ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Γενάρη 2009
Σελ. /32
Για την κατανομή και το χρόνο εργασίας στο σοσιαλισμό

Στη θέση 7 αναφέρεται: «Ο μαρξισμός προσδιορίζει με σαφήνεια το χρόνο εργασίας ως το μέτρο της ατομικής συμμετοχής του παραγωγού στην κοινή εργασία. Επομένως, ο χρόνος εργασίας προσδιορίζεται και ως μέτρο του μέρους που του αναλογεί από το προϊόν που προορίζεται για την ατομική κατανάλωση και διανέμεται ανάλογα με την εργασία. Ενα άλλο μέρος (Παιδεία, Υγεία κλπ.) ήδη διανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες».

Σε ένα εργοστάσιο, 7 ώρες εργασίας τορναδόρου θα αμείβονται το ίδιο με 7 ώρες φύλακα ή με 7 ώρες τηλεφωνητή; Ενας οικοδόμος θα αμείβεται όσο και ένας πωλητής σε κατάστημα ηλεκτρικών ειδών για ίσες ώρες εργασίας; Ο χρόνος στα ΒΑΕ θα αμείβεται το ίδιο με το χρόνο απλής εργασίας γραφείου; Σε ένα νοσοκομείο ο γιατρός, ο βοηθός, ο νοσοκόμος που συμμετέχουν σε μια εγχείρηση θα αμείβονται το ίδιο;

Ο Μαρξ στην «Κριτική του προγράμματος της Γκότα» γράφει:

«...Επομένως ο κάθε ατομικός παραγωγός - ύστερα από τις κρατήσεις - παίρνει πίσω, ακριβώς ό,τι της δίνει. Αυτό που της δίνει είναι η ατομική ποσότητα εργασίας. ... Το δίκαιο των παραγωγών είναι ανάλογο με την απόδοση της δουλειάς τους. Η ισότητα βρίσκεται στο ότι μετρούν με το ίδιο μέτρο, με την εργασία... η εργασία για να χρησιμεύει σαν μέτρο, πρέπει να ορίζεται σύμφωνα με τη διάρκεια, ή με την έντασή της, αλλιώς θα έπαυε να είναι μέτρο. ... Με ίση απόδοση της εργασίας και επομένως με ίση συμμετοχή στο κοινωνικό καταναλωτικό απόθεμα, ο ένας παίρνει στην πραγματικότητα περισσότερα από τον άλλον, ... αυτές οι ελλείψεις δεν μπορούν να αποφευχθούν στην πρώτη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, όπως έχει ακριβώς βγει ύστερα από μακροχρόνια κοιλοπονήματα, από την κεφαλαιοκρατική κοινωνία. ...Σε μια ανώτερη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας, ... στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του!».

Πιστεύω ότι στον σοσιαλισμό δεν μπορεί να αποτελεί μόνο ο χρόνος το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς, αλλά και άλλα χαρακτηριστικά της εργασίας (απόδοση, ένταση). Ο κίνδυνος ατομικής ιδιοποίησης κοινωνικού προϊόντος στην πορεία οικοδόμησης του κομμουνισμού (παραγωγική βάση, συνείδηση, κτλ.) αντιμετωπίζεται με τον σταδιακό περιορισμό του μέρους του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται σύμφωνα με την εργασία και παράλληλη αύξηση του μέρους που κατανέμεται ανάλογα με τις ανάγκες.

Αν η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκινήσει από υψηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης, τότε, και σε συνδυασμό με ανάπτυξη κομμουνιστικής συνείδησης, το μέρος της εργασίας που αμείβεται με βάση το χρόνο εργασίας θα μπορεί να είναι μικρό ποσοστό του συνολικού ατομικού «εισοδήματος» και σύντομα θα μπορεί να εκμηδενιστεί καθώς θα οικοδομείται ο κομμουνισμός. Αν η σοσιαλιστική οικοδόμηση ξεκινήσει από χαμηλότερο επίπεδο ανάπτυξης, το ποσοστό του ατομικού «εισοδήματος» που αμείβεται με βάση τις ανάγκες θα είναι μικρότερο, αφού η κοινωνία δε θα μπορεί ακόμη να καλύπτει μεγάλο μέρος, και το ποσοστό που αμείβεται με βάση τη συμμετοχή στην εργασία μεγαλύτερο. Το μέρος αυτό θα εξαλειφθεί πιο αργά και τα καθήκοντα σχεδιασμού της αναλογίας «ανάγκες/εργασία» και της αντιμετώπισης κινδύνων ατομικού πλουτισμού, σε συνδυασμό και με την καλλιέργεια κομμουνιστικής συνείδησης, θα είναι πιο δύσκολα.

