ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Μάη 2003
Σελ. /28
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΤΖΟΓΟΣ
Επισημάνσεις από το ... 996!
  • Προκλητική η στάση ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, που ενώ πριν λίγα χρόνια έσπρωχναν από κοινού τον κόσμο στο ΧΑΑ, τώρα ερίζουν ο ένας για τα σκάνδαλα και τη διαπλοκή του άλλου
  • Τι στάση κράτησαν οι κομμουνιστές και ο «Ρ» την εποχή που όλοι είχαν γίνει κράχτες και διαφημιστές του χρηματιστηριακού τζόγου

Μόνο σε ηλίθιους θα πρέπει να θεωρούν ότι απευθύνονται όσοι σήμερα έχουν στήσει τον ψευτοκαυγά τους γύρω από το Χρηματιστήριο. Και η προσπάθειά τους να θολώσουν τα νερά για το βρώμικο παιχνίδι που όλοι τους έπαιξαν σε βάρος εκατοντάδων χιλιάδων ανυποψίαστων πολιτών δεν πρέπει να περάσει. Υπεύθυνοι είναι όλοι τους. Χωρίς εξαιρέσεις. Και η κυβέρνηση και το κυβερνών κόμμα, που αυτοπροβαλλόταν ως το «κόμμα του Χρηματιστηρίου». Και η ΝΔ, που ολόκληρο το 1999 διεκδικούσε για δικό της λογαριασμό την αυθεντία για παραπέρα αύξηση των τιμών στις μετοχές. Και η συντριπτική πλειοψηφία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, που λειτούργησαν ως διαφημιστές του χρηματιστηριακού τζόγου. Και ένας σημαντικός αριθμός βουλευτών και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, που είχαν δικά τους χαρτοφυλάκια και την ίδια στιγμή περιδιάβαιναν τα κανάλια για να συνομολογήσουν την απόλυτη συναίνεσή τους σε ό,τι ζήτημα συνδεόταν με τη στήριξη του ΧΑΑ. Ολοι αυτοί μαζί εξέθρεψαν για μια ολόκληρη περίοδο τον χρηματιστηριακό τζόγο. Ολοι αυτοί μαζί, λειτουργώντας με μιαν απίστευτη ομοφροσύνη, έσπρωξαν τον απλό κόσμο στην οδό Σοφοκλέους. Ολοι αυτοί μαζί καλλιέργησαν στις λαϊκές μάζες την ψευδαίσθηση του «εύκολου κέρδους». Ολοι αυτοί μαζί έγιναν οι κράχτες των επιχειρηματιών-μεγαλομετόχων, οι οποίοι, χάρη στη δική τους στάση, κατάφεραν να τσεπώσουν μέσα σε δύο χρόνια «ζεστό χρήμα», πάνω από 10 τρισεκατομμύρια δραχμές. Ολοι αυτοί μαζί διαγκωνίζονταν για να εξασφαλίσουν τη δημοσίευση κάποιας δικής τους «δήλωσης», «ανακοίνωσης» και «εκτίμησης» για την προοπτική των τιμών στην οδό Σοφοκλέους.


Πάει πολύ όλοι αυτοί που αποδεδειγμένα έγιναν με τη στάση τους και την πολιτική τους τα «βαποράκια» των Βαρδινο-Λάτσηδων, των Κοκκαλο-Αθανασούληδων και των Κουρο-Μπατατούδηδων να μιλάνε σήμερα ο ένας για τα σκάνδαλα του άλλου. Οχι τόσο γιατί και οι μεν και οι δε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι βουτηγμένοι σε διάφορα σκάνδαλα. Ούτε κύρια επειδή ο κραυγαλέος πλουτισμός ορισμένων γεννά ποικιλόμορφους συνειρμούς σε εκείνους που δεκαετίες λιώνουν στο μεροκάματο, χωρίς να καταφέρνουν να ξεφύγουν από τη φτώχεια και την ανέχεια. Κύρια επειδή ακόμα και ο σημερινός ψευτοκαυγάς τους είναι πολύ μακριά από την ουσία της πραγματικότητας που από κοινού δημιούργησαν ωθώντας εκατοντάδες χιλιάδες αποταμιευτές στην οδό Σοφοκλέους. Μπορεί, δηλαδή, φαινομενικά να μιλά ο ένας για τις πομπές του άλλου, όμως και πάλι από κοινού - ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης - στην πραγματικότητα μέσα από τις αντεγκλήσεις τους επιχειρούν για μια ακόμη φορά να καθαγιάσουν τον ίδιο τον χρηματιστηριακό τζόγο.

