ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Δεκέμβρη 2013
Σελ. /40
ΓΥΝΑΙΚΑ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΣΤΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ
Περιτύλιγμα για την ανταγωνιστικότητα η «ισότητα»

Σταθερά προσανατολισμένοι στην αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στη διοίκηση των εταιρειών εμφανίζονται ΕΕ, κυβερνήσεις και επιχειρηματικοί όμιλοι. Η αντιμετώπιση της υποεκπροσώπησης των γυναικών στα διοικητικά συμβούλια των ευρωπαϊκών εταιρειών αποτελεί προτεραιότητα για την ΕΕ, που έχει θέσει στόχο να ανέβει το ποσοστό των γυναικών από 16,6%, που υπολογίζεται σήμερα, σε 40% μέχρι το 2020. Το θέμα βρίσκεται για ακόμα μια φορά στο προσκήνιο με αφορμή τη μελέτη της ICAP για τη «γυναικεία επιχειρηματικότητα» στη χώρα μας και τα αποτελέσματά της που δημοσιεύονται στις σελίδες του Τύπου. Σύμφωνα με αυτή, οι γυναίκες διοικούν το 21% περίπου των ελληνικών επιχειρήσεων. Διαπιστώνεται όμως πως οι εταιρείες με γυναίκες επικεφαλής είναι κυρίως μικρού και μεσαίου μεγέθους, με προσωπικό μέχρι 10 άτομα και με ετήσιο τζίρο γύρω στα 2 εκατομμύρια ευρώ. Το αντίστοιχο ποσοστό στις μεγάλες εταιρείες (με προσωπικό άνω των 250 ατόμων και τζίρο πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ) περιορίζεται στο 9%, ενώ στη μεγάλη πλειοψηφία τους (81%) οι γυναίκες επικεφαλής αυτών είναι μέτοχοι των επιχειρήσεων που διοικούν.

Το ενδιαφέρον δεν επικεντρώνεται γενικά στις επιχειρήσεις, αλλά σε μια συγκεκριμένη κατηγορία τους: Στην κατηγορία των «μεγάλων εταιρειών», σύμφωνα με τα κριτήρια που θέτει η ΕΕ, δηλαδή στις εισηγμένες στο χρηματιστήριο εταιρείες με τουλάχιστον 250 εργαζόμενους και ετήσιο κύκλο εργασιών πάνω από 50 εκατομμύρια ευρώ. Η όλη συζήτηση λοιπόν αφορά τη συμμετοχή των επιχειρηματιών γυναικών στη διοίκηση των μονοπωλιακών ομίλων. Στόχος της ΕΕ είναι η καλύτερη εξυπηρέτηση των μονοπωλιακών συμφερόντων, η θωράκιση της ανταγωνιστικότητάς τους με τη χρησιμοποίηση του «αναξιοποίητου», κυριολεκτικά, «κεφαλαίου» των γυναικών.

Παράλληλα, η «καμπάνια» γύρω από το συγκεκριμένο ζήτημα αξιοποιείται σαν εργαλείο αποπροσανατολισμού και χειραγώγησης των γυναικών των λαϊκών στρωμάτων. Η αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης των επιχειρηματικών ομίλων αναγορεύεται σε βήμα προς την «ισότητα των φύλων» και την ίδια στιγμή οι διευθύντριες, τα μεγαλοστελέχη και οι μέτοχοι των επιχειρηματικών ομίλων, δηλαδή οι αστές που εκμεταλλεύονται τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, προβάλλονται σαν πρότυπα στις εργαζόμενες και τις άνεργες γυναίκες.

