ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 18 Σεπτέμβρη 2005
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Με ποια σημαία;

Από το πρόσφατο μεγάλο συλλαλητήριο των ΠΑΜΕ - ΠΑΣΥ - ΣΕΑ ΕΒΕ στην 70ή ΔΕΘ
Από το πρόσφατο μεγάλο συλλαλητήριο των ΠΑΜΕ - ΠΑΣΥ - ΣΕΑ ΕΒΕ στην 70ή ΔΕΘ

Οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ είχαν όπως ήταν αναμενόμενο την ίδια αντιλαϊκή γεύση με αυτές των προηγούμενων χρόνων. Σηματοδοτούν μια πολιτική που θυσιάζει την ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών στο βωμό της κερδοφορίας και της αναπαραγωγής του κεφαλαίου και των στρατηγικών επιλογών της άρχουσας τάξης.

Η συγκεκριμένη πολιτική δεν αποτελεί ελληνική πρωτοτυπία. Οι βασικές κατευθύνσεις εφαρμόζονται ήδη σε όλα τα κράτη - μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ) και προσδιορίζονται από την περιβόητη στρατηγική της Λισαβόνας, που στοχεύει να μετατρέψει την ΕΕ σε μια από τις πιο ανταγωνιστικές οικονομίες στον κόσμο ως το 2010, προωθώντας στην πραγματικότητα την αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και την επιτάχυνση της συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφαλαίου.

Οι κεντρικές κατευθύνσεις αυτού του στρατηγικού σχεδίου καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων («απελευθέρωση» τομέων και αποκρατικοποιήσεις, συμπράξεις ιδιωτικού-δημόσιου τομέα, ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, αναδιάρθρωση ασφαλιστικού κλπ.), δρομολογήθηκαν στην Ελλάδα ήδη επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ. Η ΝΔ ουσιαστικά συνεχίζει και κλιμακώνει την προηγούμενη επίθεση στα λαϊκά δικαιώματα με τις γνωστές αρνητικές συνέπειες στους εργαζόμενους.

Προσπαθεί να νομιμοποιήσει την ταξική συνεργασία στη συνείδηση των εργαζομένων, μέσα από την προβολή της μυθοπλασίας ότι η βελτίωση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων οδηγεί τάχα μεσοπρόθεσμα στην ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών.

Σύμφωνα με τον ισχυρισμό της κυβέρνησης και του ΣΕΒ, η αναβάθμιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας καταλήγει σε ένα συμβιβασμό του κεφαλαίου για αναδιανομή πλούτου προς όφελος της εργασίας, δηλαδή μελλοντικές αυξήσεις μισθών, βελτίωση των μέτρων κοινωνικής πολιτικής.

Ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν είναι καινούριος. Η κυβέρνηση Σημίτη τον προέβαλε επίσης και μάλιστα σε φάση ανόδου του ρυθμού καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα, παρουσιάζοντας σαν εθνικό στόχο τις ανάγκες του μεγάλου κεφαλαίου της χώρας.

Ομως, όπως αποδείχτηκε στην πράξη, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας για μεγάλους ομίλους όχι μόνο δεν καταλήγει αυτόματα σε παραχωρήσεις του κεφαλαίου, αλλά αντίθετα, οδηγεί σε αύξηση της ταξικής πόλωσης, σε ένταση της κεφαλαιοκρατικής προσπάθειας, να αυξήσει το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης αξιοποιώντας την άνοδο της παραγωγικότητας της εργασίας. Ακόμα και στο σκέλος της αύξησης της παραγωγικότητας μέσα απ' τον εκσυγχρονισμό των μέσων παραγωγής και της οργάνωσης της εργασίας, οι όποιες επενδυτικές προτάσεις συνοδεύονται απ' την κεφαλαιοκρατική απαίτηση αφαίρεσης εργατικών δικαιωμάτων και συμπίεσης της τιμής της εργατικής δύναμης (επιβολή ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, επέκταση της μερικής απασχόλησης, αντιδραστική διευθέτηση του χρόνου εργασίας κλπ.), ώστε να συγκρατηθεί η τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους. Την πραγματικότητα αυτή βιώσαμε όλα τα προηγούμενα χρόνια.

