ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Μάρτη 2003
Σελ. /32
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Θηριωδίες σύμφυτες με το σύστημα
  • Ο πόλεμος αποτελεί για το κεφάλαιο ένα από τα εργαλεία που διαθέτει, και κατά καιρούς χρησιμοποιεί, προκειμένου να επιβραδύνει και να αντιμετωπίζει τα φαινόμενα κρίσης που εμφανίζονται στην οικονομία
  • H κατάσταση της οικονομίας των ΗΠΑ τις παραμονές της εγκληματικής επίθεσης εναντίον του ιρακινού λαού

Τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται σήμερα, μπορεί να δίνονται για το μακέλεμα των λαών και για να καταστρέφουν χώρες, όμως για τους ιμπεριαλιστές αποτελούν «αναγκαίες χρηματοδοτήσεις» για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης

Associated Press

Τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται σήμερα, μπορεί να δίνονται για το μακέλεμα των λαών και για να καταστρέφουν χώρες, όμως για τους ιμπεριαλιστές αποτελούν «αναγκαίες χρηματοδοτήσεις» για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης
Τα ματοβαμμένα συμβόλαια για την ανοικοδόμηση του Ιράκ, τη χώρα που τώρα καταστρέφουν τα ιμπεριαλιστικά στρατεύματα εισβολής και κατοχής, ήταν από την πρώτη στιγμή ζητούμενο. Και για τους διοικούντες των ΗΠΑ και των βρωμερών συμμάχων τους στις πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά και για τους άλλους, αυτούς που εμφανίζονται να διαφωνούν, αλλά ξεδιάντροπα δηλώνουν από τώρα «παρών», προβάλλοντας αξιώσεις στην εγκληματική λαφυραγώγηση του ιρακινού λαού και του πλούτου της χώρας του. Τα συμβόλαια, για τα οποία ερίζουν οι κυβερνήσεις σε Ευρώπη και Αμερική, για λογαριασμό διαφόρων επιχειρηματικών ομίλων και ομάδων της οικονομικής ολιγαρχίας, αποτελούν, μαζί με την απαλλοτρίωση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και την εξασφάλιση καλύτερων γεωστρατηγικών θέσεων στην περιοχή, έναν από τους βασικούς στόχους της σύγχρονης ιμπεριαλιστικής θηριωδίας. Μια θηριωδία, όμως - κι αυτό δεν πρέπει ποτέ να διαφεύγει της προσοχής - που είναι σύμφυτη με το ίδιο το κεφαλαιοκρατικό σύστημα, αφού το κυνήγι του υπερκέρδους των μονοπωλίων ειδικά σε συνθήκες οικονομικών κρίσεων «απαιτεί» τη συνεχή διεκδίκηση, κατάκτηση και επικράτηση επί νέων αγορών.

Κρίση και πόλεμος

Στη χώρα μας, πολλή είναι η συζήτηση που γίνεται τελευταία, για τις επιπτώσεις του πολέμου στην οικονομία. Για μια χώρα σαν την Ελλάδα, με εξαρτημένη και υποδεέστερη θέση, όπου ο καπιταλισμός έχει ακολουθήσει έναν συγκεκριμένο τρόπο ανάπτυξης, είναι φανερό ότι ανάλογα με την εξέλιξη της επέμβασης στο Ιράκ θα υπάρχουν ποικιλόμορφες επιπτώσεις στην οικονομία. Μόνον τον παράγοντα «τιμές πετρελαίου» και «τουρισμό» να πάρει κανείς, διαπιστώνει πως όχι μόνο θα υπάρξουν συνέπειες, αλλά είναι δυνατόν να προκαλέσουν ακόμα και οικονομική κρίση. Ομως, τέτοιου είδους συζητήσεις και προσεγγίσεις περιέχουν έναν πολύ σοβαρό κίνδυνο: Να δημιουργηθεί η εντύπωση πως γενικά η οικονομική κρίση προκαλείται από τον πόλεμο. Να καμουφλαριστεί, δηλαδή, η αλήθεια ότι η οικονομική κρίση του καπιταλισμού είναι που γεννά τους πολέμους και όχι το αντίστροφο. Οτι ο πόλεμος αποτελεί για το κεφάλαιο ένα από τα εργαλεία που διαθέτει, και κατά καιρούς χρησιμοποιεί, προκειμένου να επιβραδύνει και να αντιμετωπίζει τα φαινόμενα κρίσης που εμφανίζονται στην οικονομία.