Οι κομμουνιστές και ο «Ρ», από την πρώτη στιγμή που διαφάνηκε ότι «κάτι τρέχει» στις συναλλαγές του Χρηματιστηρίου της Αθήνας, κόντρα στο ρεύμα και στη γενικευμένη λογική που είχε διαμορφωθεί στην κοινωνία συνολικά, πρόβαλαν επιφυλάξεις, διατύπωσαν ερωτήματα, έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου. Από το 1996, πολύ πριν η ιστορία του Χρηματιστηρίου προσλάβει τις διαστάσεις της εξαχρείωσης που γνωρίσαμε το δεύτερο εξάμηνο του 1999, υποστηρίξαμε σε όλους τους τόνους ότι η υπόθεση των χρηματιστηριακών συναλλαγών είναι μια υπόθεση που δεν μπορεί να αφορά τους εργαζόμενους και τις αποταμιεύσεις τους. Σήμερα, που κάποιοι ξαναζεσταίνουν την εμπειρία εκείνης της εποχής και προσπαθούν να μυήσουν και πάλι στην ιδέα ότι «αυτό που έγινε το 1999 και το 2000, μπόρα ήταν και πέρασε», αξίζει τον κόπο να επαναφέρουμε στη μνήμη μας αυτούσια αποσπάσματα από τις απόψεις που κατά καιρούς δημοσιεύτηκαν στις σελίδες του «Ρ». Απόψεις που όχι μόνον είναι ενδεικτικές για τη στάση που οι κομμουνιστές κράτησαν όταν οι Κυρτσο-Κουρήδες διαφήμιζαν το «φωτεινό αύριο» που δήθεν θα εξασφάλιζε στον απλό κόσμο ο τζόγος των μετοχών, αλλά ισχύουν και σήμερα στο 100%! Τα κείμενα αυτά τα αναδημοσιεύουμε χωρίς παρεμβολές και ενδιάμεσους σχολιασμούς, ενώ οι υπογραμμίσεις είναι της εποχής.

Από το 1996

«Η ιστορία του Χρηματιστηρίου Αξιών της Αθήνας δεν είναι καινούρια. Εκατοντάδες και χιλιάδες απλοί άνθρωποι έχουν καταθέσει κατά καιρούς εκεί τις όποιες οικονομίες τους και στο τέλος έμειναν να κοιτούν τα χαρτιά των μετοχών και να μην πιστεύουν στα μάτια τους. Να μην πιστεύουν πώς είναι δυνατόν τα "χαρτιά", εκεί που τους έλεγαν πως αξίζουν ολόκληρη περιουσία, να αποτιμώνται τελικά για μερικά ψωροχιλιάρικα. Οι άλλοι στο μεταξύ είχαν κάνει τη δουλιά τους. Είχαν αποκομίσει τα τεράστια κέρδη τους, ενώ ο "μικροεπενδυτής" γύρευε τον ένοχο... Το ίδιο μοτίβο, το ίδιο ακριβώς σενάριο - με άλλους πρωταγωνιστές και διαφορετικό σκηνικό - παίζεται σε επαναλαμβανόμενους κύκλους. Αρκεί να υπάρχει η εκ μέρους της κυβέρνησης πολυδιαφημισμένη εκστρατεία, περί "στήριξης", "υγείας", "προοπτικής" και άλλης περί του Χρηματιστηρίου φιλολογίας. Αρκεί να διευρύνεται ο κύκλος του τζάμπα χρήματος για τους επιχειρηματίες, της παρασιτικής οικονομίας, των παιχνιδιών με την κίνηση κεφαλαίων, η μη παραγωγική τοποθέτηση κεφαλαίων, οι προσπάθειες συγκεκριμένων κοινωνικών στρωμάτων να αποσπούν εύκολο κέρδος» (12-11-1996).