Παρακάτω στη Θέση 7: «Ο "χρόνος εργασίας" είναι το μέτρο της ατομικής συνεισφοράς στην κοινωνική εργασία για την παραγωγή του συνολικού προϊόντος. Αναφέρεται χαρακτηριστικά στο "Κεφάλαιο": "Στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή το χρηματικό κεφάλαιο φεύγει από τη μέση. Η κοινωνία κατανέμει την εργατική δύναμη και τα μέσα παραγωγής στους διάφορους κλάδους παραγωγής. Οι παραγωγοί θα μπορούν, αν θέλετε, να παίρνουν χάρτινα εντάλματα, με τα οποία θα παίρνουν από τα αποθέματα ειδών κατανάλωσης της κοινωνίας μια ποσότητα ανάλογη με το χρόνο που εργάστηκαν. Τα εντάλματα αυτά δεν είναι χρήμα. Δεν κυκλοφορούν"».

Το εδάφιο αυτό αναφέρεται στην κατάργηση του χρηματικού κεφαλαίου για την κατανομή του κοινωνικού προϊόντος στην κοινωνικοποιημένη παραγωγή και όχι στο πώς καθορίζεται ο χρόνος εργασίας. Το εδάφιο αυτό δεν μπορεί να στηρίζει τη θέση που ακολουθεί ότι: «Η πρόσβαση στο μέρος του κοινωνικού προϊόντος που κατανέμεται "ανάλογα με την εργασία" καθορίζεται από την ατομική προσφορά εργασίας του καθενός στη συνολική κοινωνική εργασία, χωρίς να διαχωρίζεται σε σύνθετη ή απλή, χειρωνακτική ή όχι. Μέτρο της ατομικής προσφοράς είναι ο χρόνος εργασίας, που καθορίζει το σχέδιο με βάση τις συνολικές ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής, τους υλικούς όρους της παραγωγικής διαδικασίας στην οποία εντάσσεται η "ατομική" εργασία, ιδιαίτερες ανάγκες της κοινωνικής παραγωγής για τη συγκέντρωση εργατικού δυναμικού σε περιοχές, κλάδους κλπ., ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, όπως η μητρότητα, τα άτομα με ειδικές ανάγκες κλπ., η ατομική στάση απέναντι στην οργάνωση και υλοποίηση της παραγωγικής διαδικασίας. Δηλαδή, πρέπει να συσχετίζεται ο χρόνος εργασίας με στόχους, όπως εξοικονόμηση υλών, εφαρμογή παραγωγικότερων τεχνολογιών, ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας, άσκηση εργατικού ελέγχου στη διοίκηση - διεύθυνση».

  • Αν εξαιρέσουμε ιδιαίτερες κοινωνικές ανάγκες, η συσχέτιση του χρόνου εργασίας (δηλ. της ατομικής προσφοράς άρα και της κατανομής) με στόχους, σημαίνει ότι ανάλογα με την επίτευξη των στόχων αυτών θα έχουμε είτε διαφορετικές αμοιβές για τον ίδιο χρόνο εργασίας είτε διαφορετικούς χρόνους εργασίας για ίδια αμοιβή. Και στις δύο περιπτώσεις η αμοιβή ανά μονάδα χρόνου εργασίας (1 ώρα, 1 ημέρα, κτλ.) θα είναι διαφορετική. Αυτό σημαίνει ότι η εργασία (και η αμοιβή της) διαχωρίζεται με βάση την παραγωγικότητά της, γιατί όλοι οι προαναφερθέντες στόχοι εκεί τελικά στοχεύουν, στη δαπάνη όλο και λιγότερων πόρων ανά μονάδα παραγόμενου προϊόντος στη μονάδα του εργάσιμου χρόνου. Αν δεν εννοούν αυτό οι Θέσεις, τι εννοούν;
  • Στην περίπτωση εφαρμογής παραγωγικότερων τεχνολογιών, οι εργαζόμενοι σε μονάδα εξοπλισμένη με παραγωγικότερη τεχνολογία θα αμείβονται διαφορετικά από αυτούς που εργάζονται σε λιγότερο παραγωγική εργασία του ίδιου κλάδου; Η τεχνολογία δε θα μπορεί ενδεχομένως να αλλάζει ταυτόχρονα σε όλες τις μονάδες ενός κλάδου, πολύ περισσότερο όλης της οικονομίας. Μήπως κάθε μονάδα μόνη της θα ενδιαφέρεται για παραγωγικότερη τεχνολογία; Και θα αμείβεται διαφορετικά γι' αυτό; Γιατί;
  • Η ατομική συνεισφορά στην ορθολογικότερη οργάνωση της εργασίας είναι ζητούμενο και συναρτάται με την άνοδο της κομμουνιστικής συνείδησης. Η έκταση όμως της ορθολογικότερης οργάνωσης της εργασίας και οι δυνατότητές της σε επιστημονικά καθοδηγούμενη οικονομία, εξαρτώνται κυρίως από τον κεντρικό σχεδιασμό, που μεταξύ άλλων θα έχει και την ευθύνη για συνεχή γενίκευση εφαρμογών της και προσαρμογών της, όπου οι συνθήκες το απαιτούν.
  • Ο στόχος της άσκησης εργατικού ελέγχου στη διοίκηση είναι περίεργο γιατί συσχετίζεται με το χρόνο εργασίας.

