Ο Κ. Ζ. μιλάει πάντα μετά λόγου γνώσεως. Δεν είναι ο παράξενος του χωριού. Εχει, μεταξύ άλλων, το χάρισμα να ακούει και να ξέρει να συζητάει. Ας ακούσει, λοιπόν, μια άλλη φωνή.
Ο εραστής του ελληνικού μέτρου, του περίπου και του αβέβαιου, πώς διατυπώνει τις απόψεις του με τόση ασιατική υπερβολή και τέτοια πουριτανική καθαρότητα; Πού είναι η μεσότης;
Πώς ένας, ο «χριστιανοκομμουνιστής», κατηγορεί τους κομμουνιστές για σωτηριολογικές - εσχατολογικές απόψεις;
Ο οπαδός της χριστιανικής ανεκτικότητας (σχετικό) να εκφωνεί τα θέσφατά του ως ιεροφάντης, ως πλατωνικός αριστοκράτης επαΐων; `Η, μήπως, δεν είναι αντίφαση, αλλά λογικό επακόλουθο;
«Σιγά το 5% που πήρε το ΚΚΕ». Ο θιασώτης της ελληνικής παράδοσης μετράει τη δύναμη ενός κόμματος και των ιδεών του ως προφέσορας της Ανωτάτης Εμπορικής ή ως πουριτανός βιοτέχνης της πρωταρχικής συσσώρευσης;
Υπάρχει πρόβλημα δυσαρμονίας ανάμεσα στο πράττειν και το προδιδαχθήναι του;
Η ανάγνωση των τελευταίων του συνεντεύξεων αναπαράγει ένα μείγμα αμήχανου σχετικισμού, μηδενισμού (όλοι αδέλφια είμαστε, όλοι Ελληνες, τίποτα δεν αλλάζει, «καλότυχα είναι τα βουνά καλό δεν περιμένουν»).
Κινείται στα πολύ βαθιά νερά του τι είναι ανατολικό, τι είναι δυτικό, τι ελληνικό, με σχηματοποιήσεις και προκατασκευές, που αποσιωπούν και ισοπεδώνουν την πολυπλοκότητα της ζωής, τη συνύπαρξη αντιθέτων στο ίδιο ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο και την εξέλιξή τους.
Αρνείται να δει τις ανάγκες και τους περιορισμούς, που επιβάλλει η «όντως ούσα» πραγματικότητα. Θεωρεί μεταφυσική υπεκφυγή, την επίκληση των συγκεκριμένων αναγκών και περιορισμών, που επιβάλλει κάθε συγκεκριμένη ιστορική στιγμή.
Μήπως, τελικά, ζούμε σε επίγειο καπιταλιστικό παράδεισο, που με λίγα μερεμέτια διορθώνεται;
Ο Κ. Ζ. ισχυρίζεται ότι το ΚΚΕ αγνοεί την παράδοση, την αρχαία ελληνική σκέψη, τον Θουκυδίδη και ότι, αν τα γνωρίσει, θα σωθεί. Και όμως, γνωρίζει πολύ καλά και από πρώτο χέρι ότι: Α) οι κλασικοί του μαρξισμού - λενινισμού έπαιζαν στα πέντε δάχτυλα τους Αρχαίους κλασικούς και ενσωμάτωσαν στη θεωρία τους δύο από τα ουσιώδη γνωρίσματα της αρχαίας ελληνικής σκέψης, τη διαλεκτική στη μεθοδολογία και τον υλισμό στη φιλοσοφία.
Β) Οι κομμουνιστές διανοούμενοι έχουν ασχοληθεί με τους Αρχαίους και έχουν αφήσει πρωτότυπο έργο. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την «Εισαγωγή στο Σοφιστή» του Δ. Γληνού, την «Αληθινή απολογία του Σωκράτη» του Κ. Βάρναλη. Ο αισχυλικός «έργω και λόγω» μεγάλος ποιητής Γ. Ρίτσος ενσωμάτωσε στο έργο του την αρχαία και νεότερη ελληνική παράδοση.
Παράδοση για τον Ελληνα είναι ο Λεωνίδας και ο Εφιάλτης, το «Βασίλη κάτσε φρόνιμα να γίνεις νοικοκύρης», αλλά και το «πότε θα κάνει ξαστεριά», το «ως πότε παλικάρια». Παράδοση είναι το «καλότυχα είναι τα βουνά», «βρύσες να δεις... να σου φανεί παράξενο ο κόσμος πως αλλάζει».
Κανείς δεν αμφιβάλλει για το ποιο από αυτά τα αντιθετικά ζεύγη συνεχιστής είναι το ΚΚΕ.
Παράδοση, ακόμα, είναι το «πότε θα 'ρθει ο Μόσχοβος να φέρει το σεφέρι». Αυτήν την παράδοση το ΚΚΕ δεν την υιοθέτησε.
