Επανειλημμένα και επίμονα επισημαίνεται και στην τρέχουσα συγκυρία η αναγκαιότητα της υπεράσπισης του άρθρου 16 του Συντάγματος σε συνδυασμό με μια συνεκτική ερμηνεία και απόρριψη των διατάξεων του σχεδίου νόμου για τα λεγόμενα «μη κρατικά» και, επί της ουσίας, ιδιωτικά πανεπιστήμια. Δεν υποτιμώ αυτή την ανάγκη. Εκτιμώ, ωστόσο, ότι ο ευρυγώνιος φακός της μαρξιστικής ανάλυσης πρέπει να παρακολουθεί σταθερά το μεγάλο πλάνο του πανεπιστημιακού ζητήματος. Πρέπει, δηλαδή, να αναζητεί και να αναδεικνύει σταθερά και με διαύγεια αφενός μεν το ιστορικό βάθος, αφετέρου δε, και κατεξοχήν, τη σύγχρονη κοινωνική λειτουργία του πανεπιστημίου ως θεσμού οργανικά συνδεδεμένου με τη συνολική τροχιά και τις επιμέρους διακυμάνσεις του καπιταλιστικού σχηματισμού σε διεθνές και εγχώριο επίπεδο.
Πολύμορφα και ενεργητικά εξελίσσεται η συμβολή του αστικού πανεπιστημίου ως κρίσιμου συντελεστή τόσο της οικονομικής αναπαραγωγής των καπιταλιστικών κοινωνιών, όσο και της ηθικο-πολιτικής ηγεμονίας των αστικών τάξεων. Κατά τη διάρκεια του 19ου και του μεγαλύτερου μέρους του 20ού αιώνα, τα πανεπιστήμια εκπαιδεύουν και διαπαιδαγωγούν τα μελλοντικά στελέχη των οικονομικών, των διοικητικών και των πολιτισμικών δομών του αστικού συστήματος, την ίδια στιγμή που καταρτίζουν και επιμορφώνουν το πολλαπλών ιεραρχικών βαθμίδων επιστημονικό και τεχνικό εργατικό δυναμικό, σύμφωνα με τις λειτουργικές ανάγκες που έχει και τις δομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η κεφαλαιοκρατική οικονομία.
Θα πρέπει να επισημάνουμε και να αποδώσουμε την ανάλογη βαρύτητα στο γεγονός ότι κάτω και από την ιδεολογικά και πολιτικά συνθλιπτική επίδραση του σοσιαλδημοκρατικού ρεφορμισμού, ακόμη και στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος της εποχής, επικράτησε σε μείζονα κοινωνική κλίμακα η ψευδαίσθηση ότι η μαζικοποίηση του πανεπιστημίου σηματοδοτούσε αφ' εαυτής τη δημοκρατικοποίησή του και άμβλυνε τον ταξικό χαρακτήρα του ως μηχανισμού του αστικού κράτους. Και όμως! Η συγκριτικά με προηγούμενες εποχές μαζικότερη πρόσβαση στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση, ενώ ενίσχυσε προς όφελος του αστικού συστήματος εξουσίας την κοινωνική συνοχή και την επιστημονικο-τεχνική επάρκειά του, δεν αρκούσε και δεν αρκεί από μόνη της για να παγιώσει τον δημοκρατισμό στο πανεπιστήμιο. Την πλέον εκκωφαντική απόδειξη αυτής της αλήθειας και την οδυνηρή διάψευση των σοσιαλδημοκρατικών φαντασιώσεων για μια αυτοδιοικούμενη δημοκρατική πανεπιστημιακή κοινότητα εντός του καπιταλισμού - φαντασιώσεις που νεκρανασταίνονται ευκαιριακά στις μέρες μας από τους εγχώριους σοσιαλδημοκράτες του ΠΑΣΟΚ, όψιμους υποστηρικτές της σοσιαλφιλελεύθερης μορφής του λεγόμενου «σκανδιναβικού μοντέλου» ΑΕΙ - επέφερε στα τέλη της δεκαετίας του 1970, μετά και την πετρελαϊκή κρίση του 1973, η αλλαγή υποδείγματος της οργάνωσης και λειτουργίας των καπιταλιστικών οικονομιών από τον κεϊνσιανισμό στον νεοφιλελευθερισμό.