Με βάση τα παραπάνω πιστεύω ότι ο κεντρικός σχεδιασμός θα πρέπει να καθορίζει τις αναλογίες των διάφορων λειτουργιών της κοινωνικής παραγωγής ώστε να ικανοποιούνται οι κοινωνικές ανάγκες αλλά και το μέτρο του χρόνου σε κάθε ξεχωριστή λειτουργία βάσει του οποίου θα μετριέται η ατομική προσφορά.

Επίσης στη θέση 7 αναφέρεται: «Ο "χρόνος εργασίας", ως μέτρο της εργασίας στη σοσιαλιστική παραγωγή, πρέπει να αντιμετωπίζεται "μόνο σαν παραλληλισμός με την εμπορευματική παραγωγή"».

Επειδή η αλλαγή της σειράς λέξεων αλλά και η αποκομμένη από το συνολικό κείμενο χρήση τους μπορεί να διαφοροποιεί το νόημα, σημειώνω ότι ο Μαρξ σε μια υπόθεση εργασίας αναφέρει: «Ας φανταστούμε τέλος για λόγους ποικιλίας ένα σύλλογο ελεύθερων ανθρώπων, που εργάζονται με κοινά μέσα παραγωγής και ξοδεύουν αυτοσυνείδητα τις πολλές τους ατομικές εργατικές δυνάμεις σαν μια κοινωνική εργατική δύναμη. ... Το συνολικό προϊόν του συλλόγου είναι κοινωνικό προϊόν. Ενα μέρος αυτού του προϊόντος χρησιμεύει ξανά σαν μέσο παραγωγής. Το μέρος αυτό παραμένει κοινωνικό. Ενα άλλο μέρος καταναλίσκεται από τα μέλη του συλλόγου σαν μέσο συντήρησης. Γι' αυτό πρέπει να διανεμηθεί μεταξύ τους. Ο τρόπος αυτής της διανομής θ' αλλάζει όταν αλλάζει ο ιδιαίτερος τρόπος του ίδιου του κοινωνικού παραγωγικού οργανισμού και το αντίστοιχο ιστορικό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγών. Μόνο σαν παραλληλισμό με την εμπορευματική παραγωγή προϋποθέτουμε ότι μερτικό του κάθε παραγωγού στα μέσα συντήρησης καθορίζεται από το χρόνο της εργασίας του».


Γιώργος Τσιλιγκιρίδης
Μέλος Γραφείου ΚΟΘ

Για το 2ο θέμα

Παρακαλώ τους σεβαστούς αντιπροσώπους που πορεύονται με αισιοδοξία, επιμονή και υπομονή, όρθιοι, κόντρα στην ενσωμάτωση, προς το 18ο Συνέδριο του Κόμματός μας, να σκύψουν με ενδιαφέρον και να αντιμετωπίσουν με το δέοντα σεβασμό τους συντρόφους που έχουν διαφορετική προσέγγιση σε διάφορα σημεία των Θέσεων της ΚΕ για το σοσιαλισμό. Γιατί είναι πολύ φυσικό πρώτα απ' όλα. Η ίδια η ΚΕ ομολογεί ότι πρώτη φορά, σε μια διαδικασία πολλών ετών, με κόπους και όσες θεωρητικές δυνάμεις είχε και έχει και συνεπικουρούμενη, κατέληξε σε αυτό το ενδιαφέρον ντοκουμέντο. Και πάλι μπορεί να μείνουν ανοιχτά ζητήματα, όπως λέει.

Η παράκλησή μου αφορά την αναπάντεχη τροπή και «στοίχιση» στην αρθρογραφία, απ' αφορμή το αιχμηρό σημείωμα, πράγματι, του Γ. Ρούση. Αλλο πράγμα η ιδεολογική αντιμετώπιση (και αυτό το ρόλο παίζει η Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ) και άλλο ο προσωπικός χαρακτηρισμός απ' όπου κι αν προέρχεται. Πολλώ μάλλον απαξιωτικές αναφορές. Ας μην πονάμε άλλο, όταν δεν πρέπει.

  • ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΣ

κοινωνικοποιεί τα μέσα παραγωγής (κοινωνική παραγωγή), καταργεί κάθε μορφή ατομικής ιδιοκτησίας, την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο (κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής), ελευθερία δραστηριότητας του ανθρώπου και όχι καταναγκαστική εργασία, σχεδιασμένη κεντρικά η παραγωγή (χρήσιμων αξιών), προσανατολισμένη στην ικανοποίηση των όλο και αυξανόμενων, ποσοτικά και ποιοτικά, αναγκών της κοινωνίας, με κράτος πορευόμενο προς «χαλάρωση» μέχρι την απονέκρωση τελικά, με ανώτερο επίπεδο δημοκρατίας (συμμετοχή - έλεγχος των εργατών), μείωση δραστική της διαφοράς χωριού - πόλης, πνευματικής - χειρωνακτικής εργασίας και μείωση επομένως των διαφοροποιήσεων στην κατανομή.

-- Δηλαδή, ο σοσιαλισμός είναι ανώτερο στάδιο κοινωνίας ασφαλώς, σε επίπεδο παραγωγής - κατανομής - δημοκρατίας - συνείδησης. Νέα κοινωνία - νέος άνθρωπος, απαλλαγμένος από τα του εποικοδομήματος του καπιταλισμού.

-- Για να οικοδομήσει και να φτάσει μέχρις εκεί (που πάλι δεν είναι το τελικό στάδιο του κομμουνισμού) η σχεδιασμένη πολιτική της δικτατορίας του προλεταριάτου, έχει δρόμο. Αυτός ο δρόμος δεν ΠΡΕΠΕΙ να είναι μακρύς. Οσο μακραίνει τόσο μεγαλώνει ο κίνδυνος παλινόρθωσης ή ταλαιπωρίας της επανάστασης. Σωστό είναι, ότι είναι ανάλογος με την κληρονομιά και τη δύναμη του ιμπεριαλισμού. Δηλαδή, αν ηττηθεί ο ιμπεριαλισμός παγκόσμια, τότε και χώρες καθυστερημένες δε θα χρειαστεί να ολοκληρώσουν ή να αναπτύξουν αισθητά τις καπιταλιστικές σχέσεις για να οικοδομήσουν το σοσιαλισμό.

-- Την επομένη λοιπόν της νίκης της επανάστασης δεν έχουμε σοσιαλισμό, θεμελιώνει... Η παρουσία του παλαιού είναι έντονη σε όλα τα επίπεδα. Γι' αυτό, αυτή η περίοδος έχει έντονο ανταγωνισμό και απαιτεί γνώση - καθοδήγηση σε συνάρτηση με τον αντικειμενικό παράγοντα. Μέσα από αυτή τη σκληρή διαπάλη για τη λύση των αντιθέσεων διαφορετικού χαρακτήρα ποσοτικά και ποιοτικά πλέον, προχωράει η θεμελίωση. Πιθανόν με στρεβλώσεις και αναγκαστικές απεκκρίσεις.

Για την ΕΣΣΔ οι Θέσεις λένε ότι ενώ καταργήθηκε η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και καταβλήθηκε τεράστια προσπάθεια για συνεταιριστικοποίηση της αγροτικής παραγωγής, στην κατεύθυνση μείωσης του εμπορευματικού της χαρακτήρα, με κοινωνικοποιημένη τη βιομηχανική παραγωγή, ακολουθήθηκε οπορτουνιστική πολιτική στην οικονομία, που οδήγησε στη νίκη της αντεπανάστασης. Τούτο κυρίως επικεντρώνεται μετά το '56. Δε χωράει συζήτηση ότι το 20ό Συνέδριο έβαλε τις βάσεις για να πιάσει το καράβι ξέρα. Ωστόσο, δεν αρκεί αυτό το ανάθεμα. Το 20ό θεμελιώθηκε σε υπάρχον, πρόσφορο έδαφος υποκειμενικών και αντικειμενικών παραγόντων. Δε νικάει έτσι εύκολα ο οπορτουνισμός και σε μια νύχτα βγάζει εγκληματία τον ηγέτη του ΚΚΣΕ. Μέχρι τότε το κόμμα θεμελίωσε αρκετά καλά αλλά και εδραίωσε πολλές στρεβλώσεις, ικανές για οπορτουνιστική στροφή.

