ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 13 Δεκέμβρη 1998
Σελ. /60
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
"Παίζοντας" με τα διαπλεκόμενα

Σε θλιβερούς διαχειριστές και - στην καλύτερη περίπτωση - διαιτητές των... γενικών υποθέσεων της ολιγαρχίας, αποδεικνύονται με όλο και μεγαλύτερη ευκρίνεια οι κυβερνώντες

H απομάκρυνση Χρυσολούρη από τη γενική διεύθυνση του ΟΤΕ, επανέφερε στο προσκήνιο τις σχέσεις "διαπλοκής" της κυβέρνησης με τα διάφορα κέντρα της οικονομικής ολιγαρχίας και τις αμφιλεγόμενες σχέσεις που δημιουργούνται και αναπτύσσονται στη σκιά των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων. Δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να κρατάς ισορροπία ανάμεσα σε διάφορα αντιτιθέμενα και αλληλοσυγκρουόμενα κέντρα οικονομικών συμφερόντων. Και μάλιστα σε μία εποχή που θα πρέπει η συγκεκριμένη κυβέρνηση να μοιράσει "μεγάλες δουλιές" και ο συνωστισμός των ενδιαφερομένων είναι μεγάλος.

Η κυβέρνηση Σημίτη έχει ξεκαθαρίσει τι θα πρέπει να κάνει σε βασικά θέματα. Ξέρει δηλαδή ότι θα πρέπει να βάλει την Ελλάδα στην ΟΝΕ, πάση θυσία. Την ΟΝΕ και τα μάτια σας... που λένε. Ξέρει ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη πολιτική που εφαρμόζει. Πολιτική, η οποία τη φέρνει σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, αλλά έχει την ομόθυμη στήριξη του κατεστημένου. Με τις επιμέρους ομάδες όμως της οικονομικής ολιγαρχίας τι γίνεται; Πώς μπορείς να ισορροπείς κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όταν οι συνδαιτυμόνες σηκώνονται από το τραπέζι, να μην παρατηρείται το φαινόμενο άλλοι να φεύγουν με βαρύ στομάχι και άλλοι να γρινιάζουν ότι έμειναν νηστικοί; Ιδού το πρόβλημα! Και ειδικά σήμερα, που διανύουμε μια μεταβατική εποχή... Γνωστά "τζάκια" σβήνουν και περιθωριοποιούνται, άλλα εμφανίζονται δυναμικά στο προσκήνιο, συμμαχίες και συγκρούσεις στους κόλπους της ολιγαρχίας βρίσκονται σε ημερήσια διάταξη, ενώ τα προγράμματα εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, έχουν εξάψει τη φαντασία και τις επιθυμίες τυχοδιωκτών και κερδοσκόπων. Στα πλαίσια αυτά, ο ρόλος της κυβέρνησης - ισορροπιστή γίνεται ακόμη πιο δύσκολος.

Από την άποψη αυτή αποκτούν ιδιαίτερη σημασία οι απόψεις κυβερνητικών παραγόντων, που απηχούν τις απόψεις Σημίτη, και με τις οποίες αναλύουν τις σχέσεις κυβέρνησης - οικονομικής ολιγαρχίας, σε μία εποχή αυξημένης ρευστότητας και σε περιβάλλον "παγκοσμιοποίησης".