Η περίπτωση με τις ΗΠΑ και την πολιτική που ακολούθησαν από την προηγούμενη δεκαετία, μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι από τις πλέον χαρακτηριστικές. Τα επιχειρήματα που κατά καιρούς προβάλλονται επίσημα με στόχο να δικαιολογηθούν τα ευρύτερα σχέδια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, ο καθένας καταλαβαίνει πως είναι απλά το περιτύλιγμα για να σερβιριστεί η επιθετικότητα και η βαρβαρότητα, που συνεχώς εντείνονται. Ετσι, όπως το σημερινό ματοκύλισμα των Ιρακινών βαφτίζεται «αγώνας κατά της τρομοκρατίας», έτσι και ο πόλεμος του '91 είχε βαφτιστεί «αποκατάσταση της διεθνούς νομιμότητας». Μόνον που πίσω από κάθε τέτοια εγκληματική επιλογή πάντα κρύβονται δύο τουλάχιστον απώτεροι στόχοι: Πρώτον, η προσπάθεια άμεσης αντιμετώπισης των φαινομένων επιβράδυνσης-κρίσης της αμερικανικής οικονομίας και εξασφάλισης των κερδών της οικονομικής ολιγαρχίας. Δεύτερον, η αντιμετώπιση ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, με την προώθηση των γενικότερων σχεδίων για την ενίσχυση της ηγεμονίας του αμερικανικού ιμπεριαλισμού, έναντι των άλλων ιμπεριαλιστικών κέντρων.

Ορισμένα στοιχεία για την εικόνα που παρουσίαζε η αμερικανική οικονομία τις παραμονές του πολέμου στον Κόλπο το 1991 παρουσιάζουν ενδιαφέρον, αλλά και κάποιες ομοιότητες με τη σημερινή κατάσταση (το σύνολο των στοιχείων προέρχονται από την Οικονομική Ανασκόπηση Αρ. 27 του ΟΟΣΑ, Νοέμβρης 2002).

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν, ακόμα και με τον τρόπο που αυτό μετράται από τη στατιστική του ΟΟΣΑ, το 1990, παρουσίασε σημαντική επιβράδυνση. Από ρυθμούς μεγαλύτερους του 3,5% μέχρι και το 1989, αυξήθηκε μόλις 1,8% το 1990 προμηνύοντας την επερχόμενη κρίση. Την ίδια χρονιά, οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου, μετά από μια τετραετή σταθεροποίηση σε επίπεδα κάτω των 17 δολαρίων το βαρέλι, αυξάνονται κατά 31% και ξεπερνούν τα 22 δολάρια. Το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ από ποσοστά περί το 60% του ΑΕΠ τα προηγούμενα χρόνια, ξεπερνά πλέον το 66,5%. Η εγχώρια κατανάλωση μεταβάλλεται με ρυθμούς χαμηλότερους του 3%. Τη χρονιά της επέμβασης, το 1991, το ΑΕΠ μειώθηκε σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά κατά 0,5%.

Η κατανάλωση σημαντικών στρατιωτικών υλικών και φονικών όπλων, στον Περσικό Κόλπο, καθώς και οι εκτεταμένες παραγγελίες για πολεμικό υλικό και νέα φονικά συστήματα, είχαν αποτέλεσμα από την επόμενη κιόλας χρονιά, το 1992, να αναζωογονηθεί η αμερικανική οικονομία. Το ΑΕΠ σημειώνει αύξηση 3,5%, επίπεδα υψηλότερα και από εκείνα που είχαν σημειωθεί προ της πτώσης του. Για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της χώρας εμφανίζει πλεόνασμα (3,7 δισ. δολάρια). Η κερδοφορία των επιχειρήσεων παρουσιάζει σημαντική αύξηση, παρατηρείται πρόσκαιρη βελτίωση της σχέσης εισαγωγών/εξαγωγών. Αυτό βέβαια κάθε άλλο παρά σημαίνει την οποιαδήποτε βελτίωση της θέσης του μέσου Αμερικανού εργαζόμενου. Η επίσημη ανεργία (με βάση τους δείκτες που δε θεωρούν ανέργους όσους κάνουν έστω και δύο μεροκάματα τη βδομάδα), που κινούνταν σε επίπεδα περί το 5%, στα τέλη του 1991 έφτασε το 6,8% και την επόμενη χρονιά το 7,5%. Οι πραγματικές αμοιβές, επίσης βάσει των επίσημων δεικτών, μειώθηκαν 1,6% το 1989 και ακόμα από 0,5% τις δύο επόμενες χρονιές. Οι αμοιβές αυτές, με μοναδικό διάλειμμα το 1992, μειώνονταν και την επόμενη τετραετία 1993-'96.

