ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 14 Φλεβάρη 2009
Σελ. /32
Ενωπιος ενωπιω για την καταρρευση - ανατροπη

1ο Ο όρος κατάρρευση απορρίπτεται με αφοριστικό, απόλυτο και συνοπτικό τρόπο. Η απόρριψη αυτή αδυνατίζει και βρίσκεται σε αντίφαση με την εκτίμηση ότι η έναρξη της αντεπαναστατικής δράσης τοποθετείται από το '85 και μετά. Ακόμα από την παραδοχή ότι ο οπορτουνισμός δεν έχει κατ' ανάγκη αντεπαναστατικό χαρακτήρα. Κατά την άποψή μου προηγήθηκε δημιουργία συνθηκών κατάρρευσης και ακολούθησε η αντεπανάσταση. Οι συνθήκες κατάρρευσης μάλιστα πρέπει να θεωρηθούν ως αναγκαία προϋπόθεση, προετοιμασία του εδάφους για την επιβολή της αντεπανάστασης.

Η διαφορά δεν έχει φιλολογικό χαρακτήρα αλλά βαθύτατα πολιτικό και για την αναζήτηση των αιτιών της φθοράς αλλά και την εξαγωγή συμπερασμάτων για το μέλλον.

Εκείνο που πράγματι απορρίπτεται είναι το εννοιολογικό πολιτικό - ιδεολογικό φορτίο που προσδίδει η αντικομμουνιστική προπαγάνδα στον όρο κατάρρευση. Ισχυρίζεται ότι κατέρρευσε ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ γιατί... (ακολουθεί η παράθεση ολόκληρου του «ιδεολογικού» οπλοστασίου της αντικομμουνιστικής αθλιότητας). Αυτή η έννοια της κατάρρευσης αποτελεί αποκρουστικό βιασμό της ιστορικής πραγματικότητας. Ο ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ ΔΕΝ ΚΑΤΕΡΡΕΥΣΕ.

Προσδιορίζουμε ότι με τον όρο κατάρρευση ή συνθήκες κατάρρευσης εννοούμε ότι το σοσιαλιστικό οικοδόμημα (Σ.Ο.), σε μια μακροχρόνια και έρπουσα διαδικασία, υπέστη σημαντικές φθορές στους τρεις πυλώνες που το στήριζαν, αλλοιώθηκαν οι όροφοί του, υπονομεύτηκε η στατική του κατάσταση. Αντεπαναστατική δράση και σφοδρότατη μάλιστα υπήρξε στην αρχή που συντρίφθηκε από τον επαναστατημένο λαό με την καθοδήγηση του κόμματος. Ακριβώς εκείνα που αναφέρονται ως αδυναμίες και παρεκκλίσεις, αλλά άλλα μετά το 1934 που δεν είναι απλές παρεκκλίσεις και λάθη προκάλεσαν τις συνθήκες κατάρρευσης. Είναι φανερό ότι αν οι τρεις πυλώνες του Σ.Ο. όχι μόνο διατηρούσαν την ισχύ τους αλλά ενδυναμώνονταν συνέχεια, και το υπόλοιπο οικοδόμημα εμπλουτίζονταν με περισσότερο σοσιαλισμό (αξίες - αρχές - τρόπο ζωής), καμία αντεπανάσταση δεν θα μπορούσε να το ανατρέψει παρά τις όποιες παρεκκλίσεις ή λάθη. Ο υγιής οργανισμός θα μπορούσε να τα εξουδετερώσει. Ποιες λοιπόν ήταν οι φθορές στους πυλώνες;

1ος ΠΥΛΩΝΑΣ: Επαναστατικό κόμμα - εργατική εξουσία - έλεγχος. Η φθορά του κόμματος είναι δεδομένη. Αλλωστε η θέση 9 διατυπώνει με δραματικό τρόπο ότι: «Από μια περίοδο και μετά το κόμμα έχασε την επαναστατικότητά του». Στη θέση 22 προσδιορίζει την χρονική αφετηρία: Τη δεκαετία του '50. Αποψή μου είναι ότι το κόμμα άρχισε να χάνει τα δύο από τα τρία επαναστατικά χαρακτηριστικά του από το 1934. Το ένα, η επαναστατική του θεωρία, όχι μόνο κρατήθηκε αλλά εμπλουτίστηκε με το θεωρητικό εύρος του Στάλιν. Το 2ο χαρακτηριστικό, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός παραβιάστηκε βαθύτατα και αποδυνάμωσε το κόμμα. Δεν γίνεται λόγος για την αναγκαία - άρα νομιμοποιημένη - λόγω έκτακτων συνθηκών, υπερτροφία του συγκεντρωτισμού, αλλά για την διαιώνισή του σε καθεστώς, όταν είχαν εξαλειφθεί οι έκτακτες συνθήκες. Το 3ο χαρακτηριστικό: Οι ισχυροί δεσμοί με την εργατική τάξη και την εργαζόμενη αγροτιά, αποδυναμώθηκαν, δραματικά την ίδια περίοδο 1934 - 1939. Η κατάσταση στο κόμμα και στο λαό και στη μεταξύ τους σχέση καταγράφεται σε δυο πρωτογενείς πηγές αναμφισβήτητου - κατά τη γνώμη μου - κύρους:

1ο Η ομιλία του Ζντάνοφ στην ΚΕ το 1937

2ο Η λεγόμενη έκθεση Κρούτσεφ προς το 20ό συνέδριο για την προσωπολατρία και τις συνέπειές της.

ΖΝΤΑΝΟΦ: «Οι νόμοι του κόμματος έχουν ανατραπεί». Μιλάει για καταπάτηση της αιρετότητας και αντικατάσταση με τις προσλήψεις, για δημιουργία πλειοψηφίας για πλήρη παραμερισμό των κομματικών μελών, δίνοντας πολύ υψηλά ποσοστά οργανώσεων που συμβαίνουν αυτές οι χοντρές καταπατήσεις των νόμων του κόμματος. Και κάνει τη δραματική εκτίμηση: «Πρέπει το ίδιο το κόμμα να μπει στέρεα και σταθερά στο δρόμο της ΕΣΩΚΟΜΜΑΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ... να προσελκύουν οι οργανώσεις μας τις πλατιές κομματικές μάζες... χωρίς αυτό δεν μπορεί να γίνει λόγος για τη δραστηριοποίηση της εργατικής τάξης. Αυτή η κατάσταση είναι αντεπαναστατική πράξη ή φθορά. Είναι φθορά, παράγωγο της τραγικής περιόδου 1934 - 39, όπου μαζί με τα ξερά κάηκαν πολλά μα πάρα πολλά χλωρά. Ο ίδιος ο Στάλιν κάνει την κριτική για την περίοδο αυτή στα «Ζητήματα Λενινισμού»: «Δεν μπορούμε να πούμε ότι η εκκαθάριση είχε γίνει χωρίς λάθη. Δυστυχώς έγιναν περισσότερα λάθη απ' ό,τι μπορούσαμε να υποθέσουμε... δεν θα αναγκαστούμε να χρησιμοποιήσουμε ξανά τη μέθοδο ΤΗΣ ΜΑΖΙΚΗΣ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ».

Αυτή την άσχημη κατάσταση περιγράφει με μελανότερα χρώματα και βαρύτατους χαρακτηρισμούς η δεύτερη πηγή: Η απόφαση του 20ού συνεδρίου του ΚΚΣΕ που κακώς λέγεται έκθεση Κρούτσεφ. Οταν την αποκαλούμε έτσι, συνειδητά υποβιβάζουμε και απαξιώνουμε την ιστορική της αξία που σηματοδοτείται απ' το γεγονός ότι δεν είναι απόψεις ενός ατόμου αλλά ΨΗΦΙΣΜΕΝΗ ΕΙΣΗΓΗΣΗ της ΚΕ προς το 20ό και ΟΜΟΦΩΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ του ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ (1.500 αντιπρόσωποι). Επόμενα είναι ένα ιστορικό ντοκουμέντο του ΚΚΣΕ και όχι κατασκεύασμα της CIA, και ως τέτοιο οφείλουμε να το αξιολογήσουμε, ούτε να το προσπεράσουμε ούτε να κολλήσουμε σ' αυτό. Πιθανότατα όσα εκεί καταγγέλλονται σαν βαρύτατες παραβιάσεις της σοσιαλιστικής επαναστατικής και κομματικής νομιμότητας «που προκάλεσαν τρόμο με αποτέλεσμα να απομακρυνθούν από το κόμμα οι τίμιοι εργαζόμενοι», να ερμηνεύει τις διαπιστώσεις του Ζντάνοφ.

Στην κατάργηση της εργατικής κολεκτίβας ως φυσικό χώρο της άσκησης της εργατικής εξουσίας και ελέγχου που απομάκρυνε την εργατική τάξη από το ρόλο της και την περιθωριοποίησή της προστέθηκε και ο φόβος.

Οι δυο άλλοι πυλώνες ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ της ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ και ΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ δέχτηκαν κι αυτοί σοβαρά πλήγματα μετά το 1953 που καταγράφονται πεντακάθαρα στις θέσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να προκληθεί μια νοσηρή κατάσταση, ξένη προς το σοσιαλισμό: Παραοικονομία 30% του ΑΕΠ υπό την προστασία κομματικών και κρατικών διεφθαρμένων και πολύ υψηλά ιστάμενων στελεχών, πλουτισμός, πολυτελής ζωή, εκτεταμένη διαφθορά και σε τμήμα του λαού. Προστέθηκε έτσι ένας νέος παράγοντας φθοράς του Σ.Ο.: Η ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗ στους γνήσιους κομμουνιστές και τους έντιμους εργαζόμενους (θέση 26).

ΖΗΤΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΚΑΜΙΑ ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΛΑΟ και το συγκλονιστικότερο: ΠΟΙΟΣ ΗΤΑΝ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΚΚΙΝΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ. Η απάντηση ότι ο λαός δεν αντέδρασε γιατί πίστευε στο κόμμα μάλλον συγκαλύπτει την αλήθεια. Η αλήθεια είναι ότι αυτός ο λαός που μάτωσε - ενθουσιάστηκε πραγματοποίησε ο ίδιος στο προσκήνιο την επανάσταση την υποστήριξε με 20 εκατομ. νεκρούς στον αντιφασιστικό πόλεμο, αυτός ο λαός βρέθηκε αποξενωμένος, φοβισμένος, απογοητευμένος, αδιάφορος μπροστά στο οικοδόμημά του που κατέρρεε - ξένο πια - και στην αντεπανάσταση που εφορμούσε βάζοντας τέρμα σε μια επική πορεία του ανθρώπου, μόνο με μια υπογραφή. ΚΑΙ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ. Αναφορικά με τον κόκκινο στρατό η απάντηση μοιάζει απλή. Ο ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ήταν σπλάχνο της Σ.Ο. Η ηγεσία του ήταν κορυφαίοι κομματικοί και κρατικοί παράγοντες. Μοιραία ακολούθησε την εξολοκλήρου - ταυτόσημη πορεία του Σ.Ο. Το θέμα μάλλον θα πρέπει να απασχολήσει την ΚΕ και το Κόμμα.

