ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Δεκέμβρη 2002
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
«ΔΟΣΟΠΡΟΣΦΟΡΕΣ»
Στο στόχαστρο ο 13ος μισθός

Διευρύνεται η ποικιλία των εναλλακτικών σεναρίων για αγορές με δόσεις. Οι εκπρόσωποι των αλυσίδων βρίσκουν όλο και περισσότερους τρόπους, για να αυξήσουν τα υπερκέρδη τους

Σε πλήρη εξέλιξη βρίσκεται αυτές τις μέρες το απίστευτο ...σαφάρι στο οποίο, κάθε χρονιά τέτοια εποχή, επιδίδονται τα διάφορα ...κοράκια της αγοράς. Τραπεζίτες, αλυσίδες καταστημάτων, άλλοι επιχειρηματικοί όμιλοι που διαγκωνίζονται ποιος θα βάλει στο χέρι μεγαλύτερο μέρος από τον κανονικό και τον 13ο μισθό των εργαζόμενων. Και επειδή αυτοί οι μισθοί είναι απόλυτα βέβαιο πως δε φτάνουν, για να φουσκώσουν τα χρηματοκιβώτιά τους, διαφημίζουν -σαν ντελάληδες υπαίθριων τσίρκων- τα διάφορα πιστωτικά «προϊόντα» τους. Κοινώς, τα λογής -λογής δάνεια και τις δοσοπροσφορές που μπορεί να φαίνεται πως είναι δυνατόν πρόσκαιρα να συμβάλουν στην απόκτηση κάποιων αγαθών, όμως είναι ο δρόμος μέσα από τον οποίο περνάει τόσο η οικονομική επιβάρυνση των λαϊκών νοικοκυριών με χρέη, όσο και η απόκτηση ...άχρηστων, πολλές φορές, εμπορευμάτων και ειδών.

Τον Δεκέμβρη, όπως εκτιμούν οι ειδικοί, πραγματοποιείται περίπου το 30-35% του συνολικού ετήσιου τζίρου. Από μια μεριά είναι λογικό. Κάτι το γιορτινό κλίμα, κάτι το «δώρο» που προστίθεται στον οικογενειακό προϋπολογισμό, βοηθά ώστε οι λαϊκές οικογένειες να προσπαθούν να ξεφύγουν λίγο από την καθημερινότητα που σκοτώνει. Δυστυχώς, όμως, στην κοινωνία που ζούμε αυτή η φυγή συνδέεται και πολλές φορές ταυτίζεται με τη μεγαλύτερη κατανάλωση. Μεγαλύτερη κατανάλωση, όμως, για εκατοντάδες χιλιάδες εργατικά νοικοκυριά που όλη τη χρονιά ζούνε στα όρια και μετράνε ακόμα και το τελευταίο ευρώ, είναι όνειρο άπιαστο. Εδώ παρεμβαίνουν και οι αετονύχηδες του πλούτου. Οι τράπεζες, οι «Κωτσόβολοι», άλλοι «δοσατζήδες», που όλοι τους, σε απόλυτη συνεργασία με τις τράπεζες, δηλώνουν πανέτοιμοι να δώσουν στον οποιοδήποτε, οποιαδήποτε στιγμή δάνειο. Δηλαδή, να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους στο λαϊκό εισόδημα των επόμενων μηνών και χρόνων, εκμεταλλευόμενοι με τον πλέον αισχρό τρόπο τις συνέπειες που υπάρχουν για τους εργαζόμενους από την πολιτική της πολυετούς λιτότητας.

Απλή αίσθηση...

