ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 17 Οχτώβρη 2010
Σελ. /32
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΝΑΡΚΩΤΙΚΩΝ
Για μια πολιτική πραγματικά ενάντια στα ναρκωτικά και τις εξαρτήσεις

Κριτική στις κατευθύνσεις της κυβερνητικής πολιτικής για το θέμα των ναρκωτικών

Παπαγεωργίου Βασίλης

Τη βδομάδα που πέρασε, ο υπουργός Υγείας Α. Λοβέρδος από κοινού με την πρόεδρο του ΟΚΑΝΑ έκαναν ανακοινώσεις στο πλαίσιο της κυβερνητικής πολιτικής για τα ναρκωτικά, για δημιουργία πολλών νέων μονάδων υποκατάστασης σε δημόσια νοσοκομεία.

Το Εθνικό Συμβούλιο Κατά των Ναρκωτικών (ΕΣΥ) από τον Ιούλη του 2010, οπότε έγιναν και οι πρώτες εξαγγελίες για την κατεύθυνση που θα έχει η κυβερνητική πολιτική στο θέμα των ναρκωτικών με ομιλία του ίδιου του πρωθυπουργού, είχε συντάξει μια σειρά θέσεις κριτικής για την κυβερνητική πολιτική και τις είχε παραδώσει στους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς.

Ο «Ρ» δημοσιεύει σήμερα αποσπάσματα από αυτήν την κριτική του ΕΣΥΝ στις τότε κυβερνητικές εξαγγελίες:

«

Στις αρχές Ιουλίου η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ εξάγγειλε νέα μέτρα σχετικά με το θέμα των ναρκωτικών και των εξαρτήσεων. Κυρίαρχο ζήτημα στη χρονική περίοδο που γίνονται οι εξαγγελίες είναι η βαθιά καπιταλιστική κρίση στη χώρα μας και τα σκληρά αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα που υιοθετούνται από την κυβέρνηση σε συνεργασία με την ΕΕ και το ΔΝΤ. Πρόκειται για μέτρα που καταδικάζουν την πλειοψηφία των μεσαίων και λαϊκών στρωμάτων σε πολύχρονες θυσίες και καλούν το λαό να πληρώσει την κρίση που δε δημιούργησε.

Η ως σήμερα εφαρμοζόμενη πολιτική των κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και ΝΔ στο οξύ ζήτημα της εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες επικεντρώνεται στην καταστολή και στη διαχείρισή του με την πριμοδότηση των προγραμμάτων συντήρησης στη χρήση με υποκατάστατα (μεθαδόνη, βουπρενορφίνη και ανταγωνιστών οπιοειδών). Τα στεγνά θεραπευτικά προγράμματα υποχρηματοδοτούνται, παρά την αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητά τους. To προηγούμενο διάστημα παρακολουθεί κανείς επίσης μια συστηματική προσπάθεια περαιτέρω υποβάθμισης των στεγνών θεραπευτικών προγραμμάτων με τις προτάσεις σύνδεσής τους με προγράμματα εξ ολοκλήρου διαφορετικής φιλοσοφίας, όπως τα προγράμματα υποκατάστατων.

Στην ομιλία του πρωθυπουργού και τις εξαγγελίες για το θέμα των ναρκωτικών γίνεται κριτική στον ΟΚΑΝΑ. Αποδίδεται η αναποτελεσματικότητα του οργάνου υλοποίησης της αντιναρκωτικής πολιτικής στη χώρα μας σε "κακοδιαχείριση". Ως ΕΣΥΝ έχουμε αναδείξει το κυρίαρχο ζήτημα που αφορά στη δομή και τη λειτουργία του OKANA. Ο ΟΚΑΝΑ, ο οποίος τελεί υπό την εποπτεία του Υπ. Υγείας και Πρόνοιας και διοικείται από διορισμένο ΔΣ, είναι πιστός υλοποιητής της εκάστοτε κυβερνητικής πολιτικής, η οποία όπως έχει διατυπωθεί μέσα από τα Εθνικά Σχέδια Δράσης, σε πλήρη σύμπνοια με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά, επικεντρώνει στη διαχείριση του προβλήματος της τοξικοεξάρτησης, και όχι στην ουσιαστική αντιμετώπισή του. Η εξυπηρέτηση της λογικής "περιορισμού της βλάβης", με την προώθηση της υποκατάστασης αποτελεί εδώ και χρόνια το κύριο μέλημα του ΟΚΑΝΑ. Με όχημα την ιατρικοποίηση και ψυχιατρικοποίηση του προβλήματος, αντιλήψεις που επικεντρώνουν στο σύμπτωμα και δεν αντιμετωπίζουν τα αίτια που οδηγούν στη χρήση και στην εξάρτηση, επιχειρείται η προώθηση προγραμμάτων υποκατάστασης, χαμηλών προδιαγραφών, τόσο ως προς τις δομές και τις παρεχόμενες υπηρεσίες, όσο και ως προς τον αριθμό του προσωπικού.