Ενώ υπήρξαν θετικές επιδόσεις σύμφωνα με τους στόχους της Λισαβόνας την περίοδο 1999-2003 (π.χ. αύξηση κατά κεφαλήν ΑΕΠ με ρυθμό 3,9% έναντι 1,4 στην ΕΕ των 15 και αύξηση της παραγωγικότητας με ρυθμό 3,9% έναντι 0,7% στην ΕΕ των 15), ο λαός δε γνώρισε καλύτερες μέρες. Η επίσημη ανεργία παραμένει σταθερά πάνω από το φράγμα του 10%, το ποσοστό της φτώχειας ξεπερνά το 20% του συνόλου, οι μέσες πραγματικές αμοιβές παρέμειναν στάσιμες την περίοδο 2003-2004 ενώ υπάρχει σαρωτικό κύμα ακρίβειας, τα τρία στα δέκα λαϊκά νοικοκυριά εργάζονται για να εξυπηρετήσουν το χρέος τους προς τις Τράπεζες.

Στον αντίποδα, οι βιομηχανίες γνώρισαν αύξηση κερδών κατά 14,19% και οι εμπορικοί όμιλοι κατά 44,2% μόνο τη διετία 2002-2004, σύμφωνα με την ICAP.

Γενικότερα, η σημαντική υστέρηση στην αύξηση των πραγματικών μισθών σε σχέση με την αύξηση της παραγωγικότητας ολόκληρη την περίοδο 1981-2002 που ομολογήθηκε πρόσφατα και από το ΙΝΕ της ΓΣΕΕ, εξηγεί τη θεαματική αύξηση της κερδοφορίας στη χώρα μας.

Οι εργαζόμενοι ξέρουν επομένως ήδη πού οδηγούν οι κατευθύνσεις της σημερινής κυβερνητικής πολιτικής και δεν πρέπει να δώσουν ούτε μια μέρα πίστωση χρόνου στη ΝΔ. Εξάλλου βιώνουν ήδη τα νέα μέτρα κατεδάφισης κάθε στοιχείου πλήρους και σταθερής απασχόλησης και επιτάχυνσης των ιδιωτικοποιήσεων, την ώρα που δίνονται νέες φοροελαφρύνσεις και νέες ενισχύσεις στο μεγάλο κεφάλαιο. Ανάλογη είναι η αρνητική εμπειρία των εργαζομένων στα υπόλοιπα κράτη - μέλη της ΕΕ, π.χ. απελευθέρωση των απολύσεων στη Δανία, μείωση του μέσου πραγματικού μισθού στη Γερμανία, αύξηση του ποσοστού της φτώχειας και έκρηξη της ακρίβειας στην Ιρλανδία, επέκταση της μερικής απασχόλησης στην Ολλανδία.

Η γραμμή της υποταγής

Αλλά και η επαναφορά στο ΠΑΣΟΚ θα ήταν εξίσου καταστροφική για τα λαϊκά συμφέροντα.

Το ΠΑΣΟΚ στηρίζει ουσιαστικά την προώθηση της σημερινής πολιτικής αποπροσανατολίζοντας συνειδητά το λαό, αφού από τη μια καλλιεργεί τη συναίνεση στους βασικούς άξονες (απελευθέρωση στρατηγικών τομέων, ιδιωτικοποιήσεις, ευέλικτες εργασιακές σχέσεις) και από την άλλη συσκοτίζει τις πραγματικές αιτίες της συνολικής κυβερνητικής επίθεσης, ανάγοντας το πρόβλημα στη δήθεν διαχειριστική ανικανότητα της ΝΔ να αντιμετωπίσει τα δημοσιονομικά ζητήματα (επιλογή απογραφής, αστοχία προβλέψεων προϋπολογισμού κλπ.).

Διαφοροποιείται σε τριτεύουσες πλευρές σχετικά με τον τρόπο και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης των βασικών κατευθύνσεων.