Η αίσθηση ότι οι συναλλαγές με δόσεις και με δάνεια είναι συμφέρουσες, είναι πέρα για πέρα ψευδής, αφού οποιοδήποτε προϊόν ή εμπόρευμα που πωλείται με πίστωση, έχει πρώτον υψηλότερη αρχική τιμή και δεύτερον επιβαρύνεται με τόκους που πολλές φορές αναφέρονται σε επιτόκια που μόνο τοκογλυφικά μπορούνε να χαρακτηριστούν. Το...«κέρδος» για τους αγοραστές είναι ότι οι μικρές δόσεις δημιουργούν την ψευδαίσθηση της μικρής επιβάρυνσης, κάτι βέβαια που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

Τα σημερινά επιτόκια για διάφορα είδη καταναλωτικών δανείων ποικίλλουν γύρω στο 10% και ανάλογα με το είδος τους (προσωπικά, ανοιχτά, σταθερού ή κυμαινόμενου επιτοκίου, πολλών ή λιγότερων δόσεων κλπ.) παρουσιάζουν διακυμάνσεις 1-2 μονάδες. Πρόκειται για επιτόκια ιδιαίτερα τσουχτερά, μια και ο πληθωρισμός κινείται στο 3,7%, και μάλιστα σε μια περίοδο που η ρευστότητα των τραπεζών θεωρείται υψηλή και οι τραπεζίτες προσπαθούν πώς και πώς να βρουν τρόπους για κερδοφόρες τοποθετήσεις.

Ομως από τον εξαναγκασμό των εργαζομένων να δανειστούν, προκειμένου να ικανοποιήσουν κάποιες ανάγκες των οικογενειών τους, δεν κερδίζουν μόνο οι τράπεζες. Κερδίζει ένα ολόκληρο κύκλωμα μεγαλοεπιχειρηματιών, που, διατηρώντας «ανοιχτή γραμμή» με τις τράπεζες, έχουν μετατρέψει τις επιχειρήσεις τους σε υποκαταστήματα πώλησης τραπεζικών προϊόντων, λειτουργώντας απροκάλυπτα σαν «μεσίτες» και αποκομίζοντας πολλές φορές ακόμα και ποσοστά, με τη μορφή «δώρων» ή «ειδικών παροχών» που έχουν από τις τράπεζες. Τέτοιες επιχειρήσεις είναι οι διάφορες αλυσίδες καταστημάτων, οι τουριστικές εταιρίες, οι εταιρίες πώλησης και μεταπώλησης αυτοκινήτων, οι ασφαλιστικές εταιρίες, ακόμα και τα ...κέντρα αδυνατίσματος. Ολοι αυτοί, μόλις καταλάβουν ότι ο πελάτης έχει πρόβλημα ρευστότητας, τον παραπέμπουν στον ειδικό γκισέ, όπου σε χρόνο ρεκόρ μπορεί να εκδοθεί κάποια πιστωτική κάρτα, να συναφθεί κάποιο καταναλωτικό δάνειο, ή οι δόσεις που συμφωνούν με τον πελάτη τους να... μετουσιωθούν σε οφειλή προς την τράπεζα. Και εδώ ο πέλεκυς πέφτει αλύπητος. Οι αποδείξεις δεν είναι θέμα αστυνομικής ή άλλης έρευνας. Η αθλιότητα ορισμένων έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο που την αρπαχτική τους τακτική τη διαφημίζουν και μέσα από ιλουστρασιόν φυλλάδια. Σαν κι αυτά, που τούτες τις μέρες κυκλοφορούν κατά ...τόνους.

Χρειάζεται προσοχή

Τα διαφημιστικά φυλλάδια, πάντως, θέλουν ιδιαίτερη προσοχή, γιατί πολλές φορές, παρά το γεγονός ότι διάφορα είδη - «κράχτες» δημιουργούν την αίσθηση ότι κάποιοι «προνομιακοί τρόποι πληρωμής» συμφέρουν, στην πραγματικότητα το κλέψιμο πάει σύννεφο. Αλλωστε, στις περισσότερες περιπτώσεις ο τρόπος που οι ...ειδικοί γράφουν τις τιμές είναι τέτοιος, που δύσκολα αντιλαμβάνεται κάποιος τους πραγματικούς όρους της συναλλαγής. Ασε που, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, στο βαθμό που κάποια αγορά γίνεται με μετρητά, ο πελάτης έχει έτσι κι αλλιώς έκπτωση που ξεκινάει από το 3% και αρκετές φορές φτάνει και στο 10%! Από εδώ και μόνο γίνεται κατανοητό το μέγεθος της επιβάρυνσης -της κλοπής στην πραγματικότητα- που υφίστανται όσοι αναγκάζονται να ψωνίζουν με δόσεις.