«Την ανοδική πορεία που σημειώνουν αυτό τον καιρό οι τιμές των μετοχών προσπαθούν να εκμεταλλευτούν με κάθε τρόπο τράπεζες και εταιρίες παροχής "επενδυτικών υπηρεσιών", με έναν και μόνο στόχο: Να σπρώξουν όσο γίνεται περισσότερους ανυποψίαστους πολίτες στον τζόγο του Χρηματιστηρίου, των Αμοιβαίων Κεφαλαίων και άλλων μορφών "εύκολου κέρδους", υπολογίζοντας, όπως καταλαβαίνει ο καθένας, σε ακόμα μεγαλύτερα δικά τους υπερκέρδη» (03-02-1997).

Αέρας κοπανιστός...

«Είναι φανερό πως μια παραδοσιακή μορφή αύξησης των κεφαλαίων που διαχειρίζονται οι τράπεζες, όπως ήταν ανέκαθεν η προσέλκυση καταθέσεων γενικά και ειδικά των λαϊκών αποταμιεύσεων, αποκτά όλο και μικρότερη σημασία για τους σύγχρονους τραπεζίτες. Τώρα προβάλλονται και προτείνονται, σε διαστάσεις πλύσης εγκεφάλου, άλλες "συμφέρουσες μορφές τοποθετήσεων χρημάτων". Οχι βέβαια από ενδιαφέρον. Απλά, τράπεζες και άλλα παρόμοια "ευαγή" ιδρύματα με το δέλεαρ του μεγάλου κέρδους - που ποτέ δεν είναι εγγυημένο και δεδομένο - επιζητούν να υφαρπάσουν τις λαϊκές αποταμιεύσεις και να τις τζιράρουν στο ...μεγάλο παιχνίδι. Στο παιχνίδι που παίζεται μέσω των ηλεκτρονικών υπολογιστών στη δεσπόζουσα πλέον οικονομία των αεριτζήδων και του τζόγου της κίνησης κεφαλαίων. Ενα παιχνίδι άκρως παρασιτικό, που λειτουργεί στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση από εκείνη της οικονομικής ανάπτυξης και η συντήρηση του οποίου σχεδόν κατά κανόνα απαιτεί την ύπαρξη θυμάτων, που αντί για μεγάλες αποδόσεις κάποια στιγμή εισπράττουν ζημιές και αέρα κοπανιστό...» (14-02-1997).

«Για να μη δημιουργούνται εσφαλμένες εντυπώσεις και ψευδαισθήσεις, να το ξεκαθαρίσουμε: Οποιος πιστέψει ότι μια βόλτα από την οδό Σοφοκλέους μπορεί να τον γεμίσει με χρήμα, ας το ξεχάσει. Οποιος, πάλι, φανταστεί ότι μπορεί να μιμηθεί κάποιο γνωστό του, που κάποια στιγμή, στο παρελθόν ή σήμερα, κέρδισε "παίζοντας" στο Χρηματιστήριο, ας έχει υπόψη του πως μέσα στις πολλές πιθανότητες είναι να πάει για μαλλί και να βγει κουρεμένος. Το σύστημα, λίγο-πολύ, λειτουργεί σαν τυχερό παιχνίδι και, εν πάση περιπτώσει, είναι τζόγος. Μπορεί να μην είναι ακριβώς σαν το καζίνο, ή τον "παπά", αλλά δεν είναι λίγες οι φορές που χάθηκαν ολόκληρες περιουσίες, και μάλιστα σε στιγμές που ο "παίχτης" δεν προλάβαινε, υποτίθεται, να μετράει τα ...κέρδη του» (02-03-1997).