-- Εξ ανάγκης, λόγω έλλειψης στελεχών στην παραγωγή, εδραιώθηκε η μονιμότητά τους, η αρκετά μεγαλύτερη αμοιβή τους, η μη ανακλητότητά τους, άρα ο μη έλεγχος, μη συμμετοχή, μη εργατική δημοκρατία = γραφειοκρατία (απομάκρυνση του λαού). Οταν κλήθηκε και ο Αϊζενστάιν στη μάχη για την κολεκτιβοποίηση και έκανε το θαυμάσιο έργο «Η ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΗ», ήδη καυτηρίαζε τη γραφειοκρατία. Η αντιπολίτευση της περιόδου της επανάστασης μεταφέρθηκε και στο πρακτικό επίπεδο. Αντιμετωπίστηκε, με φόντο τον πόλεμο, με σκληρά μέτρα. Ομως οι αντιπρόσωποι, τα μέλη της ΚΕ που εξοντώθηκαν (προπολεμικοί κομμουνιστές) και όποιες άλλες παραβιάσεις δε συνιστούν σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Είναι αδυναμία, όχι δύναμη και πρέπει να τις καυτηριάζουμε, να παίρνουμε αποστάσεις. Δεν μπαίνει κανένας στο στρατόπεδο του οπορτουνισμού επειδή υπερασπίζεται τη σοσιαλιστική δημοκρατία. Παρότι η νίκη ενάντια στο φασισμό είναι μεγάλη, φαίνεται πως ο δρόμος του μεταβατικού σταδίου στην ΕΣΣΔ ήταν επίσης μακρύς. Δεν ήταν ποτέ αναπτυγμένος σοσιαλισμός. Και αυτό έχει την αξία του. Γιατί παρόλο που δεν ήταν τέτοιος, προσέφερε πολλά στο λαό και σε όλη την ανθρωπότητα. Δεν μπόρεσε να ορθοποδήσει γιατί το μικρό ποσοτικά αλλά ισχυρό στρώμα που διαμορφώθηκε από τα προνομιούχα κρατικά και κομματικά στελέχη, που τελικά πήρε ταξική μορφή (από τη θέση στην παραγωγή και τη διανομή), δεν ήταν δυνατό να ενδιαφερθεί για τη σοσιαλιστική διεύρυνση, αλλά για τη δική της διευρυμένη πολιτική έκφραση, που πέτυχε τελικά αφού φυσικά όλος ο «οργανισμός είχε αρρωστήσει» και οι «υγιείς», ακόμα, δεν πίστευαν πλέον στην προωθητική δύναμη του συστήματος και υιοθετούσαν μέτρα παλινόρθωσης του καπιταλισμού στο όνομα του σοσιαλισμού. Λήθαργος και όταν θεμελιωνόταν η ατομική ιδιοκτησία! Ετσι εξηγείται το γεγονός ότι δεν αντέδρασε κανένας! Και αυτοί που μάθανε μαρξισμό στα σχολεία τόσα χρόνια; Τίποτα; Αυτό δείχνει ότι η αφασία κρατούσε χρόνια πολλά. Και είναι το αποτέλεσμα: του «Λαού στη γωνία». Η υπόθεση ήταν υπόθεση ολίγων. Το κόμμα μας επίσης δεν πήρε είδηση τι γινόταν, αφού μεταπολεμικά ποτέ σχεδόν δε διαμόρφωσε επαναστατικό πρόγραμμα - στρατηγική και ταχτική προσεγγίζοντας πότε το «κέντρο» και πότε το «ΠΑΣΟΚ» στερούμενο τη δική του φυσιογνωμία. (Φτάσαμε να δίνουμε εξηγήσεις γιατί δεν αγοράζαμε το κατάπτυστο βιβλίο του Γκορμπατσόφ). Γι' αυτό είπα σύντροφοι στην αρχή «με προσοχή», όχι χαρακτηρισμούς. Δε χρειαζόμαστε πιστοποιητικά και δεν περισσεύει κανένας, χωρίς φυσικά σκόντο στις αρχές μας.

-- Εχουμε χρέος να υπερασπιστούμε την Οχτωβριανή Επανάσταση. Ομως έχουμε επίσης χρέος να μην ταυτιστούμε με τον «υπαρκτό». Γιατί όλοι πλέον γνωρίζουμε ότι άλλο ήθελαν να οικοδομήσουν οι επαναστάτες και άλλο βγήκε. Αλλωστε εκ του αποτελέσματος κρίνεται το ορθό. Η ΚΕ και τα συνέδρια του κόμματος με τη συνδρομή κάθε επαναστάτη διανοούμενου, άλλων κομμάτων κλπ. ας έχουν μπροστά τους πάντα την πρόταση για τον 21ο αιώνα.