Τελευταίο ερώτημα: Τι εννοεί το τελευταίο σημείο της θέσης 3 για την οργάνωση της επαναστατικής αντίδρασης της εργατικής τάξης; Δεν θα πιάνονταν αυτόχρημα, στο όνομα του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού ως φράξια ή προδότες; Ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι υπήρχαν συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις;


Αλέκος Τομαράς

Θέσεις για το σοσιαλισμό

Θα προσπαθήσουμε να δείξουμε, μέσα στα όρια του περιορισμένου χώρου, ότι η μεθοδολογία που ακολούθησε η ΚΕ είναι, όχι μόνο προβληματική και ανεπαρκής αλλά και ανίκανη να αναλύσει τα προβλήματα της ιστορικής διαδρομής της μετεπαναστατικής Ρωσίας και της ΕΣΣΔ, βασίζεται σε σχηματοποιήσεις που παραβλέπουν σημαντικά και παραδεδεγμένα ιστορικά δεδομένα ή γίνεται μία επιλεκτική χρήση αυτών. Το έργο της κριτικής είναι δύσκολο, διότι το κείμενο δεν παρέχει μία συνεκτική και σαφή δομή της επιχειρηματολογίας του. Αντίθετα, σε πολλά σημεία συγχέεται το μεγάλο με το μικρό, το γενικό με το ειδικό, παρέχονται λεπτομέρειες των οποίων η αξία για την κατανόηση των επιχειρημάτων είναι αμφίβολη (για παράδειγμα ότι «ο Μολότοφ τάχθηκε κατά της επέκτασης στα παρθένα και χέρσα εδάφη» [sic]), παρατίθεται σε μια - δύο σελίδες ένα ποτ-πουρί των οικονομικών μέτρων στρατηγικής σημασίας που πήρε ένα τεράστιο κράτος όπως η ΕΣΣΔ σε μία περίοδο 35 ετών (χωρίς να έχει εμφανιστεί ποτέ πριν στα κομματικά έντυπα μία σχετική εμπεριστατωμένη και λεπτομερής ανάλυση) και με βάση το οποίο ο αναγνώστης, υποτίθεται ότι, πρέπει να οδηγηθεί στα συμπεράσματα του κειμένου περί των αιτιών της καπιταλιστικής παλινόρθωσης...

Τα κυριότερα προβλήματα των θέσεων είναι:

α) Γίνεται εξαρχής αποδεκτή και μη συζητήσιμη η άποψη ότι στην ΕΣΣΔ οικοδομούνταν ο σοσιαλισμός και ότι η καπιταλιστική παλινόρθωση ήταν αποτέλεσμα ανατροπής. Ουσιαστικά πρόκειται για βασικές προτάσεις των οποίων η αλήθεια θα έπρεπε να δειχτεί και όχι να τεθεί αξιωματικά! Δεδομένου ότι οι αυτουργοί των γεγονότων 1989-91 προέρχονταν εξ ολοκλήρου από τα ηγετικά στρώματα του ΚΚΣΕ και του κρατικού μηχανισμού, ο όρος ανατροπή δεν είναι ταιριαστός και φέρνει αμηχανία. Είναι φανερό ότι η ανατροπή προϋποθέτει ένα εξωτερικό αίτιο ως προς το σώμα που ανατρέπεται... Οι λεγόμενες «συνεπείς δυνάμεις» του ΚΚΣΕ για τις οποίες γίνεται λόγος στο κείμενο δεν κατονομάζονται ούτε ορίζονται, πολύ περισσότερο που η παρουσία τους δε διαπιστώθηκε στην πράξη! Δε γίνεται καμία σοβαρή προσπάθεια να εξηγηθεί η παντελής έλλειψη λαϊκής, εργατικής αντίδρασης στην αντεπαναστατική διαδικασία της υποτιθέμενης ανατροπής. Οι αναφορές περί προδοσίας λίγη χρηστική αξία έχουν στη μελέτη του ιστορικού φαινομένου (αν δε συσκοτίζουν) όταν η μελέτη γίνεται με τη μαρξιστική μέθοδο.

β) Χρησιμοποιείται ο όρος της «σοσιαλιστικής συσσώρευσης» όταν γίνεται αναφορά στην εκβιομηχάνιση της ΕΣΣΔ. Ο όρος αυτός θα ήταν δόκιμος στην περίπτωση που η μετεπαναστατική Ρωσία είχε κληρονομήσει ένα προχωρημένο στάδιο καπιταλιστικής ανάπτυξης, το οποίο θα συνίστατο στην ύπαρξη εκτεταμένης βιομηχανίας, σε πλήρη ανάπτυξη της πόλης, διαμορφωμένη υψηλής ειδίκευσης εργατική δύναμη, μαζική εκπαίδευση κλπ. Είναι, ωστόσο, γνωστό ότι η περίπτωση της Ρωσίας του 1917 ήταν εντελώς διαφορετική, αφού είχε ανάγκη εξηλεκτρισμού (!) και βασικής βιομηχανίας. Επιπλέον, η ιστορική μελέτη πρέπει να είναι πολύ προσεχτική με τα στοιχεία που χρησιμοποιεί και ιδιαίτερα επιφυλακτική στην επιλογή των πηγών. Ας μας επιτραπεί το ερώτημα: τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, πώς θα κρίνονταν τα ενδεχόμενα συμπεράσματα γύρω από τη γέννηση και την ανάπτυξη του νεοελληνικού έθνους - κράτους κατά το 19ο αιώνα βασισμένα κατά κόρον στην ιστορία του ελληνικού έθνους του Κ. Παπαρρηγόπουλου;

γ) Στις Θέσεις υπάρχει ο ισχυρισμός ότι το αφετηριακό σημείο της αργής καπιταλιστικής παλινόρθωσης αποτελεί το 20ό Συνέδριο. Δεδομένου ότι, σύμφωνα με το κείμενο πάλι, η εποχή της σταλινικής ηγεσίας χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη και τη σφυρηλάτηση των σοσιαλιστικών δομών, δύο τινά είναι δυνατά: είτε οι Θέσεις ακυρώνουν ένα βασικό θεώρημα του ιστορικού υλισμού, σύμφωνα με το οποίο οι κυρίαρχες ιδέες και οι νόμοι αποτελούν την αποκρυσταλλωμένη έκφραση των βασικών αλληλεπιδράσεων των υλικών δυνάμεων μίας ιστορικής εποχής και είναι αποτέλεσμα και όχι η αιτία τους, είτε κάποιος από τους δύο προαναφερθέντες ισχυρισμούς είναι εσφαλμένος. Μια «λεπτομέρεια»: το αναποδογύρισμα των συσχετισμών στα ηγετικά κλιμάκια του κόμματος είναι, πλέον, γνωστό ότι συνάπτεται με τη μαζική πολιτική εκκαθάριση μέρους της σταλινικής ηγεσίας αλλά και με τη φυσική εξόντωση κάποιων άλλων... Η ιστορική μελέτη, απ' όσο είναι γνωστό, δεν αποδίδει κανένα ρόλο στο λαϊκό παράγοντα σε σχέση με αυτές τις όχι τόσο «κοινότοπες» πολιτικές εξελίξεις στην πορεία ενός κράτους. Αραγε, αυτό δε φαίνεται παράξενο στους συντάκτες των Θέσεων;

Γίνεται αντιληπτό ότι η μεθοδολογία που ακολούθησαν οι συντάκτες των Θέσεων οδηγεί σε λογικές αντιφάσεις, δεν εξηγεί πολλά ιστορικά δεδομένα, τα οποία δυστυχώς, είναι «ξεροκέφαλα», όπως συνήθιζε να λέει ο Λένιν.

Είναι επιτακτικό να ξεκινήσει μία συστηματική και συνεπής με τα ιστορικά δεδομένα ανάλυση, αξιολόγηση και μελέτη της πορείας της μετεπαναστατικής Ρωσίας (μακριά από τις θριαμβικές σχηματοποιήσεις της «επίσημης» απόδοσης της ιστορίας) που να λαμβάνει υπόψη τις ιδιαίτερες αντικειμενικές δυσκολίες στην προσπάθεια να εξηγήσει και όχι, απαραίτητα, να δικαιολογήσει. Σε μια τέτοια κατεύθυνση, και πολύ επιγραμματικά, πρέπει να μελετηθούν:

-- Η δομή λειτουργίας του εργοστασίου: με σκοπό την αντιμετώπιση της πλήρους αποδιοργάνωσης της παραγωγής λόγω των δεινών του εμφυλίου πολέμου βασίστηκε στην «ενός ανδρός αρχή» με παράλληλη κατάργηση του ρόλου των εργατικών επιτροπών (βλ. IX (1920) και XI (1922) συνέδριο των μπολσεβίκων καθώς και V συνέδριο των συνδικάτων (1922) όπου γίνεται αποδεκτή η απόλυτη εξουσία του διευθυντή στο εργοστάσιο). Στα επόμενα χρόνια η διεύθυνση αναλαμβάνεται από την «τρόικα», δηλ. το διευθυντή, το γραμματέα της κομματικής οργάνωσης και τον πρόεδρο του συνδικάτου. Βασική και εκτεταμένη πρακτική είναι η ανάθεση των θέσεων διεύθυνσης και διαχείρισης. Οσον αφορά το επίπεδο της εργατικής δημοκρατίας, το παράδειγμα είναι χαρακτηριστικό: το IX πανσοβιετικό συνέδριο των συνδικάτων συνέρχεται το 1932, το επόμενο, Χ συνέδριο, συνήλθε 17 χρόνια μετά, το 1949.

-- Η πολιτική μισθών και οι πολιτικές διαμάχες γύρω από αυτό το ζήτημα κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1920 και 1930. Είναι αναγκαίο να μελετηθούν οι συνέπειες του τεράστιου ανοίγματος της «ψαλίδας» των μισθών μεταξύ ανειδίκευτης και ειδικευμένης εργατικής δύναμης, μεταξύ των θέσεων διεύθυνσης (στα συνδικάτα, στο κράτος και στο κόμμα) και των δυνάμεων της παραγωγικής εργασίας, καθώς και το πολύπλοκο σύστημα μικρών ή μεγάλων προνομίων το οποίο εκφραζόταν είτε σε αγαθά και υπηρεσίες, είτε και σε χρήμα (έπειτα από το 1934 και τη σταθεροποίηση του ρουβλιού). Επίσης, πρέπει να αξιολογηθεί η τεράστια διάδοση του συστήματος της πληρωμής με το κομμάτι (απόφαση του 7/1931).

-- Η ιστορία της πολιτικής διαμάχης τόσο μεταξύ του κόμματος των μπολσεβίκων και των άλλων οριζόμενων ως μη αστικών σχηματισμών και κομμάτων καθώς και οι διαμάχες μέσα στους κόλπους του κόμματος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1920. Επιπλέον, να τεθεί σε αξιολόγηση η επιλογή για μονοκομματική διακυβέρνηση μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου, τόσο στις κρατικές υποθέσεις, όσο και στη διεύθυνση των συνδικάτων (από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1920 κι έπειτα).

-- Να γίνει μία τίμια αξιολόγηση της πολιτικής καταπίεσης και εκκαθάρισης (πολιτικής και «φυσικής») στις γραμμές του κόμματος και στα συνδικάτα που οδήγησε στον αφανισμό ενός μεγάλου μέρους της επαναστατικής γενιάς. Επίσης, να αξιολογηθούν οι συνέπειες στην πολιτική κουλτούρα του σοβιετικού λαού. Για παράδειγμα, πώς πρέπει να αξιολογηθεί το γεγονός ότι στα μέσα της δεκαετίας του 1930, ινστιτούτα, εργοστάσια, πόλεις βαπτίζονταν με το όνομα των μελών του ΠΓ;

-- Να προχωρήσει η διεξοδική μελέτη της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής εξέλιξης στην ΕΣΣΔ, των θεσμών και της λειτουργίας τους, του ρόλου της κομματικής και κρατικής γραφειοκρατίας ως το καλούπι της (βραδέως) εκκολαπτόμενης νέας αστικής τάξης.

Σε κάθε περίπτωση, αν ο γιατρός ενδείκνυται να είναι ευγενικός και λεπτός στους χειρισμούς του όταν εξετάζει τον ασθενή, αντίθετα, η στάση του γιατρού - ανατόμου είναι, εκ των πραγμάτων, διαφορετική. Αυτός έχει την πολυτέλεια να κάνει χρήση όλων των μέσων για να μάθει τα αίτια του θανάτου, αλλά και χρέος.


Πέτρος Δημόπουλος
Φυσικός

Για το πρώτο θέμα

Σύντροφοι

Στην ενενηντάχρονη ιστορία του ΚΚΕ άλλο ένα συνέδριο - 18ο. Κρίσιμο. Οπως όλα τα συνέδρια που έγιναν. Οπως και αυτά που θα γίνουν στο μέλλον. Θέσεις της ΚΕ που σωστά εκτιμούν το τι συμβαίνει και το τι πρέπει να γίνει. Κι ένας προσυνεδριακός διάλογος που ήρθε να φωτίσει επιπλέον μια σειρά από πτυχές της πολιτικής μας.

