ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 21 Μάρτη 2020 - Κυριακή 22 Μάρτη 2020
Σελ. /32
ΓΕΝΙΚΕΥΣΗ ΤΗΣ ΤΗΛΕΡΓΑΣΙΑΣ
«Ευκαιρία» για εκτίναξη της εκμετάλλευσης

Στην «έκτακτη κατάσταση» που έχει δημιουργηθεί από την επιδημία του νέου κορονοϊού, η κυβέρνηση έχει ως βασική προτεραιότητά της τη στήριξη των επιχειρηματικών ομίλων και όχι των εργαζομένων. Σε αυτήν την κατεύθυνση υλοποιούνται μια σειρά από αντεργατικά μέτρα που είχαν σχεδιαστεί από καιρό - και τώρα εδραιώνονται - που εκτινάσσουν την εκμετάλλευση των εργαζομένων με διάφορες μεθόδους, για να θωρακιστεί η καπιταλιστική κερδοφορία. Ετσι η κυβέρνηση μαζί με τις νέες οικονομικές ενισχύσεις και «διευκολύνσεις» που παρέχει στο κεφάλαιο, δίνει το «ελεύθερο» για ακόμα μεγαλύτερη αποδιοργάνωση «του ωραρίου ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας των εργαζομένων», όπως και για επιβολή «εργασίας εξ αποστάσεως» - τηλεργασία, με μονομερή απόφαση του εργοδότη, βρίσκοντας μέσα στην «αναμπουμπούλα» την ευκαιρία να κάνει πράξη μια σειρά από πάγιες απαιτήσεις του κεφαλαίου και περνώντας μέτρα που θα βρουν μπροστά τους οι εργαζόμενοι πολύ πέρα από το τέλος της κρίσης.

Υλοποιούν σχεδιασμούς διαμορφωμένους πολλά χρόνια πριν

Αν και το μέτρο της τηλεργασίας παρουσιάζεται σήμερα από την κυβέρνηση ως ένα «ελάχιστο μέσο προστασίας για την υγεία των εργαζομένων», με βάση και τις τεράστιες ελλείψεις του συστήματος Υγείας, η αλήθεια είναι ότι η επέκταση της τηλεργασίας και η «θεσμική» της αναγνώριση, ως μορφής «ευέλικτης» εργασίας, είναι πάγιο αίτημα της εργοδοσίας εδώ και χρόνια - πολύ πριν από την εμφάνιση του κορονοϊού - και συνδυάζεται με τη ραγδαία εισαγωγή της τεχνολογίας στην παραγωγή, η οποία, όπως επιβεβαιώνεται αυτές τις μέρες, στο πλαίσιο του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος δεν αξιοποιείται για τη βελτίωση των όρων δουλειάς, π.χ. με γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου με διευρυμένα δικαιώματα, αλλά για την παραπέρα διάλυση εργασιακών σχέσεων και την καθιέρωση του «μοντέλου» «δουλειά από όπου, για όσο και όποτε θέλει ο εργοδότης».

Οι σχεδιασμοί αυτοί έχουν δρομολογηθεί πολλά χρόνια πριν, καθώς οι επιχειρηματικοί όμιλοι αναζητούν συνεχώς νέους τρόπους αύξησης της «παραγωγικότητας» των εργαζομένων και μείωσης του κόστους λειτουργίας όσο και του μισθολογικού κόστους, και τώρα με αφορμή την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, επιταχύνονται σε όλη την ΕΕ και στη χώρα μας. Καθόλου τυχαία, άλλωστε, η «σκαλωσιά» είναι ήδη έτοιμη, αφού υπάρχει χρόνια τώρα το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο, από την ΕΕ και τις αστικές κυβερνήσεις, που τώρα αξιοποιείται και συμπληρώνεται.

Στην Ελλάδα η Εθνική Γενική Συλλογή Σύμβαση Εργασίας 2006 - 2007 ενσωμάτωσε για πρώτη φορά την Ευρωπαϊκή Συμφωνία - Πλαίσιο για την Τηλεργασία, η οποία έκτοτε αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της εκάστοτε ισχύουσας ΕΓΣΣΕ. Σύμφωνα με αυτήν, η τηλεργασία είναι «μια μορφή οργάνωσης ή/και εκτέλεσης εργασίας που χρησιμοποιεί τεχνολογίες πληροφορικής, βάσει μιας σύμβασης ή σχέσης εργασίας, όπου μια εργασία που θα μπορούσε επίσης να εκτελεστεί στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, εκτελείται κανονικά εκτός αυτών των εγκαταστάσεων». Το μέτρο της τηλεργασίας εφαρμόζεται ήδη σε κλάδους όπως οι Τηλεπικοινωνίες, η Πληροφορική, το Χρηματοπιστωτικό και αλλού.

