ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 4 Αυγούστου 2004
Σελ. /28
«Γίγαντες» της κωμωδίας

Αριστοφάνης, Σαίξπηρ, Μολιέρος

«Μισός αιώνας Αριστοφάνης - Θέατρο Τέχνης»

«Ο ασυλλόγιστος» από το «Θεατρικό Σανίδι»
«Ο ασυλλόγιστος» από το «Θεατρικό Σανίδι»
Ποια και πώς θα ήταν η σημερινή ερμηνευτική αντιμετώπιση της αριστοφανικής κωμωδίας, χωρίς τη μακρόχρονη ενασχόληση μ' αυτήν δυο σκηνοθετών, του Καρόλου Κουν και του Αλέξη Σολομού; Υποθετικό το ερώτημα, αλλά και οποιαδήποτε απάντηση κι αν δινόταν σ' αυτό θα ήταν απολύτως υποθετική, αν όχι εντελώς αστόχαστη. Το βέβαιο και αναμφισβήτητο είναι ότι ο Κουν και ο Σολομός σημάδεψαν ανεξίτηλα τη σύγχρονη αναβίωση της αριστοφανικής κωμωδίας, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε ευρύτερο, αν όχι σε διεθνές, επίπεδο. Ο αλησμόνητος Κουν και ο ζων Σολομός, δεν ήταν απλώς σπουδαίοι σκηνοθέτες - πραγματικοί δάσκαλοι της θεατρικής τέχνης. Δημιούργησαν μια μεγάλη, κοπιαστικά και ολόπλευρα μελετημένη θεωρητικά (θεματολογικά, ιδεολογικά, αισθητικά, μορφολογικά), πλήρως συγκροτημένη και εφαρμοσμένη σκηνικά, σύγχρονη ερμηνευτική παράδοση, μια «σχολή» πάνω στην αρχαία κωμωδία, μια «σχολή» - θρέμμα των μακραίωνων παραδόσεων του λαϊκού θεάτρου, στην οποία στηρίχτηκαν και εξακολουθούν να στηρίζονται όσοι καταπιάνονται με τον Αριστοφάνη.

Δεν είναι τυχαίο, βέβαια, το γεγονός ότι πρώτος και καθοριστικός θεατρικός «Μέντορας» του Σολομού υπήρξε ο καθηγητής των Αγγλικών στο Κολέγιο Αθηνών Κουν, ο οποίος τη σχολική περίοδο 1935-1936, έστησε μαθητική θεατρική ομάδα, παρουσιάζοντας τον αριστοφανικό «Πλούτο», σε μετάφραση ανωνύμου (επρόκειτο για μετάφραση του επαναστάτη σατιρικού συγγραφέα Μ. Χουρμούζη). Την παράσταση αυτή ανέπλασε και παρουσίασε (επίσης το 1936), ο Κουν με τη «Λαϊκή Σκηνή», «μια ομάδα που ιδρύθηκε από ερασιτέχνες και εργάτες, οι περισσότεροι αγράμματοι», όπως έγραφε ο Κουν, την οποία - λόγω της μορφής και του μηνύματος της παράστασης και, βέβαια, της ταξικής σύνθεσής της - «φίμωσε», αμέσως, η μεταξική δικτατορία.

Οι πρωταγωνιστές της φετινής παράστασης του «Θεάτρου Τέχνης»
Οι πρωταγωνιστές της φετινής παράστασης του «Θεάτρου Τέχνης»
Δεν είναι τυχαίο ούτε το γεγονός ότι το 1957 (τα κολαστήρια ήταν γεμάτα από αγωνιστές του λαού, αλλά οι εκτελέσεις είχαν σταματήσει), ο Κουν, με το «Θέατρο Τέχνης» πια, ξανανεβάζει τον «Πλούτο», πάλι με τη μετάφραση του Μ. Χουρμούζη.