*Αξίζει η εξέταση της παρόμοιας πορείας και στις άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Κίνας, Βιετνάμ κλπ. Πώς γίνεται και τα ΚΚ εξουσίας μετατρέπονται σε φορείς της αντεπανάστασης; (Να εξεταστεί η σχέση κόμματος - κράτους - συνδικάτων - πρόσβαση στην κατανομή - χρήμα κλπ.).


Λάζος Θανάσης

90 χρόνια στην υπεράσπιση του σοσιαλισμού

Το κείμενο των Θέσεων της ΚΕ για το σοσιαλισμό αποτελεί αναμφισβήτητα ιδιαίτερης αξίας ντοκουμέντο, όχι μόνο για τους Ελληνες κομμουνιστές και το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και για κάθε προοδευτικό άνθρωπο που στο σήμερα ψάχνει εναλλακτική λύση απέναντι στη βάρβαρη καπιταλιστική πραγματικότητα.

Μεστός λόγος, καθαρή ανάλυση, ορθολογικά συμπεράσματα μακριά από υποκειμενισμούς και απλουστεύσεις είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά του κειμένου. Το σημαντικότερο, όμως, είναι πως μέσω αυτών (και όχι μόνο) των χαρακτηριστικών αναδεικνύεται το υψηλό επίπεδο της κομματικής ιδεολογικής στάθμης, κατόρθωμα σύσσωμου του κομματικού και Κνίτικου δυναμικού με μπροστάρη και καθοδηγητή, βέβαια, την ΚΕ.

Οι Θέσεις, βέβαια, παρουσιάζουν και ελλείψεις. Ενδεικτικά θα μπορούσε να αναφερθεί η ελλιπής αναφορά στο εποικοδόμημα της σοσιαλιστικής κοινωνίας (Δικαιοσύνη, μορφές εργατικής εξουσίας, προνόμια στελεχών κ.ά.). Αλλωστε, οι στρεβλώσεις στο εποικοδόμημα δεν αποτελούσαν απλές αντανακλάσεις των οικονομικών στρεβλώσεων που αναφέρονται αναλυτικά στο κείμενο, αλλά με τη σειρά τους αλληλεπίδρασαν και στην οικονομία. Γι' αυτά τα ζητήματα υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία και Σοβιετικών, αλλά και των λεγόμενων Δυτικών μαρξιστών. Στο επίπεδο που βρισκόμαστε αυτή τη στιγμή νομίζω πως μπορούμε να αξιοποιήσουμε καλύτερα τα όποια θετικά στοιχεία και συμπεράσματα προσφέρουν οι αναλύσεις του δεύτερου θέματος.

Επίσης, ζητήματα που άπτονται της διάλυσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς δεν αναλύονται επαρκώς στο κείμενο. Η στρέβλωση της στρατηγικής του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος τοποθετείται στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ. Ωστόσο, με αυτήν την ανάλυση μένουν αναπάντητα σημαντικά ερωτήματα για τη στρατηγική μεγάλων και ηρωικών ΚΚ της Δύσης (κυρίως Γαλλίας και Ιταλίας). Δεν μπορεί εύκολα να εξηγηθεί πώς ο Παλμίρο Τολιάτι (σαν ΓΓ της ΚΕ του PCI) μετεξελίχθηκε μέσα σε 10 χρόνια από τον ηρωικό «Ερκολι» του Ισπανικού Εμφυλίου σε πατέρα του ευρωκομμουνισμού.

Οι αστοί, και δυστυχώς αρκετοί προοδευτικοί διανοούμενοι (που πέφτουν στην παγίδα τους), πολεμούν το Κόμμα μας και τη σοσιαλιστική εμπειρία από δύο κυρίως αλληλοσυμπληρούμενα μέτωπα: τη «λαθολογία» και τη «σταλινολογία». Αναφορικά με το πρώτο, νομίζω πως η αντεπίθεσή μας δεν είναι τόσο πλήρης όσο θα έπρεπε. Συγκεκριμένα, ενώ διαφαίνεται στα κείμενά μας και στην αρθογραφία του «Ρ», δεν προβαίνουμε ξεκάθαρα σε έναν βασικό διαχωρισμό. Τα λάθη στρατηγικής και τα λάθη στην τακτική ενός ΚΚ ή μιας σοσιαλιστικής χώρας. Λάθη πάντοτε γίνονταν και θα συνεχίσουν να γίνονται. Λάθη γίνονταν και επί Λένιν. Το ζήτημα έγκειται στο τι είδους λάθη είναι αυτά. Ο χαρακτηρισμός π.χ. της αποχής απ' τις εκλογές του Μάρτη του '46 σαν λάθος στρατηγικής έκρυβε από πίσω του όχι μόνο οπορτουνιστική σκουριά (τα περί ειρηνικής εξέλιξης του Παρτσαλίδη) αλλά και έδινε βασικά όπλα στην αντίδραση. Ο σημερινός χαρακτηρισμός του λάθους αυτού που περιέχεται στο Δοκίμιο Ιστορίας Τόμος Α΄ βάζει το ζήτημα αντικειμενικά και στη σωστή του βάση. Απ' το παραπάνω παράδειγμα νομίζω πως φαίνεται η σημασία του χαρακτηρισμού της φύσης ενός λάθους σε συνάρτηση με την αυτοκριτική που πρέπει να κάνει πάντοτε το Κόμμα. Αλλά και για έναν ακόμα λόγο: Η αστική τάξη καραδοκεί, για να αξιοποιήσει προς το δικό της συμφέρον τα όποια «παραστρατήματα» των κομμουνιστών. Αλλωστε, μην ξεχνάμε πως «στην ταξική πάλη χατίρια δε γίνονται, κι όποιος φταίει, αυτός πληρώνει τα σπασμένα».