Κριτήριο η αξιοποίηση του «ανθρώπινου κεφαλαίου»

Τα κίνητρα της ΕΕ, των κυβερνήσεων και των επιχειρηματικών ομίλων να αυξήσουν το ποσοστό των γυναικών στα ανώτερα κλιμάκια των επιχειρήσεων είναι πρώτα απ' όλα οικονομικά. «Η διασφάλιση της επαγγελματικής εξέλιξης των γυναικών ως ανώτατων στελεχών δεν είναι απλώς δίκαιη, αλλά και ορθή για την οικονομική ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης. Εχει αποδειχθεί βάσει μελετών ότι οι εταιρείες με περισσότερο ισόρροπη εκπροσώπηση των δύο φύλων έχουν καλύτερα αποτελέσματα από τους ανταγωνιστές τους», εξηγεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε σχετικό κείμενό της. Από τη μια, το ενδιαφέρον αφορά τους μεμονωμένους επιχειρηματικούς ομίλους, που επιδιώκουν να βελτιώσουν τις οικονομικές επιδόσεις τους. Από την άλλη, αφορά συνολικά την ΕΕ, που αποσκοπεί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της. Σε αυτό το φόντο, η υποαξιοποίηση των προσόντων των υψηλά ειδικευμένων και έμπειρων γυναικών αποτελεί «απώλεια δυνατότητας οικονομικής ανάπτυξης» και η απουσία γυναικών από τα ανώτερα κλιμάκια της διοίκησης των επιχειρήσεων θεωρείται σπατάλη «ανθρώπινου κεφαλαίου».

Οι επιχειρηματικοί όμιλοι υπολογίζουν στις οικονομικές δυνατότητες που ανοίγονται από τη χρησιμοποίηση του «αναξιοποίητου» γυναικείου δυναμικού. Εχουν κάθε λόγο να θέλουν να αξιοποιήσουν στη στελέχωσή τους το μέρος εκείνο των γυναικών που διαθέτουν το επίπεδο μόρφωσης και προσόντων που χρειάζονται. Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, αυτή η ανάγκη γίνεται εντονότερη, καθώς οι εργαζόμενες έχουν κατά μέσο όρο υψηλότερο επίπεδο μόρφωσης από τους άντρες συναδέλφους τους. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, οι εργαζόμενες είναι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε ποσοστό 34% έναντι του 28% των αντρών. Μάλιστα, η υποεκπροσώπηση των γυναικών στα υψηλότερα επίπεδα των επιχειρήσεων χαρακτηρίζεται ως μη επιστροφή της «επένδυσης» που έχει γίνει για την εκπαίδευσή τους σε βάρος των επιχειρήσεων.

Πρόσφορο έδαφος για χειραγώγηση

Δεν περιορίζονται όμως στα παραπάνω. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιδιώκει να εμφανίσει τις ποσοστώσεις στη διοίκηση των επιχειρηματικών ομίλων περίπου ως λαϊκή απαίτηση: «Οι Ευρωπαίοι συμφωνούν ότι πρέπει να ληφθούν μέτρα. Σχεδόν 9 στους 10 πιστεύουν ότι οι γυναίκες θα πρέπει να εκπροσωπούνται ισόρροπα μεταξύ των υψηλών στελεχών επιχειρήσεων (εφόσον διαθέτουν ισότιμα προσόντα) και 3 στους 4 τάσσονται υπέρ της θέσπισης νομοθεσίας για την ισόρροπη εκπροσώπηση ανδρών και γυναικών στα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών», αναφέρει σε σχετικό κείμενό της. Θέλουν να περιβάλουν με το μανδύα της «ισότητας» μέτρα που στοχεύουν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και της καπιταλιστικής οικονομίας, πολιτικές από τις οποίες δεν μπορεί να προκύψει το παραμικρό όφελος για τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων. Ετσι, επικαλούνται προσχηματικά τις «καλές» τους προθέσεις για την εξάλειψη των διακρίσεων σε βάρος των γυναικών, για να εξωραΐσουν την αντιλαϊκή πολιτική στις εργαζόμενες και τις άνεργες.

