Αν, όμως, το ζήτημα της Κοινωνικής Ασφάλισης το δούμε από τη σκοπιά του κεφαλαίου, ότι προκαλεί «δημοσιονομικά κενά» που πρέπει να αντιμετωπιστούν, αν αποδεχτούμε - όπως λένε οι αστοί - πως «εφικτό» είναι ό,τι δεν συγκρούεται με τις σημερινές σχέσεις παραγωγής, ό,τι δεν αμφισβητεί τα συμφέροντα του κεφαλαίου, τότε η κυβέρνηση νομιμοποιείται να εμφανίζει τον εαυτό της σαν «σωτήρα» των Ταμείων με τις αντιδραστικές αλλαγές που προωθεί. Δικαιούται να κοροϊδεύει ότι με τα μέτρα που παίρνει και το «συμμάζεμα» που κάνει, προσπαθεί να διασφαλίσει μια κάποια σύνταξη στις επόμενες γενιές, ή να κατοχυρώσει ότι οι εργαζόμενοι θα πάρουν πίσω έστω ένα μέρος από τα εφάπαξ που για χρόνια πλήρωσαν από την τσέπη τους.
Το ζήτημα, όμως, της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι πάνω απ' όλα πολιτικό - ταξικό. Μόνο κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούν να ιδωθούν και τα οικονομικά των Ταμείων. Για να βγουν αντικειμενικά συμπεράσματα για τη σημερινή κατάσταση και το τι πρέπει να γίνει, πρέπει να απαντηθεί το εξής ερώτημα: Ποιος φταίει για τη σημερινή εικόνα των Ταμείων;
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι μόνοι που δε φταίνε είναι οι ασφαλισμένοι και οι συνταξιούχοι. Δηλαδή, όλοι αυτοί που στη διάρκεια του εργάσιμου βίου τους πλήρωναν κανονικά τις εισφορές τους, με την προσδοκία ότι κάποια στιγμή, ύστερα από πολλά χρόνια δουλειάς, θα είχαν μια αξιοπρεπή σύνταξη και ένα εφάπαξ, για να περάσουν στα γεράματα και για να βοηθήσουν τα παιδιά τους. Αν, όμως, οι ασφαλισμένοι υπήρξαν συνεπείς στις υποχρεώσεις τους, τότε ποιος φταίει για το γεγονός ότι σήμερα τα Ταμεία παρουσιάζουν τόσο μεγάλες «τρύπες»;
Η σχετική νομοθεσία επεκτάθηκε αργότερα με το τζογάρισμα των αποθεματικών στο χρηματιστήριο, που σε ορισμένες περιπτώσεις επέφερε μεγάλες απώλειες. Το τελειωτικό χτύπημα στα αποθεματικά έδωσε το «κούρεμα» του PSI, στερώντας από τα Ταμεία περίπου 13 δισ. ευρώ!
Την ίδια ώρα: Οι εργοδοτικές οφειλές στο ΙΚΑ είναι μεγαλύτερες από το ετήσιο κονδύλι για τις συντάξεις (13,54 δισ. ευρώ και 10,8 δισ. ευρώ αντίστοιχα) και το μεγαλύτερο μέρος τους προέρχεται από μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. 10,5 δισ. ευρώ είναι η απώλεια των εισφορών από τις μειώσεις μισθών και την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας και σε άλλα 12 δισ. ευρώ ανέρχονται οι οφειλές του κράτους προς τα Ταμεία από το 1993. Η μείωση εργοδοτικών εισφορών στερεί 1 δισ. ετησίως από τα Ταμεία, ενώ η εισφοροδιαφυγή και οι ευέλικτες μορφές εργασίας άλλα 8,5 δισ. ευρώ.
Να, λοιπόν, ποιος ευθύνεται για την «κακή» οικονομική κατάσταση των Ταμείων, την οποία επικαλούνται σήμερα το κράτος και η εργοδοσία για να μειώσουν παραπέρα τις συντάξεις, να αυξήσουν τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, να εκμηδενίσουν τα εφάπαξ και να διαλύσουν τις παροχές που έχουν απομείνει στα Ταμεία. Με άλλα λόγια: Αυτοί που ισοπέδωσαν το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης, εμφανίζονται σήμερα σαν «σωτήρες» του, επικαλούμενοι με θράσος τη «βιωσιμότητα» των Ταμείων, την οποία οι ίδιοι δυναμίτισαν!