Σχετικά με τη λεγόμενη «σταλινολογία» πρέπει να παρατηρήσουμε πως αποτελεί μια πραγματική λερναία ύδρα στο αστικό ιδεολογικό οπλοστάσιο. Εχει τόσες εκφάνσεις και παραλλαγές που ο βομβαρδισμός είναι κυριολεκτικά αδυσώπητος. Εκδηλώνεται αρχικά ύπουλα με την προσφιλή τακτική του διαχωρισμού της πολιτικής της ΕΣΣΔ σε «λενινιστική» και σε «σταλινική» περίοδο. Πολλές φορές μάλιστα δε διστάζουν να καθαγιάσουν σχεδόν τον αριστερό, ρομαντικό, ουμανιστή (και δεν ξέρω γω τι άλλο) επαναστάτη Λένιν σε αντιπαραβολή με τον αυταρχικό, βίαιο, έκφυλο, δικτάτορα Στάλιν. Σ' αυτή τους την τακτική βοήθησε, βέβαια, και το διεθνές πρακτορείο του τροτσκισμού, επιβεβαιώνοντας το ρόλο του οπορτουνισμού σαν παραπληρωματικής δύναμης της αστικής τάξης. Η απάντηση σ' αυτό τους έρχεται, δυστυχώς, από δύο μεριές: τον ίδιο τον Λένιν μέσω της εκτίμησης που είχε κάνει για το πώς η αστική τάξη προσπαθεί να εκμεταλλευτεί (όταν μπορεί) τους θανόντες μεγάλους επαναστάτες, αλλά και από τον Στάλιν μέσω του μνημειώδους έργου του «Ζητήματα Λενινισμού». Αρκούντως, λοιπόν, αποδέδεικται πως στις βασικές της γραμμές και παρά τα λάθη η μπολσεβίκικη επαναστατική στρατηγική παρουσίαζε άκαμπτη συνέχεια (τουλάχιστον μέχρι το 1956). Οταν έχουμε να αντιπαλέψουμε τέτοιες επιστημονικοφανείς αναλύσεις, νομίζω ότι θα αποτελούσε χάσιμο χρόνου να ασχοληθούμε με σταλινικά μεταλλαγμένα καβούρια (sic) που απειλούν να... κατασπαράξουν τον κόσμο (βλ. προ ολίγων ετών δημοσίευμα της εφημερίδας «Τα Νέα») ή εκκαθαρίσεις και εθνοκαθάρσεις που έγιναν από ...πείσμα και εξαιτίας ενός ...μέθυσου πατέρα. Το ζήτημα δε χρήζει περισσότερης ανάλυσης, καθώς προ ετών ένας βετεράνος κομμουνιστής και αναγνωρισμένος αγωνιστής του λαού μας, ο Κώστας Κάππος, το τοποθέτησε λιτά και συγκεκριμένα: «Η στάση απέναντι στον Στάλιν είναι Λυδία λίθος για να κρίνουμε αν ένας είναι κομμουνιστής ή όχι. Οποιος τάσσεται εχθρικά προς τον Στάλιν είναι δειλός αντικομμουνιστής. Κριτική και αυτοκριτική για τον Στάλιν είναι δεκτή, αλλά όχι ξεθεμέλιωμα των πάντων και ταύτιση με τον Χίτλερ. Αν δεν υπήρχε ο Σοβιετικός Λαός με επικεφαλής τον Στάλιν η γερμανική σημαία μπορεί να κυμάτιζε ακόμα στην Ακρόπολη. Αυτά και καλά κρασιά! (Ελευθεροτυπία, 28/7/2004)».