«Το παιχνίδι στη Σοφοκλέους αγριεύει και γι' αυτό η προσοχή που συνεχώς σημειώνουμε πως πρέπει να επιδεικνύουν οι μη γνωρίζοντες ή οι προσφάτως μυημένοι, είναι απαραίτητη όσο ποτέ. Επιτήδειοι περί των χρηματιστηριακών πιέζουν όλο και πιο πολύ να καταργηθούν τα ανώτατα επιτρεπόμενα όρια διακύμανσης των τιμών. Ετσι, για να μην ξέρουν από πού θα φύγουν όλοι εκείνοι που με την πλύση εγκεφάλου που τους έχουν κάνει, έχουν τοποθετήσει κάποιες αποταμιεύεις τους στο Χρηματιστήριο» (27-03-1998).

«Το σημαντικότερο μέρος των συναλλαγών στο Χρηματιστήριο, αλλά και οι τιμές των μετοχών διαμορφώνονται με βάση τα σχέδια που καταστρώνουν κατά περιόδους οι περιβόητοι, ντόπιοι και ξένοι, "θεσμικοί επενδυτές". Τα διάφορα, δηλαδή, τραπεζικά συγκροτήματα, οι χρηματοοικονομικές εταιρίες, οι μεγάλες εταιρίες των συμμετοχών κλπ. που έχουν στο χαρτοφυλάκιό τους μεγάλο αριθμό μετοχών από διάφορες επιχειρήσεις. Ο σημαντικός αριθμός των μετοχών που διαθέτουν τούς επιτρέπει να επιδρούν στην πορεία των τιμών με τρόπο που στις περισσότερες περιπτώσεις - είτε υπάρχει άνοδος είτε πτώση - να αποκομίζουν κέρδη. Με αυτή την έννοια, οι τιμές που πολλές φορές έχουν κάποιες μετοχές στο Χρηματιστήριο δεν αντιπροσωπεύουν τίποτα περισσότερο από την απεικόνιση αυτού ακριβώς του παιχνιδιού. Ενα παιχνίδι που ακολουθεί το δικό του δρόμο και συνήθως είναι άσχετο από τα συμφέροντα και τα δεδομένα της επιχείρησης που αντιπροσωπεύουν. Επειδή μάλιστα οι σημερινές συναλλαγές στις χρηματαγορές γίνονται με μεγάλες ταχύτητες, λόγω της διάδοσης των ηλεκτρονικών συστημάτων, δεν είναι λίγες οι φορές που τόσο οι συναλλαγές όσο και οι τιμές αποτελούν ...αέρα κοπανιστό. Γιατί αέρας κοπανιστός είναι για την οικονομία της χώρας, όταν οι "θεσμικοί" αγοράζουν και πωλούν τη μετοχή μιας επιχείρησης στη διάρκεια λίγων λεπτών, είτε για να βγάλουν κέρδη, είτε για να ικανοποιήσουν άλλες ανάγκες μετασχηματισμών στα χαρτοφυλάκιά τους» (07-02-1999).

Τα κέρδη των ...διπλανών

«Το αμόκ, που έχουν δημιουργήσει οι κυβερνώντες και όσοι μαζί τους προσπαθούν να συνδέσουν την πορεία της οικονομίας με τις εξελίξεις στο Χρηματιστήριο, αγγίζει πλέον επικίνδυνες διαστάσεις. Οσο κι αν είναι φουσκωμένοι οι αριθμοί, εκτιμάται ότι περί το 1 εκατομμύριο πολίτες έχουν κάποιου είδους δοσοληψία με μετοχές. Κυρίως οι "σύμβουλοι", "ειδικοί", "αρμόδιοι", και πάνω απ' όλα η πλειοψηφία των Μέσων Ενημέρωσης, κατευθύνουν με έναν πρωτοφανή τρόπο ανυποψίαστους για το ρίσκο πολίτες, απλούς εργαζόμενους, που με κόπο έχουν μαζέψει κάποιες αποταμιεύσεις, στο παιχνίδι της οδού Σοφοκλέους. Η μέθοδος είναι απλή και τόσο παλιά που την επικαλούνται ακόμα και γνωστοί ανά την υφήλιο κερδοσκόποι, όπως, για παράδειγμα, ο "πολυδισεκατομμυριούχος μεγαλοεπενδυτής" Ούρεν Μπάφετ, που περιγράφοντας τη ...λογική που οδηγεί σ' αυτό ακριβώς το αμόκ, λέει χαρακτηριστικά: "...Η καταπληκτική άνοδος του δείκτη προσελκύει και νέους επενδυτές που ενθουσιάζονται με τα κέρδη των διπλανών τους"! Μόνον που ο ίδιος συνεχίζοντας τη σκέψη του συμπληρώνει: "Τότε είναι που ξεκινά η επικίνδυνη περίοδος"... » (14-03-1999).