Στην προσπάθειά τους, μάλιστα, να κάνουν το άσπρο μαύρο, επικαλούνται μεμονωμένες περιπτώσεις συνταξιούχων που παίρνουν συντάξεις χωρίς να τις δικαιούνται, ορισμένες κατηγορίες ασφαλισμένων με καλύτερους όρους ασφάλισης και συνταξιοδότησης, ακόμα και μερικές χιλιάδες ανάπηρους - «μαϊμού», που κατά καιρούς ανακαλύπτουν οι υπηρεσίες τους.
Η λαθροχειρία βγάζει μάτι. Οσες «παράνομες» συντάξεις κι αν αθροίσουν, δεν πρόκειται να «βγάλουν» το έλλειμμα που καταγράφουν σήμερα τα Ταμεία. Αντίθετα, αν αθροίσουν αυτά που οι ίδιοι έκλεψαν ή στερούν από τα Ταμεία, το ποσό που προκύπτει είναι αρκετό για να χρηματοδοτήσει το σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης για πολλές δεκαετίες ακόμα.
Γιατί, όμως, οι κυβερνήσεις του κεφαλαίου μεταχειρίστηκαν με αυτόν τον τρόπο τα Ταμεία; Ηταν θέμα «ανικανότητας», «ατολμίας», λάθος χειρισμών; Σε καμιά περίπτωση. Η στρατηγική του αστικού κράτους απέναντι στην Κοινωνική Ασφάλιση συνδέεται άμεσα με τη μείωση του λεγόμενου «κόστους εργασίας» για τους εργοδότες και τη μείωση των κονδυλίων που καταβάλλονται από το κρατικό ταμείο για τις συντάξεις και τις ασφαλιστικές παροχές.
Εννοείται ότι τα χρήματα που κόβει το κράτος από την ενίσχυση του ασφαλιστικού συστήματος, μετατρέπονται σε άμεσες ή έμμεσες επιδοτήσεις προς το κεφάλαιο. Να γιατί το ζήτημα της Κοινωνικής Ασφάλισης είναι ταξικό και όχι στενά οικονομικό, όπως προσπαθούν να το παρουσιάσουν η κυβέρνηση και τα κόμματα της διαχείρισης.
Σημαντικό είναι επίσης να θυμόμαστε ότι η ΕΕ δίνει μεγάλο βάρος στη μεταρρύθμιση των συστημάτων της Κοινωνικής Ασφάλισης στα κράτη - μέλη, με στόχο την ολοένα και μεγαλύτερη απαλλαγή του κράτους και των επιχειρηματικών ομίλων από το «κόστος» που αυτή συνεπάγεται.
Στη βάση αυτή, το κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα παίρνει ολοένα και περισσότερο ανταποδοτικό χαρακτήρα. Οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες επεκτείνουν το μερίδιό τους στους κλάδους της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και της σύνταξης, η κρατική χρηματοδότηση μειώνεται και μαζί της οι εργοδοτικές εισφορές.
Δεν πρέπει επίσης να διαφεύγει της προσοχής ότι οι ανατροπές στα ζητήματα των συντάξεων και των εφάπαξ πάνε χέρι χέρι με τη διάλυση της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης από το κρατικό σύστημα της Υγείας, την ολοένα και μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση του δημόσιου συστήματος Υγείας. Είναι καθαρό ότι ασφάλιση δεν είναι μόνο η σύνταξη και αυτό το βιώνουν με τον πιο βάρβαρο τρόπο στο πετσί τους οι άνεργοι, οι ανασφάλιστοι, οι ΕΒΕ που κλείνουν κατά χιλιάδες τα μαγαζιά τους και άλλοι.
Με δεδομένα τα παραπάνω, καθόλου τυχαία, η μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού και στην Ελλάδα αναδεικνύεται σε βασική προϋπόθεση για την «εξυγίανση» των δημοσιονομικών και για την καπιταλιστική ανάπτυξη. Αλλωστε, οι ανατροπές στο σύστημα της Κοινωνικής Ασφάλισης και το ξήλωμα των κατακτήσεων που απέσπασε το κίνημα ή παραχωρήθηκαν κάτω από άλλους συσχετισμούς, δεν ξεκίνησαν με την κρίση. Χρονολογούνται από τις αρχές της δεκαετίας του '90, εντάθηκαν μετά το 2000 και κορυφώνονται στα χρόνια της κρίσης.