«Η μεγαλύτερη εκπροσώπηση των γυναικών σε όλα τα επίπεδα και τις περιοχές της λήψης αποφάσεων είναι κεντρικό ζήτημα για να επιτευχθεί η ισότητα των φύλων», γράφει για παράδειγμα ο πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιωμάτων των Γυναικών και Ισότητας των Φύλων του Ευρωκοινοβουλίου, Mikael Gustafsson, στο Ενημερωτικό Δελτίο της Επιτροπής τον περασμένο Οκτώβρη. «Θα υποστήριζα», συνεχίζει, «πως με δεδομένο τον πατριαρχικό χαρακτήρα των κοινωνιών μας, απαιτείται τουλάχιστον 50% ή και μεγαλύτερο ακόμα ποσοστό γυναικών στη λήψη αποφάσεων, εάν θέλουμε να δούμε θετική μεταβολή προς κοινωνίες με μεγαλύτερη ισότητα ανάμεσα στα δύο φύλα». Η συγκεκριμένη περίπτωση είναι χαρακτηριστική για τον τρόπο με τον οποίο οι απόψεις που αποδίδουν την ανισοτιμία των γυναικών στην «πατριαρχική κοινωνία» γίνονται χρήσιμο εργαλείο για την ενίσχυση των μηχανισμών χειραγώγησης των γυναικών. Γιατί ο προσδιορισμός της ανισοτιμίας σαν ένα ζήτημα που αφορά τα κοινωνικά στερεότυπα, τις «πατριαρχικές» αντιλήψεις και τις διακρίσεις που απορρέουν από αυτά, στην ουσία καλλιεργεί το έδαφος ώστε να εμφανίζεται σαν ένα πρόβλημα που αφορά όλες τις γυναίκες ανεξάρτητα από την κοινωνική τους προέλευση και την τάξη στην οποία ανήκουν. Σαν ένα πρόβλημα που είναι κοινό τόσο για τα υποψήφια στελέχη των πολυεθνικών όσο και για τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων.

Η έρευνα της ICAP παρουσιάζει ως εξής τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες επιχειρηματίες και διευθυντικά στελέχη στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις απαντήσεις που έδωσαν οι ίδιες: Το 87,9% των γυναικών επικεφαλής επιχειρήσεων αξιολογεί την «μη ικανοποιητική υποστήριξη από το κράτος» ως πολύ σημαντικό πρόβλημα, ακολουθεί με ποσοστό 86% η «υπερβολική γραφειοκρατία - κανονισμοί» και με 84% το «περίπλοκο φορολογικό σύστημα». Ομως, αυτά τα προβλήματα που αναφέρουν δε διαφέρουν στο ελάχιστο από όσα προβάλλουν οι άντρες επιχειρηματίες, από όσα αξιώνουν τα θεσμικά όργανα των μεγαλοεργοδοτών, όπως ο ΣΕΒ στην Ελλάδα.

Ετσι, η συζήτηση γύρω από τις ποσοστώσεις για τη συμμετοχή των γυναικών στη διοίκηση των επιχειρήσεων αξιοποιείται ως ευκαιρία για να κρυφτούν πίσω από το ενοποιητικό στοιχείο του φύλου τα αντίθετα ταξικά συμφέροντα των γυναικών. Για να προβληθούν ως πρότυπα οι γυναίκες μεγαλομέτοχοι και ανώτερα στελέχη των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που έχτισαν και χτίζουν τις επιχειρήσεις και τις περιουσίες τους πάνω στην εκμετάλλευση της δουλειάς και του μόχθου των εργαζομένων. Φροντίζουν, βέβαια, να κρύψουν πως τα πρότυπα που παρουσιάζουν, έχουν στόχο να χειραγωγήσουν τις εργαζόμενες, να τις στοιχίσουν πίσω από πολιτικές που είναι αντίθετες με τα ταξικά τους συμφέροντα. Γιατί η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας των επιχειρήσεων μπορεί να συνδυάζεται με την αυξημένη συμμετοχή των αστών γυναικών στα όργανα διοίκησής τους, σίγουρα όμως συνοδεύεται από την ένταση της εκμετάλλευσης για τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.


Ευ. Χαϊντ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