ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 25 Δεκέμβρη 2001
Σελ. /32
Δ. ΓΛΗΝΟΥ: «Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ»
Η Κοινωνιολογική Μέθοδος

«Οι μονόλογοι του ερημίτη της Σαντορίνης»

(Β` Μέρος)

Με τέτιους στοχασμούς θεμελιώνεται η κοινωνιολογική απριορική μεθοδολογία, που ξεχωρίζεται πάλι σε τρεις υποκατηγορίες ανάλογα με τη γνωστική δύναμη, που πρωτοστατεί στη γνώση και την κατανόηση του κοινωνικού γίγνεσθαι. Είνε δηλαδή η μεθοδολογία τούτη η ορθολογική, όταν το λογικό, η καθαρή λογική σκέψη, αναβρίσκει και ξεσκεπάζει τα νόημα των κοινωνικών γεγονότων. Και τον τύπο μιας τέτιας κοινωνιολογίας μας τόνε δίνει η φιλοσοφία της ιστορίας του Χέγγελ, που θεωρεί μάλιστα τα κοινωνικά γεγονότα σαν αντικειμενική υποστάτωση της ιδέας, του ίδιου του πνέματος, που γνωρίζοντάς τα και συνειδητοποιώντας τα φτάνει στην τέλεια αυτεπίγνωση.

`Η είνε η απριορική μεθοδολογία διαισταντική, ιντουισιονιστική, όπου ατενίζει με άμεσην εσωτερικήν ενόραση το είναι, την ουσία του κοινωνικού γίγνεσθαι και η ενόραση αυτή δεν είνε λογική ενόραση, μα μια ιδιαίτερη δύναμη, κάτι που συγγενεύει με το ένστιχτο.

`Η τέλος είνε η απριορική μεθοδολογία οντοσκοπική ή φαινομενολογική, με σύνθεση του ορθολογισμού και της διαίστησης, που κατανοεί την ουσία, το είναι του κάθε ιστορικού φαινομένου, που μια φορά δίνεται, ατενίζοντάς το εσωτερικά σαν μια άμεση ψυχική εμπειρία του ερευνητή, ζώντας το και ενδοσκοπώντας το. Ολες ετούτες οι μέθοδες έχουνε βέβαια ως ένα σημείο κάποια δικαίωση. Και η δικαίωση βρίσκεται στο αναμφισβήτητο γεγονός πως το κοινωνικό φαινόμενο, δημιούργημα της ενέργειας του ανθρώπου, προϋποθέτει την ψυχική δράση του, προϋποθέτει το αντικαθρέφτισμα του γίγνεσθαι μέσα στον άνθρωπο, τη συναιστηματική του αντίδραση, τη θέλησή του και τις ανάγκες της ζωής του, που αυτός εξυπηρετεί και όλος ο ψυχικός βίος του. Οτι όμως η ενέργεια του ανθρώπου είνε κάτι toto genere διαφορετικό από κάθε άλλη ενέργεια που γίνεται μέσα στη φύση, είτε την ανόργανη είτε την οργανική, ότι αυτή η ενέργεια δεν υπάγεται σε καμιά νομοτέλεια, αυτό είνε μια αναπόδειχτη προϋπόθεση, είνε μια αυθαίρετη βεβαίωση που δε στέκεται μπροστά στην ανθρώπινη πείρα και την επεξεργασία της από το ανθρώπινο μυαλό. Και για το λόγον αυτό ό,τι επιστημονικό ενυπάρχει στα πορίσματα των απριορικών μεθόδων είνε έμμεσα και ανομολόγητα βγαλμένο από μιαν εμπειρικήν επεξεργασία των δεδομένων του κοινωνικού γίγνεσθαι.

Ο καθαρός απριορισμός, ο καθαρός ορθολογισμός, ο καθαρός ιντουισιονισμός, η καθαρή φαινομενολογία και οντοσκόπηση ή δεν υπάρχει καθόλου, ή αν πραγματικά εφαρμοστεί δεν οδηγεί σε επιστημονική γνώση παρά σε εντελώς υποκειμενικά και αυτόβουλα κατασκευάσματα, σε παραμύθια, που πηγάζουν από το συναίστημα και τη βούληση και όχι από τη γνώση. Ουσιαστικά, οι απριοριστές παραιτιούνται από την επιστημονική γνώση του κοινωνικού φαινόμενου και, ομολογημένα ή ανομολόγητα, αρνιούνται τη δυνατότητά της. Ο καθαρός απριορισμός στα κοινωνικά φαινόμενα ούτε καν μυθολογία κοινωνική μπορεί να φτιάσει, γιατί και ο μύθος είνε μετουσιωμένη πείρα μιας δεδομένης στιγμής. Ο καθαρός απριορισμός είνε εντελώς στείρος σε επιστημονικά πορίσματα.

Από την άλλη μεριά εφαρμόζονται στην κοινωνιολογική έρευνα οι μέθοδες της αντικειμενικής εμπειρίας, ο εμπειρισμός. Και σ' αυτόν πάλι μπορούμε να διακρίνουμε δυο υποκατηγορίες, την πραγματολογική και τη φυσικοεμπειρική. Η πρώτη θεωρεί το κοινωνικό φαινόμενο σαν ένα πράμα, σαν κάτι αντίστοιχο με τα δεδομένα της φυσικής πραγματικότητας. Το κοινωνικό όμως αντικείμενο είνε κάτι διαφορετικό από το φυσικό αντικείμενο. Γι' αυτό πρέπει να υπάρξει μια ιδιαίτερη κοινωνιολογική μέθοδο, που τους κανόνες της προσπάθησε να διατυπώσει ο γάλλος κοινωνιολόγος Ντυρκέμ και η σχολή του.