Ομως ο μηχανισμός στήριξης των κεντρικών κατευθύνσεων της άρχουσας τάξης δε θα ήταν ολοκληρωμένος και αποτελεσματικός χωρίς τα ψευτο-αριστερά εξαπτέρυγά του, ΓΣΕΕ, ΑΔΕΔΥ, ΣΥΝ και στελέχη του ΠΑΣΟΚ, που εμφανίζονται στο πλευρό του λαϊκού κινήματος και των αγωνιστικών διεκδικήσεων.

Ποιων διεκδικήσεων όμως; Διεκδικήσεων που δεν αμφισβητούν το στρατηγικό πλαίσιο της ΕΕ και την ελευθερία κίνησης κεφαλαίου-εργασίας-εμπορευμάτων στο εσωτερικό της. Διεκδικήσεων για ψίχουλα (π.χ. επίδομα θέρμανσης) που αφήνουν στο απυρόβλητο τις αναδιαρθρώσεις και την «απελευθέρωση» τομέων στρατηγικής σημασίας. Διεκδικήσεων που συμβαδίζουν με το διάλογο των «κοινωνικών εταίρων» και δεν προετοιμάζουν την εργατική τάξη για το μακρύ δρόμο των σκληρών ταξικών συγκρούσεων που έχουμε μπροστά μας.

Ετσι διευκολύνονται οι κυβερνητικοί ελιγμοί προώθησης των βασικών κατευθύνσεων, με την ταυτόχρονη αιφνιδιαστική παροχή ενός μικρο-επιδόματος για ένα τμήμα χαμηλόμισθων που θα καλύπτει τις προπαγανδιστικές ανάγκες της κυβέρνησης.

Ο αγώνας εγκλωβίζεται σε αντιφατικούς στόχους, όπως της υπεράσπισης του δημόσιου χαρακτήρα επιχειρήσεων στο πλαίσιο της απελευθέρωσης, οι οποίες θα λειτουργούν αναγκαστικά με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια (δηλαδή ως καπιταλιστικές επιχειρήσεις) στον αντίποδα της ικανοποίησης των λαϊκών αναγκών.

Καλλιεργούνται αυταπάτες για μια ΕΕ όπου ταυτόχρονα θα μεγεθύνονται τα κέρδη των μονοπωλίων και θα αναβαθμίζονται τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής, προστασίας και διεύρυνσης των λαϊκών δικαιωμάτων.

Η ώρα της αντεπίθεσης

Οσο η διαμαρτυρία και οι διεκδικήσεις εγκλωβίζονται στην αναζήτηση της δήθεν «εύκολης λύσης» που δεν αμφισβητεί την οργάνωση της οικονομικής ζωής με γνώμονα το καπιταλιστικό κέρδος και την εξουσία των μονοπωλίων, ελπιδοφόρα διέξοδος για τα λαϊκά συμφέροντα δεν πρόκειται να υπάρξει.

Μόνο η ξεκάθαρη προοπτική της κοινωνικοποίησης των βασικών μέσων παραγωγής, του κεντρικού σχεδιασμού της οικονομίας με γνώμονα τα λαϊκά προβλήματα και του εργατικού ελέγχου, μπορεί να δώσει νικηφόρο προσανατολισμό στους λαϊκούς αγώνες της περιόδου που έρχεται.

Μόνο ένα πρόγραμμα πάλης που θα εναντιώνεται συνολικά στις επιλογές της ΕΕ και της άρχουσας τάξης και θα προβάλλει την ικανοποίηση του συνόλου των λαϊκών αναγκών με βάση τον πλούτο που παράγουν οι εργαζόμενοι, μπορεί να διασφαλίσει συνέχεια και διάρκεια στο λαϊκό κίνημα.

Σ' αυτήν την κατεύθυνση, αποφασιστικά και απαρέγκλιτα δίνουμε και εμείς οι κομμουνιστές όλες μας τις δυνάμεις. Για να βαδίσουν αγωνιστικά η εργατική τάξη και οι σύμμαχοί της κάτω απ' τη δική της ταξική σημαία, της λαϊκής εξουσίας, του σοσιαλισμού.


Του
Μάκη ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ*
*Ο Μάκης Παπαδόπουλος είναι υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