Η ψήφιση των νόμων που αφορούν στη συγκρότηση των Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (ΠΕΣΥ) και τους επιθεωρητές Υγείας, όπως επίσης και η προετοιμασία νομοσχεδίων που αφορούν στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), στον Οργανισμό Διαχείρισης Πόρων Υγείας (ΟΔΙΠΥ) κ.ά., διαμορφώνουν ένα νέο τοπίο για τους εργαζόμενους.
Αυτές οι ανατροπές, αν εφαρμοστούν, αποτελούν γροθιά στο υπογάστριο του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, των κοινωνικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων του λαού μας.
Απ' αυτή την άποψη η πάλη για δημόσια δωρεάν Υγεία, για κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα αυτό, αποτελεί αντικειμενικά προτεραιότητα στην πάλη του συνδικαλιστικού και λαϊκού κινήματος.
Η πάλη γι' αυτά είναι της ίδιας σημασίας με αυτή για τα συνταξιοδοτικά δικαιώματα του λαού.
Η κυβέρνηση απαιτούσε, στο όνομα του «διαλόγου», οι εργαζόμενοι να συμβάλουν στην εφαρμογή της πολιτικής της. Να γίνουν συνένοχοι. Να παραιτηθούν από την πάλη κατά των ιδιωτικοποιήσεων. Στη χειρότερη γι' αυτήν περίπτωση, να την ανεχτούν.
Τέτοια ανταπόκριση βρήκε στις ηγεσίες των ΟΕΝΓΕ-ΑΔΕΔΥ-ΠΟΕΔΗΝ (συνάντηση με υπουργό 22/12/00).
Στους καπιταλιστές, υποκλινόταν στα συμφέροντά τους. Παρείχε δεσμεύσεις και ικανοποίηση των απαιτήσεών τους για μείωση των εργοδοτικών εισφορών, για διαμόρφωση καλύτερων όρων και εγγυήσεων, για επέκταση των επενδύσεών τους εντός και εκτός Ελλάδας, για μεγαλύτερη αύξηση των κερδών τους μέσα από τη συνύπαρξή τους με ανάλογο δημόσιο σύστημα Υγείας κ.ά.
Ανέδειξαν ως ένα βαθμό τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των αναδιαρθρώσεων στην Υγεία.
Καθυστέρησαν την κυβέρνηση στην ψήφιση του πρώτου νόμου, που αφορούσε στη συγκρότηση των ΠΕΣΥ. Βοήθησαν στο να γενικευτεί η δυσαρέσκεια και η αμφισβήτηση στην κυβερνητική πολιτική στον τομέα της Υγείας.
Στον αγώνα αυτό σημαντικές ήταν οι πρωτοβουλίες των φοιτητών της Ιατρικής.
Η συλλογική εμπειρία επιβεβαίωσε για ακόμα μια φορά και αποκάλυψε σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα την υποκρισία της κυβέρνησης, όταν επικαλείται το «διάλογο».
Αμφισβητήθηκε ακόμα περισσότερο η πολιτική της ταξικής συνεργασίας και του συμβιβασμού, που χρόνια τώρα ακολουθούν οι παρατάξεις του κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Ο αγώνας αυτός, παρά τη διάρκειά του, δεν αντιστοιχούσε στην οξύτητα της αντιλαϊκής επίθεσης.
Στην επιφάνεια ήρθαν με δραματικό τρόπο και οι δυνατότητες και οι αδυναμίες.
Η πολιτική της κυβέρνησης θίγει ευρύτερα στρώματα του λαού, των γυναικών, της νεολαίας, των επιστημόνων.
Δημιουργούνται προϋποθέσεις σε όλα τα λαϊκά στρώματα να δράσουν συντονισμένα με την εργατική τάξη, για την υπεράσπιση και διεύρυνση των κοινωνικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων.
Η ενιαία δράση ενάντια στις αναδιαρθρώσεις είναι βασική προϋπόθεση για την αποτελεσματικότητα των αγώνων. Για την προοπτική τους στην κατεύθυνση σύγκρουσης και ρήξης με την ευρωενωσιακή πολιτική που υλοποιεί η κυβέρνηση.