Οι παράγοντες αυτοί χαρακτηρίζουν "θετικό το φαινόμενο της δημιουργίας περισσοτέρων κέντρων οικονομικής εξουσίας, επειδή μία τέτοια προοπτική απεγκλωβίζει την κυβέρνηση από τον ασφυκτικό διπολισμό του παρελθόντος και της επιτρέπει να κινείται με περισσότερη άνεση". Ονόματα δεν ανέφεραν, αλλά ο υπαινιγμός ήταν σαφής. Ο "ασφυκτικός" διπολισμός του παρελθόντος, ο οποίος περιόριζε τα όρια δραστηριοτήτων του πολιτικού συστήματος, αποτελείται φυσικά από τα "αντίπαλα" στρατόπεδα των Λαμπράκη - Κόκκαλη από τη μία μεριά και του ομίλου Βαρδινογιάννη από την άλλη. Η διαμάχη αυτών των δύο κέντρων επί πολλά χρόνια, με στόχο τον έλεγχο της πολιτικής εξουσίας και το μοίρασμα της αγοράς, είχε διχάσει τον αστικό πολιτικό κόσμο, ο οποίος είχε λάβει θέσεις και λειτουργούσε πότε υπέρ του ενός και πότε υπέρ του άλλου ομίλου. Στην κυβέρνηση, λοιπόν, πιστεύουν ότι η δημιουργία και νέων οικονομικών κέντρων εξουσίας, όπως εμφανίζεται σήμερα ο όμιλος Λάτση, ή ο όμιλος επιχειρηματιών υπό την "ομπρέλα" της Τράπεζας Πειραιώς, θα μειώσει σε ένα βαθμό την πίεση προς την κυβέρνηση.

Αλλο να είσαι αναγκασμένος - λένε χαρακτηριστικά - να διαπραγματευτείς με δύο "παίκτες" και εντελώς διαφορετικό να διαγκωνίζονται τρία - τέσσερα ή και πέντε αντιπαρατιθέμενα οικονομικά κέντρα μεταξύ τους...

Θετικά επίσης φαίνεται να βλέπουν και τις αλλαγές στην κορυφή της οικονομικής ολιγαρχίας, τις μετατοπίσεις δυνάμεων, την είσοδο... "νέου αίματος" στους κόλπους της. Η θέση αυτή μάλλον αποτελεί αντανάκλαση μιας πραγματικότητας, η οποία θέλει τμήματα της ελληνικής ολιγαρχίας να ευνοούνται περισσότερο από τη σύνδεση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ αντίθετα, άλλα οικονομικά κέντρα δείχνουν τάσεις υποχώρησης. Η ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ είναι ομόθυμος στόχος της αστικής τάξης, αυτό όμως δε σημαίνει ότι όλοι θα ευνοηθούν το ίδιο ή ότι δε θα υπάρξουν και απώλειες μέσα στο στρατόπεδο της οικονομικής ολιγαρχίας. Είναι γνωστό στους παράγοντες της αγοράς, ότι το "άστρο" του ομίλου Βαρδινογιάννη σιγά σιγά σβήνει. Οικογενειακές διαμάχες, συγκρούσεις με άλλα οικονομικά κέντρα, ενδεχόμενα ατυχείς επενδυτικές επιλογές, έχουν φέρει τον άλλοτε κραταιό όμιλο σε δύσκολη θέση. Η συγχώνευση της Τράπεζας Χίου στον όμιλο της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία εκτιμήθηκε σαν "αμυντική" κίνηση, απλώς επιβεβαιώνει τις απόψεις αυτές. Από την άλλη μεριά, έχουν αναδυθεί άλλοι επιχειρηματικοί όμιλοι (κυρίως στον κατασκευαστικό τομέα), οι οποίοι έχουν συνδεθεί με τα μεγάλα δημόσια έργα και τα κοινοτικά ταμεία (όμιλοι Μπόμπολα, Εμφιετζόγλου). Ακόμα, η κατασκευή των μεγάλων έργων έχει προσελκύσει στη χώρα μας μεγάλες κατασκευαστικές εταιρίες ("Χόχτιφ", "Μπέχτελ"), οι οποίες "παίζουν" με άλλους όρους, με τμήματα του "ελληνικού" οικονομικού κατεστημένου. Εκτός των άλλων τα διάφορα ευρωπαϊκά "πακέτα" είχαν σαν αποτέλεσμα να επιταχύνουν τις διεργασίες και ανακατατάξεις στην ίδια την αστική τάξη της Ελλάδας.

