ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 4 Ιούνη 2006
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΣΥΝ
Η «νέα στρατηγική» φέρει την ίδια ευρωατλαντική σφραγίδα

ΓΕΑ

Η δημόσια συζήτηση, που άρχισε με αφορμή το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα της 24ης Μάη, εξελίχθηκε πολύ γρήγορα σε μια «συναινετική» επιχείρηση αποπροσανατολισμού των λαϊκών δυνάμεων σχετικά με την εξωτερική πολιτική των κυβερνήσεων της Ελλάδας, ειδικότερα για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και διαφορές, εστιασμένη στην προσπάθεια να πείσουν ότι αυτή «αναπροσανατολίζεται», δηλαδή αλλάζει.

Οπως φάνηκε, η κυβέρνηση (και όχι μόνον αυτή) ήταν έτοιμη από καιρό να ανακινήσει το θέμα, το ίδιο και το ΠΑΣΟΚ. Στην εξέλιξη αυτής της επιχείρησης καταλυτικός ήταν ο ρόλος του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλου, ο οποίος με άρθρο του στην «Καθημερινή» (28/5) πρότεινε την παραπομπή των ελληνοτουρκικών διαφορών στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Από τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών, όπως της υπουργού Εξωτερικών, Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά και στελεχών του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ προέκυψε η κατ' αρχήν «συναίνεση» γι' αυτό που ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ονόμασε «νέα εθνική στρατηγική». Το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από τις δηλώσεις των συμμετεχόντων στο Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής την περασμένη Πέμπτη. Οπως είναι γνωστό στο Συμβούλιο αυτό δε συμμετέχει το ΚΚΕ, γιατί ως «θεσμός» επιδιώκεται να συμβάλλει στην κάλυψη της δικής τους εξωτερικής πολιτικής, καλλιεργώντας αυταπάτες περί «εθνικής συναίνεσης» σ' αυτήν.

Φυσικά σε καμιά περίπτωση και από καμιά πλευρά του μπλοκ της «συναίνεσης» δε θίχτηκε ο ρόλος του «ευρωατλαντικού» ιμπεριαλιστικού παράγοντα, γεγονός που σηματοδοτεί το πλαίσιο εντός του οποίου θα αναπτυχθεί η «νέα στρατηγική». Δηλαδή, επιμονή στην αναζήτηση λύσης υπό την επιδιαιτησία των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Των παραγόντων που συμβάλλουν τα μέγιστα στην όξυνση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και αξιοποιούν συστηματικά την ένταση μεταξύ τους στα πλαίσια της ιμπεριαλιστικής τάξης πραγμάτων.

Ενταση των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών

Ολη η συζήτηση διεξάγεται σε μια ιδιαίτερα φορτισμένη και δυσοίωνη συγκυρία. Η εξέταση του προβλήματος των ελληνοτουρκικών σχέσεων απαιτεί την ανάλυση αυτής της συγκυρίας, με τον υπολογισμό του συνόλου των παραγόντων που τις καθορίζουν και τις επηρεάζουν.

Βαλκάνια, Ανατολική Μεσόγειος, Μέση Ανατολή, Κεντρική Ασία, συγκροτούν ένα χώρο, τον οποίο οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις και οι μεταξύ τους ανταγωνισμοί έχουν εντάξει στα επεμβατικά τους σχέδια για μοιρασιά. Τα πλούσια πετρελαϊκά κοιτάσματα, οι αγωγοί μεταφοράς του πετρελαίου, οι νέες αγορές που προκύπτουν από τα διαμελιστικά σχέδια των ΑμερικανοΝΑΤΟικών και Ευρωενωσιακών ιμπεριαλιστών, είναι τα «αντικείμενα του πόθου» όλων αυτών μαζί και του καθένα ξεχωριστά.

Οδηγούν στον αφανισμό των Παλαιστινίων με την επιβολή οικονομικού εμπάργκο, τριχοτομούν το Ιράκ συνεχίζοντας το καθεστώς ιμπεριαλιστικής κατοχής, σφάζουν τον αφγανικό λαό, ενθαρρύνουν και χρηματοδοτούν «πολύχρωμες» επεμβάσεις στα εσωτερικά των χωρών της Κασπίας για τον έλεγχο της πετρελαιοπαραγωγού περιοχής, δημιουργούν με τη βία και τον οικονομικό εκβιασμό κράτη - προτεκτοράτα στα Βαλκάνια, επαναχαράσσοντας τα σύνορα του χάρτη, οδηγώντας σε ένα νέο αιματηρό ντόμινο συγκρούσεων και πολεμικής βίας. Τέλος, ετοιμάζονται για την επέμβαση εναντίον του Ιράν με το πρόσχημα του πυρηνικού του προγράμματος.