Μετά την επεξεργασία της πολιτικής, το κέντρο βάρους μεταφέρεται στην επιλογή των καθοδηγητών, στην ακριβή οργάνωση της δράσης των μελών, στην επεξεργασία συγκεκριμένων μέτρων ικανών να εξασφαλίσουν την καλή λειτουργία του Κόμματος και του κινήματος.

Το Κόμμα μπορεί να μπει επικεφαλής της δημιουργικής δράσης του κινήματος και των λαϊκών μαζών, μόνο όταν και στις δικές του γραμμές υπάρχει η δημιουργική δράση. Και δημιουργική δράση του κομμουνιστικού κόμματος, σύντροφοι, δεν είναι η αυτούσια μεταφορά των αποφάσεων των «παραπάνω» οργάνων προς τα κάτω. Απ' το συνέδριο και την ΚΕ ως την ΚΟΒ, απαιτείται επεξεργασία, πλάτεμα και τέλος «εξειδίκευση στον κάθε χώρο».

Η κίνηση προς τα μπρος, θέλουμε δε θέλουμε, είναι πάλη αντιθέσεων. Το ίδιο ισχύει και για τις γραμμές του κόμματος της εργατικής τάξης. Αντιπαράθεση απόψεων, αποφάσεις υποχρεωτικές για όλους. Ομως αν «η καθοδήγηση» την αντιπαράθεση απόψεων τη θεωρεί εχθρική στάση, πολλές φορές λόγω της ιδεολογικής και πολιτικής της ανεπάρκειας και αυτό συμβαίνει πολλά χρόνια τώρα, καταντάμε την ΚΟΒ ένα «μη ζων κύτταρο». Ετσι δε μεταφέρεται στην οργάνωση η πολλαπλότητα των προβλημάτων του χώρου που καθοδηγεί και ο κάθε σύντροφος επαφίεται στο να ψηφίσει ό,τι έρχεται από πάνω, να αφισοκολλήσει, να κάνει οικονομική δουλειά και ίσως κι όλες τις άλλες πραχτικές δουλειές.

Οσο για τα στελέχη πολλές φορές επαναπαυμένα, νιώθουν και μεταφέρουν και στο μέλος τον πειρασμό να χρησιμοποιούν μεθόδους δουλειάς που ίσχυαν χτες και προχτές μα είναι φανερό ότι πρέπει να αντικατασταθούν με νέες, πιο πρωτοπόρες.

Ποιος θα το κάνει αυτό, σύντροφοι; Είναι όρος ύπαρξης και ανάπτυξης ενός επαναστατικού κόμματος. Αλλο τυφλή πειθαρχία και άλλο συνειδητή πειθαρχία. Πώς μ' αυτό τον τρόπο δράσης θα έρθει ο επιθυμητός δεσμός με τις μάζες; Καθοδηγώ τις μάζες δε σημαίνει ότι τις διδάσκω διαρκώς. Πρέπει να συμμετέχουμε στη λύση των καθημερινών ζητημάτων και φωτίζοντάς τα με τις μαρξιστικές θέσεις, να προσπαθούμε να κατακτάμε τον καθοδηγητικό ρόλο με την ενεργητικότητα και την ιδεολογική μας επιρροή.

Μπορούμε να καθοδηγούμε τις μάζες μόνο όταν υπολογίζουμε το επίπεδο της συνείδησής τους και την πείρα τους, όταν δεν αποσπόμαστε απ' την πραγματικότητα και δεν προτρέχουμε. Σε αντίθετη περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος να βρεθούμε στη θλιβερή θέση της πρωτοπορίας που έχει χάσει το δεσμό με τις βασικές δυνάμεις που έμειναν πίσω της. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι εξισωνόμαστε με την καθυστέρηση της μάζας. Το μαρξιστικό - λενινιστικό κόμμα τίποτε δεν επινοεί, ακολουθεί τη ζωή και τους επιστημονικούς νόμους ανάπτυξης της κοινωνίας, πηγαίνει όμως μπροστά απ' το αυθόρμητο κίνημα, του δείχνει το δρόμο, γιατί μπορεί έγκαιρα να προτείνει λύσεις για τα προβλήματα που συγκινούν το λαό.

Ο Λένιν έλεγε ότι η πολιτική δεν είναι μόνο επιστήμη, αλλά και τέχνη. Αυτό σημαίνει ότι η πολιτική καθοδήγηση απαιτεί όχι μόνο σωστή γραμμή, επιστημονικά αξιόπιστη ανάλυση της κατάστασης και επεξεργασία, αλλά και μεγάλη ικανότητα, μαστοριά, πραγματική τέχνη στην εφαρμογή τους και στο πέρασμά τους στις μάζες. Χωρίς αυτή την τέχνη σε τίποτα δε θα ωφελήσει ακόμα και η πιο καλή πολιτική γραμμή.

Μπορούμε σωστά και καθορίζουμε τον κύριο σκοπό και τον κύριο εχθρό μας. Σε τι ωφελεί όμως αν δεν μπορούμε να οργανώσουμε - σύμφωνα με τις απαιτήσεις των καιρών - τον αγώνα γι' αυτό το σκοπό και εναντίον του εχθρού που σωστά έχουμε εντοπίσει και καθορίσει;

Μπορούμε σωστά να καθορίσουμε τους συμμάχους της εργατικής τάξης. Τι κερδίζουμε όμως αν δεν μπορούμε να τους τραβήξουμε με το μέρος μας, να τους οργανώσουμε και να δυναμώσουμε τον αγώνα τους;

«Ποτέ τα εκατομμύρια των ανθρώπων δε θα ακούσουν τις συμβουλές του Κόμματος, έλεγε ο Λένιν, αν αυτές δεν πειστούν από αυτό που τους διδάσκει η πείρα της ίδιας τους της ζωής». Και σήμερα, που η πείρα της ίδιας της ζωής των μαζών, τους διδάσκει ότι οι κομμουνιστές επαληθεύονται, το ΚΚΕ επαληθεύεται, είναι κρίμα να μένουμε πίσω.

Και δε φταίει μόνο «ο υποκειμενικός παράγοντας» της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, αλλά και ο «δικός μας υποκειμενικός παράγοντας», που μπορεί να μας οδηγήσει, όπως ξανάλεγε ο Λένιν, σε «πολιτική επαναστατικής αναποτελεσματικότητας και απραξίας».

Και για να μην περάσει μια ατμόσφαιρα μηδενισμού ή επαναστατικής απαισιοδοξίας υπάρχουν τα περιθώρια. Περάσαμε σαν κόμμα συμπληγάδες, βγήκαμε όρθιοι. Οχι αλώβητοι. Ας σκύψουμε λίγο περισσότερο στο μέλος του Κόμματος, με τις ιδιαιτερότητές του. Ας αξιοποιήσουμε τις ιδιαίτερες κλίσεις του. Ας το κάνουμε πιο δημιουργικό για να μπορεί να προσφέρει από καλύτερες θέσεις τις υπηρεσίες του στην υπόθεση της εργατικής τάξης. Αυτό σημαίνει ότι και η στελεχική δουλειά θα γίνει πιο υπεύθυνη και όχι «το 'πε το Κόμμα». Γιατί το Κόμμα είμαστε όλοι μας.

Και μερικές σκόρπιες σκέψεις.

1. Πολύ μελάνι χύθηκε στον προσυνεδριακό διάλογο για το γράμμα του Γιώργου Ρούσση. Αν και διαφωνώ κάθετα με τις απόψεις του, να η εφαρμογή της διαλεχτικής στην πράξη. Απ' αφορμή αυτό το γράμμα, φωτίστηκαν πάρα πολλά σημεία γύρω απ' τον Στάλιν και τον Χρουστσόφ, γύρω απ' την πορεία σε οπορτουνιστική κατεύθυνση του ΚΚΣΕ μέχρι τη νομοτελειακή διάλυσή του.

2. Επίσης αρκετά συζητήθηκε το ζήτημα «κομμουνισμός σε μια και μόνη χώρα». Ας μη σπαταλάμε άλλο μελάνι. Προϋπόθεση της κομμουνιστικής κοινωνίας είναι η κατάργηση του κράτους και όσο θα υπάρχει ιμπεριαλιστικός περίγυρος αυτό είναι αδύνατο.


Γιαννείος Προκόπης
ΚΟΒ Π. Φαλήρου

Τέσσερα βασικά ζητήματα για το σοσιαλισμό

Το συνέδριο του ΚΚΕ είναι ένα σπουδαίο γεγονός για την εργατική τάξη και για κάθε κομμουνιστή. Πολύ σωστά στο συνέδριο τίθεται για συζήτηση το ζήτημα του σοσιαλισμού. Ο σοσιαλισμός είναι ο μόνος δρόμος για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Ωστόσο, το κείμενο «Θέσεις για το σοσιαλισμό» που προτείνει η ΚΕ είναι ένα λαθεμένο κείμενο από μαρξιστική σκοπιά. Θα θίξω εδώ τέσσερα από τα πιο βασικά λάθη.

1ο. Ο ισχυρισμός ότι στην ΕΣΣΔ και στα όμοια με αυτή καθεστώτα που προέκυψαν μετά τον πόλεμο υπήρχε ένα «διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα» (Α1). Το κείμενο μάλιστα υποστηρίζει ότι στην EΣΣΔ η νίκη του σοσιαλισμού ολοκληρώθηκε «περίπου στα μέσα της δεκαετίας του 1930» (Β4). Ομως, το ίδιο το γεγονός της καπιταλιστικής παλινόρθωσης σε αυτές τις χώρες διέψευσε τη θέση του κειμένου. Ενα διαμορφωμένο σοσιαλιστικό σύστημα είναι αδύνατο να αναπτύσσει στο εσωτερικό του κοινωνικές δυνάμεις ικανές να το οδηγήσουν στην ανατροπή 60 χρόνια μετά από τη νίκη του. Η θέση που αναπτύσσεται στο κείμενο ότι «Στο σοσιαλισμό υπάρχει αντικειμενική βάση που εμπεριέχει τη δυνατότητα, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κοινωνικές δυνάμεις να λειτουργήσουν ως δυνάμει φορείς των εκμεταλλευτικών σχέσεων, όπως συνέβη τη δεκαετία του 1980 στην EΣΣΔ» (ενότητα Β5) είναι λαθεμένη. Στο σοσιαλισμό σύμφωνα με τον Λένιν «η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο θα είναι πια αδύνατη γιατί θα είναι αδύνατο να κρατηθούν ως ατομική ιδιοκτησία τα μέσα παραγωγής, τα εργοστάσια, οι μηχανές, τα χωράφια κτλ.» (Λένιν: «Κράτος και Επανάσταση», Σύγχρονη Εποχή σελ. 112). Γιατί εκεί αρχίζει «η γοργή, η αληθινή, η πραγματική μαζική κίνηση προς τα μπρος σε όλους τους τομείς της κοινωνικής και ατομικής ζωής» (στο ίδιο σελ. 119). Αυτό σημαίνει ότι μετά την ολοκλήρωση της νίκης του σοσιαλισμού είναι αδύνατο να υπάρξει κάποιου είδους «αντικειμενική βάση» ώστε να αρχίσει η κίνηση προς τα πίσω, δηλαδή προς την καπιταλιστική παλινόρθωση. Η ύπαρξη οποιασδήποτε τέτοιας «αντικειμενικής βάσης» είναι απόδειξη ότι η νίκη του σοσιαλισμού δεν έχει ολοκληρωθεί.

