ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 8 Δεκέμβρη 2002
Σελ. /32
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Η ΑΛΛΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
Η οργή του Τσε!

«

Πού είναι αυτός»; φώναξε και σείστηκε το μαγαζί. «Ποιος αυτός;» τολμήσαμε μερικοί. «Αυτός ο κοντός, αυτός ο τσαρλατάνος, αυτό το κινούμενο - δήθεν - χαμόγελο. Αυτή η σουπιά που παριστάνει τον αριστερό. Αυτό το συγγραφικό πορνό που γυροφέρνει τα κανάλια και με διαβάλλει. Που άνοιξε τάχα μαζί μου διάλογο για τα ζητήματα της οικονομίας και της επανάστασης. Θέλω να τον βρω για να τον γ...»!

Πέσαμε όλοι πάνω του να τον ηρεμήσουμε. «Εντάξει, δεν έγινε τίποτα. Τον ξέρεις τώρα. Δυο κουβέντες είπε». «Δεν είπε δυο κουβέντες, εμετό έκανε. Πέταξε όλους τους φερετζέδες από πάνω του, πέταξε και το βρακί του και δείχνει, τώρα πια, τον ξεσκέπαστο κώλο του. Ποια παγκοσμιοποίηση εγκρίνω εγώ και ποια παγκοσμιοποίηση συστήνω; Τον αγύρτη! Πώς μιλάει στο όνομά μου και βάζει στο στόμα μου κουβέντες που μόνο τα σάπια δόντια του μπορούνε να βγάλουν; Είμαι εγώ, ρε, με αυτό τον απέραντο φασισμό της νέας τάξης πραγμάτων; Με τις δολοφονίες, τους εκβιασμούς, τη φτώχεια, την ανεργία, τον πόλεμο... Επειδή την "έκανε" αυτός, νομίζει πως όλοι την έχουμε "κάνει"; Τη δική του ηθική, φαντάζεται πως κουβαλάμε»;

«Ηρέμησε, συγγραφέας αστείος είναι, δυο χωρατά έγραψε». «Χωρατά για τη Λατινική Αμερική, για την Αφρική, για τον τρίτο κόσμο, για τα δισεκατομμύρια των καταπιεσμένων, για την επανάσταση; Για τα ποτάμια αίματος που χύθηκαν και για τα άλλα τόσα ποτάμια αίματος που θα χυθούν; Είναι αυτό συγγραφή; Τότε ποια είναι η συκοφαντία»;

Ηταν πραγματικά - και δίκαια - θυμωμένος. Και όπως μας εξήγησε, το ζήτημα δεν ήταν προσωπικό. «Δε με πρόσβαλε προσωπικά, τι να πάθω εγώ απ' αυτόν τον μπαγαπόντη; Στην ουσία δε στόχευε εμένα, εγώ άλλωστε είμαι από χρόνια δολοφονημένος. Την πίστη μου θέλει να συκοφαντήσει. Τον αγώνα μου. Τα ιδανικά μου. Οσα, δηλαδή, δεν κατόρθωσαν - παρ' όλες τις προσπάθειες - να δολοφονήσουν οι σφαίρες».

«Μήπως του δίνεις περισσότερη αξία; Αυτός σκάνδαλα κυνηγάει. Ντόρος να γίνεται να πουλάει βιβλία». «Και αυτό κακό είναι. Ομως, αυτό δεν είναι παρά η βιτρίνα. Πίσω από τη φασαρία υπάρχει η παγκόσμια εκστρατεία: να μη μείνει τίποτα όρθιο, να γίνουν όλα σαν τα μούτρα τους. Και εμείς δεν πρέπει να τους αφήσουμε. Πρέπει να τους τραβήξουμε και το τελευταίο φύλο που κρύβει τα - έτσι και αλλιώς - άρρωστα αχαμνά τους. Την άθλια γύμνια τους. Πρέπει να τους αποκαλύψουμε. Να ξέρει ο κόσμος πως δεν έχει να κάνει με τάχα μου χωρατατζήδες. Με δήθεν χαριτωμένους λογάδες. Πρόκειται για συνειδητά άτομα που κάνουν συνειδητές πράξεις. Δεν την κοπάνησα εγώ κύριε από την επανάσταση, εγώ είμαι η επανάσταση. Ποιον εξυπηρετούν τέτοια ερωτηματικά τάχα μου; Τι προσφέρουν στην αλλαγή του κόσμου τέτοιες κουβέντες»;

