληξή του. Αρνήθηκε στην κυβέρνηση να έχει πολιτικό κόστος η πολιτική της. Και όχι μόνο αυτό.

Εκλεισε πονηρά το μάτι στην κυβέρνηση και της είπε: «Πρέπει επιτέλους η κοινωνία και, κατά πρώτο λόγο, η πολιτεία να κατανοήσουν πως το ισχυρότερο και το πλέον ασφαλές όπλο ενάντια σε κάθε εξωτερικό κίνδυνο, το καλύτερο εργαλείο για την ενσωμάτωση της χώρας μας στην Ενωμένη Ευρώπη είναι η Παιδεία και η Επιστήμη. Κι αυτά μπορούν να υπηρετήσουν μόνο εκπαιδευτικοί και επιστήμονες που δε θα αισθάνονται "φτωχοί συγγενείς" τόσο στη χώρα τους όσο και στο εξωτερικό»!!!

Η ΠΟΣΔΕΠ αποφάσισε να θέσει την Παιδεία και την Επιστήμη στην υπηρεσία μιας αντιδραστικής πολιτικής της κυβέρνησης και της ΕΕ, που δημιουργεί τις γκρίζες ζώνες, την ανεργία, που καρατομεί τα δημοκρατικά, ασφαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα των εργαζομένων, που επιστρατεύει τους ναυτεργάτες, που τους σαπίζει στο ξύλο, που προωθεί αναδιαρθρώσεις στην Παιδεία που θα βγάζουν ανεπάγγελτους πτυχιούχους, αρκεί να σταματούσε το ΔΕΠ να είναι φτωχός συγγενής.

Αφέλεια; Κυνισμός της αγοράς; Διάθεση για συστράτευση με την κυβέρνηση για το πέρασμα μιας αντιεκπαιδευτικής πολιτικής, εάν και εφόσον η κυβέρνηση ικανοποιούσε στοιχειωδώς τα οικονομικά αιτήματα, έτσι ώστε να δικαιολογούνταν το τέλος των κινητοποιήσεων; Αδιάφορο.

Σημασία έχει, ότι τώρα εξηγείται χωρίς ιδιαίτερο κόπο, γιατί η ΠΟΣΔΕΠ δεν ασχολήθηκε τόσο καιρό με κανένα από τα σοβαρά προβλήματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης και έμεινε πίσω ακόμη και από Συγκλήτους και τις Συνόδους των Πρυτάνεων. Σημασία έχει, ότι τώρα καταλάβαμε πολύ καλά, γιατί η ΠΟΣΔΕΠ απέκρουε πεισματικά τα ψηφισμένα πλαίσια Συλλόγων, που σήκωναν το κύριο βάρος των κινητοποιήσεων, όπως ήταν οι σύλλογοι του ΕΜΠ, του πανεπιστημίου της Πάτρας, του ΤΕΦΑΑ.

* * *

Το γεγονός αυτό καθόρισε και τη στάση της κυβέρνησης έως ένα βαθμό, πέραν της γενικότερης κυβερνητικής εισοδηματικής πολιτικής. Θα λέγαμε ότι η ΠΟΣΔΕΠ δε διέθετε τα πολιτικά μέσα να αντιπαρατεθεί απέναντι στην κυβέρνηση, παρά το γεγονός ότι η μαζικότητα και η διάθεση του ΔΕΠ ήταν σαφής.

Ομως, εξαιρετική σημασία έχει το γεγονός, σε σχέση με τα παραπάνω και μετά την εντονότατη διαπάλη που διεξήχθη κυρίως στους συλλόγους του πανεπιστημίου Πατρών και του ΕΜΠ και στη συνέχεια στο ΤΕΦΑΑ, ότι το ΔΕΠ αποδέχεται μια άλλη διεκδικητική βάση ανάπτυξης της πάλης, που θα στηρίζεται, θα περιλαμβάνει και θα συνδέει τα οικονομικά του αιτήματα με την ύπαρξη ενός άλλου πανεπιστημίου, δημοκρατικού και στην υπηρεσία του λαού και της νεολαίας, με ένα πανεπιστήμιο που δε θα είναι υποταγμένο στην αγορά και το κέρδος, που δε θα ακυρώνει το δημόσιο και κοινωνικό του χαρακτήρα. Κι αυτό το γεγονός είναι το πιο αισιόδοξο μήνυμα που έστειλε το ΔΕΠ για τους προσεχείς αγώνες που θα ξεσπάσουν.


Παναγιώτης ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Μέλος της Δημοκρατικής Πανεπιστημονικής Κίνησης (ΔΗΠΑΚ)



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