Εντελώς ενδεικτικά ο «Ρ»...«περιεργάστηκε» έντυπα επώνυμων εταιριών που τις τελευταίες βδομάδες πρόβαλαν τις προσφορές τους με ένθετα σε κυριακάτικες εφημερίδες. Να σημειώσουμε ότι κάθε επιχείρηση που πουλάει με δόσεις, είναι υποχρεωμένη να σημειώνει στο φυλλάδιο, με τι επιτόκιο γίνεται ο διακανονισμός των δόσεων. Αυτή η λεπτομέρεια είναι μάλλον άγνωστη για τους περισσότερους, επειδή η σχετική αναφορά γίνεται με μικροσκοπικά γραμματάκια που είναι καταχωνιασμένα σε κάποιο σημείου που ούτε καν φαίνονται. Μόνο που, αφενός ο ανταγωνισμός, αφετέρου η επιχειρηματική ασυδοσία που ευνοείται και από την κυβερνητική πολιτική έχουν φτάσει σε τέτοιο βαθμό που ακόμα και οι αυτές οι αναφορές αρκετές φορές είναι παραπλανητικές και δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια.

Η εταιρία «ΠΛΑΙΣΙΟ», αναφέρει ότι οι τιμές των δόσεων είναι με ΕΠΕ (Ετήσιο Πραγματικό Επιτόκιο) 12,5%. Αν και σε πάρα πολλά είδη της εταιρίας το επιτόκιο είναι χαμηλότερο, υπάρχουν και ορισμένα με υψηλότερο επιτόκιο που φτάνει μέχρι και 14,9%.

Στην «ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ» αναφέρεται ως «μέγιστο επιτόκιο χρηματοδότησης 10,9%, ΕΠΕ 11,46%», επί των τιμών τοις μετρητοίς που αναγράφονται στο φυλλάδιο. Στα καταστήματα της εταιρίας, όμως, ο αγοράζων «τοις μετρητοίς» κερδίζει έκπτωση τουλάχιστον 5%, κάνοντας την επιβάρυνση των δόσεων ακόμα μεγαλύτερη, ενώ σε ορισμένα είδη η εξόφληση με δόσεις έχει επιτόκιο και 12,3%.

Η «ΟΝΕ WΑΥ» του Ομίλου «Κωτσόβολος», που δραστηριοποιείται κύρια στο χώρο νέων τεχνολογιών διαφημίζει ΕΠΕ 16% και «προσφέρει» στους πελάτες της εξόφληση «σε 48 δόσεις και η 1η δόση μετά από 6 μήνες». Αυτό, έχει σαν αποτέλεσμα το επιτόκιο (ΕΠΕ) που πληρώνει ο αγοραστής να είναι, για τα περισσότερα είδη της εταιρίας πάνω από 18%.

Η αλυσίδα ηλεκτρικών ειδών «ΣΥΚΑΡΗΣ», σύμφωνα με τους δικούς μας υπολογισμούς είναι η εταιρία, που τα περισσότερα εμπορεύματα του φυλλαδίου της πωλούνται με επιτόκιο αισθητά χαμηλότερο από το «μέγιστο επιτόκιο χρηματοδότησης» που έχει οριστεί στο 11,46%. Να πάρουμε, βέβαια, υπόψη μας ότι σε περίπτωση αγοράς «τοις μετρητοίς», δίνεται στον πελάτη έκπτωση 3-5%.