Η τηλεργασία είναι αρκετά διαδεδομένη στις χώρες κυρίως της Βόρειας Ευρώπης - ενδεικτικά στη Δανία τηλεργάζεται σχεδόν το 20% των εργαζομένων - ενώ σε ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Καναδά, θεωρητικά σχεδόν το ήμισυ των θέσεων εργασίας μπορεί να περάσει σε καθεστώς μερικής τηλεργασίας. Στη χώρα μας, με στοιχεία του 2017, σύμφωνα με σχετική μελέτη του ΣΕΒ, το ποσοστό των τηλεργαζομένων αγγίζει το 5% περίπου, με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο να ακουμπά το 8,3%.

Για να ανέβουν τα ποσοστά αυτά που συνδέονται με την «ανταγωνιστικότητα» των ευρωπαϊκών επιχειρηματικών ομίλων, το 2017 η σύνοδος του Συμβουλίου υπουργών Απασχόλησης της ΕΕ υιοθέτησε ομόφωνα την «Κοινή Εκθεση για την Απασχόληση», η οποία περιέγραφε και πρότεινε την παραπέρα ένταση της «ευέλικτης» εργασίας. Ανάμεσα στα άλλα, σε αυτήν σημειωνόταν ως ανάγκη: «Τα κράτη - μέλη να δώσουν κίνητρα στις εταιρείες (...) για την εφαρμογή ευέλικτων διευθετήσεων εργασίας για γυναίκες και άνδρες», όπου ως «έξυπνες» διευθετήσεις εννοούν «τη χρήση των δυνατοτήτων που προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία (για παράδειγμα, τηλεργασία και ελαστικό ωράριο εργασίας)». Ακόμα τόνιζαν: «Παρά τις νέες τάσεις της εργασίας και τις τεχνολογικές εξελίξεις, οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην Ευρώπη εξακολουθούν να εργάζονται με σταθερό ωράριο εργασίας και δεν αξιοποιούν πλήρως τις ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας, όπως την τηλεργασία».

«Αντίδοτο» για το «χάσμα ανταγωνιστικότητας»

Η στόχευση του κεφαλαίου αποτυπώνεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο σε ενημερωτικό σημείωμα τράπεζας προς το προσωπικό που δημοσίευσε προ ημερών ο «Ριζοσπάστης», με το οποίο δείχνει και τη «θετική πλευρά» της πανδημίας: «Στον τραπεζικό χώρο έτσι κι αλλιώς θα έπρεπε να προσαρμοστούμε σε αυτό το μοντέλο (της τηλεργασίας). Μπορεί να ήρθε εσπευσμένα, αλλά ας το υποδεχτούμε ως κάτι πρωτοπόρο», αναφέρει ανάμεσα σε άλλα.

Αλλά και ο ΣΕΒ βλέπει την πανδημία ως «ευκαιρία και αντίδοτο» για να υλοποιηθεί η στρατηγική του κεφαλαίου. Σε άρθρο του Δ. Βέργαδου, διευθυντή Τομέα ΜΜΕ, Θέσεων και Ενημέρωσης του ΣΕΒ, στο «Εθνος της Κυριακής», στις 15/3, σημειώνονταν χαρακτηριστικά: «Η τηλεργασία, η εργασία από απόσταση κάνοντας χρήση των σύγχρονων μέσων τηλεπικοινωνίας, δεν είναι μια καινούργια μέθοδος οργάνωσης της εργασίας. (...) το "αντίδοτο" της τηλεργασίας στις σημερινές έκτακτες συνθήκες να αποτελέσει ευκαιρία για καλύτερη εργασία, υψηλότερη παραγωγικότητα αύριο».

Ακόμα, όπως επισημαίνει άλλο στέλεχος του ΣΕΒ, με άρθρο του στις 13/3 (επίσης στο «Εθνος»), «από πέρυσι τον Μάη, ο ΣΕΒ είχε εκδώσει σχετικό Special Report στο οποίο τόνιζε την ανάγκη για βελτιώσεις στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο με σκοπό την ενίσχυση του θεσμού της τηλεργασίας και την διευκόλυνση εφαρμογής της».