Στην κατεύθυνση αυτή η ηγεσία της ΠΟΕΔΗΝ κράτησε αρνητική στάση.
Η απαξίωση της συνδικαλιστικής δράσης, η χαμηλή συμμετοχή των εργαζομένων στα σωματεία, η αναξιοπιστία στις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες και σε αρκετά σωματεία ήταν παράγοντες που δε διευκόλυναν την ενότητα και τη μεγαλύτερη συμμετοχή των εργαζομένων στις κινητοποιήσεις.
Το διεκδικητικό πλαίσιο της πλειοψηφίας της Ομοσπονδίας δε βοηθούσε στην αποκάλυψη του χαρακτήρα της αντιλαϊκής επίθεσης. Του εύρους και της ποιότητάς της, ώστε να κατανοείται η ανάγκη για πολύμορφο αγώνα και ενιαία δράση με τα συνδικάτα της εργατικής τάξης, των μικρομεσαίων της πόλης και της υπαίθρου και τους άλλους λαϊκούς φορείς. Δε βοήθησε ώστε να κατανοείται η ανάγκη της πάλης για ανατροπή της αντιλαϊκής πολιτικής στον τομέα της Υγείας.
Δεν αμφισβητούσε τη συνολικότερη κυβερνητική πολιτική, που τα μέτρα για την Υγεία είναι προέκτασή της. Αντίθετα, λειτουργούσε διασπαστικά, αποπροσανατολιστικά, καλλιεργώντας συγχύσεις και αυταπάτες, υπονομεύοντας τη δυναμική και προοπτική των κινητοποιήσεων. Στην κρίσιμη φάση που διαμορφώνονταν προϋποθέσεις ανάπτυξης του κινήματος των υγειονομικών, η ηγετική ομάδα στην ΠΟΕΔΗΝ δε δίστασε να υπονομεύσει ανοιχτά τους αγώνες, διαμορφώνοντας ψεύτικο άλλοθι, για δήθεν καταβολή αυξήσεων στους μισθούς.
Γι' αυτό δεν κάνουν κουβέντα «για τη σύνδεση του μισθού των υγειονομικών με την παραγωγικότητα», που ετοιμάζει η κυβέρνηση. Δηλαδή, η αύξηση ή και η μείωση των αποδοχών να εξαρτώνται από το πόσο πειθήνια και αποτελεσματικά οι υγειονομικοί θα υλοποιούν την πολιτική λειτουργίας των νοσοκομείων ως επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, να γίνουν καλοί λειτουργοί των ιδιωτικών ιατρείων στα δημόσια νοσοκομεία και στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, στα οποία ο λαός θα καλείται να συμμετάσχει στην πληρωμή τους. Από τα έσοδα που θα προκύπτουν με αυτόν τον τρόπο θα προέρχονται οι δήθεν αυξήσεις στους μισθούς των υγειονομικών.
Με την ψήφιση του νόμου για τα ΠΕΣΥ (Γενάρης 2001), με την κατάθεση νέου νομοσχεδίου για τους επιθεωρητές Υγείας, αλλά και με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης για την ανατροπή στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα απαιτούνταν κλιμάκωση των αγώνων, με κύριο βάρος στην αλλαγή του διεκδικητικού πλαισίου και στην ανάπτυξη πρωτοπόρας δράσης στην κατεύθυνση ανάδειξης των ζητημάτων στην Υγεία ως λαϊκών προβλημάτων για παλλαϊκή δράση. Στη φάση αυτή η ηγετική ομάδα της ΠΟΕΔΗΝ αρνήθηκε τις αντίστοιχες προτάσεις των κομμουνιστών συνδικαλιστών.