Από το 1997 και για τρία χρόνια, το ΑΕΠ των ΗΠΑ παρουσιάζει ρυθμούς ανόδου πάνω από 4%, που οφείλεται, κύρια σε δύο παράγοντες. Αφ' ενός στη μερική επένδυση κερδών που είχε ξαφρίσει η οικονομική ολιγαρχία από τη λεηλασία εκείνων των χρόνων στις διάφορες χρηματαγορές, κύρια της Ασίας, και αφ' ετέρου στον μεγάλο κερδοσκοπικό κύκλο που ξεκίνησε στα ντόπια χρηματιστήρια και στην τεράστια «φούσκα» της νέας οικονομίας.

Κατάσταση κρίσης

Μόνον που μια τέτοια εικόνα, η οποία στηρίζεται απλά στη μεταφορά κλοπιμαίων από άλλες οικονομίες, δεν μπορεί να αναπαράγεται συνεχώς. Ετσι, οι εκτιμήσεις των ίδιων των Αμερικανών οικονομολόγων, που από το 1998 χτυπούσαν το καμπανάκι του κινδύνου, άρχισαν να επαληθεύονται από τα τέλη του 2000. Ιδού η εικόνα με βάση τα στοιχεία που αφορούν στο 2001: Η αύξηση του ΑΕΠ ήταν μόλις 0,3%. Η μεταβολή της εγχώριας κατανάλωσης 0,4%. Οι εξαγωγές παρουσίασαν κάμψη 5,4%. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ έφτασε στο αστρονομικό ύψος των 427 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ποσό που αντιστοιχεί στο ΑΕΠ τριών χρόνων της Ελλάδας. Οι εισροές κεφαλαίων από το εξωτερικό, με τη μορφή των κερδών των χρηματοοικονομικών ομίλων, παρουσιάζουν σημαντική επιβράδυνση. Και σαν να μην φτάνουν όλα αυτά, οι εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ για τα επόμενα χρόνια δείχνουν επιδείνωση της κατάστασης. Ετσι, ναι μεν εκτιμάται ότι τα επόμενα χρόνια θα υπάρξει κάποια αύξηση του ΑΕΠ, ωστόσο την ίδια στιγμή θεωρείται ότι το έλλειμμα των συναλλαγών των ΗΠΑ με τις χώρες του εξωτερικού θα φτάσει τα 600 δισεκατομμύρια δολάρια, ποσό που για πρώτη φορά στην ιστορία των ΗΠΑ θα φτάνει περίπου το 6% του ΑΕΠ. Η ανεργία, που από το 1997 είχε σταθεροποιηθεί σε μέσα ποσοστά γύρω στο 4,5%, πέρσι αυξήθηκε στο 5,8% και φέτος εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 6%. Ακόμα χειρότερα. Ενώ την προηγούμενη δεκαετία οι εισροές από το εξωτερικό με τον κωδικό «Εισόδημα από επενδύσεις» ξεπέρασαν τα 230 δισεκατομμύρια δολάρια, στην τριετία 2002-'04 εκτιμάται ότι οι αμερικανικοί χρηματοοικονομικοί όμιλοι θα κληθούν να καταβάλουν στο εξωτερικό, για διάφορους λόγους, περί τα 70 δισ. δολάρια!

Για την κατάσταση της οικονομίας στις χώρες του κεφαλαίου τα πονήματα των διεθνών ιμπεριαλιστικών οργανισμών δεν αφήνουν περιθώρια παρερμηνειών. Ιδού τι σημειώνεται σχετικά, σε έκθεση του ΟΟΣΑ, που δημοσιοποιήθηκε στις 6 του Μάρτη: «Η ανάκαμψη γενικά, που περιγράψαμε το Νοέμβρη, πάει ακόμα πιο πίσω εξαιτίας των συνεπειών που φέρουν οι ανατιμήσεις του πετρελαίου και η παρατεταμένη γεωπολιτική αβεβαιότητα. Η κυκλική οπισθοδρόμηση αποδεικνύεται να είναι κάτι βαθύτερο και πιο μακροχρόνιο απ' ό,τι ελπίζαμε στα τέλη του 2002».