Σε εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού, το πανεπιστήμιο μετατρέπεται το ίδιο σε επιχείρηση. Λειτουργεί, όλο και περισσότερο, ως επιχειρηματική μονάδα, έχει πελάτες, πέραν των άλλων, και τους ίδιους τους φοιτητές και τις φοιτήτριές του, υιοθετεί ευρέως μορφές «ελαστικής» και μερικής απασχόλησης για το διδακτικό και διοικητικό προσωπικό του. Σειρά διεθνών συμφωνιών (Μπολόνια - 1998, Πράγα - 2001, Βερολίνο - 2003, Μπέργκεν - 2005, Λονδίνο - 2007, Λουβέν - 2009, Βουδαπέστη, Βιέννη - 2010, Βουκουρέστι - 2012, Ερεβάν - 2015, Παρίσι - 2018, Ρώμη - 2020) και εγχώριων νομοθετημάτων, όπως κατεξοχήν οι νόμοι - πλαίσιο 4009/2011 (νόμος Διαμαντοπούλου), 4485/2017 (νόμος Γαβρόγλου), 4957/2022 (νόμος Κεραμέως), σε πείσμα και σε διάψευση της όποιας (μικρο-)πολιτικής ρητορικής των εισηγητών και υποστηρικτών τους, συνιστούν σταθμούς μιας διαδρομής με αδιαπραγμάτευτο προορισμό: Τη νομική και γενικότερα τη θεσμική θωράκιση του πανεπιστημίου ως επιχείρησης. Δεν απαιτείται, προφανώς, ιδιαίτερη προσπάθεια για να γίνει αντιληπτό ότι και το σχέδιο νόμου περί «μη κρατικών» πανεπιστημίων που προτείνει ο υπουργός Παιδείας, Πιερρακάκης, εντάσσεται αβίαστα σε αυτήν την ακολουθία νομοθετημάτων. Συνεχίζει και αποπειράται να σταθεροποιήσει τη μετατροπή των πανεπιστημίων σε επιχειρήσεις.
Και το φοιτητικό δυναμικό; Με στόχο την απόκτηση ενός συνονθυλεύματος πανεπιστημιακών τίτλων και πιστοποιήσεων χωρίς αντιστοίχιση προς ένα ενιαίο και συνεκτικό επιστημονικό αντικείμενο, διαμέσου ασπόνδυλων προγραμμάτων σπουδών τυποποιημένης και συχνά πλέον απρόσωπης διδασκαλίας και εξέτασης μαθημάτων, με καταχρηστική εφαρμογή της διαδικτυακής τεχνολογίας, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες της εποχής μας επιδιώκεται να «εκπαιδευθούν» ως προπλάσματα ή και συγχρονικές φιγούρες του απασχολήσιμου, προσαρμόσιμου και πειθαρχικού «ανθρώπου - λάστιχου» της εποχής μας. Προς τούτο, με άξονες την αρχή του ατομικού ανταγωνισμού μέχρι τελικής πτώσεως και το δόγμα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», προωθείται η διάχυση μιας κουλτούρας ατομικιστικής επιβίωσης, απολύτως συμβατής προς το πανεπιστήμιο - επιχείρηση και εξίσου ασύμβατης προς κάθε εκδοχή συλλογικότητας.
Από κάθε άποψη και όσο το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο εδραιώνεται, τόσο ο νέος άνθρωπος δυσχεραίνεται στον αγώνα του να συγκροτηθεί σε ενιαία και πολύπλευρη προσωπικότητα. Εξωθείται, αντίθετα, στην τεχνητή και εκ των ενόντων κατασκευή μιας προσωρινής ταυτότητας, διαθέσιμης ανά πάσα στιγμή να αποδομηθεί, έτσι ώστε να κατασκευαστεί μια άλλη, λειτουργική και προσαρμόσιμη προς τις επιταγές του διαρκούς κεφαλαιοκρατικού εκσυγχρονισμού.
Εν πάση περιπτώσει, το μεγάλο πλάνο που επιχείρησα να προβάλω, στον βαθμό που αποδίδει ορθά τις τάσεις της αστικής πραγματικότητας του καιρού μας στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, υποδεικνύει μια αρνητική απάντηση στο κρίσιμο ερώτημα αν μπορεί να υπάρξει στο πλαίσιο του σύγχρονου καπιταλισμού ένα δημόσιο, στην κυριολεξία του όρου, πανεπιστήμιο. Η πραγματική αναβάθμιση και αναδιάρθρωση του δημόσιου ως κοινωνικοποιημένου πανεπιστημίου μόνο διαμέσου του αγώνα για ριζικό κοινωνικό μετασχηματισμό μπορεί βάσιμα να επιδιωχθεί.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, μόνο ένα εκπαιδευτικό κίνημα που αναπτύσσει δυναμική συνάντησης σε αντικαπιταλιστική κατεύθυνση με την εργατική και τις άλλες υποτελείς τάξεις και τα κινήματά τους, μπορεί να υπερβεί ανατρεπτικά και γόνιμα το ολοένα και πιο περιοριστικό πλαίσιο μιας μάχης οπισθοφυλακών. Μια τέτοια σύνθεση κινημάτων με στρατηγικό στόχο τον σοσιαλισμό - κομμουνισμό προϋποθέτει τον διευθυντικό ρόλο του σύγχρονου πολιτικού ηγεμόνα, του Κομμουνιστικού Κόμματος των νέων καιρών.