Σημειωτέον ότι ο επίμαχος αυτός ΧΥΤΑ δεν έχει ακόμα λάβει άδεια λειτουργίας από την τότε νομαρχία και τώρα την περιφέρεια, καθώς κρίθηκε ότι παραβιάζει όρους κατασκευής και λειτουργίας. Στις κινητοποιήσεις του 2008 ενάντια στην κατασκευή και λειτουργία του, εκτυλίχτηκε από πλευράς της τότε κυβέρνησης ένα όργιο αστυνομοκρατίας και αστυνομικής βίας, με ΜΑΤ να εφορμούν κατά των διαδηλωτών, να προβαίνουν σε συλλήψεις, να απαγγέλλονται σωρηδόν κατηγορίες (ανάλογες εικόνες βιώνουν σήμερα οι κάτοικοι της Χαλκιδικής, που αντιδρούν στα ορυχεία χρυσού στην περιοχή τους).
Την Παρασκευή εκδικάστηκαν οι τρεις από τις πολυάριθμες δίκες στις οποίες έχουν συρθεί δεκάδες κάτοικοι και αθωώθηκε η μεγάλη πλειοψηφία των κατηγορουμένων. Γεγονός που έγινε δεκτό με χαρά και ανακούφιση από τις εκατοντάδες των Κερκυραίων που είχαν συγκεντρωθεί στα δικαστήρια προς συμπαράστασή τους.
Μεταξύ των αθωωθέντων είναι και οι Δημήτρης Πιτσιάβας τότε Γραμματέας της ΝΕ Κέρκυρας του ΚΚΕ και ο Σταμάτης Πελάης πρόεδρος του Σωματείου Ξενοδοχοϋπαλλήλων Κέρκυρας, και μέλος της ΕΓ του ΠΑΜΕ, και τότε νομαρχιακός σύμβουλος με τη ΝΑΣ. Χαρακτηριστικά ο Δ. Πιτσιάβας συνελήφθη, ενώ έδινε το τηλέφωνό του στον Στ. Πελάη, για να παραχωρήσει τηλεφωνικά συνέντευξη στον «902», τον οποίο Στ. Πελάη οι αστυνομικοί είχαν ήδη βάλει σε αστυνομική κλούβα.
Οι απαγγελθείσες σε βάρος τους κατηγορίες ήταν βαριές (π.χ. υποκίνηση σε εμπρησμό, αντίσταση κατά της αρχής κ.λπ.) αλλά κατέπεσαν μπρος στην υπερασπιστική γραμμή, που αναδείκνυε ότι το ταξικό εργατικό κίνημα και το ΚΚΕ δεν καταφεύγουν σε εμπρησμούς για να πετύχουν τους σκοπούς τους, δουλεύουν συστηματικά και με πείσμα, πρωτοστατούν, ώστε ο κόσμος οργανωμένα και μαζικά να εναντιωθεί στις αντιλαϊκές πολιτικές, στην κρατική βία και καταστολή. Μάλιστα, σε αυτό το πλαίσιο προσπαθειών, είχε γίνει και μαζική παράσταση διαμαρτυρίας στην Εισαγγελέα Πρωτοδικών Κέρκυρας κ. Νταϊρούση.
Δυσμενώς σχολιάστηκε το γεγονός ότι ο συνήγορος ορισμένων κατηγορουμένων, που τελικά κρίθηκαν ένοχοι, Ν. Κωνσταντόπουλος, αν και υπήρχαν μάρτυρες υπεράσπισης διαθέσιμοι να στηρίξουν τους πελάτες του δεν τούς κάλεσε στην έδρα, ενώ για άλλους κατηγορούμενους δεν εμφάνισε καν μάρτυρες υπεράσπισης στο δικαστήριο.
Οι διαδηλωτές πορεύτηκαν από την πλατεία του Αη Γιάννη μέχρι την κεντρική πλατεία της πόλης, φωνάζοντας συνθήματα. Οι αστυνομικές δυνάμεις εμπόδισαν τους διαδηλωτές να πλησιάσουν στον τόπο της φασιστικής φιέστας. Οι συγκεντρωμένοι παρέμειναν για αρκετή ώρα στο χώρο, ώστε να αποτραπεί πορεία της Χρυσής Αυγής στους δρόμους της πόλης όπως και έγινε. Στη συγκέντρωση μίλησε ο Νίκος Κουτουμάνος, Γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής Μεσσηνίας του ΚΚΕ, ενώ επικεφαλής της πορείας ήταν ο Δημήτρης Τζαβάρας, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και Γραμματέας της ΕΠ Πελοποννήσου του Κόμματος.
Χολωμένα τα φασιστοειδή από τη δυναμική και άμεση αντίδραση του μεσσηνιακού λαού στην παρουσία τους, κατέφυγαν στις γνωστές τους χυδιαότητες και την επίσης γνώριμη αναπαραγωγή από μέρους τους όλης της δυσωδίας που αναδίνεται από τα εγχειρίδια μυστικών υπηρεσιών τύπου CIA. O μεταφερόμενος από την Αθήνα βουλευτής τους Ηλ. Κασιδιάρης, αναφερόμενος στο ΚΚΕ το χαρακτήρισε «κόμμα εγκλημάτων και προδοσίας».