Ποια εξωτερική πολιτική;

Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον, με την Τουρκία να κατέχει σημαίνουσα στρατηγική θέση στην περιοχή και τις ισχυρές καπιταλιστικές δυνάμεις να θέλουν το δικό τους η καθεμιά χώρο στην περιοχή, άρα να διαγκωνίζονται ποια θα προσεταιριστεί και την Τουρκία, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις γίνονται μοιραία μέρος του γενικότερου προβλήματος. Οταν μάλιστα είναι γνωστό ότι τόσο το Αιγαίο, όσο και η Κύπρος εντάσσονται από τις ΗΠΑ και την ΕΕ στα διαπραγματεύσιμα ανταλλάγματα μιας συνολικής διευθέτησης.

Ωστόσο για την ερμηνεία των εξελίξεων θα πρέπει να συνυπολογίσουμε πώς αρθρώνεται η εξωτερική πολιτική των δύο χωρών ως έκφραση των συμφερόντων και των σχεδιασμών της άρχουσας τάξης τους. Το ειδικό βάρος αυτού του παράγοντα έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αφού οι εξελίξεις στα Βαλκάνια και την ευρύτερη περιοχή δημιούργησαν νέα πεδία, για τον έλεγχο των οποίων ανταγωνίζονται όχι μόνο οι «μεγάλες» ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, με τις περιφερειακές δυνάμεις να επιδιώκουν ενεργότερη συμμετοχή.

Ομως αν οι ανταγωνισμοί μπορούν να πυροδοτούν την ένταση και την κρίση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, υπάρχουν και δυνάμεις από την άρχουσα τάξη κάθε χώρας που επιθυμούν την εξομάλυνση των σχέσεων, ως προϋπόθεση για την ευόδωση κοινών επιχειρηματικών σχεδίων, όπως στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας και την εξαγορά (με τις ευλογίες της Παγκόσμιας Τράπεζας) της τουρκικής «Φινανσμπάνκ». Κοινά σχέδια αναπτύσσονται ακόμα στους τομείς της ενέργειας, των τηλεπικοινωνιών κ.ά.

Η ελληνική εξωτερική πολιτική, όσον αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ακολούθησε από το 1974 την τακτική της εναπόθεσης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας στους διεθνείς οργανισμούς, όπως το ΝΑΤΟ και η Ευρωπαϊκή Ενωση. Οπως ομολόγησε σε σχετικά ανύποπτο χρόνο (Δεκέμβρης 1999) ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Παπανδρέου, υπό την ιδιότητα τότε του υπουργού Εξωτερικών: «Δεν είμαστε δογματικοί στην εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων», αναφερόμενος σ' αυτούς τους οργανισμούς. Με αυτή την πολιτική και με τις συμφωνίες της Μαδρίτης και του Ελσίνκι αναγνωρίστηκαν στην Τουρκία «ζωτικά συμφέροντα» στο Αιγαίο.

Στην πραγματικότητα, αυτή η πορεία διαρκούς «ελαστικοποίησης» των κυριαρχικών δικαιωμάτων έδινε τη δυνατότητα στους αμερικανοΝΑΤΟικούς να «χτίζουν» συστηματικά τη θέση της ΝΑΤΟποίησης του Αιγαίου. Αυτό φάνηκε με τη λεγόμενη «νέα δομή» της Συμμαχίας, όπου ενιαιοποιήθηκε ο ΝΑΤΟικός έλεγχος στη θάλασσα και τον αέρα, όπως και από τους χάρτες του αμερικανικού Πενταγώνου, στους οποίους «παραλείπεται» η συνοριακή γραμμή Ελλάδας - Τουρκίας στο Αιγαίο.

Η διέξοδος

Από την εξέταση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, υπό το πρίσμα όλων των παραγόντων που τις επηρεάζουν, προκύπτει ότι η εξομάλυνσή τους δεν μπορεί να αναζητηθεί στο πλαίσιο που ορίζουν οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί, τα σχέδια και οι επιδιώξεις της άρχουσας τάξης. Η κοινή πάλη των λαών εναντίον αυτών των παραγόντων ως την κατάργησή τους, είναι η προϋπόθεση για να μπορέσουν στο μέλλον να ζήσουν με ειρήνη, ισότιμη συνεργασία, αλληλεγγύη. Που απαιτεί αντιιμπεριαλιστική πάλη σε κάθε χώρα για την ανατροπή της σημερινής πολιτικής και της εξουσίας που την εφαρμόζει, κοινή πάλη και των δύο λαών.


Δ. Π.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