Μέσα στην πολύ μεγάλη - για τους λαούς - συμφορά της ανατροπής του σοσιαλισμού, υπήρχε και ένα πολύ μικρό καλό. Εξευτελίστηκαν όλοι όσοι κατηγόρησαν το ΚΚΕ ως ξενοκίνητο και εξαρτημένο. Αν ήταν έτσι, θα έπρεπε να διαλυθούμε, ως ΚΚΕ, μέσα στο ΣΥΝ και να περιμένουμε στη μετεμψύχωση τη δεύτερη Οχτωβριανή Επανάσταση.
Το ΚΚΕ είναι συνεχιστής του Θουκυδίδειου «παρά δύναμιν τολμηταί και παρά γνώμην κινδυνευταί και επί τοις δεινοίς ευέλπιδες».
Η σαφήνεια και δικαίωση των πολιτικών του προβλέψεων, η μαχητικότητα και αποφασιστικότητα σε βαθμό αυτοθυσίας στη δράση του, σε ένα τοπίο δυσμενέστατων συσχετισμών, η πρωτοβουλία για συνεργασία και συντονισμό των ΚΚ τούς διαψεύδει πανηγυρικά.
Η ζωή λέει ότι ο πολιτικός καθημερινά βρίσκεται επί ξυρού ακμής και πρέπει να συνυπολογίζει την πολυπλοκότητα και μοναδικότητα κάθε ιστορικής στιγμής, να διακρίνει το κύριο και να έχει συνείδηση των ταξικών συμφερόντων που εκφράζει. Δεν αρκούν οι ιστορικές γνώσεις. Δυο παραδείγματα:
Ο Ελ. Βενιζέλος γνώριζε άριστα τον Θουκυδίδη (τον μετέφρασε και τον σχολίασε έγκυρα). Γνώριζε, επομένως, και το ερμηνευτικό του σχήμα: α) ανάγκη - συμφέρον, β) ισχύς - συσχετισμός, γ) ύβρις (υπέρβαση των ορίων) και δ) τύχη.
Ο Ελ. Βενιζέλος συμμάχησε με το ένα ιμπεριαλιστικό μπλοκ και προσωρινά κέρδιζε, γιατί τα συμφέροντα των δύο συνέπλεαν.
Ο Κεμάλ από απέναντι δε χρειαζόταν τον Θουκυδίδη, ούτε την ανατολίτικη σοφία (παράδοση) για να ξέρει το προφανές: Οτι, δηλαδή, Αγγλογάλλοι και Ιταλοί της Αντάντ θα εγκατέλειπαν χωρίς δισταγμό το μικρό και αχρείαστο Ελληνα, αν έβρισκαν άλλο προσφορότερο τρόπο να προωθήσουν τα συμφέροντά τους.
Μήπως τα παραπάνω είναι χρήσιμα, μαζί με άλλα, για να αξιολογήσουμε καλύτερα τη σημερινή ελληνική εξωτερική πολιτική της χώρας μας και να πράξουμε τα δέοντα ως λαϊκό κίνημα;
Η δική μας ηγεσία χρειαζόταν τον Θουκυδίδη για να ξέρει τι έπρεπε να κάνει την εξουσία που κατείχε στην περίοδο '41-'44;
Λέει ο Κ. Ζ. σήμερα: «Καλός ο Κωνσταντόπουλος, καλός και ο Τσοβόλας». Κάπως έτσι σκέφτηκε και ο Αλκιβιάδης στη σικελική εκστρατεία το 414 π.Χ. «Καλός ο Λάμαχος», τυπική μιλιταριστική ιμπεριαλιστική φιγούρα, που επιθυμούσε σφόδρα την εκστρατεία, «καλός και ο Νικίας», που έκανε ό,τι μπορούσε για να τη ματαιώσει, και τους πήρε μαζί του συνηγέτες.
Οταν κατέστρωναν το στρατιωτικό σχέδιο στην Ιταλία, σκέφτηκε πάλι: Καλό το σχέδιο του Νικία που πρότεινε μια περιπολία του στόλου και επιστροφή στην Αθήνα, καλό και το σχέδιο του Λάμαχου που ζήτησε άμεση επίθεση εναντίον των Συρακουσών πριν προλάβουν να οργανωθούν.
Ο ίδιος πρότεινε ένα σχέδιο - σύνθεση των δύο αλληλοαναιρούμενων σχεδίων, που υιοθετήθηκε και (μετά τη φυγή του στη Σπάρτη) οδήγησε τους Αθηναίους στη γνωστή τραγική κατάληξη.
Αντίθετα, στις αντίπαλες Συρακούσες, ο στρατηγός που μίλησε μετά από τον Ερμοκράτη και τον Αθηναγόρα, αφού τους μέμφθηκε για τις υπερβολές, πρότεινε ένα σχέδιο - σωτήριο για την πόλη, που περιλάμβανε ένα μέρος των προτάσεων του Ερμοκράτη.