Στην ίδια ομιλία, η σαφής πολιτική επιλογή των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που προωθεί τη συρρίκνωση του αστικού κράτους Πρόνοιας και προωθεί την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών υγείας γενικά και ψυχικής υγείας και απεξάρτησης ειδικότερα, γίνεται προσπάθεια να αναχθεί σε αναγκαιότητα μόνο λόγω της κρίσης. Η οικονομική κρίση δεν μπορεί να δικαιολογήσει τη στρατηγική επιλογή των κυβερνήσεων να μετατρέψουν το σύστημα υγείας σε επιχείρηση, μέσα από τη λειτουργία του με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και την περαιτέρω ιδιωτικοποίησή του.

Στην ίδια ομιλία γίνεται συχνή αναφορά στις "δυνατότητες" που παρέχει στην αντιμετώπιση του προβλήματος των ναρκωτικών το σχέδιο "Καλλικράτης". Αυτά που παρουσιάζονται ως "δυνατότητες", αφορούν επί της ουσίας τη διευκόλυνση και ενίσχυση της επιχειρηματικής δράσης και την προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και στον τομέα της Υγείας και Πρόνοιας. Με την προώθηση του καθεστώτος της "ανταποδοτικότητας" και "αντιληπτικότητας" στην τοπική διοίκηση και της ενίσχυσης του ρόλου διαφόρων ΜΚΟ στην υγεία και στην απεξάρτηση είναι εύλογες οι ανησυχίες για υποβάθμιση και απαξίωση των υπηρεσιών απεξάρτησης».

Το ΕΣΥΝ επισημαίνει ακόμα ότι: «Σε συνθήκες όξυνσης των κοινωνικών προβλημάτων και ειδικά του προβλήματος της τοξικοεξάρτησης, η μοναδική επένδυση που μπορεί να κάνει η πολιτεία για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα των ναρκωτικών είναι στροφή στην πρωτογενή πρόληψη. Μία στρατηγική πρόληψης επιβάλλεται να λαμβάνει υπόψη της τους βασικούς παράγοντες που επιδρούν στη ζωή ενός νέου ανθρώπου: Την οικογένεια, την εκπαίδευση, την επαγγελματική αποκατάσταση, την τέχνη, τον αθλητισμό, αλλά και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ουσιαστικά, η πρωτογενής πρόληψη σημαίνει την πρόταση ενός τρόπου ζωής δημιουργικού, με αξίες, στόχους και αξιοπρέπεια, μέσα από τη συλλογικότητα. Ενός τρόπου ζωής με δικαιώματα και δυνατότητες για την ανάπτυξη των νεανικών συνειδήσεων. Η στάση και ο αγώνας του Εθνικού Συμβουλίου κατά των Ναρκωτικών για την πρωτογενή πρόληψη επιβεβαιώνεται καθημερινά.

Το ΕΣΥΝ διατυπώνει και αγωνίζεται για μια αντιναρκωτική πολιτική στη χώρα μας με το παρακάτω πλαίσιο αξόνων:

  • Οχι σε όλα τα ναρκωτικά. Καμία αποδοχή του διαχωρισμού τους σε "σκληρά" και "μαλακά".
  • Η υπόθεση των ναρκωτικών δεν αφορά μόνο τους ειδικούς. Αφορά το σύνολο του ελληνικού λαού.
  • Η αντιναρκωτική πολιτική πρέπει να είναι το αποτέλεσμα ενός ευρύτερου κοινωνικού διαλόγου. Σε αυτόν το διάλογο, πρέπει να συμμετέχουν όλοι οι αρμόδιοι φορείς. Πρέπει επίσης να συμμετέχουν επιστημονικοί, συνδικαλιστικοί, πολιτιστικοί, νεολαιίστικοι, κοινωνικοί, κ.ά. φορείς της χώρας.
  • Χρειάζεται κεντρικός σχεδιασμός με ενιαία φιλοσοφία και αντίληψη, που να αφορά στην Πρόληψη, στην Θεραπεία, στην Κοινωνική Επανένταξη, στην Ερευνα και στην Αξιολόγηση.
  • Η παροχή υπηρεσιών απεξάρτησης πρέπει να είναι δημόσια και δωρεάν.
  • Η ιατρικοποίηση του προβλήματος των ναρκωτικών επικεντρώνει στο σύμπτωμα και όχι στην αντιμετώπιση των αιτιών που οδηγούν στη χρήση και την εξάρτηση. Η τοξικομανία είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο που μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν μια ακραία μορφή αποξένωσης του σύγχρονου ανθρώπου.
  • Οποιαδήποτε προσπάθεια διαμόρφωσης μιας αντιναρκωτικής πολιτικής θα πρέπει να πάρει υπόψη της: α) την ελληνική πραγματικότητα, β) τη γεωγραφική διαφοροποίηση του φαινόμενου της εμπορίας, διακίνησης, προσφοράς, ζήτησης και χρήσης ναρκωτικών ουσιών.
  • Είμαστε ενάντια στη ψυχιατρικοποίηση του προβλήματος. Η φιλοσοφία των θεραπευτικών κοινοτήτων και προγραμμάτων (ΚΕΘΕΑ, 18 ΑΝΩ) είναι ξεκάθαρη, σαφής και αυστηρά επιστημονικά προσδιορισμένη.
  • Πρέπει να δημιουργηθούν τόσα προγράμματα (συμβουλευτικοί σταθμοί, κλειστής διαμονής, κ.λπ.) όσα έχει ανάγκη ο τόπος. Για να καλυφθούν στο ελάχιστο οι ανάγκες της χώρας, χρειάζεται ένα τουλάχιστον "κλειστό" θεραπευτικό πρόγραμμα σε κάθε νομό. Να στελεχωθούν, να χρηματοδοτηθούν και να στηριχθεί η ανάπτυξη των ήδη υπαρχόντων στεγνών θεραπευτικών προγραμμάτων.
  • Το πρόβλημα σήμερα είναι η πολυτοξικομανία. Συνεπώς η υποκατάσταση των οπιούχων θα πρέπει να επανεξεταστεί, τόσο στη φιλοσοφία της όσο και στην αποτελεσματικότητά της.
  • Η υποκατάσταση χρειάζεται συγκεκριμένες υποδομές και εξειδικευμένο προσωπικά. Πρέπει, λοιπόν, να δημιουργηθούν ειδικές μονάδες και να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια διακίνησης "υποκατάστατων" μέσα από το ΕΣΥ.
  • Πρέπει να δημιουργηθούν μονάδες σωματικής αποτοξίνωσης.
  • Η Ελλάδα έχει τα χαμηλότερα ποσοστά εισόδου στη χρήση ναρκωτικών ουσιών (εκτός διαλυτών και αλκοόλ) στην ΕΕ. Εχει όμως τα υψηλότερα ποσοστά θανάτων. Αυτό σημαίνει πως πρέπει να αναπτύξουμε υπηρεσίες αντιμετώπισης περιστατικών σε κρίση.
  • Πρέπει να αναμορφωθεί το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, ώστε να προβλέπει αυστηρές ποινές στους εμπόρους και βοήθεια στους χρήστες.
  • Η πολιτεία να έχει την άμεση ευθύνη για την αντιμετώπιση της ναρκωκουλτούρας (ΜΜΕ, κ.λπ.).
  • Να δημιουργηθούν ειδικά προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικογένειας (σχολές γονέων, κ.λπ.).
  • Το αντικείμενο της εξάρτησης πρέπει να ενταχθεί στα προγράμματα σπουδών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
  • Η πρόληψη πρέπει να διδάσκεται στις σχολές δασκάλων και καθηγητών, ώστε να μπορούν να την ασκούν μέσα στα σχολεία.
  • Να προαχθεί σε μείζον ζήτημα η υπόθεση της πρωτογενούς πρόληψης. Να αναπτυχθούν προγράμματα πρωτογενούς πρόληψης με μακροχρόνιο ορίζοντα και προσαρμοσμένα στις τοπικές, γεωγραφικές και άλλες ιδιαιτερότητες.
  • Να αναπτυχθούν ειδικά προγράμματα για εφήβους.
  • Να δημιουργηθούν ειδικά προγράμματα - παρεμβάσεις, σε καταστάσεις οικονομικής και πολιτιστικής φτώχειας.
  • Να δημιουργηθούν ειδικά προγράμματα πρόληψης της ανεργίας.
  • Να δημιουργηθούν ειδικά προγράμματα πρόληψης της σχολικής διαρροής.
  • Να δημιουργηθούν ομάδες πρόληψης στα σχολεία.
  • Να διορισθούν στα σχολεία ειδικοί επιστήμονες που να είναι επιφορτισμένοι με τη στήριξη των νέων ανθρώπων.
  • Να στηριχθούν και να αναπτυχθούν τα Κέντρα Πρόληψης (οικονομικά, θεσμικά, κ.λπ.).
  • Η αξιολόγηση των παρεχομένων υπηρεσιών να γίνεται από δημόσιο φορέα.
  • Να προβλεφθούν θέσεις εργασίας για απεξαρτημένους στο δημόσιο τομέα με ειδική νομοθετική ρύθμιση.
  • Να δοθούν κίνητρα στους εργαζόμενους στην απεξάρτηση. Οικονομικά, θεσμικά, εκπαίδευση, επιμόρφωση, κ.λπ.
  • Να γίνουν περισσότερες προσλήψεις στις δομές που τις έχουν ανάγκη.
  • Να προβλεφθεί η υπόθεση της "επαγγελματικής κόπωσης" που οδηγεί στην εξασθένηση (σωματική, ψυχολογική) πολλούς εργαζόμενους στο χώρο της απεξάρτησης».


Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