Στην επιστολή τους, οι περιφερειακοί σύμβουλοι Γιάννης Ζιώγας, Τιμοθέα Ρακιτζή και Βασίλης Ρέβας αναφέρουν ανάμεσα σε άλλα:
«Η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και εσείς προσωπικά έχετε σοβαρή ευθύνη για τις προσκλήσεις που αποστέλλονται για τις εκδηλώσεις της Περιφέρειας στο ναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής.
Η ναζιστική Χρυσή Αυγή πρέπει να καταδικαστεί σε κάθε λαϊκή συνείδηση, να βρίσκει μονίμως απέναντί της λαϊκό τοίχο αδιαπέραστο, να απομονωθεί.
Αυτό αξίζει σε μια δύναμη που εκπαιδεύεται να τρομοκρατεί, να δέρνει, να σπέρνει το φόβο στο λαό, να στοχοποιεί μετανάστες και να φυτεύει το ρατσιστικό δηλητήριο. Αυτό αξίζει σε μια δύναμη που οι πρακτικές και οι "υποσχέσεις" της, μας θυμίζουν τα αλήστου μνήμης τάγματα ασφαλείας. Οι ταγματασφαλίτες της δεκαετίας του '40, ο Χίτλερ, οι δικτάτορες της εφτάχρονης χούντας είναι οι πολιτικοί της πρόγονοι.
Η Χρυσή Αυγή ήρθε για να χτυπήσει το λαϊκό κίνημα, για να τσακίσει κάθε φωνή αντίστασης. Ο λαός της περιοχής μας να μη δείξει καμία ανοχή στους φασίστες απογόνους των προδοτών, να απομονώσει τους χρυσαυγίτες, να αντιπαλέψει την πολιτική του συστήματος που γεννά το φασισμό και τους φασίστες και να παλέψει οργανωμένα για να γίνει κυρίαρχος στον τόπο του και στον πλούτο που παράγει με τον ιδρώτα του».
Στην «επιχειρηματολογία» που ανέπτυξε ο Θ. Πλεύρης ανέφερε ότι η ανέγερση τεμένους θα μετατρέψει την Ελλάδα «σε πόλο έλξης για τους μετανάστες». Οταν είναι γνωστό ότι οι περισσότεροι από τους μετανάστες εγκλωβίζονται στη χώρα μας, κατ' υλοποίηση της Συνθήκης της Λισαβόνας της ΕΕ και της συμφωνίας «Δουβλίνο 2». Οταν ακόμα περισσότερο, οι μετανάστες είναι θύματα συγκεκριμένων πολιτικών που τους αναγκάζουν να εγκλαταλείψουν τη χώρα τους. Ανέφερε, επίσης, ο βουλευτής της ΝΔ ότι το τέμενος θα πληρώσει ο ελληνικός λαός, όταν «καμία ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει γίνει με χρήματα του ελληνικού λαού», όπως ισχυρίστηκε. Πέρα από το άμεσα ορατό, του παγκαριού που γεμίζουν οι πιστοί, είναι γνωστό ότι η Εκκλησία φοροδιαφεύγει νόμιμα, είτε μέσω των φοροαπαλλαγών, είτε μέσω των επιχορηγήσεων που λαμβάνει για δήθεν φιλανθρωπικό έργο, ενώ τους λειτουργούς της πληρώνει το ελληνικό δημόσιο, δηλαδή ο Ελληνας φορολογούμενος.
Για σκοταδισμό έκανε λόγο ο Γ. Μανουσογιαννάκης σχολιάζοντας την «επιχειρηματολογία» του Θ. Πλεύρη. Τοποθετούμενος εκ μέρους των εκλεγμένων του ΚΚΕ, τόνισε ότι ορισμένοι έχουν βρει τον ένοχο στο πρόσωπο των μεταναστών για να απαλλάξουν τους υπεύθυνους από τις ευθύνες τους για τη φτώχεια, την ανεργία και άλλα. Επί του συγκεκριμένου αιτήματος που τέθηκε, ο Γ. Μανουσογιαννκης υπογράμμισε ότι παρότι «δεν είμαστε υπερασπιστές καμίας θρησκείας, το δικαίωμα ο άλλος να πιστεύει το υπερασπιζόμαστε». Και με αυτήν την έννοια, κατέθεσε την θέση της «Λαϊκής Συσπείρωσης» να γίνει τζαμί όχι μόνο στον Ελαιώνα αλλά και αλλού, για να μη δημιουργηθούν προβλήματα από τη συγκέντρωση του κόσμου σε ένα μέρος. Υπογράμμισε, τέλος, την επικινδυνότητα των εκατοντάδων υπόγειων τεμενών που λειτουργούν σήμερα στην Αττική, σε άθλιες συνθήκες.