Με απόσπασμα αυτής της πρώτης αριστοφανικής δημιουργίας του Κουν, δημιουργία που «διάβασε» και ανέδειξε την παντοτινή ποιητική αξία της και το διαχρονικό μήνυμά της και την έκανε κατανοητή, οικεία και ελκυστική για το σύγχρονο άνθρωπο, αρχίζει η φετινή παράσταση του «Θεάτρου Τέχνης», με τίτλο «Μισός αιώνας Αριστοφάνης-Θέατρο Τέχνης». Πρόκειται για μια παράσταση συγκινητικής τιμητικής αναδρομής στη μοναδικής πολυτιμότητας προσφορά του Κ. Κουν, προπάντων, αλλά και πλειάδας αρίστων μεταφραστών, σκηνογράφων-ενδυματολόγων, συνθετών, χορογράφων και ηθοποιών-μαθητών του, στη σύγχρονη ερμηνεία του Αριστοφάνη. Μια παράσταση με χαρακτηριστικά (κατά το δυνατόν) αποσπάσματα και από τις παραστάσεις των «Ορνίθων» (το πρώτο ανέβασμα το 1959 σκανδάλισε το πολιτικο-εκκλησιαστικό κατεστημένο και απαγορεύτηκε), «Βατράχων» (πρώτο ανέβασμα 1966), «Λυσιστράτης» (1969), «Αχαρνέων» (πρώτο ανέβασμα 1976), «Ειρήνης» (πρώτο ανέβασμα 1977), «Ιππέων» (πρώτο ανέβασμα 1977, σκηνοθεσία Γ. Λαζάνης), «Σφηκών» (πρώτο ανέβασμα 1981, σκηνοθεσία Γ. Λαζάνης), «Θεσμοφοριαζουσών» (πρώτο ανέβασμα 1985, σκηνοθεσία Γ. Λαζάνης), «Νεφελών» (1991, σκηνοθεσία Γ. Λαζάνης), «Πλούτου» (1994, σκηνοθεσία Μ. Κουγιουμτζής). Επαινος γι' αυτή την παράσταση-αφιέρωμα αναλογεί σε όλους τους καλλιτεχνικούς συντελεστές και ερμηνευτές της.


«Το ημέρωμα της Στρίγκλας» από το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας
«Το ημέρωμα της Στρίγκλας» από το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας

«Το ημέρωμα της Στρίγκλας» από το ΔΗΠΕΘΕ Καλαμάτας

Ο Γιάννης Κακλέας, ένας αναμφίβολα ταλαντούχος, ευφάνταστος, μελετημένος, με καλλιεργημένο εικαστικό γούστο, με ανήσυχη, μοντερνιστική, «ανατρεπτική» ιδεολικογοαισθητικά αντίληψη, πιστεύει - και ορθά - ότι τα μεγάλα έργα του παρελθόντος δεν είναι μουσειακά είδη, αλλά «εργαλεία» μιας διαχρονικής εξέτασης της κοινωνίας, της συμπεριφοράς και των προβλημάτων του ανθρώπου. Ο Κακλέας τολμά να «ασεβήσει» απέναντι στα κοινωνικά και αισθητικά χαρακτηριστικά της εποχή ενός κλασικού έργου, να του γυρίσει τα μέσα έξω, να παρέμβει εκσυγχρονιστικά στη δομή και πλοκή του με νεωτερικά αισθητικά στοιχεία και τεχνολογικά μέσα, να αφαιρέσει την «επιδερμίδα» του είδους και ήθους του, για να βρει κάτω από αυτήν μια βαθύτερη και σκληρότερη ουσία που να εκφράζει την αέναη, σκληρή συνήθως, αλήθεια των ανθρωπίνων πραγμάτων, ερμηνευμένη βέβαια με σύγχρονη ματιά. Φέτος, για μια ακόμη φορά, καταπιάστηκε με μια σαιξπηρική κωμωδία, «Το ημέρωμα της Στρίγκλας», στην ωραία μετάφραση του Ερρίκου Μπελλιέ, παραμένοντας στα αισθητικά «χνάρια» των προηγούμενων σαιξπηρικών του «αναγνώσεων», πράγμα βέβαια που οδηγεί σε ένα φορμαλισμό για το φορμαλισμό, σε μια αυτάρεσκη μανιέρα, η οποία, όπως όλες οι μανιέρες, παύει να βλέπει ότι δεν εμπεριέχει πια το «καινούριο». Η ενδιαφέρουσα, πάντως, έντονα εκσυγχρονιστική, «ροκ» θα λέγαμε, σκηνοθεσία του Κακλέα, διαπερνώντας αλλά και χωρίς να καταργήσει τον κωμωδιογραφικό χαρακτήρα του έργου, ανέδειξε τη σκληρή αλήθεια του, αλλά και το μήνυμά του. Οτι η σχέση των δύο φύλων ήταν ανέκαθεν, άδηλα ή έκδηλα, έως βίαια συγκρουσιακή, ιδιαίτερα στην εποχή μας που η γυναίκα διεκδικεί την ισοτιμία της στην κοινωνία και την οικογένεια. Οτι στη σχέση των δύο φύλων δυο δρόμοι υπάρχουν. 'Η ο αγώνας «υποταγής» του ενός στον άλλον, που αφήνει και τους δύο ηττημένους και δυστυχείς, ή της ανταποδοτικής αγάπης και του αλληλοσεβασμού. Τη σκηνοθετική κατεύθυνση υπηρέτησαν πλήρως το μεταλλικό σκηνικό (Απόστολος Βέττας), τα σύγχρονα κοστούμια (Αντώνης Βολανάκης), η νευρώδης κινησιολογία (Κωνσταντίνος Μίχος), οι μουσικές επιλογές (Ιάκωβος Δρόσος), οι φωτισμοί (Σάκης Μπιρμπίλης). Από τις συνολικά πειθαρχημένες στη σκηνοθεσία ερμηνείες, ξεχώρισαν για την εμβέλειά τους οι ερμηνείες των Βάνας Πεφάνη, Τάσου Γιαννόπουλου, Μάκη Παπαδημητρίου, Γιώτας Μηλίτση, Κώστα Φλωκατούλα, Κώστα Ζαχαράκη, Στάθη Βούτου.