Η φυσικοεμπειρική πάλι μέθοδο δεν κάνει κατ' αρχήν καμιά διάκριση ανάμεσα στο φυσικό και το κοινωνικό φαινόμενο και πιστεύει πως η εφαρμογή των μεθόδων των φυσικών επιστημών, η επαγωγή, η συστηματική παρατήρηση κι αυτό το πείραμα, η συναγωγή νόμων από τα δεδομένα της κοινωνικής εμπειρίας, όπως γίνεται η συναγωγή νόμων από τα δεδομένα της φυσικής εμπειρίας, οδηγεί στην εξακριβωμένη επιστημονική γνώση.

Η δεύτερη αυτή μεθοδολογική κατηγορία, ο κοινωνιολογικός εμπειρισμός, είνε αναμφισβήτητο πως είχε πλούσια αποτελέσματα. Πρώτα - πρώτα έστρεψε το μάτι των ερευνητών στη συγκέντρωση, τον κριτικό έλεγχο και τη συστηματοποίηση τεράστιου κοινωνικού υλικού. Μελετήθηκαν πλατύτατα όλα τα κοινωνικά φαινόμενα στις πρωτόγονες κοινωνίες, που σώζονται ως σήμερα, απλώθηκεν η έρευνα στην προϊστορία και σε όλα τα ιστορικά δεδομένα, συγγενικές σχέσεις, κοινωνική οργάνωση, γλώσσα, μύθους, ήθη, έθιμα, δίκιο, ηθική, θρησκεία, τέχνη, επιστήμη.

Μα ο κοινωνιολογικός εμπειρισμός προχώρησε και πάρα πέρα στην επιστημονική επεξεργασία του υλικού αυτού και εξακρίβωσε και διεπίστωσε την ύπαρξη της εξέλιξης στα κοινωνικά φαινόμενα ανάλογα με την εξέλιξη στα φυσικά φαινόμενα. Τον τύπο της τέτιας επεξεργασίας έδωκεν ο Herbeet Spencer. Στη συνολική του όμως επισκόπηση εταύτισε τα φυσικά με τα κοινωνικά φαινόμενα και οι γενικοί νόμοι και οι μορφές της εξέλιξης που διατύπωσε, έχουνε δυο βασικά ελαττώματα. Πρώτα - πρώτα η όλη ενατένιση του γίγνεσθαι και του φυσικού και του κοινωνικού γίνεται μηχανικά, γιατί στη βάση της θεώρησης του Σπένσερ υπάρχει η αντίληψη της μηχανικής αιτιότητας και δεύτερο, προκειμένου για τα κοινωνικά φαινόμενα, παραβλέπεται η ιδιομορφία τους και κρίνονται αυτά με απλές αναλογίες προς τα φυσικά και ιδιαίτερα προς τα βιολογικά φαινόμενα. Για τους λόγους αυτούς και η σύνθεση του Σπένσερ δεν ικανοποιεί και αφήνει ανεξήγητη και ολωσδιόλου άτελη την αιτιακή σχέση των κοινωνικών φαινομένων και τη νομοτέλειά τους.

Η ανεπάρκεια αυτή της θεώρησης των κοινωνικών φαινομένων με βάση τη μηχανική αιτιότητα έδωκε την ευκαιρία στους απριοριστές, που εξόρμησαν από τα τέλη του 19ου αιώνα ευνοημένοι από την ιδεολογική ροπή της αστικής κυριαρχίας προς την άρνηση της φυσικοεπιστημονικής αιτιότητας και προς την αποδοχή της θαματοποιητικής αιτιότητας προπάντων μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, να αρνηθούν ολότελα την αξία του φυσικοεπιστημονικού εμπειρισμού στην έρευνα των κοινωνικών φαινομένων και να ξαναζωντανέψουνε τις κάθε λογής ανθρωπομορφικές και μυστηριακές ερμηνείες.

Ενώ όμως γίνονται αυτά μέσα στην περιοχή της αστικής κοινωνιολογίας και δημιουργούνε το χάος που περιγράψαμε, η επιστήμη, που ξεκινάει από το διαλεχτικό υλισμό είνε η μόνη, που στέκεται απάνω σε στέρεο έδαφος, σε ακλόνητη βάση και είνε η μόνη, που όχι μόνη δίνει την πιο ικανοποιητική ερμηνεία, παρά και επαληθεύεται από την πείρα και την κοινωνική εξέλιξη κάθε μέρα και περισσότερο. Ας στραφούμε λοιπόν στην εξέταση της διαλεχτικής μεθοδικής και ας κοιτάξουμε και τη γνωσιολογική βάση της και τα κύρια δεδομένα της και ας δοκιμάσουμε, αν μας βοηθεί να βγούμε από το χάος. Αυτή άλλωστε μας βοήθησε και ως ετούτη τη στιγμή για να θέσουμε το πρόβλημα και να ξεκαθαρίσουμε τα δεδομένα του.

Τέλος



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