2ο. Η άποψη ότι το καθεστώς της ΕΣΣΔ μπορεί να οριστεί απλά σαν «η δικτατορία του προλεταριάτου, η επαναστατική εργατική εξουσία» (Α1). Η ζωντανή ιστορική εμπειρία έδειξε ότι η ΕΣΣΔ της περιόδου μετά τον Λένιν, καθώς και τα καθεστώτα που οικοδομήθηκαν μεταπολεμικά σε διάφορες χώρες κατ' εικόνα και ομοίωσή της, δεν ήταν υγιείς προλεταριακές δικτατορίες, αλλά γραφειοκρατικά παραμορφωμένα προλεταριακά κράτη. Στο «Κράτος και Επανάσταση» (Σύγχρονη Εποχή, σελ.131) ο Λένιν συνόψισε τις αρχές λειτουργίας μιας υγιούς δικτατορίας του προλεταριάτου στα εξής: 1) Εκλογή και ανακλητότητα σε όλα τα αξιώματα. 2) Αμοιβή των αξιωματούχων στο ύψος εκείνης ενός ειδικευμένου εργάτη. 3) Αμεση μετάβαση σ' ένα καθεστώς όπου όλοι θα εκπληρώνουν τις λειτουργίες του ελέγχου και της εποπτείας, έτσι που όλοι θα μπορούν για μια περίοδο να γίνουν «γραφειοκράτες» και επομένως κανείς δε θα μπορεί να γίνει γραφειοκράτης. Τον καιρό του Λένιν οι Μπολσεβίκοι, παρά την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τις τρομερές αντιξοότητες και στερήσεις, ακολουθούσαν αυστηρά τους κανόνες της εργατικής δημοκρατίας. Η εργατική τάξη απολάμβανε δημοκρατικά δικαιώματα. Το 1919 μάλιστα το πρόγραμμα του κόμματος προέβλεπε πως «όλοι οι εργαζόμενοι χωρίς εξαίρεση πρέπει να ενθαρρύνονται να παίρνουν μέρος στη δουλειά της κρατικής διοίκησης» («Λένιν και Τρότσκι: Τι πραγματικά υποστήριζαν» - Τεντ Γκραντ - Αλαν Γουντς σελ. 34, εκδόσεις «Μαρξιστική Φωνή»). Στην ΕΣΣΔ της περιόδου μετά τον Λένιν όμως, κανένας από τους 3 όρους δεν τηρήθηκε. Οι κρατικοί αξιωματούχοι ήταν μόνιμοι και προνομιούχοι, το προλεταριάτο δεν τους έλεγχε, ούτε μπορούσε να τους ανακαλέσει. Αντίθετα από τις ιδέες που ανέπτυσσε ο Λένιν στο «Κράτος κι επανάσταση» για την απονέκρωση του εργατικού κράτους, στην ΕΣΣΔ το κράτος γινόταν όλο και πιο ισχυρό και ανεξέλεγκτο από τις μάζες.

3ο. Η ασάφεια και αποσπασματικότητα της απόπειρας εξήγησης της καπιταλιστικής παλινόρθωσης, που αφήνει στο απυρόβλητο την ίδια τη γραφειοκρατία. Στο κείμενο διαβάζουμε σχετικά με την υλική - κοινωνική βάση της αντεπανάστασης: «Tο λεγόμενο "σκιώδες κεφάλαιο", αποτέλεσμα όχι μόνο του επιχειρησιακού κέρδους, αλλά και της "μαύρης" αγοράς ... επιδίωκε ... την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής, την παλινόρθωση του καπιταλισμού. Oι κάτοχοί του αποτέλεσαν την κινητήρια κοινωνική δύναμη της αντεπανάστασης. Αξιοποίησαν τη θέση τους στον κρατικό και κομματικό μηχανισμό, τη στήριξη τμημάτων του πληθυσμού που ήταν ευάλωτα στην επίδραση της αστικής ιδεολογίας και σε ταλαντεύσεις. Αυτές οι δυνάμεις, άμεσα ή έμμεσα, επέδρασαν στο Kόμμα, ενισχύοντας την οπορτουνιστική διάβρωση και τον αντεπαναστατικό εκφυλισμό που εκφράστηκε με την πολιτική της "περεστρόικα" και διεκδίκησε τη θεσμική κατοχύρωση των καπιταλιστικών σχέσεων. Αυτό επιτεύχθηκε μετά την περεστρόικα, με την ανατροπή». Αυτή η «εξήγηση» δεν μας δείχνει ούτε τα αίτια που γέννησαν αυτές τις «δυνάμεις» παρότι υποτίθεται είχε νικήσει ο σοσιαλισμός, ούτε το γιατί μετά από τόσες δεκαετίες οικοδόμησης του σοσιαλισμού υπήρχαν τμήματα του πληθυσμού τόσο «ευάλωτα» ώστε να τις ακολουθήσουν, ούτε και το γιατί από τη στιγμή που υπήρχε μια γνήσια δικτατορία του προλεταριάτου αυτό δεν βρήκε τον τρόπο μέσα από τους θεσμούς του να τις εμποδίσει.

Ποια είναι όμως η μαρξιστική εξήγηση της καπιταλιστικής παλινόρθωσης; Ας τη δούμε συνοπτικά. Μετά το θάνατο του Λένιν η ΕΣΣΔ γνώρισε μια διαδικασία γραφειοκρατικού εκφυλισμού. Η κύρια αιτία ήταν η απομόνωση της επανάστασης μέσα στα όρια μιας καθυστερημένης χώρας. Σε αυτές τις συνθήκες οι κρατικοί αξιωματούχοι σταδιακά μετατράπηκαν σε μια προνομιούχα κάστα που είχε συμφέρον να απαλλαγεί από τον δημοκρατικό έλεγχο της εργατικής τάξης. Γι' αυτό επέβαλε την ουσιαστική κατάργηση των σοβιέτ και κάθε άλλου μέσου δημοκρατικού ελέγχου της πολιτικής και οικονομικής ζωής από την ίδια την εργατική τάξη. Ειδικά το ανώτερο στρώμα της γραφειοκρατίας ζούσε στην πολυτέλεια. Είχαν τα δικά τους πολυτελή διαμερίσματα, αυτοκίνητα με σοφέρ, ειδικά μαγαζιά και κλινικές, απολάμβαναν έναν τρόπο ζωής πιο κοντά στους δυτικούς εκατομμυριούχους παρά στις σοβιετικές μάζες. Οι μεταρρυθμίσεις «από τα πάνω», τόσο στην περίοδο Χρουστσόφ, όσο και στην περίοδο Γκορμπατσόφ, αποτελούσαν απόπειρες επιμέρους χαλάρωσης του γραφειοκρατικού πλαισίου λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας, με σκοπό να διασωθούν τα βασικά προνόμια και η ίδια η θέση της γραφειοκρατίας. Η απουσία ελέγχου από τις εργατικές μάζες επέτεινε διαρκώς τα φαινόμενα διαφθοράς, κακοδιαχείρισης και κακής ποιότητας των παραγόμενων αγαθών. Τα πλεονεκτήματα του οικονομικού σχεδίου ακυρώθηκαν από την απουσία της εργατικής δημοκρατίας και αυτό από τη δεκαετία του 1970 και μετά εκφράστηκε στην επιβράδυνση της οικονομίας. Η γραφειοκρατικά παραμορφωμένη ΕΣΣΔ έπαψε να αναπτύσσει τις παραγωγικές δυνάμεις. Αυτό που της έδωσε τη χαριστική βολή ήταν η ίδια η γραφειοκρατία κι όχι κάποιες «δυνάμεις» χωρίς κοινωνική ταυτότητα. Οι κρατικοί και κομματικοί μανδαρίνοι που ορκίζονταν στο όνομα του «λενινισμού» με ένα σάλτο πέρασαν στην άλλη όχθη, για να μετατρέψουν τους εαυτούς τους σε καπιταλιστές.

4ο. Η αντίληψη περί οικοδόμησης του σοσιαλισμού στα όρια μιας χώρας. Σε ολόκληρο το κείμενο και ειδικότερα στην ενότητα 4 που αναφέρεται στον εμπλουτισμό της προγραμματικής άποψης του κόμματος για το σοσιαλισμό, κυριαρχεί η λογική μιας οικοδόμησης του σοσιαλισμού κατά χώρα. Αντίθετα, αυτό που πρέπει να τονιστεί είναι ότι μια από τις αιτίες που οδήγησαν τα παραμορφωμένα εργατικά κράτη στην καπιταλιστική παλινόρθωση ήταν η απροθυμία των ηγεσιών τους - στο βωμό των «εθνικών δρόμων» για το σοσιαλισμό - να κινηθούν προς τη δημιουργία μιας ενιαίας διεθνούς επικράτειας σοσιαλιστικού σχεδιασμού της οικονομίας, που μεταπολεμικά θα μπορούσε να καταλαμβάνει ένα πολύ μεγάλο τμήμα του πλανήτη (ΕΣΣΔ, Κίνα, Ανατολική Ευρώπη, κλπ.) και να γίνει πεδίο μιας τεράστιας ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων διά της συνένωσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών όλων των επιμέρους προλεταριακών κρατών.

Καλή επιτυχία στο συνέδριο

Με συντροφική εκτίμηση


Σταμάτης Καραγιαννόπουλος
συντακτική επιτροπή της εφημερίδας «Μαρξιστική Φωνή»

Σοσιαλισμός και κομμουνισμός

Δε θα επαναλάβω όσα έχουν γραφεί για το σοσιαλισμό, «ανώριμο και ατελές στάδιο του κομμουνισμού». Εχει μια σημασία να ανιχνεύσουμε τη διαλεκτική σχέση σοσιαλισμού και κομμουνισμού σαν ενιαίο στάδιο της κοινωνικής εξέλιξης.

Αν η επανάσταση είναι η «έφοδος» των μαζών «προς τον ουρανό», ο σοσιαλισμός είναι η κρίσιμη εκείνη ταχύτητα που θα τις θέσει στην τροχιά του κομμουνισμού.

Με την επανάσταση η εξουσία απλά αλλάζει χέρια, με το σοσιαλισμό η κοινωνία «τροχοδρομεί», για να απογειωθεί προς την επόμενη βαθμίδα της κοινωνικής εξέλιξης, τον κομμουνισμό.

Την ιστορία τη γραφεί η κίνηση των λαϊκών μαζών, η ταξική πάλη. Ομως, από την επανάσταση και μετά η ιστορία γράφεται με τις μάζες στο προσκήνιο, ενώ μέχρι τότε η κινητήρια δύναμη της ιστορίας ήταν κρυμμένη στο παρασκήνιο.

Αυτό που δίνει τη δυνατότητα στις μάζες να γίνουν, για πρώτη φορά, οι πρωταγωνιστές της ιστορίας είναι η, διαρκώς συσσωρευόμενη στη διάρκεια της ανθρώπινης ανέλιξης, γνώση. Που τους δίνει τη ρεαλιστική προοπτική να γίνουν ικανές να αυτοκυβερνηθούν, χωρίς την ανάγκη των επαγγελματιών της εξουσίας. Που έχει συσσωρευτεί πια σε τέτοιες ποσότητες, που είναι αδύνατον να παραμείνει προνόμιο των εκμεταλλευτριών τάξεων. Που αντικειμενικά κοινωνικοποιείται, όσες προσπάθειες και να κάνει η αστική τάξη να τη φρενάρει. Η μοναδική διέξοδος που έχει, είναι να την εμπορευματοποιήσει με τον ίδιο τρόπο που «ο καπιταλιστής είναι πρόθυμος να σου πουλήσει το σχοινί που θα τον κρεμάσεις».

Δεν υποτιμώ τη σημασία της ωρίμανσης των άλλων υλικών προϋποθέσεων. Μόνο που οι υλικές προϋποθέσεις εξελίσσονται παράλληλα σαν παράγωγο η μια της άλλης. Η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων δεν έχει κανένα περιεχόμενο χωρίς την αλματώδη συσσώρευση της γνώσης, που με τη σειρά της εξαρτάται από την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Στο κάτω - κάτω της γραφής, η γνώση είναι αναπόσπαστο τμήμα των παραγωγικών δυνάμεων*. Επειτα για τις παραγωγικές δυνάμεις έχουν ειπωθεί αρκετά και επαρκή.