Κυριολεκτικά εξ ...ουρανού

Η αμερικανική κυβέρνηση είχε και έχει πλήρη γνώση και συνείδηση αυτής της κατάστασης. Ολα αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν τον πονοκέφαλο της διοίκησης Μπους, η οποία, σύμφωνα με τις προ διετίας καταγγελίες των αντιπάλων, δεν έπαιρνε μέτρα αντιμετώπισης της οικονομικής κατάστασης περιμένοντας το μάννα εξ ουρανού. Τελικά, εξ ...ουρανού αρπάχτηκε για να θέσει σε εφαρμογή τα πιο βάρβαρα ιμπεριαλιστικά σχέδια των ημερών μας. Αφετηρία αποτέλεσαν τα χτυπήματα της 11ης του Σεπτέμβρη. Χτυπήματα που παρά τα όσα δακρύβρεχτα λέχθηκαν δημόσια από την αμερικανική κυβέρνηση, αποτέλεσαν το εφαλτήριο για τη νέα ιμπεριαλιστική επίθεση εναντίον των λαών, η οποία αυτή τη φορά είναι ταυτισμένη με στρατιωτικές επεμβάσεις και πολέμους.

Στα πλαίσια των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της οικονομικής ύφεσης, την επαύριο της 11ης του Σεπτέμβρη και με πρόσχημα το χτύπημα της τρομοκρατίας η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχώρησε στη λήψη αλλεπάλληλων μέτρων. Εχει ίσως ενδιαφέρον να δούμε ορισμένα μόνον από τα κονδύλια (κύρια από αυτά που έγιναν ευρέως γνωστά) που λειτούργησαν ως αντίβαρο στην κρίση:

  • Οπως εκτιμούσε η Ντόιτς Μπανκ το Νοέμβρη, τουλάχιστον 200 δισεκατομμύρια δολάρια ήταν το κόστος της επίθεσης των ΗΠΑ ενάντια στο Αφγανιστάν. Πρόκειται για ένα τεράστιο ποσό αφού είναι περίπου το 2% του αμερικανικού ΑΕΠ. Βεβαίως. νεότερες εκτιμήσεις ανεβάζουν το ποσό αυτό σε αισθητά μεγαλύτερα επίπεδα, με ό,τι συνεπάγεται αυτό
  • Τουλάχιστον 100 δισεκατομμύρια δολάρια μοίρασε η διοίκηση Μπους στο μεγάλο κεφάλαιο με τη μορφή των συμπληρωματικών, φορολογικών απαλλαγών
  • Πάνω από 40 δισεκατομμύρια δολάρια ήταν η λεγόμενη άμεση βοήθεια προς επιχειρήσεις και εταιρίες που υπέστησαν ζημιές από το χτύπημα των δίδυμων πύργων και του Πενταγώνου
  • Περί τα 20 δισ. δολάρια πήραν οι αεροπορικές εταιρίες, εξαιτίας της κάμψης που παρουσιάστηκε στις εργασίες τους μετά το χτύπημα
  • Δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια δόθηκαν προς διάφορους φορείς και επιχειρήσεις στα πλαίσια της λήψης μέτρων για την «προστασία από την τρομοκρατία».

Και αυτά, απ' ό,τι φάνηκε, ήταν μόνον η αρχή. Τα εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια που δαπανώνται σήμερα για τη διεξαγωγή του πολέμου, τα ποσά που εξακολουθούν να ξοδεύονται στο Αφγανιστάν και εκείνα που θα δαπανηθούν για τους επόμενους στόχους, μπορεί να δίνονται για το μακέλεμα των λαών και για να καταστρέφουν χώρες, όμως για τους ιμπεριαλιστές αποτελούν «αναγκαίες χρηματοδοτήσεις» για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης... Επιβεβαιώνοντας με τραγικό για τους λαούς τρόπο ότι το κεφάλαιο στην προσπάθειά του να εξασφαλίσει υπερκέρδη και κυριαρχία δε διστάζει μπροστά σε τίποτα. Είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμο να προχωρήσει όχι μόνο στη μαζική καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων με στόχο την εκ νέου παραγωγή τους, αλλά ακόμα και να πνίξει στο αίμα ολόκληρους λαούς.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