«Η φαντασία του, ξέρεις...». «Ποια φαντασία του; Γιατί δε φανταζόταν τον εαυτό του ψοφίμι να τον τρώνε και να τον κατασπαράζουν οι τύψεις και μες από κει να βγάλει τα σαθρά συμπεράσματά του; Γιατί δε φανταζόταν τον εαυτό του κωλογλείφτη της παγκόσμιας ολιγαρχίας, ευνούχο στις αυλές των πετρελαιοπηγών, τραβεστί στα σαλόνια των εφοπλιστών, διασκεδαστή της μπουρζουαζίας, πράγματα - δηλαδή - που δεν είναι και μακριά από την πραγματικότητα. Θα τον βρω και θα τον γ...»!

Βγήκε τραβώντας με δύναμη την πόρτα. Δεν παίρνω όρκο ότι ήταν ο πραγματικός ή η οργή του. Πάντως, ακόμα και ο μύθος του να ήταν, το φάντασμα του Τσε πλανιέται - και θα εξακολουθεί να πλανιέται - πάνω από την υφήλιο!


Του
Νίκου ΑΝΤΩΝΑΚΟΥ


ΜΑΡΙΑ ΛΙΟΥΔΑΚΙ
Φωτισμένη δασκάλα και διακεκριμένη λαογράφος

Το σχολείο όπου δίδαξε η Μαρία Λιουδάκι, σήμερα Μουσείο της Ιεράπετρας
Το σχολείο όπου δίδαξε η Μαρία Λιουδάκι, σήμερα Μουσείο της Ιεράπετρας
Πενήντα πέντε χρόνια συμπληρώνονται φέτος από την άγρια δολοφονία της Μαρίας Λιουδάκι (τέλος Νοέμβρη του 1947). Ποια ήταν; Αγνωστη στο ευρύ κοινό, η φωτισμένη δασκάλα, διακεκριμένη λαογράφος, αγωνίστρια της Εθνικής Αντίστασης. Αγνωστη, όπως τόσοι άλλοι, γιατί οι κρατούντες πάνω από μισόν αιώνα επιδιώκουν, όχι μόνο να σβήσουν τη μνήμη, αλλά και να θάψουν την πολιτιστική κληρονομιά μιας ολόκληρης αγωνιζόμενης γενιάς, της γενιάς της Αντίστασης.

Οι δήμιοί της εξαφάνισαν το σώμα της Μαρίας Λιουδάκι. Το πτώμα της δε θα βρεθεί, παρά μετά από πολύ καιρό, σε μια χαράδρα, κυριολεκτικά κομματιασμένο. Αυτό ήταν το τέλος μιας ηρωικής και γοητευτικής μορφής, που ονειρεύτηκε μια καλύτερη κοινωνία για τα παιδιά, που τόσο αγαπούσε.

Πρόσφατα, βρεθήκαμε στην Ιεράπετρα και είδαμε το σχολείο, όπου δίδασκε η αγωνίστρια εκπαιδευτικός - σήμερα στεγάζει το Μουσείο της πόλης. Ενα από τα ελάχιστα χνάρια της τεράστιας προσφοράς της, που θα είχε μείνει άγνωστη στους νεότερους, χωρίς την έρευνα του συμπατριώτη της, επίσης εκπαιδευτικού, Μανώλη Μιλτ. Παπαδάκη. Φιλόλογος, πρώην εκπαιδευτικός σύμβουλος, ο συγγραφέας του βιβλίου «Μαρία Λιουδάκι, η ιέρεια της Παιδείας» ερεύνησε είκοσι πέντε ολόκληρα χρόνια για να ανασυνθέσει τα κομμάτια από το σπασμένο πρόσωπο της μαρτυρικής εκπαιδευτικού. Θα ήταν ευχής έργο, το βιβλίο αυτό, που εκδόθηκε πριν από δέκα χρόνια από τη Μορφωτική Στέγη Ιεράπετρας, να επανεκδοθεί.