Ενώ, όμως, οι Θέσεις ξεκαθαρίζουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο πολλές λεπτές πτυχές της πολιτικής του ΚΚΣΕ, δε συμβαίνει το ίδιο με την πολιτική του ΚΚΕ στην ίδια περίοδο (κυρίως δηλαδή απ' το 1956 κι έπειτα). Αναφέρομαι χαρακτηριστικά στη Θέση 30 που αποτελεί ουσιαστικά την αυτοκριτική του Κόμματος. Ο συνδυασμός της έλλειψης θεωρητικής επάρκειας με την «ανοχή», την «προσαρμογή» και την «τυπικότητα» στις σχέσεις των δύο Κομμάτων δεν προσφέρει επαρκείς εξηγήσεις για την πολιτική του ΚΚΕ απ' το 1956 κι έπειτα. Και δε θα μπορούσε, άλλωστε, να προσφέρει, καθώς αν θεωρήσουμε δεδομένη την έλλειψη ιδεολογικοπολιτικής επάρκειας δεν μπορούν να σταθούν με αξιόλογες προοπτικές πειθούς οι όροι ανοχή και προσαρμογή. Ειδικά, όταν γίνεται δεκτό ότι τη δεκαετία του '50 υπήρχε έντονη εσωκομματική διαπάλη (βλ. Μάκη Μαΐλη: Το κομματικό οργανωτικοπολιτικό πρόβλημα στα χρόνια 1950 - 1967, κυρίως σελ. 224 - 229, ΚΟΜΕΠ τ. 6 2008). Η εμπειρία έχει δείξει ότι η εσωκομματική διαπάλη, ειδικά για ζητήματα στρατηγικής, μπορεί να μην επιλύεται πάντοτε με διάσπαση, αλλά σίγουρα, δεν επιλύεται με ανοχή μιας γραμμής ή με προσαρμογή σ' αυτήν. Ισως ο όρος προσαρμογή θα μπορούσε πειστικά να σταθεί, εάν γίνονταν σαφή και τα μέσα που την επέφεραν. Και, δυστυχώς, αυτά τα μέσα ήταν αναμείξεις στο εσωτερικό του Κόμματος από μέρους του ΚΚΣΕ, αντικαταστατική εκπαραθύρωση της νόμιμα εκλεγμένης ηγεσίας του και αντικατάστασή της από διορισμένους οπορτουνιστές (6η «Ολομέλεια», Μάρτης του 1956), πογκρόμ (Τασκένδη, Σεπτέμβρης του 1955), παράνομες διαγραφές χιλιάδων μελών του Κόμματος κ.ά. Βεβαίως, έχει χυθεί πολύ μελάνι σε όλους σχεδόν τους προσυνεδριακούς διαλόγους μετά το 1991 γι' αυτό το θέμα, αλλά είναι, νομίζω, φυσικό πέτρα που δεν κυλά να χορταριάζει. Αισιόδοξες προοπτικές για οριστική επίλυση του ζητήματος προσφέρουν αδιαμφισβήτητα η μέχρι τώρα αρθρογραφία στελεχών σε «Ρ» και «ΚΟΜΕΠ», αλλά και η επερχόμενη έκδοση του Β΄ τόμου του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ. (Παραμένει πάντως -χρονικά έστω - παράδοξο το γεγονός ότι ήδη τοποθετηθήκαμε επίσημα για την 12η Ολομέλεια του '68 που κι αυτή ανήκει χρονολογικά - μάλιστα έπεται 12 χρόνια της 6ης - στην ύλη που θα καλύπτει ο νέος τόμος του Δοκιμίου.)

Κλείνοντας, το Κόμμα μας με τις Θέσεις δε διάλεξε μία απ' τις πολλές εναλλακτικές που μερικοί νομίζουν ότι απλώνονταν μπροστά του, την υπεράσπιση δηλαδή ή την απόρριψη του σοσιαλισμού στον 20ό αιώνα. Η υπεράσπιση των κατακτήσεων της οικοδόμησης ήταν και είναι μονόδρομος για το Κόμμα μας. Κι αυτό για ένα λόγο. Γιατί μονόδρομος είναι για το Κόμμα μας η πάλη για τη χειραφέτηση της εργατικής τάξης, η πάλη για μια δίκαιη κοινωνία. Το Κόμμα με τις Θέσεις βροντοφωνάζει: «Hier stehe ich, ich kann nicht anders» («Εδώ στέκω, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς», Μαρτίνος Λούθηρος). Και εδώ θα στέκουμε μέχρι να κυματίσει η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο στην Αθήνα μας και σ' όλο τον κόσμο. Κι αυτή τη φορά ανεπίστρεπτα.


Βαγγέλης Τσιμούρας
Μέλος του ΚΚΕ Αχτίδα ΑΕΙ - ΤΕΙ της ΚΟΘ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