Ο κομμουνισμός ξεκινάει με τη δικτατορία του προλεταριάτου - δε λύνεται διαφορετικά ο γόρδιος δεσμός της κοινωνικής εξέλιξης - και καταλήγει στην πλήρη και οριστική εξαφάνιση του κράτους και κάθε θεσμού βίας και καταναγκασμού πάνω στη ζωή των ανθρώπων. Ταυτόχρονα «μαραζώνουν» οι τάξεις και τα κόμματα. Η εξουσία χάνει κάθε νόημα ύπαρξης, αφού πρώτα μεταβιβαστεί στους άμεσους παραγωγούς, ενώ ήδη έχουν διαμορφωθεί από την ιστορική εξέλιξη οι απαραίτητες προϋποθέσεις, για να την ασκήσουν άμεσα χωρίς καμία διαμεσολάβηση. Από μια άποψη ο σοσιαλισμός είναι ένα εργαστήρι άσκησης της εξουσίας από τις μάζες, με τελικό προορισμό την κατάργησή της. Και αυτά είναι κριτήρια ωρίμανσης του σοσιαλισμού προς τον κομμουνισμό, πέρα και έξω από αντικειμενικές δυσκολίες που, έτσι κι αλλιώς, έχουν προσωρινό χαρακτήρα και δεν είναι αξεπέραστες, όταν αντιμετωπίζονται προς την κατεύθυνση της φυσικής ροής της ιστορίας. Διαφορετικά αυτές - οι δυσκολίες - αποτελούν άλλοθι της αποτυχίας. Πώς φθάσαμε από το σύνθημα «όλη η εξουσία στα Σοβιέτ», στην πασιφανή αδράνεια και αδιαφορία των μαζών απέναντι στην αντεπανάσταση;

Αξία χρήσης έχει κάθε προϊόν της ανθρώπινης δραστηριότητας σε όλα τα κοινωνικά - οικονομικά συστήματα. Αξία δεν έχουν όλα τα προϊόντα, παρά μόνο εκείνα που πωλούνται, που μετατρέπονται σε εμπορεύματα. Ο νόμος της αξίας δρα σε όλα τα συστήματα όπου παράγονται εμπορεύματα. Πήρε την πιο ολοκληρωμένη μορφή του και εξάντλησε τα ιστορικά του όρια στον καπιταλισμό. Κληρονομείται σαν κατάλοιπο στην κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού, το σοσιαλισμό.

Εδώ όμως αρχίζει η σταδιακή απονέκρωση του νόμου της αξίας και η πλήρης κυριαρχία του - αδιατύπωτου με σαφήνεια - νόμου της αξίας χρήσης. Και αυτό είναι κριτήριο για την ωρίμανση του σοσιαλισμού προς τον κομμουνισμό. Στο σοσιαλισμό διεξάγεται μια αδυσώπητη διαπάλη ανάμεσα στην αξία χρήσης που προσπαθεί να επικρατήσει και την αξία που αμύνεται. Η αξία χρήσης προελαύνει με τα αγαθά που διανέμονται κοινωνικά (π.χ. υγεία, παιδεία, υποδομές) - και όχι μόνο - και η αξία αμύνεται ταμπουρωμένη μέσα στα προϊόντα που διανέμονται ή ανταλλάσσονται με βάση το χρόνο εργασίας. Αξία και χρόνος εργασίας είναι πλευρές του ίδιου νομίσματος.

Κανένας δε θα ασχολιόταν με την αξία ενός προϊόντος (εμπορεύματος), αν δεν τον εκβίαζαν οι εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής. Στον κομμουνισμό τα προϊόντα της ανθρώπινης δραστηριότητας είναι απαλλαγμένα από το ζυγό του νόμου της αξίας.

Οσο η αξία επιβιώνει μέσα στο σοσιαλισμό τόσο επιβιώνουν και τα κατάλοιπα των εκμεταλλευτικών σχέσεων σε λανθάνουσα κατάσταση. Ο δρόμος της παλινόρθωσής τους παραμένει ανοιχτός. Και εδώ η γνώση και ο χρόνος είναι κρίσιμα μεγέθη.

Ο σχεδιασμός της παραγωγής είναι σημαντικός παράγοντας της ανάπτυξης του σοσιαλισμού. Ποιος όμως μπορεί να σχεδιάσει τις ανθρώπινες ανάγκες; Μόνο ο ίδιος ο άνθρωπος μπορεί να προσδιορίσει το είδος και την ποιότητα των αναγκών του, με βάση το κατακτημένο επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων. Οι «ειδικοί» είναι εργαλεία άσκησης του σχεδιασμού και όχι οι φορείς του.

Είναι αλήθεια ότι κομμουνισμός σε μια χώρα δεν μπορεί να ολοκληρωθεί. Πάντα η ωρίμανσή του θα εξαρτάται από το διεθνή συσχετισμό δύναμης, από το επίπεδο της ταξικής πάλης παγκόσμια. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει δικαιολογία για πισωγυρίσματα. Οι δυνάμεις που απελευθερώνει ο σοσιαλισμός στην πορεία του προς τον κομμουνισμό είναι τόσο μεγάλες, που επιτρέπουν στις χώρες που νικάει η επανάσταση να βρίσκονται συνεχώς στην οικονομική, ιδεολογική και πολιτική πρωτοπορία. Τα λάθη και οι καθυστερήσεις σε μικρότερο βαθμό οφείλονται στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα. Κύρια έχουν τη ρίζα τους στις εξελίξεις που συντελούνται στο εσωτερικό των σοσιαλιστικών χωρών. Η σοσιαλιστική ανάπτυξη οφείλει να προσεγγίζει τα όρια του συσχετισμού δύναμης. Η ίδια όμως αυτή η ανάπτυξη δημιουργεί νέο ευνοϊκότερο συσχετισμό σε μια διαλεκτική πορεία με κατεύθυνση τον παγκόσμιο κομμουνισμό.

Είναι επίσης αλήθεια ότι η επανάσταση δεν μπορεί να γίνει αυτόματα και ακαριαία - με βάση τον ανθρώπινο χρόνο - σε όλη τη γη. Είναι αντικειμενικά αναγκαία μια περίοδος περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, όπου τα δυο κοινωνικά - οικονομικά συστήματα είναι υποχρεωμένα να συμβιώσουν με ταυτόχρονη όξυνση της αντιπαράθεσης μεταξύ τους. Και οι κομμουνιστές δε φοβούνται την όξυνση της ταξικής πάλης σε παγκόσμιο επίπεδο. Είναι, όμως, απαραίτητη μια νέα Διεθνής των κομμουνιστών, που θα στοιχίζει τις επαναστατικές δυνάμεις σε ενιαία κατεύθυνση. Που θα επιδιώξει την ιδεολογική και πολιτική ενότητα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος.

Η προηγουμένη Διεθνής έληξε άδοξα, κάτω από την πίεση του ιμπεριαλισμού, με μια κίνηση υποταγής της στρατηγικής στην τακτική, αποδυναμωμένη από τις αντιφάσεις της, τις αυταπάτες της και τις αδυναμίες του κομμουνιστικού κινήματος.

Μια σειρά ερωτήματα και μια θέση ακόμα.

Η γνώση, η επιστημονική γενίκευση και η επαναστατική θεωρία ήταν αναμενόμενο να πάρουν εκρηκτική ανάπτυξη σε συνθήκες πολιτικής εξουσίας των άμεσων παραγωγών. Γιατί δεν έχουμε σήμερα στα χέρια μας το καταστάλαγμα μιας τέτοιας διεργασίας; Δεν έφθασε ακόμα σε μας ή δε συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο;

Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ ήταν αναμφίβολα μια ποιοτική στροφή - προς τα πίσω - στην ιστορία της Σοβιετικής Ενωσης. Ποιες ήταν οι ποσοτικές αλλαγές που σημειώθηκαν στα χρόνια που προηγήθηκαν και, σωρευμένες, οδήγησαν σε μια τέτοια εξέλιξη;

Και συνοψίζοντας.

Εχει κάποια πρακτική αξία για τους κομμουνιστές να μιλήσουν σήμερα πιο συγκεκριμένα για τον κομμουνισμό;

Φυσικά και έχει. Πρώτα από όλα δικαιώνεται ο τίτλος μας. Επειτα, αν δεν το κάνουμε, κινδυνεύουμε να χάσουμε το τρένο της πολιτικής πρωτοπορίας.

*Αν σε μια υποθετική παγκόσμια καταστροφή, χάνονταν τα βιβλία και έμεναν ανέπαφες οι μηχανές, η ανθρώπινη ιστορία θα ήταν καταδικασμένη να ξεκινήσει από την αρχή. Οι άνθρωποι δε θα ήξεραν τι να τις κάνουν και θα τις μετέτρεπαν σε είδωλα -αντικείμενα λατρείας, έργα ανώτερων όντων. Αν αντίστροφα καταστρέφονταν οι μηχανές και σώζονταν τα βιβλία, σε σχεδόν ακαριαίο ιστορικό χρόνο, η ανθρωπότητα θα γινόταν ικανή να συνεχίσει την ιστορική εξέλιξη από εκεί που σταμάτησε.

ΥΓ. Φαντάζομαι, είναι κατανοητό από τους συμμετέχοντες στον προσυνεδριακό διάλογο ότι τις θέσεις τις εξέδωσε η Κεντρική Επιτροπή και όχι ο Γ. Ρούσης.


Βασίλης Μαμάης
Αθήνα

Μεγάλο και πρωτόγνωρο ιστορικό πισωγύρισμα

Αν, κατά τον Μαρξ, ο σοσιαλισμός εμφανιζόταν, αρχικά, σε μια ομάδα χωρών από τις πιο προηγμένες στον κόσμο, ας πούμε, στη Γερμανία, στη Βρετανία, στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Αμερική, στον Καναδά, στην Ιαπωνία, σίγουρα δεν θα είχαμε τώρα αυτή τη συζήτηση. Η ιστορία, όμως, σε μιαν άλλη εποχή, είχε άλλη άποψη: ο σοσιαλισμός να εμφανιστεί σε μία μόνη χώρα και όχι απαραίτητα στην πιο προηγμένη. Λοιπόν ποιος έκανε λάθος; Ο Μαρξ, γι' αυτό που είπε και δεν έγινε ή η ιστορία γι' αυτό που έκανε και, τελικά, δεν ευδοκίμησε; Ποιος λοιπόν;

Ουδείς, απάντησαν οι Μπολσεβίκοι, με επικεφαλής τον Λένιν, το 1917. Και αποφάσισαν: ή τώρα ή ποτέ. Και οργάνωσαν την έφοδο στα Χειμερινά Ανάκτορα και κατέλαβαν την πολιτική εξουσία. Με πλήρη γνώση των τεράστιων δυσκολιών και προβλημάτων που ορθώνονταν μπροστά τους, σ' έναν εξαιρετικά δύσβατο και ανηφορικό δρόμο. Αυτόν το δρόμο, λοιπόν, πρέπει να διερευνήσει κανείς, αν θέλει να αποφανθεί γι' αυτό που συνέβη με το σοσιαλισμό ως κοινωνικό σύστημα στην Ευρώπη (κι όχι μόνον).

Αλήθεια, τι είναι αυτό που συνέβη και γιατί; Αυτό που συνέβη πρέπει να το προσδιορίσουμε, αν θέλουμε και σωστά να το εξηγήσουμε. Τι είναι, λοιπόν; Και βέβαια δεν είναι απλώς ένα ζιγκ - ζαγκ στην ιστορία του σοσιαλισμού, όπως υποστηρίζουμε συχνά. Και βέβαια δεν είναι απλώς μια μάχη που χάθηκε, όχι, όμως, και ο πόλεμος, όπως επίσης υποστηρίζουμε συχνά. Οχι, τίποτα απ' όλα αυτά. Αυτό που συνέβη είναι ένα μεγάλο και πρωτόγνωρο ιστορικό πισωγύρισμα. Μεγάλο γιατί πρόκειται για πισωγύρισμα ενός ολόκληρου κοινωνικού συστήματος, μάλιστα, ενός παγκόσμιου πια κοινωνικού συστήματος. Και πρωτόγνωρο, γιατί, τελικά, πουθενά στον κόσμο το δουλοκτητικό κοινωνικό σύστημα, το φεουδαρχικό κοινωνικό σύστημα, το καπιταλιστικό κοινωνικό σύστημα, παρά τα ζιγκ - ζαγκ, τις χαμένες μάχες, τις προσωρινές υποχωρήσεις που μπορούσαν να έχουν ή είχαν, δεν γύρισαν (και γιατί να γυρίσουν;) πίσω στα συστήματα από τα οποία προήλθαν.