Θα ήταν τόσο απλό...

...κι όμως, θα ήταν τόσο απλό να γλιτώσει η Μαρία Λιουδάκι, όσο «απλό» θα ήταν και για χιλιάδες αγωνιστές. Φτάνει να έκανε «δήλωση». «Να λείπει τέτοιος σωσμός», είπε και πήγε και στάθηκε στον τοίχο, μαζί με ελάχιστους άλλους, που δε θέλησαν να αποκηρύξουν τα «πιστεύω» τους μπροστά στις απειλές των παρακρατικών.

Ηταν η εποχή της τρομοκρατίας, μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Η Ιεράπετρα είχε ζωστεί από παρακρατικούς που πυροβολούσαν, σπάζανε γραφεία κομμάτων και οργανώσεων, κατέστρεφαν λέσχες πολιτισμού και βιβλιοθήκες. Ξυλοδαρμοί και συλλήψεις αγωνιστών γίνονταν κάθε μέρα. Τα τραγούδια του αγώνα, τα τραγούδια της Αντίστασης, θεωρούνταν προκλητικά και απαγορεύτηκαν. Μέσα σ' αυτό το κλίμα, έγινε και η σύλληψη της Λιουδάκι, που κατηγορήθηκε ότι ήταν ένα από τα πιο δραστήρια στοιχεία του Κομμουνιστικού Κόμματος, που, τάχα, εκμεταλλευόταν την ιδιότητα της δασκάλας για να προσηλυτίσει τα νέα παιδιά στο κόμμα της. Στην πραγματικότητα, φοβούνταν την επιρροή της δασκάλας, το παράδειγμά της, που έχαιρε γενικής εκτίμησης. Ηθελαν να εκδικηθούν, γιατί είχε συμπαρασταθεί στον ήρωα Ναπολέοντα Σουκατζίδη, αρραβωνιαστικό της αδελφής της και μετά την Κατοχή τού είχε κάνει πνευματικό μνημόσυνο. Συνεργάτης της στις λαογραφικές της έρευνες, ο εκτελεσμένος από τους κατακτητές ήρωας, της γράφει μέσα από την Ακροναυπλία: «Είδες το μίσος του λαού για το θάνατο, για το Χάρο; Είδες την αγάπη που δείχνει για τη ζωή, όσο κι αν είναι δύσκολη και δυστυχισμένη για κείνον; Αισιοδοξία για τη ζωή, όχι κλαψούρα ή φυγή σαν κάτι αρρωστιάρικους νεαρούς ποιητές μας. Ξέρεις πότε μόνον αψηφά το θάνατο ο λαός μας; Σαν κινδυνεύει η τιμή και η ελευθερία του».

Ενας αναξιοποίητος θησαυρός

Παιδί του λαού η ίδια η Μ. Λιουδάκι, κόρη αγροτικής οικογένειας με οκτώ παιδιά, γεννήθηκε στο χωριό Λατσίδα. Πρωτότοκη, σπούδασε πεινώντας κυριολεκτικά και άρχισε να εργάζεται από τα 14 της χρόνια σαν υποδιδάσκαλος. Μετεκπαιδεύτηκε δίπλα στον καθηγητή Μανώλη Τριανταφυλλίδη και έγινε θερμή οπαδός της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Το 1927 διορίστηκε διευθύντρια στο Δημοτικό Σχολείο Θηλέων Ιεράπετρας. Παρά τους διωγμούς για τις ιδέες της, η προσφορά της αναγνωρίστηκε από τους επιστήμονες. Εργάστηκε στο Λαογραφικό Αρχείο από το 1937 για τρία χρόνια, προσφέροντας τεράστιες υπηρεσίες στην ελληνική Λαογραφία. Με την πρώτη έκδοση των «Κρητικών μαντινάδων» της, έχουν ασχοληθεί κορυφαίοι επιστήμονες. Το 1939 βραβεύτηκε το έργο της «Το παιδί μου και τ' αρνί μου» από την Ακαδημία Αθηνών. Ενα έργο της, που, ενώ ήταν έτοιμη να το εκδώσει λίγο πριν από το θάνατό της, παραμένει ακόμα ανέκδοτο - όπως και πλήθος άλλα έργα της (άφησε ένα ανέκδοτο υλικό 10.000 σελίδων!). Λίγα ευτύχησαν να εκδοθούν, όπως τα παραμύθια «Στου παππού τα γόνατα», «Στης γιαγιάς τα γόνατα» (κάποτε θα πρέπει να αξιοποιηθεί η πνευματική της κληρονομιά με εκατοντάδες παραμύθια, δημοτικά τραγούδια, αινίγματα και χιλιάδες παροιμίες - ένα μέρος μόνον από αυτά είναι κατατεθειμένο στο Κέντρο Ερευνας Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών).