Ελίχθηκαν, προτείνοντας τη λειτουργία επιτροπής διαμόρφωσης πρότασης για το Ασφαλιστικό. Με τον τρόπο αυτό διευκόλυναν και πάλι την κυβέρνηση στην επίθεσή της. Μάλιστα, ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ στη συνεδρίαση της Γενικής Συνέλευσης στις 24/4/01 βάφτισε με περισσή περηφάνια την υπονόμευση «δίμηνη ανακωχή» με την κυβέρνηση και παρέπεμψε και πάλι σε κινητοποιήσεις για τη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΣΣΕ) το Μάη-Ιούνη και φυσικά τσιμουδιά για το Ασφαλιστικό.
Μάλιστα, σε εξέλιξη βρίσκονται:
- Η αύξηση των νοσηλίων, που πληρώνει το ΙΚΑ στις ιδιωτικές κλινικές, πριμοδοτώντας έτσι τον ιδιωτικό τομέα.
- Η χρέωση του κράτους από τις τράπεζες, για πληρωμή των προμηθευτών των νοσοκομείων έναντι της υποχρέωσής του για χρηματοδότηση του ΙΚΑ.
- Το κλείσιμο και οι συγχωνεύσεις νοσοκομείων, ή κλινικών.
- Η εμπορευματοποίηση των υγειονομικών υπηρεσιών του ΙΚΑ.
- Η δημιουργία του ΟΔΙΠΥ και της ΠΦΥ.
Η μόνη δύναμη που μπορεί να τους σταματήσει είναι η ταξική πάλη.
Η κοινή δράση της εργατικής τάξης με όλα τα λαϊκά στρώματα ενάντια στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.
Οι στόχοι πάλης του κινήματος πρέπει να αντιστοιχούν στα κοινά συμφέροντα εκφράζοντας τις σύγχρονες ανάγκες των εργατών και του λαού μας.
Είναι κρίσιμο ζήτημα να διαμορφώνονται και να διεκδικούνται τέτοιοι στόχοι πάλης που θα δίνουν προοπτική λύσης στα προβλήματα των εργαζομένων, από τη σκοπιά των συμφερόντων τους και που θα αμφισβητούν, θα 'ρχονται σε ρήξη και σύγκρουση με την κυρίαρχη πολιτική,
Η μετατροπή σωματείων σε μάχιμες οργανώσεις, που θα λειτουργούν με κριτήριο τα ταξικά συμφέροντα των μελών τους, είναι σήμερα κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη.
Αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί από μόνο του, αυτόματα.
Οι ταξικές δυνάμεις μέσα στο συνδικαλιστικό κίνημα χρειάζεται να μπουν μπροστά στην οργάνωση της πάλης για να εξασφαλιστεί η ενότητα των εργαζομένων και η ενιαία δράση των λαϊκών στρωμάτων, παντού σε κάθε χώρο δουλιάς. Να οικοδομήσουν τα επιτελεία του αγώνα. Πλατιές επιτροπές αγώνα, ανοιχτές σε κάθε εργαζόμενο που θέλει να αγωνιστεί με συνέπεια ενάντια στις αντιδραστικές αλλαγές, να υπερασπίσει τα ταξικά του συμφέροντα.
Η συγκρότηση παντού τέτοιων επιτροπών θα αδυνατίζει το διασπαστικό και αποπροσανατολιστικό ρόλο των κάθε λογής κυβερνητικών συνδικαλιστών.
Θα μετατρέψει σε μετερίζι του αγώνα κάθε χώρο δουλιάς. Θα βοηθάει να ξεπερνιούνται αυταπάτες, συγχύσεις και απογοητεύσεις και να αποκτούν οι εργαζόμενοι εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και στις δυνάμεις τους.
Για το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, ούτε μια μέρα να μην πάει χαμένη.
Να πρωτοστατήσουμε για μαζικές Γενικές Συνελεύσεις, με επίκεντρο τις αναδιαρθρώσεις στην Υγεία, στην Πρόνοια, στην Κοινωνική Ασφάλιση, στις εργασιακές σχέσεις, για ουσιαστικές αυξήσεις.
Οι ταξικές δυνάμεις, πρωτοπόρες στον αγώνα, και θέλουν και μπορούν όχι μόνο να τους σταματήσουν, αλλά και να ανατρέψουν την κυβερνητική πολιτική και τους φορείς της.