Και γύρισε πίσω ο σοσιαλισμός ... στον καπιταλισμό. Γιατί; Είναι το μεγάλο, το πελώριο ερώτημα. Και η απάντηση στο ερώτημα αυτό ούτε απλή, ούτε εύκολη είναι. Και ούτε, βέβαια, υπόθεση ενός μόνου πολιτικού κόμματος, κομμουνιστικού εν προκειμένω, όπως είναι το δικό μας. Είναι υπόθεση όλων των κομμουνιστικών κομμάτων όπου Γης και πρώτα απ' όλα των πρωταγωνιστικών, των κομμάτων, δηλαδή, των πρώην σοσιαλιστικών χωρών (όπου και όπως υπάρχουν αυτά σήμερα), που είναι και τα αρμοδιότερα και η άποψή τους είναι βαρύνουσας σημασίας. Και πάλι, δεν είναι υπόθεση μόνο πολιτικών κομμάτων, κομμουνιστικών εν προκειμένω, έστω και πρωταγωνιστικών. Είναι υπόθεση και της μαρξιστικής επιστήμης, θα έλεγα, μάλιστα, πρωτίστως αυτής. Πρέπει, δηλαδή, στην προσπάθεια αναζήτησης των αιτιών της ήττας του σοσιαλισμού να συστρατευτούν μαρξιστές οικονομολόγοι, κοινωνιολόγοι, ιστορικοί, φιλόσοφοι, φιλόλογοι, αλλά και άνθρωποι των Γραμμάτων και της Τέχνης. Απ' αυτούς τους τελευταίους θα περιμέναμε, ειδικά, να μας πουν: Τελικά, τι είναι ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός στην Τέχνη - εξύμνηση του σοσιαλισμού ή και κριτική ματιά στο σοσιαλισμό;

Αυτή τη στιγμή, όμως, και ενόψει του 18ου Συνεδρίου, συζητούμε τη σχετική προσπάθεια του δικού μας κόμματος. Διάβασα κι εγώ, με ιδιαίτερη προσοχή και ενδιαφέρον, το υπό συζήτηση κείμενο της Κεντρικής Επιτροπής και θεωρώ πως, αυτή τη φορά, θέλουμε να δούμε τα πράγματα κάπως σε βάθος. Γιατί «κάπως»; Μα, γιατί έχω την εντύπωση ότι φοβηθήκαμε το βάθος και, γρήγορα - γρήγορα, ανεβήκαμε απάνω στα ρηχά και πάλι, για να πούμε τι; Ο,τι λέγαμε ως χτες και επί είκοσι σχεδόν χρόνια: Οτι αιτία της πτώσης του σοσιαλισμού είναι ο δεξιός οπορτουνισμός, ο οποίος μετατράπηκε σε αντεπαναστατική δύναμη, η οποία πραγματοποίησε την αντεπανάστασή της απ' τα πάνω και η οποία αντεπανάσταση απ' τα πάνω - βελούδινη κατά άλλα, γιατί δεν άνοιξε μύτη - ανέτρεψε το σοσιαλισμό ... Τόσο απλά: Αυτά όλα, όμως, είναι πολύ απλά για να προσεγγίσουν την αλήθεια, πολύ απλά για να αποδώσουν ένα κοινωνικό γεγονός, μα πάρα πολύ απλά για να εξηγήσουν ένα μεγάλο και πρωτόγνωρο πισωγύρισμα.

Οχι, λοιπόν. Οι αιτίες της ήττας του σοσιαλισμού πρέπει να αναζητηθούν αλλού. Πρέπει να αναζητηθούν στο πού και στο πώς οικοδομήθηκε ο σοσιαλισμός. Και πρέπει να «ψάξουμε» γι' αυτές και στη βάση και στο εποικοδόμημα της κοινωνίας. Και ως «πυξίδα» σ' αυτή την προσπάθεια, θα χρειαστεί να επαναφέρουμε στο νου κάποιες ... ξεχασμένες σκέψεις, ιδέες του Λένιν. Σκέψεις και ιδέες που αναφέρονται στην παραγωγικότητα της εργασίας στο σοσιαλισμό («Θα επικρατήσει το κοινωνικό εκείνο σύστημα που θα αναπτύξει και θα πετύχει ανώτερη παραγωγικότητα της εργασίας»), στα υλικά κίνητρα στο σοσιαλισμό («Ο σοσιαλισμός δεν οικοδομείται μόνο με τον ενθουσιασμό και όχι κυρίως με τον ενθουσιασμό. Οικοδομείται κι αυτός στη βάση υλικών κινήτρων»), στην αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού στη σοσιαλιστική οικονομία, στην αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας στο σοσιαλισμό («Μετά την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο, ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το σοσιαλισμό είναι η γραφειοκρατία»), στη δημοκρατία στο σοσιαλισμό («Εμείς με τη δημοκρατία θα κατακτήσουμε όλο τον κόσμο»). Ιδού πού πρέπει να επικεντρώσουμε τις προσπάθειες κατά την αναζήτηση των αιτιών της πτώσης του σοσιαλισμού.

Τώρα, αν για την πτώση αυτή μας φταίει και κάποιος οπορτουνισμός, τότε, γιατί ο οπορτουνισμός αυτός να είναι ο δεξιός και όχι ο αριστερίστικος - δογματικός, που αγνόησε παντελώς τις ανωτέρω ιδέες του Λένιν και αρνιόταν να προχωρήσει σε οποιαδήποτε, και την παραμικρή, αλλαγή, αναδιάρθρωση, ανασυγκρότηση; Η περεστρόικα του Γκορμπατσόφ φταίει, και φταίει πολύ, όχι γιατί έγινε στα 70 χρόνια του σοσιαλισμού, αλλά γιατί δεν έγινε στα 7 πρώτα χρόνια και γιατί δεν γινόταν ανά 7 χρόνια ανελλιπώς. Πιστεύω δε ακράδαντα ότι ο σοσιαλισμός που γνωρίσαμε ως κοινωνικό σύστημα στην Ευρώπη, αν είχε την ικανότητα, την ετοιμότητα και την τόλμη του εκσυγχρονισμού, δεν θα είχε αυτή την κατάληξη.

Οπως, όμως, και να έχουν τα πράγματα, η πείρα των πρώην σοσιαλιστικών χωρών για μας, δηλαδή, για όσους πιστεύουν στον κομμουνισμό και προσβλέπουν στην κομμουνιστική μεταμόρφωση της κοινωνίας, είναι πολύτιμη, διδακτική. Διδακτική όχι τόσο στο τι πρέπει να κάνουμε όσο στο τι δεν πρέπει να κάνουμε.


Θεόδωρος Καραμέσης
Αθήνα

Για το 2ο Θέμα, Θέσεις της ΚΕ για το Σοσιαλισμό

H Oκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία του 1917 είναι το πιο σημαντικό γεγονός της ανθρωπότητας. Για πρώτη φορά οι καταπιεσμένοι εργάτες συγκροτούν τη δική τους εργατική εξουσία. Η νέα επαναστατική εργατική εξουσία, δηλαδή η δικτατορία του προλεταριάτου σιγά σιγά οικοδόμησε το σοσιαλισμό.

Η Σοβιετική Ενωση το πρώτο εργατικό κράτος έδωσε για πρώτη φορά στα χρονικά το δικαίωμα στην αντιπροσωπευτική συμμετοχή των εργαζομένων στη διεύθυνση. Η μονάδα παραγωγής έγινε πυρήνας δημοκρατίας και έφθανε μέχρι στην ανώτερη πυραμίδα της εξουσίας. Καθιερώθηκαν πλήρη δικαιώματα στην εκπαίδευση - υγεία - πρόνοια - ασφάλιση. Δεν είναι τυχαίο που και οι αντίπαλοι του σοσιαλιστικού συστήματος αναγνωρίζουν διαχρονικά μέχρι και σήμερα αυτές τις κοινωνικές κατακτήσεις.

Η Νίκη της Σοβιετικής Ενωσης στο μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο απέναντι στο φασιστικό ζυγό επέδρασε καταλυτικά και ανάγκασε μετέπειτα πολλά καπιταλιστικά κράτη για δεκαετίες να κάνουν παραχωρήσεις και να υποχωρήσουν στα εργατικά δικαιώματα. Η οικοδόμηση του σοσιαλισμού συνάντησε πολλές δυσκολίες και εμπόδια. Ο Εμφύλιος πόλεμος και η ιμπεριαλιστική επέμβαση δημιούργησαν τεράστια προβλήματα στη διαβίωση, διατροφή στον εφοδιασμό και στον κεντρικό σχεδιασμό.

Τα διάφορα οπορτουνιστικά ρεύματα από τις αρχές της δεκαετίας του 1920 σε συνεργασία με αντεπαναστατικές δυνάμεις και με μυστικές υπηρεσίες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων προσπάθησαν να ανατρέψουν την σοβιετική εξουσία.

Στην σελίδα 17 και Θέση 16, το κείμενο αναφέρει «ότι ηγετικά στελέχη του κόμματος ήταν επικεφαλής αυτών των οπορτουνιστικών ρευμάτων και ότι λύγισαν στην οξύτητα της ταξικής πάλης και τελικά πέρασαν με την αντεπανάσταση».

Δεν αναφέρεται μέσα στο κείμενο αν λειτουργούσε η καθοδήγηση και ο κομματικός έλεγχος μέσα στο κόμμα εκείνη την περίοδο. Πώς αυτά τα ηγετικά στελέχη αναρριχήθηκαν στην κομματική ιεραρχία;

Η Διάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς είναι ένα σημαντικό αρνητικό γεγονός και είχε σαν συνέπεια το Διεθνές Κομμουνιστικό κίνημα να αδυνατίσει στην πάλη του ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Επίσης, σταμάτησε ο συντονισμός των κομμουνιστικών κομμάτων σε μια ενιαία στρατηγική. Η πορεία της ΕΣΣΔ μέχρι την αντεπανάσταση είναι μια δύσκολη περίοδος.

Στην περίοδο 1946 - 1950 υπήρχαν μεγάλα προβλήματα στη Βιομηχανία, στην αγροτική παραγωγή, στην παραγωγικότητα, στην τεχνική πρόοδο και στη διεύθυνση των επιχειρήσεων. Είχε αδυνατίσει ο κεντρικός σχεδιασμός, ο εργατικός έλεγχος από τα κάτω προς τα πάνω και η επαναστατική συνείδηση. Δεν αξιοποιήθηκε η εμπειρία που είχε αποκτηθεί, στα χρόνια πριν τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Επίσης, δε λειτούργησε το μέτρο της ανάκλησης στα ανώτερα στελέχη που είχαν την ευθύνη των παραπάνω τομέων.

Από το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956) και μετά ήταν μια περίοδος που κυριάρχησαν οι οπορτουνιστικές απόψεις. Ο,τι είχε δημιουργηθεί από την επανάσταση του 1917 σιγά - σιγά ξηλωνόταν. Το κόμμα έχασε την επαναστατικότητά του και την επαφή του με τα λαϊκά στρώματα: Ετσι, καταλήξαμε στην περεστρόικα με την ιδιωτικοποίηση των μέσων παραγωγής, στο σοσιαλδημοκρατικό εκφυλισμό του κόμματος και την παλινόρθωση του καπιταλισμού.

Συμπερασματικά, σύντροφοι, όσο αδυνάτιζε μέσα στο κόμμα η καθοδήγηση και ο κομματικός έλεγχος, μέσα στην οικονομία, ο εργατικός έλεγχος από τα κάτω προς τα πάνω και η δουλειά μέσα στην εργατική τάξη ίσως να μην καταλήγαμε στην αντεπανάσταση και στην καπιταλιστική παλινόρθωση στη Σοβιετική Ενωση.