Πιο συγκεκριμένα, στο σχετικό δελτίο ο ΣΕΒ σημείωνε: «Ενώ η μερική τηλεργασία δεν απαγορεύεται από το θεσμικό πλαίσιο, είναι δύσκολο να συνδυαστεί στην πράξη με κανονική εργασία σε ημερήσιο πρόγραμμα/βάση, καθώς υπάρχουν αντικρουόμενες ερμηνευτικές απόψεις κατά πόσο η επιχείρηση καλύπτεται σε περίπτωση ελέγχου από τις αρμόδιες αρχές. Επιπλέον, θα πρέπει και τυπικά να υπάρξει η αντίστοιχη δήλωση στο Πληροφοριακό Σύστημα "Εργάνη" εκ μέρους της επιχείρησης του τόπου απασχόλησης. (...) Ενώ οι εργοδότες είναι υπεύθυνοι για την κάλυψη του κόστους που προκαλείται από την παροχή της τηλεργασίας, οι αυστηροί περιορισμοί που διέπουν τις μη μισθολογικές παροχές δεν διευκολύνουν την επιχείρηση να καλύψει το κόστος. Ολα τα παραπάνω δυσκολεύουν την προσαρμογή της οικονομίας στον ψηφιακό μετασχηματισμό που ήδη συντελείται σε άλλες περισσότερο προηγμένες οικονομίες και διευρύνουν περαιτέρω το χάσμα ανταγωνιστικότητας».

Πραγματικά, ούτε από το ίδιο χέρι να ήταν γραμμένες οι σχετικές διατάξεις στις πρόσφατες ΠΝΠ της κυβέρνησης, με τις οποίες ένα χρόνο μετά και με αφορμή τον κορονοϊό, έρχεται να βγάλει ένα προς ένα από το δρόμο του κεφαλαίου τα σχετικά «εμπόδια» που εντόπιζε τότε ο ΣΕΒ.

Από την επέκταση της τηλεργασίας δεν κερδίζουν όλοι!

Την ίδια ώρα, η τηλεργασία - όπως και συνολικά η γενίκευση της ευελιξίας - παρουσιάζεται ως «κοινό καλό», αφού, όπως ισχυρίζεται ο ΣΕΒ, «επιφέρει σημαντικά οφέλη τόσο για τις επιχειρήσεις όσο και για τους εργαζομένους. Αποτελεί δηλαδή μια ακόμα περίπτωση όπου η εξέλιξη της τεχνολογίας και οι νέες ανάγκες μπορούν να εξυπηρετηθούν με κοινό και αμοιβαίο όφελος».

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο μάλιστα για την προώθηση των νέων αντεργατικών ανατροπών, επισημαίνεται η ανάγκη της επιστράτευσης του «κοινωνικού εταιρισμού» για την άμβλυνση των εργατικών - λαϊκών αντιδράσεων και κυρίως για τη στράτευση των ίδιων των εργαζομένων. Ενδεικτικά η μελέτη αναφέρει: «Η ανάγκη για γόνιμο κοινωνικό διάλογο για το μέλλον της εργασίας, με ζητούμενο τις δημιουργικές λύσεις, υπό το φως των νέων τεχνολογικών δυνατοτήτων, παραμένει επίκαιρη».

Το κεφάλαιο πραγματικά έχει να περιμένει πολλά από τη γενίκευση της τηλεργασίας. Οπως τονιζόταν στο ίδιο δελτίο: «Για τις επιχειρήσεις, τα κυριότερα οφέλη είναι η αύξηση της παραγωγικότητας μέχρι και 50%, η προσέλκυση και διατήρηση προσωπικού νεότερων ηλικιών, η μείωση των λειτουργικών εξόδων, αλλά και η μείωση εκτάκτων απουσιών».

Ομως, από την επέκταση της τηλεργασίας δεν κερδίζουν όλοι!

Μπορεί η εργασία από το σπίτι ή από κάποιον άλλο χώρο να παρουσιάζεται ως «απελευθέρωση» από τον έλεγχο και την πίεση του εργοδότη, που δήθεν δίνει τη δυνατότητα στον εργαζόμενο να οργανώσει καλύτερα το χρόνο του, συνδυάζοντας τις επαγγελματικές υποχρεώσεις με την οικογενειακή και κοινωνική ζωή και ταυτόχρονα να μειώνονται οι μετακινήσεις από και προς το χώρο δουλειάς, αλλά η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική.

