Πώς θα σας φαινόταν αν είχατε την ιδιότητα του μεγαλοεισοδηματία και η κυβέρνηση σάς ανακοίνωνε ότι, επειδή συμπαθεί πολύ τους μεγαλοεισοδηματίες, αποφάσισε να σας κάνει δώρο 600.000 δραχμές; Ακόμη, πώς θα αντιδρούσατε αν είχατε την ιδιότητα του μεγαλομετόχου, διευθύνοντα συμβούλου, π.χ., Ανώνυμης Εταιρίας - μη εισηγμένης στο Χρηματιστήριο της Αθήνας - και σας ανακοίνωνε ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών ότι, επειδή συμπαθεί πολύ τις μεγάλες επιχειρήσεις και το ρόλο τους στις σύγχρονες οικονομικές συνθήκες, αποφάσισε να σας κάνει δώρο κάτι περισσότερο από 6 εκατομμύρια δραχμές;
Τα παραδείγματα αυτά δεν ανήκουν στη σφαίρα του φανταστικού, αλλά του πέρα για πέρα πραγματικού. Γιατί τόσα περίπου δωρίζει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ σε κάθε μεγαλοεισοδηματία και σε κάθε Ανώνυμη Εταιρία με το τελευταίο φορολογικό νομοσχέδιο. Και αν αναλογιστούμε ότι η υπόθεση αυτή αφορά μερικές δεκάδες χιλιάδες συμπολίτες μας, που είναι μεγαλοεισοδηματίες, και μερικές δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεις, τότε προκύπτει το συμπέρασμα ότι πολύ ακριβά δώρα συνηθίζουν να κάνουν οι κυβερνητικοί παράγοντες στους φίλους επιχειρηματίες. Δώρα που στοιχίζουν στον κρατικό προϋπολογισμό εκατοντάδες δισ. δραχμές. Να υπενθυμίσουμε ότι η κυβέρνηση με το τελευταίο φορολογικό νομοσχέδιο, που συζητείται τις μέρες αυτές στη Βουλή, προωθεί τη μείωση του ανώτατου - οριακού - συντελεστή στη φορολογία Φυσικών Προσώπων, από 45% σήμερα σε 42,5% για τα εισοδήματα που θα αποκτηθούν το 2001 και σε 40% για τα εισοδήματα που θα αποκτηθούν το 2002. Εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος: 15 δισ. δραχμές. Σε άλλο άρθρο του νομοσχεδίου αναφέρεται ότι μειώνεται ο συντελεστής φορολογίας των Ανωνύμων Εταιριών που δεν είναι εισηγμένες στο Χρηματιστήριο της Αθήνας, από 40% σε 37,5% για το 2001 και σε 35% το 2002, με το αιτιολογικό της εξομοίωσης των συντελεστών φορολογίας των μη εισηγμένων με τις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο. Εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος του μέτρου: 122 δισ. δραχμές. Αν συμπεριλάβουμε και το μέτρο της κατάργησης του Ειδικού Φόρου Τραπεζικών Εργασιών (ΕΦΤΕ), που θα επιφέρει απώλεια εσόδων 70 δισ. δρχ. και που αφορά κυρίως τα επιχειρηματικά δάνεια και τα δάνεια κάθε μορφής που παίρνουν μεσαία και υψηλά εισοδήματα, προκύπτει ότι η ουσία του νομοσχεδίου συνιστά αναδιανομή εισοδημάτων υπέρ του κεφαλαίου. Μάλιστα, σαν ειρωνεία της τύχης μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι ο νυν οικονομικός υπουργός, στην προσπάθειά του να παρουσιάσει με «σοσιαλιστικό» προσωπείο την ασκούμενη οικονομική πολιτική, είχε δηλώσει: «Εμείς δεν είμαστε σαν τους νεοφιλελευθέρους, που εφαρμόζουν πολιτικές αναδιανομής εισοδημάτων υπέρ των εχόντων, μέσω της μείωσης των φορολογικών συντελεστών»!
Αναλυτικά στοιχεία για το ποιοι δικαιούνται τον μποναμά των δεκάδων και εκατοντάδων δισεκατομμυρίων, το υπουργείο Οικονομικών, για ευνόητους λόγους, απέφυγε να παρουσιάσει. Από στοιχεία που συγκέντρωσε ο «Ρ» προκύπτουν τα ακόλουθα κατατοπιστικά:
Κλείνουμε με δύο ακόμη παρατηρήσεις: Κατ' αρχάς εν μέρει φαίνεται να λέει την αλήθεια η κυβέρνηση ότι η μείωση των φορολογικών συντελεστών των επιχειρήσεων και των υψηλών εισοδημάτων γίνεται για λόγους αποκλειστικά ανταγωνιστικούς προς τις λοιπές χώρες της ζώνης του ευρώ. Αν και το στοιχείο αυτό είναι υπαρκτό στα πλαίσια του μηχανισμού της νεοφιλελεύθερης ρύθμισης που έχει υιοθετήσει η κυβέρνηση, δε θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής και μια δεύτερη παράμετρος. Αυτή της προσπάθειας οικονομικής ενίσχυσης των Ανωνύμων Εταιριών, οι οποίες μετατρέπονται έτσι σε υποψήφιες για το νέο κύμα συγχωνεύσεων και εξαγορών. Αν ο στόχος είναι η δημιουργία μεγάλων και ισχυρών οικονομικών μονάδων, που θα μπορέσουν να αντέξουν στον ανταγωνισμό στα πλαίσια της ζώνης του ευρώ, η συγκεντροποίηση κεφαλαίου μέσω των εξαγορών και των συγχωνεύσεων είναι η πιο σύντομη οδός για την επίτευξή του.
Η δεύτερη παρατήρηση αφορά στον σταθερό ταξικό προσανατολισμό της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Με τον Κρατικό Προϋπολογισμό του 2001, ο ελληνικός λαός καλείται να πληρώσει έμμεσους φόρους 6,9 τρισ. δρχ., από τα οποία τα 3,7 τρισ. δραχμές είναι ο ΦΠΑ και 2 τρισ. δραχμές οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης. Και όμως η κυβέρνηση δεν είχε δίλημμα. Οταν κλήθηκε να διαλέξει μεταξύ της μείωσης της φορολογίας για τα πλατιά λαϊκά στρώματα και της φορολογίας των υπερπροστατευόμενων και φοροδιαφευγόντων υψηλών εισοδημάτων και των μεγάλων επιχειρήσεων, επέλεξε τους δεύτερους. Τι κυβέρνηση-εκπρόσωπος των βορείων προαστίων θα ήταν διαφορετικά;