Η «ΕΛΕΚΤΡΟΝΕΤ» ακολουθεί την τακτική, όσο πιο μικρό το διάστημα αποπληρωμής, τόσο μεγαλύτερο επιτόκιο. Ετσι αν και λέει πως το ΕΠΕ είναι 11,1%, αρκετά είδη «προσφέρονται» με διακανονισμό που φτάνει το 13%.

Τα παραδείγματα είναι πολλά και οι «προσφορές» ταιριάζουν σε κάθε παραλλαγή που μπορεί να θέλει ο πελάτης. Αλλωστε, το σύνολο των «πιστωτικών προϊόντων», είναι τέτοιο που... το κατάστημα πάντα κερδίζει. Και τρανή απόδειξη αυτού είναι οι ισολογισμοί των μεγαλοεπιχειρηματιών που κάθε χρόνο παρουσιάζουν όλο και μεγαλύτερα κέρδη. Πάντως, η αναφορά σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, όπως αυτές που παρουσιάζει ο «Ρ», σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει ότι πρέπει να οδηγήσει σε συμπεράσματα, γιατί ο καλύτερος και ο πλέον συμφέρων συνδυασμός «τιμή - δόσεις - επιτόκιο -χρόνος αποπληρωμής», είναι κυριολεκτικά σπαζοκεφαλιά και απαιτεί περισσότερο ψάξιμο...


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Ενίσχυσαν την τοκογλυφία με τις μειώσεις επιτοκίων

Αξιοποιώντας την ασυδοσία που τους εξασφάλισε η «απελευθερωμένη αγορά», οι τραπεζίτες αξιοποίησαν την πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να εντείνουν την καταλήστευση τόσο των μικροκαταθετών όσο και των οικονομικά αδύνατων δανειοληπτών

Γρηγοριάδης Κώστας

Η ληστεία των τραπεζών σε βάρος των οικονομικά ανίσχυρων έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Δεν τους αρκούν τα παχυλά υπερκέρδη, που τους εξασφάλισε η μακροχρόνια αντιλαϊκή οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Θέλουν ακόμη περισσότερα. Αδιάψευστος μάρτυρας, ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκαν και τη μείωση των ευρω-επιτοκίων κατά μισή μονάδα (από 3,25% σε 2,75%) που αποφάσισε η διοίκηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ). Επιβεβαιώνοντας τη γνωστή λαϊκή παροιμία «τρώγοντας ανοίγει η όρεξη», οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών αξιοποίησαν την απόφαση της ΕΚΤ τοκογλυφικά, με στόχο να εξασφαλίσουν, πιο εύκολα και πιο γρήγορα, ακόμη μεγαλύτερα κέρδη.

Αξίζει εδώ να επισημανθεί, πως δεν είναι αλήθεια ότι τα «σπασμένα» της νέας μείωσης των επιτοκίων που αποφάσισε η ΕΚΤ θα τα φορτωθούν στην Ελλάδα μόνον οι καταθέτες και ειδικότερα οι μικροκαταθέτες, όπως σχολιάστηκε από την πλειοψηφία των έντυπων και ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης. Οπως θα επιχειρήσουμε να αποδείξουμε στη συνέχεια - με συγκεκριμένα παραδείγματα - εξίσου σημαντικό, αν όχι το μεγαλύτερο βάρος, θα κληθούν να το σηκώσουν οι οικονομικά ανίσχυροι δανειολήπτες.

Ιδού και τα τεκμήρια:

Τα επιτόκια καταθέσεων...