Και αυτό το συμπέρασμα δεν περιλαμβάνεται στους παράγοντες που αναφέρονται στη σελ. 27 και θέση 22 για την επικράτηση αναθεωρητικών απόψεων, της σταδιακής οπορτουνιστικής διάβρωσης του ΚΚΣΕ και των άλλων Κομμουνιστικών κομμάτων και του εκφυλισμού του επαναστατικού χαρακτήρα της εξουσίας.

Εκτίμηση της στάσης του ΚΚΕ (Θέση 30 σελ. 35)

Είναι γενικόλογη η κριτική και διαφωνώ απέναντι στην διαχρονική στάση του Κόμματός μας. Δεν αναφέρει συγκεκριμένα ποια η στάση της ηγεσίας του Κόμματος απέναντι στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), απέναντι στις εκκαθαρίσεις των στελεχών που αντιτάχθηκαν στις οπορτουνιστικές και σοσιαλδημοκρατικές απόψεις, απέναντι στο έργο και την προσωπικότητα του Ι. Στάλιν την περίοδο 1920 - 1950.

Δεν αναφέρει μέσα στο κείμενο ποια η στάση του Κόμματός μας απέναντι στην τότε ηγεσία του ΚΚΕ και στις αποφάσεις που αφορούσαν σημαντικά γεγονότα όπως:

  • Υπαγωγή του ΕΛΑΣ στο εγγλέζικο στρατηγείο της Μ. Ανατολής (5.7.1943).
  • Συμφωνίες Λιβάνου και Καζέρτας (20.5.1944 και 26.9.1944).
  • Κράτημα των δυνάμεων του ΕΛΑΣ έξω από την Αθήνα και υποχώρηση για την περίοδο Δεκέμβρη 1944 και Γενάρης 1945.
  • Συμφωνία της Βάρκιζας και αφοπλισμός του ΕΛΑΣ.
  • Αποκαθήλωση του Νίκου Ζαχαριάδη στην 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το 1956.

Αποκατέστησε το Κόμμα μας αυτήν τη μεγάλη προσωπικότητα του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κινήματος;

Οσο για την περεστρόικα είναι επιδερμική η κριτική μας και τη δικαιολογούμε μόνο με το ρόλο των οπορτουνιστικών δυνάμεων που είχαμε εκείνη την περίοδο μέσα στο Κόμμα.

Η εκτίμηση της στάσης του ΚΚΕ είναι ένα πολύ σοβαρό ζήτημα. Κατά την άποψή μου γι' αυτό το ζήτημα πρέπει να γίνει και έκτακτο συνέδριο. Να αναλυθούν όλα τα γεγονότα διαχρονικά και η κριτική μας πρέπει να είναι σκληρή και χωρίς εκπτώσεις.

Μπορεί να δυσαρεστήσουμε κάποιους συντρόφους. Αλλα, όμως, πρέπει να λέγονται τα λάθη, για να διορθωθούμε σαν Κόμμα και να προχωρήσουμε στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Η αντίληψή μας για το σοσιαλισμό

Μέσα στην κρίση και στις αντιθέσεις του καπιταλισμού είναι αναμφισβήτητη η αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Βέβαια, η σοσιαλιστική οικοδόμηση στις σημερινές συνθήκες θα ξεκινήσει με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη. Για να παραδώσουν οι καπιταλιστές τα μέσα παραγωγής θα χρειαστεί η ένοπλη πάλη. Δεν θα γίνει με ομαλό τρόπο. Η θέση 33 σελ. 37 σωστά αναφέρει ότι το 15ο συνέδριο του ΚΚΕ προσδιόρισε την επικείμενη επανάσταση στην Ελλάδα ως σοσιαλιστική. Δεν αναφέρει όμως πώς θα γίνει η επανάσταση. Εχουν ωριμάσει στην Ελλάδα αυτές οι συνθήκες για μια σοσιαλιστική επανάσταση; Το κόμμα μας είναι έτοιμο σήμερα, μέσα σε αυτό το περιβάλλον που κυριαρχεί το καπιταλιστικό κεφάλαιο για ένοπλη πάλη;

Στην σελίδα 32 διαφωνώ με την θέση 34 που υπάρχει και μια αντίφαση. Αναφέρει μέσα στο κείμενο: «Προωθείται ο παραγωγικός συνεταιρισμός της μικρής αγροτικής παραγωγής και της μικρής εμπορευματικής παραγωγής στην πόλη. Ο παραγωγικός συνεταιρισμός θα διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για την επέκταση των κομμουνιστικών σχέσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας».

Ο παραγωγικός συνεταιρισμός δεν θα είναι μια μορφή ατομικής ιδιοκτησίας που έρχεται σε αντίθεση με το κύριο χαρακτηριστικό του σοσιαλισμού την πλήρη κυριαρχία του κομμουνιστικού τρόπου παραγωγής και κατανομής (σελίδα 6 και 7 και 8 και θέση 3, 5 και 6).


Γεώργιος Βούλγαρης
ΚΟΒ Δημοσίων Υπαλλήλων, Θεσσαλονίκη

Κόμμα διαμαρτυρίας ή κόμμα εξουσίας;

Στη θέση 33 για το σοσιαλισμό αναφέρεται: «Το 15o Συνέδριο του ΚΚΕ προσδιόρισε την επικείμενη επανάσταση στην Ελλάδα ως σοσιαλιστική». Στη θέση 34 αναφέρεται: «Καταργείται άμεσα κάθε είδους ιδιωτική - επιχειρηματική δραστηριότητα σε τομείς όπως η Υγεία, η Πρόνοια, η Ασφάλιση, η Παιδεία». Στη θέση 36 αναφέρεται: «Το χρήμα σταδιακά χάνει το περιεχόμενό του ως μορφή της αξίας, ... , και μετατρέπεται σε αποδεικτικό της εργασίας για την πρόσβαση των εργαζομένων στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται με βάση την εργασία τους» και παρακάτω «Μέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας...».

Για την υλοποίηση των παραπάνω και το πέρασμα στο σοσιαλισμό είναι απαραίτητη η υποστήριξη ή η ανοχή της πλειοψηφίας του λαού. Αν αυτή η ανοχή της πλειοψηφίας δεν υπάρχει, μπορεί να κατακτηθεί προσωρινά η εξουσία αλλά για να σταθεί στα πόδια της, θα πάρει καταπιεστικά μέτρα και θα καταλήξει σε σοσιαλισμό του στρατώνα, θα αποτύχει.

Ενας δείκτης της υποστήριξης του λαού είναι και η ψήφος του στις εκλογές στα συνδικάτα, στα σωματεία, στις δημοτικές, εθνικές και για το Eυρωκοινοβούλιο. Το κριτήριο της ψήφου δεν είναι πάντα καθοριστικό, δεν μπορούμε όμως να το αγνοήσουμε.

Επίσης για να στηρίξει η πλειοψηφία του λαού ένα σοσιαλιστικό μετασχηματισμό θα πρέπει να έχει πειστεί ότι οι συνθήκες της ζωής του (επιβίωση, εργασία, ασφάλεια, παιδεία, υγεία, δημοκρατία) θα βελτιωθούν.

Ο καπιταλισμός, με τις τελευταίες εξελίξεις, έχει κλονιστεί στη συνείδηση πλατιών λαϊκών στρωμάτων, αλλά θα είναι βιαστικό να πούμε ότι έφαγε τα ψωμιά του, ότι ξόφλησε. Ο δικομματισμός διατηρεί ακόμη ισχυρά ποσοστά στη χώρα μας και τις άλλες αναπτυγμένες χώρες.

Οι οδυνηρές εξελίξεις στις χώρες του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού και η ανυπαρξία ισχυρού πόλου, στον οποίο θα μπορούν να στηριχτούν οι σοσιαλιστικές χώρες, σε περίπτωση ιμπεριαλιστικής επέμβασης, είναι καθοριστικές στη διαμόρφωση της συνείδησης του λαού.

Δεν τεκμηριώνονται επομένως επαρκώς οι θέσεις 33 και 34 για την επικείμενη επανάσταση ως σοσιαλιστική και την άμεση κατάργηση κάθε είδους ιδιωτικής - επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Στο κείμενο για το σοσιαλισμό, στη θέση 11, σημειώνεται ότι σημείο στροφής ήταν το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ (1956), όπου υιοθετήθηκαν οπορτουνιστικές απόψεις για μια σειρά θέματα. Αυτό σημαίνει ότι προϋπήρχε στο κόμμα μια πλειοψηφία που στήριζε αυτές τις απόψεις και τις δέχτηκε μετά χωρίς αντιδράσεις, οι λιγοστές διαφοροποιήσεις στελεχών του ΚΚΣΕ δεν είχαν σημαντική επίδραση στο κόμμα και το λαό.

Είναι εύκολο να τα ρίχνουμε όλα στον οπορτουνισμό, αλλά δεν ερμηνεύουμε πότε και γιατί καλλιεργήθηκαν και επιβλήθηκαν αυτές οι απόψεις. Μια ερμηνεία είναι ότι ο λαός είχε μπει στο περιθώριο, τα προβλήματα της καθημερινότητας είχαν υποτιμηθεί, η δημοκρατία στο κόμμα ήταν τυπική, αγνοήθηκαν ή δεν αντιμετωπίστηκαν με επιτυχία τα προβλήματα που εμφανίζονταν.

Το φαινόμενο αυτό της «παρεκτροπής» παρατηρήθηκε επίσης και σε χώρες που πολέμησαν και νίκησαν τον ιμπεριαλισμό, όπως η Κίνα και το Βιετνάμ. Εφταιγε ο υποκειμενικός παράγοντας; ή δεν είχαν ωριμάσει οι υλικοί όροι για τη λύση ορισμένων προβλημάτων;

Το είχε πει και ο Μαρξ, θέση 9, ότι η ανθρωπότητα δε βάζει μπροστά της παρά μόνο τα προβλήματα εκείνα που μπορεί να λύσει. Η βιασύνη ή και η καθυστέρηση στη λύση προβλημάτων, για τα οποία δεν έχουν ωριμάσει οι συνθήκες, πισωγυρίζει το σοσιαλισμό.

Στο στάδιο του σοσιαλισμού θα λύνονται μόνο τα προβλήματα τα οποία θα βελτιώνουν τη ζωή των πολιτών και για τα οποία υπάρχουν οι υλικοί όροι για τη λύση τους. Αυτό σημαίνει ότι το χρονικό διάστημα, όπου θα συνυπάρχουν οι σοσιαλιστικές και εμπορευματικές σχέσεις, θα είναι μακρόχρονο, ανάλογα με τις συνθήκες, (δες σχετική αναφορά στη θέση 4).

Πέρασαν αιώνες για να διαμορφωθούν οι συνειδήσεις των ανθρώπων, δεν μπορείς να τις αλλάξεις σε μια μέρα.

Βέβαια αυτό περικλείει τον κίνδυνο ανατροπής του σοσιαλισμού ή και ταύτισης με τη σοσιαλδημοκρατία, τέτοια παραδείγματα υπάρχουν. Αυτοί οι κίνδυνοι όμως ελαχιστοποιούνται αν το κόμμα είναι ιδεολογικά εξοπλισμένο, στηρίζεται από την πλειοψηφία του λαού, συμπεριλαμβανομένης της διανόησης και υπάρχει διεθνώς ευνοϊκός συσχετισμός δυνάμεων.