«Η ανατροφοδοτούμενη υστερία για τις εξελίξεις στο Χρηματιστήριο της Αθήνας δε λέει να κοπάσει. Αντίθετα, κι άλλοι απλοί πολίτες, άλλοτε μικροαποταμιευτές τραπεζών ή κάτοχοι μικρής αξίας τίτλων του δημοσίου, υποκύπτουν στις "Σειρήνες" του εύκολου κέρδους και του αυτόματου πλουτισμού. Η ...αλυσίδα των συμπτωμάτων είναι γνωστή από πολύ παλιά: Τα κεφάλαια που δρομολογούνται για τη Σοφοκλέους αναζητούν μετοχές προς αγορά. Οι τιμές των μετοχών και λόγω αυτής της ζήτησης αυξάνονται. Οι αυξημένες τιμές μεταφράζονται σε κέρδη για τους κατόχους μετοχών και τα κέρδη αυτά, με τη σειρά τους, λειτουργούν ως κράχτες για την προσέλκυση και νέων κεφαλαίων κ.ο.κ.» (15-06-1999).

«Οι μαέστροι του άνευ προηγουμένου τζόγου του τελευταίου ενάμιση χρόνου φαίνεται πως, μέχρι στιγμής, τα έχουν καταφέρει. Οχι μόνον έχουν σπρώξει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας στα μονοπάτια των χρηματιστηριακών συναλλαγών, αλλά έχουν προκαλέσει φαινόμενα απίστευτου εκμαυλισμού και κατάπτωσης. Μια περατζάδα σε διάφορα στέκια, ιδιαίτερα στους χώρους των διακοπών αυτόν τον καιρό, αποδεικνύει ότι η κατάσταση ενδέχεται να είναι χειρότερη από εκείνη, που κανείς φαντάζεται μέσα στην καθημερινότητα του μεροκάματου της πόλης» (12-08-1999).

Κοινωνικός εκμαυλισμός

«Ακούγεται παράταιρη και ίσως εκτός πραγματικότητας η διατύπωση ερωτημάτων και - πολύ περισσότερο - ανησυχίας για τα όσα γίνονται στο Χρηματιστήριο της Αθήνας. Οι τρελοί ρυθμοί του τελευταίου εικοσάμηνου, φαινομενικά αφαιρούν επιχειρήματα ακόμα και σε εκείνους τους θιασώτες του θεσμού, που ενεργοποιώντας απλώς την κοινή λογική σημειώνουν πως "δεν υπάρχει καμία απολύτως περίπτωση οι τωρινοί ρυθμοί ανόδου να συνεχιστούν για πολύ". Για τους άλλους, εκείνους που με πείσμα βεβαιώνουν ότι "η απότομη άνοδος οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε ανεξέλεγκτη πτώση", δεν υπάρχει καν χώρος στους περί του Χρηματιστηρίου διαλογισμούς. Αν πάλι εμφανιστεί κάποιος που θα επιχειρήσει να συνδέσει και να συσχετίσει - θετικά ή αρνητικά - την πορεία των τιμών στην οδό Σοφοκλέους με ζητήματα που αφορούν στην κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, το μέγα θέμα της ανάπτυξης, το επίπεδο διαβίωσης και τα τεράστια προβλήματα των εργαζομένων, θα εισπράξει την περιφρόνηση και τη χλεύη των συνομιλητών.