Με αφορμή την απόφαση της ΕΚΤ για μείωση των ευρω-επιτοκίων, η Eurobank, του κ. Λάτση, μείωσε από τη Δευτέρα 9 του Δεκέμβρη κατά 0,5 εκατοστιαία μονάδα όλα τα επιτόκια καταθέσεων. Μετέφερε δηλαδή ολόκληρη τη μείωση των ευρω-επιτοκίων (μισή μονάδα) στις καταθέσεις, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για ανάλογες κινήσεις και στις υπόλοιπες εμπορικές (κρατικές και ιδιωτικές, ελληνικές ή ξένες) τράπεζες. Πράγματι, στο δρόμο που - αυτή τη φορά - χάραξε η Eurobank, κινήθηκαν την επομένη η Alphabank του κ. Κωστόπουλου και τη μεθεπομένη η Εθνική και οι άλλες μικρότερες ή μεγαλύτερες τράπεζες, που μείωσαν κατά μισή μονάδα τα επιτόκια των καταθέσεων. Μετά και τη νέα μείωση, τα επιτόκια καταθέσεων που ισχύουν στις εμπορικές τράπεζες αρχίζουν από 0% (για καταθέσεις μέχρι 1.000 ευρώ) και φτάνουν - στην καλύτερη των περιπτώσεων - μέχρι 1,15% (για καταθέσεις από 10.000 μέχρι 60.000 ευρώ). Να σημειωθεί, ότι πριν 6 χρόνια (το Δεκέμβρη του 1996), που ο πληθωρισμός αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό 7,3%, τα επιτόκια καταθέσεων ταμιευτηρίου ήταν 10,7%.

Με τη νέα μείωση των επιτοκίων στις λαϊκές αποταμιεύσεις, στην οποία προχώρησαν οι εμπορικές τράπεζες στην Ελλάδα, όλα τα επιτόκια είναι κάτω από τον πληθωρισμό (τρέχει με ρυθμό 3,7%), από 2,55 μέχρι 3,7 μονάδες. Στην ουσία, δηλαδή, τώρα πια όλοι οι μικροκαταθέτες όχι μόνο δε θα αμείβονται για την παραχώρηση των αποταμιεύσεών τους στην εκμετάλλευση των τραπεζών, αλλά υποχρεώνονται να πληρώνουν και ... φύλακτρα (!) αφού το κεφάλαιο που παίρνουν πίσω μετά από 12 μήνες είναι μειωμένο μέχρι και 3,7%. Ομως, το Δεκέμβρη του 1996, οι μικροκαταθέτες κέρδιζαν - τοποθετώντας τις αποταμιεύσεις τους στις τράπεζες - αφού το ονομαστικό επιτόκιο καταθέσεων ταμιευτηρίου (10,7%) ήταν 3,4 μονάδες μεγαλύτερο από τον επίσημο ρυθμό αύξησης του πληθωρισμού (7,3%).

...και των χορηγήσεων

Η απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το ευρω-επιτόκιο ανάγκασε τις ελληνικές εμπορικές τράπεζες - παράλληλα με τη μείωση των επιτοκίων καταθέσεων - να μειώσουν και τα επιτόκια στις διάφορες κατηγορίες δανείων που χορηγούν σε όσους χρειάζονται ρευστό. Ομως, η μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων ήταν πολύ μικρότερη από τη μείωση στα επιτόκια καταθέσεων. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι τα επιτόκια χορηγήσεων είναι πολύ μεγαλύτερα (πολλαπλάσια) τόσο των επιτοκίων καταθέσεων όσο και του πληθωρισμού.

Για παράδειγμα, η Eurobank ανακοίνωσε επίσης την απόφασή της να μειώσει από 0,25 έως 0,5 εκατοστιαία μονάδα τα επιτόκια των δανείων (στεγαστικών, επιχειρηματικών, καταναλωτικών), εν γνώσει της ότι έτσι διευρύνεται το χάσμα (το λεγόμενο εκάρ) μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων και άρα ενισχύει την τοκογλυφία. Ανάλογα κινήθηκαν και οι υπόλοιπες εμπορικές τράπεζες, που στις επόμενες μέρες - όπως η Eurobank - προέβησαν στην πλειοψηφία τους σε μειώσεις των επιτοκίων χορηγήσεων 0,25 μονάδες και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις η μείωση έφτασε τη μισή (0,5) ποσοστιαία μονάδα. Ετσι τα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου 15 ετών εξακολουθούν να κινούνται γύρω στο 7%, τα προσωπικά καταναλωτικά δάνεια γύρω στο 9,5%-10% και τα επιτόκια πιστωτικών καρτών μεταξύ 15% και 17%!