Ενδιαφέρον, έχει η άποψη των κυβερνητικών παραγόντων ότι η Ελλάδα σήμερα γίνεται πόλος έλξης ξένου κεφαλαίου. Και συμβαίνει αυτό επειδή, όπως υποστηρίζουν, "έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας συνθήκες υψηλής κερδοφορίας των επιχειρήσεων". Στις κατ' ιδίαν λοιπόν συζητήσεις τους, οι κυβερνητικοί παράγοντες, δε διστάζουν να αναγνωρίσουν ότι τα προγράμματα λιτότητας δημιούργησαν τις προϋποθέσεις αύξησης του ποσοστού κέρδους του κεφαλαίου, στοιχείο το οποίο εξηγεί και το ενδιαφέρον ξένων επιχειρήσεων και τραπεζών για "επενδύσεις" στην Ελλάδα.

Στο ερώτημα για το πώς σκέπτεται η κυβέρνηση να μοιράσει τα χρυσοφόρα "πακέτα" του Γ' ΚΠΣ (μεγάλα έργα), της Ολυμπιάδας του 2004, της ψηφιακής τηλεόρασης, του ενεργειακού τομέα (φυσικό αέριο, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας) και σε μια προοπτική χρόνου τη δημιουργία του λεγόμενου εναλλακτικού ΟΤΕ, όπου οι υποψήφιοι "μνηστήρες" έχουν αρχίσει από σήμερα να δημιουργούν συμμαχίες, η απάντηση είναι ότι αυτό που θα επιδιώξει να κάνει η κυβέρνηση είναι τα έργα αυτά να εκχωρηθούν με όρους... "διαφάνειας" και γενικώς... τήρησης της "νομιμότητας". Το θέμα αυτό είναι από τα πλέον φλέγοντα. Και οι φιλοδοξίες της κυβέρνησης περιορίζονται, στο να ελέγχει την τήρηση των κανόνων και να προβάλλει προς τα έξω τα περί "διαφάνειας" και "νομιμότητας" στις συναλλαγές της με τα εμπλεκόμενα μέρη.

Από την άλλη, βέβαια, πλευρά δεν κρύβουν τους φόβους τους για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στις σχέσεις πολιτικού συστήματος - μεγαλοεπιχειρηματιών, μια εν δυνάμει μεγέθυνση των τελευταίων μέσα από μία διαδικασία εξαγορών και συγχωνεύσεων, στα πρότυπα αντιστοιχών εξελίξεων στα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Ενώ δηλώνουν ότι τις εξελίξεις αυτές (συγχωνεύσεις, ιδιωτικοποιήσεις) ούτε μπορούν, αλλά ούτε θέλουν να τις εμποδίσουν (άλλωστε είναι οι ίδιοι που έχουν "βγάλει στο σφυρί" τις κρατικές τράπεζες, τον ΟΤΕ, την "Ολυμπιακή", τον ΟΣΕ, τις Αστικές Συγκοινωνίες, το Φυσικό Αέριο κλπ.), όμως φοβούνται ότι αυτές οι απότομες συνθήκες νέου πλουτισμού και περαιτέρω μεγέθυνσης των κεφαλαίων, θα ενισχύσουν τις τάσεις αυτονόμησης των οικονομικών κέντρων, απέναντι στο πολιτικό σύστημα. Το τελευταίο, βέβαια, δε διεκδικεί ρόλο, πέραν αυτού του διαχειριστή των γενικών υποθέσεων της αστικής τάξης.

Οι κυβερνητικοί παράγοντες απλώς εκφράζουν τους ενδοιασμούς τους, ότι στο νέο περιβάλλον, που οι ίδιοι διαμορφώνουν με την πολιτική τους, θα είναι πιο ανίσχυροι απέναντι στα οικονομικά κέντρα, στα πλαίσια πάντα του διαχειριστικού τους ρόλου.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Η κυβέρνηση Σημίτη έχει ξεκαθαρίσει τι θα πρέπει να κάνει σε βασικά θέματα. Ξέρει δηλαδή ότι θα πρέπει να βάλει την Ελλάδα στην ΟΝΕ, πάση θυσία. Την ΟΝΕ και τα μάτια σας που λένε... Ξέρει ότι για να γίνει αυτό θα πρέπει να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη πολιτική που εφαρμόζει. Πολιτική, η οποία τη φέρνει σε αντίθεση με τη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού, αλλά έχει την ομόθυμη στήριξη του κατεστημένου



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