«Ο ασυλλόγιστος» από το «Θεατρικό Σανίδι»

Με τον «Ασυλλόγιστο» του Μολιέρου, μια αριστοτεχνικά δομημένη ερωτική κωμωδία, περιοδεύει φέτος το «Θεατρικό Σανίδι», σε μια εξελληνισμένη, έμμετρα χυμώδη μετάφραση - απόδοση του Κώστα Γεωργουσόπουλου, στην οποία, όμως, παρεμβαίνει ο θιασάρχης - πρωταγωνιστής Βασίλης Τσιβιλίκας, με δικά του, του σημερινού συρμού, τα περισσότερα αχρείαστα, λεκτικά αστεία. Ο «Ασυλλόγιστος» είναι κωμωδία χαρακτήρων, καταστάσεων, μεταμφιέσεων και οργιαστικών φαρσικών επεισοδίων, με επίκεντρο τον Μασκαρέλο, τον διαβολεμένα έξυπνο υπηρέτη ενός πλούσιου αλλά ασυλλόγιστου γειτονόπουλου, του Λέλου, που ερωτεύτηκε την αγορασμένη σε σκλαβοπάζαρο, από τον Τρούφα, Λείλα, η οποία, από την κουταμάρα του Λέλου και την πώλησή της από τον «αφέντη» της παραλίγο να έχανε τον αγαπημένο της Λέλο και να παντρευόταν τον χαμένο αδερφό της Ανδρέα, εάν... Εάν η «καλή νεράιδα», η μολιερική πένα, δεν ξέμπλεκε το «κουβάρι» των ατυχιών της ζωής, με την αναγνώριση των δυο αδελφών και του μεταμφιεσμένου Τρούφα, που ψάχνει χρόνια τα δυο χαμένα παιδιά του.

Η σκηνοθεσία του Γιάννη Καραχισαρίδη «διάβασε» το μολιερικό έργο σαν μια παλιά ελληνική λαϊκή κωμωδία, σαν ένα «παιχνίδι» της ζωής σε μια μεσοαστική γειτονιά της Αθήνας στα τέλη του 19ου αιώνα, με ανάλογο σκηνικό (Γιάννης Ματαράγκας) και κοστούμια (Αννα Μαχαιριανάκη). Η παράσταση προσφέρει το γέλιο, όχι μόνο χάρη στο φύσει κωμικό μεν αλλά μανιερισμένο, υποκριτικό «κώδικα» του Β. Τσιβιλίκα, αλλά και στις στέρεα, χωρίς κωμικίζοντα «κόλπα» ερμηνεία του Βασίλη Κολοβού (Σερσεμιάν), αλλά και των Μάκη Αρβανιτάκη, Γιάννη Ματαράγκα, Γιάννη Κατσάμπα, που καλοσχεδιάζουν ανθρώπινους τύπους. Αρμόζουσες στην ελαφράδα της κωμωδίας ήταν οι ερμηνείες των Θεώνης Σκαλέρη, Θάνου Σκαλιώρα, Γιώργου Ματαράγκα.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