Μακριά από τις πραγματικές ανάγκες, αφήνει άλυτα τα χρόνια προβλήματα της εκπαίδευσης
Οι δαπάνες για την Παιδεία ανέρχονται στο 7,7% του γενικού κρατικού προϋπολογισμού, μακριά από τις απαιτήσεις του λαϊκού κινήματος, αλλά και τις συνεχώς διευρυνόμενες απαιτήσεις και ανάγκες. Ειδικότερα διατίθενται 4.888,35 εκατ. ευρώ από τις τακτικές δαπάνες (7,69%) και 745 εκατ. ευρώ από τις δαπάνες επενδύσεων (8,05%), δηλαδή συνολικά 5.633,35 εκατ. ευρώ ή ποσοστό επί του συνόλου των δαπανών του Γενικού Κρατικού Προϋπολογισμού 7,7%, δηλαδή πολύ κάτω από τις διεκδικήσεις του κινήματος για 15%. Πράγμα που δείχνει για άλλη μια χρονιά τη σταθερή πολιτική υποχρηματοδότησης.
Ενα από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον προϋπολογισμό του 2004 είναι η σοβαρή μείωση των επιχορηγήσεων σε Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. Ανάμεσα σε αυτά και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε μία περίοδο που ήδη είναι σαφείς οι προθέσεις για ταξική διαφοροποίηση και ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης. Οι επιχορηγήσεις προς τις σχολικές επιτροπές παραμένουν καθηλωμένες (πρωτοβάθμια) ή μειώνονται δραστικά (δευτεροβάθμια), με σαφή στόχο η ΤΑ και οι γονείς να υποχρεωθούν, με «ιδιωτικά» μέσα, όπως αυτά που προαναφέρθηκαν ή βάζοντας το χέρι ακόμη βαθύτερα στην τσέπη, να καλύψουν ακόμη και τις τρέχουσες ανάγκες της σχολικής λειτουργίας. Την ίδια στιγμή που η φυσική και αισθητική αγωγή υποβαθμίζονται μέσα στο επίσημο διδακτικό πρόγραμμα, σημαντικά ποσά διοχετεύονται σε αθλητικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις βιτρίνας, ενόψει μάλιστα και των Ολυμπιακών Ααγώνων. Οι δαπάνες επίσης για τις σχολικές βιβλιοθήκες μειώνονται και αυτές.
Διαφορετική εικόνα από αυτήν της υποχρηματοδότησης παρουσιάζουν οι δαπάνες για την κεντρική υπηρεσία του υπουργείου Παιδείας. Η μεγαλύτερη αύξηση εμφανίζεται στις δαπάνες εφαρμογής νέων προγραμμάτων από 1.029.166 το 2003 αυξάνονται σε 2.000.000 για το 2004 (αύξηση 94,3%), για να χρηματοδοτήσουν τα διάφορα «καινοτόμα» προγράμματα, τις δραστηριότητες δηλαδή που χρηματοδοτεί η ΕΕ μέσα στα σχολεία, προωθώντας μέσα από αυτά την κυρίαρχη ιδεολογία και ανοίγοντας σε πολλές περιπτώσεις τις πόρτες των σχολείων στις επιχειρήσεις. Για την εκτέλεση μάλιστα αυτών των προγραμμάτων, το υπουργείο Παιδείας προβαίνει σε μαζικές προσλήψεις έκτακτου και μερικώς απασχολούμενου προσωπικού, που, σε καθεστώς ομηρίας και εξάρτησης, θα τα επεξεργαστεί και θα τα προωθήσει πιο πιστά.
Συνέχιση της πολιτικής της υποχρηματοδότησης σε σχέση με τις όλο και αυξανόμενες ανάγκες επιφυλάσσει ο νέος προϋπολογισμός για Πανεπιστήμια και ΤΕΙ. Και αυτό παρά την αύξηση των εισακτέων τα τελευταία χρόνια, αλλά και την συνεχή ίδρυση νέων τμημάτων και σχολών. Οι επιχορηγήσεις για δαπάνες φοιτητικής μέριμνας αυξάνονται μόλις 0,3% για τα ΑΕΙ και μειώνονται κατά 0,9% στα ΤΕΙ, παρά την εμμονή της κυβέρνησης να μιλά για τον κοινωνικό και δημόσιο χαρακτήρα της ανώτατης εκπαίδευσης.
Ετσι, παρ' όλο που στα ΤΕΙ παρατηρείται μια αύξηση 6,7% σε σχέση με το 2003 από 235.772.472 ευρώ σε 251.688.000 ευρώ ή στα ΑΕΙ αύξηση 9,5% από 675.808.771 (2003) σε 740.395.700 (2004) (βλέπε τους αντίστοιχους πίνακες για τις δαπάνες σε τεχνολογικό και πανεπιστημιακό τομέα), τόσο η κατανομή των κονδυλίων όσο και το ύψος τους δείχνουν ότι υπολείπονται κατά πολύ ακόμα και για την κάλυψη των πιο στοιχειωδών αναγκών (υλικοτεχνική υποδομή, στέγαση, σίτιση, βιβλία, εξοπλισμός).
Ο προϋπολογισμός δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες σε ό,τι αφορά τις προθέσεις της κυβέρνησης για την Παιδεία και διαψεύδει στην πράξη τις διακηρύξεις για γενναία αύξηση. Οι αυξήσεις δαπανών, όπου εμφανίζονται, αποσκοπούν στην ενίσχυση της συντηρητικής αναδιάρθρωσης του εκπαιδευτικού συστήματος και δεν αντιμετωπίζουν τα χρόνια προβλήματα της εκπαίδευσης, ούτε καλύπτουν τις σύγχρονες ανάγκες και δικαιώματα της νεολαίας για ολόπλευρη μόρφωση χωρίς φραγμούς και διακρίσεις.
Η πρόσφατη συζήτηση για τον προϋπολογισμό έδειξε καθαρά ότι η αντιμετώπιση των προβλημάτων του λαού, και ανάμεσα σε αυτά της εκπαίδευσης, απαιτεί μια ριζικά διαφορετική αντίληψη για την κοινωνικοοικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη. Μια αντίληψη που να έχει στόχο της την πρόοδο και την ευημερία όλων και όχι την κερδοφορία των λίγων σε βάρος των πολλών. Μέσα από τη δημιουργία του Ενιαίου Δωδεκάχρονου Δημόσιου και Δωρεάν υποχρεωτικού σχολείου, για όλους, που θα διαμορφώνει ολοκληρωμένες προσωπικότητες, και την Ενιαία Ανώτατη Εκπαίδευση που θα βγάζει επιστήμονες που θα θέτουν την επιστήμη τους στην υπηρεσία των λαϊκών αναγκών.