Για να είμαι πιο συγκεκριμένος, στο αρχικό στάδιο του σοσιαλισμού στην Ελλάδα, θα συνυπάρχουν η ιδιωτική και δημόσια παιδεία; Τα ιδιωτικά ιατρεία και κλινικές με τα δημόσια νοσοκομεία; Για πόσο διάστημα; Τι θα κάνουμε: i) Με την ιδιωτική περιουσία και με το θέμα της κατοικίας; ii) Με τα πολυκαταστήματα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις; Πότε και πώς θα φύγουμε από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ; Οι κοινωνικοποιήσεις ΔΕΗ, ΟΤΕ, τραπεζών θα γίνουν με αποζημίωση των σημερινών μετόχων; Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν ικανοποιητικά, όπως π.χ. τα ΚΤΕΛ, θα κοινωνικοποιηθούν από την αρχή;

Οι αμοιβές στο στάδιο του σοσιαλισμού, είναι ανάλογες με την ποιοτική και ποσοτική προσφορά των εργαζομένων, με σμίκρυνση της διαφοράς ανώτερου και κατώτερου μισθού. Οι αμοιβές, όπως προσδιορίζονται στις θέσεις 7 και 36, είναι ακατανόητες, νεφελώδεις και έξω από το πρόγραμμα του Κόμματος. Μια ασφαλής δικλείδα, σε όλα τα θέματα που προκύπτουν στο σοσιαλισμό, είναι σε κάθε βήμα να υπάρχει η ευρεία λαϊκή συναίνεση και η συνεχώς διεύρυνση της δημοκρατίας.

Οι καταλήψεις στα δημόσια σχολεία και στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, για ψύλλου πήδημα, έχουν απαξιώσει τα δημόσια σχολεία, έχουμε και εμείς ένα μερίδιο ευθύνης. Η άρχουσα τάξη στέλνει τα παιδιά της στα ιδιωτικά σχολεία και στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, που λειτουργούν χωρίς καταλήψεις. Αν ο καπιταλισμός και η ΕΕ θέλουν να υποβαθμίσουν τη δημόσια παιδεία, να μη γίνουμε εμείς οι νεκροθάφτες της.

Τέλος, ένα θέμα που δημιουργείται και θα αυξάνεται, όσο υπάρχει καπιταλισμός, εκτός από την αδηφαγία για κέρδη των μονοπωλίων, είναι το θέμα της ασφάλειας των πολιτών. Του περιορισμού της ελευθερίας, τόσο από την εξουσία, όσο και από ανεξέλεγκτες ομάδες οργανωμένων συμφερόντων και κουκουλοφόρων, που ο πυρήνας τους λειτουργεί συνειδητά σε βάρος του λαϊκού κινήματος.

Επειδή κενό εξουσίας δεν υπάρχει στις οργανωμένες κοινωνίες και τα κόμματα του δικομματισμού έχουν φθαρεί στις λαϊκές συνειδήσεις, να μη δώσουμε την ευκαιρία σε υποκατάστατα του δικομματισμού να εξαπατήσουν το λαό για μια ακόμη φορά.

Αν το Κόμμα μας απαντήσει πειστικά, με συγκεκριμένες θέσεις, που να απαντούν στα σύγχρονα προβλήματα, τότε βάζουμε πλώρη και για την εξουσία, αλλιώς θα μείνουμε κόμμα διαμαρτυρίας, που βολεύει και την άρχουσα τάξη.


Στρατής Κουνιάς
Επισκέπτης καθηγητήςΠανεπιστήμιο Κύπρου

Για τη δράση μας στο κίνημα της νεολαίας

Προσπαθώντας να συνεισφέρω στην προσυνεδριακή κουβέντα σε σχέση με τις θέσεις 71 (μιας και οι εμπειρίες μου είναι από το κίνημα της νεολαίας) και 26 περιορίζομαι στα εξής:

1) Από το 17ο Συνέδριο μέχρι τώρα είχαμε σειρά κινητοποιήσεων της νεολαίας τις οποίες οι θέσεις επεξεργάζονται κατά τη γνώμη μου λειψά. Η παραπέρα μελέτη των κινητοποιήσεων αυτών νομίζω ότι πρέπει να γίνει με βάση ορισμένες επεξεργασίες μας που αποτελούν κεκτημένα εδραιωμένα πάνω στα ντοκουμέντα, στις αποφάσεις και στη συλλογική πείρα του Κόμματος και αποτελούν βάση για την καλύτερη υλοποίηση της θέσης 71. Με βάση αυτές τις επεξεργασίες καταθέτω ορισμένες σκέψεις.

Η θέση μας για το κίνημα της νεολαίας, από ιδρύσεως ΚΝΕ (εκτός από περιόδους κρίσης), βασίζεται στη διττή αντίληψη ότι: α) η νεολαία δεν είναι τάξη, δεν μπορεί να προβάλλει αυτοτελή πρόταση διεξόδου και β) υπάρχουν ιδιαίτερα νεολαιίστικα χαρακτηριστικά («μεταβατικότητα, κινητικότητα, αστάθεια, ρευστότητα»1, αυθορμητισμός) τα οποία «δεν πρέπει να υποτιμήσουμε»2 (και τα οποία επαναεπιβεβαιώθηκαν το Δεκέμβρη). Η νεολαία είναι «διαταξική κοινωνική κατηγορία»3. Τα παραπάνω νεολαιίστικα χαρακτηριστικά (και όχι π.χ. η επιδεξιότητα στη χρήση του κινητού) είναι ο λόγος δημιουργίας οργανωτικά αυτοτελούς οργάνωσης, της ΚΝΕ. Δημιουργούν την αναγκαιότητα η νεολαία (και όχι απλώς η «εργατική νεολαία» μιας και αυτή αποτελεί ούτως ή άλλως τμήμα της εργατικής τάξης) να «αποτελέσει συνιστώσα του μετώπου»4, «να παίξει δραστήριο ρόλο στον αγώνα για το σοσιαλισμό»5. Η αντίληψη αυτή εκφράζεται με την πάγια θέση μας για νεολαιίστικο κίνημα «στο πλάι του εργατικού» και διαχωρίζεται πλήρως από κάθε λογής οπορτουνιστές: ΣΥΝ («αυτόνομο κίνημα νεολαίας») και NAP («κίνημα νεολαίας εργατικού προσανατολισμού»). Τις λογικές αυτές τις πληρώσαμε ακριβά την περίοδο 1985-1991.

Τα παραπάνω καθιστούν ανεδαφική και επικίνδυνη την αντίληψη περί «ταξικού κινήματος νεολαίας» που αποτελεί χαρακτηριστική θέση των «αριστερών» οπορτουνιστών και που καλώς απορρίπτουμε (βλέπε και ΚΟΜΕΠ 5/2008).

α) Ανεδαφική γιατί παρά το γεγονός ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της νεολαίας προέρχεται από την εργατική τάξη και ακόμα μεγαλύτερο από τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα, μεγάλο κομμάτι της νεολαίας δεν έχει ενταχθεί ακόμα στην παραγωγή. Αρα, η απόδοση χαρακτηριστικών πρωτοπορίας του κινήματος της νεολαίας στους νέους εργατικής καταγωγής που δε δουλεύουν ακόμα (ή δουλεύουν απλώς για το χαρτζιλίκι τους) συνιστά υποβάθμιση των χαρακτηριστικών που καθιστούν πρωτοπορία την εργατική τάξη μιας και αυτά δε γίνεται να κληροδοτηθούν. Καταχτιούνται με την «ένταξη στην εργασιακή διαδικασία»6 .

β) Επικίνδυνη γιατί οδηγεί σε στένεμα προσανατολισμού, έρχεται σε αντίφαση με τη διακηρυγμένη σε όλα τα συνέδρια θέση ότι η ΚΝΕ απευθύνεται στο «σύνολο της νέας γενιάς», θέση που αμφισβητήθηκε από την «ομάδα Γράψα».

Στο παραπάνω πλαίσιο, νομίζω ότι επιβάλλεται να συνεχίσουμε να συμμετέχουμε στους φοιτητικούς συλλόγους και στις μαθητικές κοινότητες με στόχο τη συσπείρωση δυνάμεων και τη δημιουργία θετικών συσχετισμών παρά το γεγονός ότι δεν αποτελούν (ούτε μπορούν να αποτελέσουν) φορείς ταξικής συσπείρωσης μιας και εκεί μπορούν να συμμετέχουν όλοι οι νέοι ανεξαρτήτως κοινωνικής καταγωγής. Προφανώς τα αιτήματά μας πρέπει να διευκολύνουν τη συμπόρευση με το εργατικό κίνημα.

Η προώθηση των παραπάνω στόχων στο φοιτητικό κίνημα περνάει μέσα από τη στήριξη του ρόλου της Πανσπουδαστικής ως παράταξης που συσπειρώνει πλατιά, αξιοποιώντας όλα τα καθορισμένα από το 8ο Συνέδριο μέτωπα πάλης και «ενασχολούμενη με τα προβλήματα που βιώνει ο φοιτητής»7, όχι μόνο τους ΚΝίτες αλλά και κάθε φοιτητή που αν και μπορεί να μην είναι κομμουνιστής θέλει να αγωνιστεί ενάντια στην πολιτική ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΕΕ και να παλέψει για αντιιμπεριαλιστικούς αντιμονοπωλιακούς στόχους. Προφανώς αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να είναι «αυτόνομη». Μέσα από την ανάπτυξη αγώνων και δεσμών με τον κόσμο, σε συνδυασμό με τον καταλυτικό ρόλο της αυτοτελούς πολιτικής παρέμβασης της ΚΝΕ και της ιδεολογικής δουλειάς. μπορεί ο κόσμος που συσπειρώνεται να ριζοσπαστικοποιείται παραπέρα, να κερδίζεται με την πολιτική του Κόμματος.

Εδώ πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι αναντίρρητα η δουλειά μας στο φοιτητικό (όπως και στο συνδικαλιστικό) κίνημα πρέπει να υπηρετεί το στρατηγικό μας στόχο. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το ζήτημα της πολιτικής πάλης, της πάλης για τη λαϊκή εξουσία, το Σοσιαλισμό, μπορεί να λυθεί από το φοιτητικό ή το συνδικαλιστικό κίνημα. Αλλιώς, δε θα χρειαζόμασταν Κόμμα νέου τύπου.

2) Σχετικά με τη στρατολογία έχω τη γνώμη ότι το σύνθημα «για ΚΝΕ γερή και μαζική» και οι αποφάσεις ότι η «ΚΝΕ είναι σχολείο και δεν απευθύνεται μόνο στους ήδη κομμουνιστές» παραμένουν επίκαιρες. Ομοίως και η καταδίκη από κάθε συνέδριο της ΚΝΕ των αντιλήψεων που φέρνουν σε αντιπαράθεση την ποιότητα με την ποσότητα της στρατολογίας. Λογικές που θέλουν να λύσουν τα προβλήματα αφομοίωσης με «αύξηση των απαιτήσεων σε σχέση με αυτές που θέτει το καταστατικό» εναντιώνονται στις αποφάσεις του 9ου Συνεδρίου της ΚΝΕ και εκφράζουν υποχώρηση στη μάχη της αφομοίωσης. Ας μην ξεχνάμε τι έλεγε ο Χαρίλαος (σελ. 42 του Β τόμου)!

3) Η μη ολοκληρωμένη αναφορά στην προγραμματική μας θέση για τη θέση της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα (ενδιάμεση και εξαρτημένη) συνιστά απομάκρυνση από το πρόγραμμα και με τέτοιους όρους έπρεπε να συζητηθεί. Ομως, το πιο ανησυχητικό είναι η αλλαγή στο περιεχόμενο που δίνουν ορισμένοι σύντροφοι στους όρους «εξάρτηση» και «ιμπεριαλιστική χώρα», ταυτίζοντας τον πρώτο με την αλληλεξάρτηση των οικονομιών και τον δεύτερο με τον ΚΜΚ. Ετσι, συσκοτίζεται η εκτίμηση που έχουμε ότι η αλληλεξάρτηση των οικονομιών γίνεται πάντα με τους όρους του ισχυρότερου.

Συντροφικά

Σημειώσεις:

1. Απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη Νεολαία

2. ό.π.

3. ό.π.

4. ό.π.

5. Πρόγραμμα του ΚΚΕ

6. Απόφαση της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για τη Νεολαία

7. ΚΟΜΕΠ 4/2002


Μιχάλης Βασιλείου
ΚΟΒ Εξαρχείων



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