Λέμε και μεις του ΚΚΕ ότι δεν υπάρχουν προϋποθέσεις για μια γενική συμφωνία με κόμματα, όπως π.χ. ο ΣΥΝ, που κάνουν, γκρινιάζοντας, σκαλομαρία στο τραμ της ευρωπαϊκής καπιταλιστικής ενοποίησης. Λέμε να κάνουμε - μαζί με άλλους, με το λαό - ένα άλλο τρένο και να πάμε στην αντίθετη κατεύθυνση, όπου δε θα είναι ο παράδεισος των χριστιανών (μεσσιανισμός), αλλά ένας δρόμος ανηφορικός και δύσκολος για μια κοινωνία δικαιότερη και καλύτερη.
Ο Αρχίδαμος είναι πράγματι μετριοπαθέστατος έναντι των Αθηναίων σε βαθμό παρεξήγησης (Β, 18). Ο Κ. Ζ. θεωρεί ότι τα παραπάνω γνωρίσματα του βασιλιά της Σπάρτης, Αρχίδαμου, είναι ελληνικά σταθερά γνωρίσματα του Ελληνα της αρχαιότητας. Δεν είναι έτσι.
Περίπου και αβέβαιος είναι ένας άνθρωπος, μια τάξη, ένα έθνος, όταν δεν έχουν αποκτήσει συνείδηση των ξεχωριστών τους συμφερόντων (ατομική, ταξική, εθνική). Ακόμα, όταν αυτοί βρίσκονται στο ενδιάμεσο δύο αντίθετων πόλων ή δεν έχουν ανταγωνιστικά συμφέροντα.
Ο Αρχίδαμος είναι ήπιος έναντι των Αθηναίων σε βαθμό παρεξήγησης (Β, 18), γιατί εκφράζει μια πόλη γενικά απρόθυμη να αρχίσει έναν πόλεμο με την Αθήνα, γιατί διόλου δε θίγεται οικονομικά από τον ασυγκράτητο επεκτατισμό της Αθήνας.
Οι ανταγωνιστικοί, μεταξύ τους, Αθηναίοι, Κορίνθιοι, Μεγαρίτες, Κερκυραίοι, Αιγινήτες, εμφανίζονται πολύ βέβαιοι και ακριβείς στις επιδιώξεις τους. Οι δημηγορίες του Θουκυδίδη, ρητορικά αριστουργήματα, είναι αποκαλυπτικές.
Το «ες αεί» αισιόδοξο μήνυμα από την περίπτωση του Αρχίδαμου είναι ότι ο άνθρωπος, αν δεν έχει ανταγωνιστικά συμφέροντα, προτιμάει να επιλύει ειρηνικά τις διαφορές του και να βλέπει τους ανθρώπους ανθρώπινα. Και το ρεαλιστικό μήνυμα ότι, αν εμπλακείς στον πόλεμο, χρειάζεσαι τον Βρασίδα περισσότερο από τον Αρχίδαμο.
Ενας τελευταίο ερώτημα, με βάση την απλή λογική: Πώς γίνεται σε ένα κόμμα (το ΚΚΕ) να είναι σωστό το πράττειν και λάθος το προδιδαχθήναι (η θεωρία - ιδεολογία); Πώς γίνεται να είναι μόνιμα λαϊκότροπη η βάση του και δυτικότροπη η ηγεσία του; Πώς γίνεται να είναι ξεκομμένο από την παράδοση και όταν είναι στην εξουσία (τότε που «η αρχή άνδρα δείκνυσι»), '41-'44, ΔΣΕ, πολιτική προσφυγιά, να ανθίζουν, με τη συνειδητή δράση των κομμουνιστών, η Τοπική Αυτοδιοίκηση, ο πολιτισμός, η αλληλεγγύη και η λαϊκή δημιουργία, χωρίς τον ενεργό ρόλο της ηγεσίας;
Ο Κώστας Ζουράρις γνωρίζει ότι το ΚΚΕ έχει σταθερό προσανατολισμό στην πολιτική συμμαχιών. Στη διαδρομή του, έχει συμμαχήσει επιτυχώς και ανεπιτυχώς, έχει κερδίσει πολλά και έχει χάσει, έχει πάθει και έχει μάθει. Δε μηδενίζει και δεν εξωραΐζει. Προσπαθεί να αξιοποιήσει δημιουργικά την πείρα του.
Το ΚΚΕ με τον Κώστα Ζουράρι συνεργάστηκε μετά λόγου γνώσεως. Τον ήξερε. Επομένως, γνώριζε τα αντιφατικά του. Ενα τραπέζι με τον Κώστα περιλαμβάνει σαλονικιό σάμαλι και κρητικά πικράγγουρα.
Προτιμούμε να κρατήσουμε τη μέθεξη και το σάμαλι της θετικής εκλογικής συνεργασίας και οι διαφορές παραμένουν διαφορές.