Η Λιουδάκι μεγάλωσε γενιές μαθητών με τριάντα σχολικά βιβλία, που ήταν, επίσης, βοηθήματα για τους δασκάλους. Αλλά δεν περιόρισε την κοινωνική της προσφορά μόνο στην επιστήμη.

Φωτεινό παράδειγμα

Θυσίασε την προσωπική της ζωή για να βοηθήσει τους γέρους γονείς της και να σπουδάσει τ' αδέλφια της. Φωτεινό παράδειγμα κοινωνικής αλληλεγγύης, μοίραζε το φτωχό μισθό της ακόμα και σε οικογένειες απόρων καλών μαθητών, για να μη τους αποσύρουν από τα γράμματα, μοιραζόταν ακόμα και το φαγητό με τα «παιδιά της». Βοήθησε πολλά να τελειώσουν το Γυμνάσιο, αναλαμβάνοντας τα δίδακτρά τους, που τότε ήταν πανάκριβα (θα επιστρέψουμε, άραγε, σ' αυτήν την εποχή με την ιδιωτικοποίηση της Παιδείας ή την απομάκρυνση από τις ανώτατες σπουδές των πιο φτωχών;).

Η ίδια ενεργοποιήθηκε στην Αντίσταση, συμμετέχοντας στην πρώτη Κομματική Οργάνωση του ΕΑΜ στην Ιεράπετρα και στην «Εθνική Αλληλεγγύη». Ακουγε παράνομο ραδιόφωνο και ετοίμαζε καθημερινά το δελτίο ειδήσεων, που κυκλοφορούσε σε πολλά αντίτυπα για ενημέρωση του λαού, συμμετείχε, ακόμα, στην έκδοση της πολυγραφημένης εφημερίδας «Φωνή του λαού», καθοδηγούσε το γυναικείο τμήμα.

Η Μαρία Λιουδάκι έκανε πάντα πράξη τα «πιστεύω» της. Οπως σημειώνει ο ερευνητής Μανώλης Παπαδάκης, μέσα από τα διδακτικά της βιβλία, παροτρύνει τους δασκάλους να ακολουθούν το δρόμο της έρευνας, της παρατηρητικότητας και του πειραματισμού, αντί τις διδακτικές συνταγές. Και ο ορισμός της για τον μορφωμένο άνθρωπο είναι σήμερα πιο επίκαιρος από ποτέ: «...Γιατί μορφωμένος είναι ο ανώτερος άνθρωπος, ο εξελιγμένος συναισθηματικά. Αυτός που θέτει τον εαυτό του σε δεύτερη μοίρα, για να εξυπηρετήσει τον διπλανό του.

- Μορφωμένος είναι ο άνθρωπος, που ποτέ δεν καταλαμβάνει τη θέση του εκμεταλλευτού, του απατεώνα, του θύτου, του φιλοκατήγορου, του συκοφάντη.

- Μορφωμένος είναι ο άνθρωπος αυτός, που δε βλέπει γύρω του μικρούς και μεγάλους, υψηλούς και χαμηλούς. Αυτός, που δεν είναι κόλακας μπροστά στους υποτιθέμενους ανώτερους και τύραννος μπροστά στους κατώτερους».


Αλίκη ΞΕΝΟΥ - ΒΕΝΑΡΔΟΥ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