Οι νέες μορφές οργάνωσης της εργασίας, όπως η τηλεργασία, αφορούν κύρια στο δικαίωμα του εργοδότη να ορίζει ο ίδιος ανά πάσα στιγμή το χώρο και το αντικείμενο της εργασίας του μισθωτού, σε ένα καθεστώς που η εντατικοποίηση για να παραδοθούν τα πρότζεκτ, για να πιαστούν τα πλάνα, δίνει και παίρνει. Ετσι η τηλεργασία φέρνει μαζί της τη γενίκευση της «ευέλικτης» εργασίας, τα ωράρια - «λάστιχο», την κατάργηση κάθε δικαιώματος σταθερής απασχόλησης, τον ενταφιασμό του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας, κάνοντας τους εργαζόμενους διαθέσιμους στους εργοδότες τους από οπουδήποτε και οποτεδήποτε, ολόκληρο το 24ωρο. Ερευνες έχουν δείξει πως σε τέτοιους εργαζόμενους πολλαπλασιάζονται το άγχος και η πίεση κάτω από την οποία δουλεύουν. Δίπλα στα παραπάνω υπάρχουν το πετσόκομμα σε μισθούς και στην Κοινωνική Ασφάλιση, το χτύπημα της συλλογικής οργάνωσης και δράσης, αφού ο τηλεργαζόμενος απομονώνεται από τον εργασιακό του χώρο και εργάζεται από οπουδήποτε. Στην ουσία, υλοποιείται η απαίτηση του ΣΕΒ να προσαρμόζεται ο εργαζόμενος «στις απαιτήσεις της επιχείρησης, του κάθε πελάτη και γενικότερα της αγοράς».

Οι μεγάλες δυνατότητες να μπουν στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών

Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι τα μέτρα που περνάει τώρα η κυβέρνηση και σε ό,τι αφορά την τηλεργασία, ήρθαν για να μείνουν και γι' αυτό πρέπει να συναντήσουν την καθολική αντίδραση των εργαζομένων, που με τη δράση τους μπορούν να «κόψουν την όρεξη» στους επιχειρηματικούς ομίλους.

Στον αγώνα αυτόν οι εργαζόμενοι μπορούν να βγάλουν πολύτιμα συμπεράσματα.

Στο πλαίσιο του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, δεν έχουν να περιμένουν τίποτε άλλο παρά χειροτέρευση των όρων εργασίας, βάθεμα της εκμετάλλευσής τους από τους καπιταλιστές, που και την «ευλογία» των μεγάλων παραγωγικών δυνατοτήτων την μετατρέπει σε «κατάρα» για τους εργαζόμενους.

Γιατί η «ζωή - λάστιχο», που βιώνει ήδη ένα μεγάλο μέρος των εργαζομένων, κυρίως οι νέοι και οι γυναίκες, βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με τις σύγχρονες, τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες και την εξέλιξη της επιστήμης.

Τα νέα τεχνολογικά εργαλεία που ανέπτυξε η ανθρώπινη εργασία, μπορούν να προσφέρουν πολλαπλά οφέλη και πλεονεκτήματα στους εργαζόμενους. Αποκαλύπτουν τις αδιαμφισβήτητες δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα για μείωση του χρόνου εργασίας και αύξηση του ελεύθερου χρόνου, για σταθερή δουλειά με δικαιώματα, για σύγχρονους όρους δουλειάς και αμοιβής.

Το βασικό εμπόδιο όμως για την τέτοια αξιοποίησή τους είναι το καπιταλιστικό κέρδος, η αξιοποίησή τους στο πλαίσιο της καπιταλιστικής παραγωγής.

Υπάρχει ένας ριζικά διαφορετικός δρόμος, που μπορεί να αξιοποιήσει και να αναπτύξει τη νέα τεχνολογία για την ικανοποίηση των διευρυνόμενων εργατικών - λαϊκών αναγκών. Είναι ο δρόμος του σοσιαλισμού, της κοινωνικής απελευθέρωσης, γιατί πραγματική ελευθερία μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια κοινωνία ελεύθερη από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, με την εξουσία και την οικονομία στα χέρια του λαού, με τις μεγάλες παραγωγικές δυνατότητες στην υπηρεσία των δικών του σύγχρονων αναγκών.


Γ. Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