Κάποιοι υποστηρίζουν πως σήμερα οι τράπεζες στην Ελλάδα πουλάνε φτηνά τα δάνεια, σε σχέση με το παρελθόν. Πρόκειται για ψέμα ολκής. Φαινομενικά, τα δάνεια είναι «φτηνότερα» αλλά στην πραγματικότητα πολύ ακριβότερα, τουλάχιστον για τους οικονομικά αδύνατους και ανίσχυρους που τα έχουν ανάγκη για να «τα φέρουν βόλτα».

Ενα παράδειγμα: Το Δεκέμβρη του 1996 (που ο πληθωρισμός αυξανόταν με ετήσιο ρυθμό 7,3%) το επιτόκιο στεγαστικών δανείων 15 ετών ήταν 14,25%, των προσωπικών καταναλωτικών δανείων περίπου 18% και των πιστωτικών καρτών γύρω στο 22,5%. Σήμερα (που ο πληθωρισμός «τρέχει» με ρυθμό 3,6%) έχουμε επιτόκιο 7% για το στεγαστικό δάνειο 15 ετών, 9,5% για το προσωπικό καταναλωτικό δάνειο και γύρω στο 15,5% για τις πιστωτικές κάρτες. Με βάση τα παραπάνω δεδομένα, προκύπτει ότι - με εξαίρεση τα στεγαστικά δάνεια - μεγάλωσε ακόμη περισσότερο η διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια των δανείων και στον πληθωρισμό.

Συγκεκριμένα:

  • Τα επιτόκια στεγαστικών δανείων για σταθερό (15 ετών) σήμερα είναι 94,4% μεγαλύτερα από τον πληθωρισμό, ενώ το 1996 η διαφορά ήταν 95,2%. Στην ουσία, η διαφορά έμεινε αμετάβλητη (μειώθηκε μόλις κατά 0,8 εκατοστιαίες μονάδες).
  • Τα επιτόκια προσωπικών καταναλωτικών δανείων σήμερα είναι 164% πάνω από τον πληθωρισμό, ενώ το 1996 ήταν 146,6% μεγαλύτερα. Η διαφορά μεγάλωσε κατά 17 περίπου ποσοστιαίες μονάδες.
  • Τα επιτόκια πιστωτικών καρτών είναι σήμερα 330% μεγαλύτερα από τον πληθωρισμό, από 208% μεγαλύτερα που ήταν το 1996. Εδώ η διαφορά μεγάλωσε προκλητικά, καθώς έφτασε τις 122 μονάδες!

Συμπερασματικά θα λέγαμε, ότι η διεύρυνση του χάσματος ανάμεσα στα επιτόκια των δανείων και στον πληθωρισμό - που παρατηρείται από το 1996 μέχρι σήμερα - διαψεύδει όλους εκείνους που υποστηρίζουν ότι τα δάνεια έγιναν φτηνότερα. Το γεγονός ότι στην περίοδο από το 1996 έως σήμερα από τη μια διευρύνθηκε το χάσμα ανάμεσα στα επιτόκια των δανείων και στον πληθωρισμό και από την άλλη οι ονομαστικές αυξήσεις μισθών είναι μικρότερες από τον πληθωρισμό, βεβαιώνει ότι τα τραπεζικά δάνεια έγιναν πολύ πιο ακριβά. Κι αυτό, γιατί στην εξεταζόμενη περίοδο, εντάθηκε - με τις ευλογίες της κυβέρνησης - η τοκογλυφία των τραπεζών σε βάρος των μικροαποταμιευτών και των οικονομικά ανίσχυρων δανειοληπτών.


Λάμπρος ΤΟΚΑΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