Ο "Ρ" δεν παραγνωρίζει στο παραμικρό το φαινόμενο, ότι για την άρχουσα τάξη και τους διαχειριστές μεγάλων χαρτοφυλακίων είναι θέμα ζωής - ακόμα και ύπαρξης - να επιτρέπουν κατά καιρούς την αποκόμιση κάποιων κερδών στους λεγόμενους μικροεπενδυτές. Μ' αυτά τα κέρδη "γλυκαίνονται" και αποφασίζουν να προσφέρουν τις αποταμιεύσεις τους στο ναό του καπιταλισμού, όπου ο τελικός κερδισμένος δεν είναι ποτέ ο "μικρός παίχτης". Εχουμε επισημάνει όμως με έμφαση πως μία από τις χειρότερες επιπτώσεις που επιφέρει η διεύρυνση του κοινού που ασχολείται με τις μετοχές, είναι ένας ιδιόμορφος εκμαυλισμός που τείνει ν' αποκτήσει επικίνδυνες διαστάσεις. Αν μη τι άλλο, επειδή και μόνο - σε τελευταία ανάλυση - η προβολή, η διαφήμιση και η ώθηση του μέσου πολίτη προς την οδό Σοφοκλέους, ουσιαστικά είναι σχεδόν ταυτόσημη με τη θεοποίηση του τζόγου. Με την αναγωγή της ιδέας του εύκολου κέρδους σε στάση ζωής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται» (25-08-1999).

Λίγο αργότερα, το σκηνικό άρχισε να αλλάζει. Από το φθινόπωρο του 1999 και αφού ο Γενικός Δείκτης Τιμών σκαρφάλωσε στις 6.484 μονάδες, άρχισε η σταδιακή πτώση των τιμών στις μετοχές. Ηταν αναπόφευκτο, πολύ περισσότερο που εκείνοι που ήταν να κερδίσουν από τον τρομερό τζόγο του προηγούμενου διαστήματος είχαν κάνει ήδη τα κουμάντα τους. Την προδιαγεγραμμένη πορεία της κατάρρευσης των τιμών η κυβέρνηση επιχείρησε να τη συγκρατήσει με διάφορες παρεμβάσεις μέχρι και τις εκλογές του Απρίλη του 2000, όταν ο Γενικός Δείκτης βρισκόταν στα επίπεδα των 4.500, ενώ από εκεί και πέρα τα πράγματα ακολούθησαν το δρόμο τους. Ο Δείκτης των τιμών το 2000 έκλεισε στις 3.377 μονάδες, την επόμενη χρονιά στις 2.591, πέρσι στις 1.748 και φέτος βυθίστηκε ακόμα και στις 1.462 μονάδες. Στατιστικά σημείωσε πτώση της τάξης του 77,5%, εξέλιξη που θα ήταν για όλους εμάς εντελώς αδιάφορη, αν ΠΑΣΟΚ-ΝΔ και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μαζί με τους εκπροσώπους της πλουτοκρατίας δεν είχαν στείλει στο Χρηματιστήριο ως πρόβατα επί σφαγήν εκατοντάδες χιλιάδες ανυποψίαστους πολίτες, οι περισσότεροι από τους οποίους είδαν τις αποταμιεύσεις τους να εξανεμίζονται και να χάνονται -κατά πάσα βεβαιότητα - οριστικά και αμετάκλητα.

Οι ευθύνες όλων αυτών που σήμερα μιλούν για χρηματιστηριακά σκάνδαλα και κάνουν το παν ώστε να μην αποκαλυφθεί το πραγματικό περιεχόμενο και η ουσία του χρηματιστηριακού τζόγου είναι έτσι κι αλλιώς τεράστιες και πρέπει να ζητούνται. Ομως, επειδή δε θα πρέπει να θεωρείται απίθανο πως κάποια στιγμή θα ξαναεμφανιστούν ...«Σειρήνες», καλό είναι να μη διαφεύγει της προσοχής ότι το χρηματιστήριο πάντα αποτελούσε «τόπο, όπου οι κεφαλαιοκράτες αφαιρούσαν ο ένας του άλλου τα συσσωρευμένα κεφάλαια, και αφορούσε άμεσα τους εργάτες μόνο σαν μια καινούρια απόδειξη της γενικής εξαχρειωτικής επίδρασης της κεφαλαιοκρατικής οικονομίας» (Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τόμος ΙΙΙ, σελ. 1.115).


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