Αρα, λοιπόν, όταν η εργοδοσία και το κράτος ζητούν από τους εργαζόμενους να συμβιβαστούν με τις επερχόμενες νέες ανατροπές, η απάντηση πρέπει να είναι μία: Καμιά θυσία, να πληρώσετε εσείς για την Κοινωνική Ασφάλιση! Στο κάτω κάτω της γραφής, ακόμα και οι εισφορές του κράτους και των εργοδοτών στο ασφαλιστικό σύστημα δεν ήταν ποτέ δικά τους λεφτά. Ηταν και είναι πλούτος που παράγουν οι εργαζόμενοι και τον σφετερίζονται τα μονοπώλια, κλέβοντας την υπεραξία, και το κράτος, μέσω της φορολογίας.
Μια ακόμα πλευρά: Σήμερα, με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, χάρη και στην τεχνολογική πρόοδο, υπάρχουν όλες οι υλικές προϋποθέσεις να μειωθούν ο ημερήσιος χρόνος εργασίας και τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, να δημιουργηθούν νέες θέσεις μόνιμης και σταθερής δουλειάς για τους χιλιάδες ανέργους. Με τον τρόπο αυτό, οι εργαζόμενοι θα έχουν όλο το χρόνο να ψυχαγωγηθούν, να μορφωθούν, να αναπτύξουν συνδικαλιστική και κοινωνική δράση.
Επίσης, τα επιτεύγματα της επιστήμης και της έρευνας στο χώρο της Υγείας έχουν πολλαπλασιάσει τις δυνατότητες για καλύτερη και πιο ποιοτική ζωή, για αύξηση του προσδόκιμου της ζωής. Τα πράγματα όμως κινούνται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης αυξάνονται και η ανεργία μεγαλώνει. Ανθρωποι πεθαίνουν επειδή δεν έχουν περίθαλψη, ενώ υπάρχουν εργαζόμενοι που δεν θα δουν ποτέ τους σύνταξη. Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης και η εντατικοποίηση της δουλειάς βαθαίνουν.
Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά; Απ' όπου κι αν πιάσει κανείς το νήμα, στο ίδιο σημείο θα καταλήξει: Φταίει η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, το γεγονός ότι αυτή οργανώνεται με στόχο το καπιταλιστικό κέρδος και όχι την ευημερία των εργαζομένων, του λαού. Για τον ίδιο λόγο, τα επιτεύγματα της τεχνολογίας και της επιστήμης γίνονται εμπόρευμα από το οποίο κερδίζει μια δράκα επιχειρηματιών, ενώ ο κόσμος πεθαίνει.
Υπάρχει διέξοδος για το λαό; Υπάρχει. Και απαιτεί θυσίες που θα πιάσουν πραγματικά τόπο. Οχι θυσίες σαν αυτές που υποχρεώνονται να κάνουν σήμερα οι εργαζόμενοι, για να φτάσουν στο τέλος να μην έχουν σύνταξη αυτοί και τα παιδιά τους, να μην έχουν περίθαλψη, να γιατρεύεται μόνο όποιος έχει να πληρώσει.
Αυτό που χρειάζεται σήμερα, είναι να οργανωθεί και να δυναμώσει η συμμαχία ανάμεσα στους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα του χωριού και της πόλης, στις γυναίκες και τη νεολαία, σε αντιμονοπωλιακή - αντικαπιταλιστική κατεύθυνση. Να συνδυάζεται ολοένα και πιο αποτελεσματικά ο αγώνας για να αποτραπούν τα χειρότερα με την πάλη για ριζικές αλλαγές προς όφελος του λαού.
Να συνειδητοποιείται από την ίδια την πείρα των εργαζομένων ότι μόνο η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, η αποδέσμευση από την ΕΕ, με ταυτόχρονη διαγραφή του χρέους, μπορεί να δώσουν ανάσα στο λαό, να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για πραγματική λαϊκή ευημερία.
Η προοπτική αυτή αφορά το σήμερα και όχι κάποιο αόριστο μέλλον. Αφορά τους σημερινούς εργαζόμενους, τους συνταξιούχους, τους νεολαίους που τώρα μπαίνουν στην παραγωγή ή εξοντώνονται στην ανεργία, τους μικρούς ΕΒΕ και αγρότες, τις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων. Στο χέρι τους είναι, αν το αποφασίσουν, να επιβάλουν αλλαγές που θα εξασφαλίσουν ριζικά καλύτερους όρους ζωής για την αμέσως επόμενη γενιά, για τα παιδιά που γεννιούνται σήμερα.