Eurokinissi |
Τις δεκαετίες 1940 - 1960, αφού σπούδασε στα Ωδεία Αθηνών και Παρισιού μουσική σύνθεση και διεύθυνση ορχήστρας, αφιερώθηκε αποκλειστικά στη συμφωνική μουσική. Στη συνέχεια, όπως ο ίδιος αναφέρει, την εικοσαετία από το 1958 - με τη μελοποίηση του «Επιταφίου» - έως και το 1978 αφιερώθηκε στη σύνθεση και διεύθυνση της έντεχνης λαϊκής μουσικής. «Η αλήθεια είναι ότι ανάμεσα σε αυτές τις δύο δραστηριότητες δεν υπάρχουν σύνορα. Και το πιο μεγάλο μου καλλιτεχνικό όνειρο ήταν και είναι το δημιουργικό πάντρεμα ανάμεσα στη συμφωνική και τη λαϊκή μας μουσική. Νομίζω προς την κατεύθυνση αυτή αφιέρωσα ένα μεγάλο κομμάτι του έργου μου», δήλωνε ο συνθέτης στον «Ριζοσπάστη» το 1978. Αυτή η προσπάθεια τον καθιστά μια μοναδική περίπτωση, καθώς κινείται συνεχώς ανάμεσα σε αυτούς τους δύο κόσμους, προσπαθώντας να τους συνενώσει σε έναν και μοναδικό.
Η δεκαετία του 1960 είναι από τις πιο δημιουργικές στη μουσική διαδρομή του συνθέτη. Με τη Μικρή Ορχήστρα Αθηνών, που ίδρυσε το 1962, επιδίωξε να απλώσει τη μουσική του, αλλά και σπουδαία έργα στην ιστορία της μουσικής μέσα στους βουερούς δρόμους, στα πανεπιστήμια και τις συνοικίες, στην επαρχία. Ποτέ άλλοτε δεν δέθηκε τόσο πολύ το πολιτικό σύνθημα με την Τέχνη. «Κίνημα Μαχόμενης Κουλτούρας» το είχε ονομάσει.
Να πώς το περιγράφει στον «Ριζοσπάστη». «Το χωριό, η συνοικία και η μικρή επαρχιακή πόλη ήταν σκοτεινές νησίδες χωρίς ίχνος πολιτιστικής ζωής. Η ποίηση, το θέατρο, η ζωγραφική, η γλυπτική, η συμφωνική και λυρική μουσική ήταν κτήματα μιας ελάχιστης κοινωνικής μειοψηφίας.
Μπροστά σε αυτόν τον καθολικό σκοταδισμό μας χρειαζόταν ένα κίνημα δυναμικό, μαχητικό, γιατί ο ταξικός αντίπαλος είχε απόλυτη συνείδηση για τον πολιτικό - ιδεολογικό ρόλο που έπαιζε αυτή η καταδίκη ενός ολόκληρου λαού στην αμορφωσιά και την έλλειψη κάθε επαφής με το "Ωραίο και Αληθινό"...
Επρεπε λοιπόν με κάθε θυσία να σπάσει το φράγμα του σκοταδισμού. Και μιας και ο λαός δεν μπορούσε να πάει προς το έργο τέχνης, τότε θα έπρεπε το έργο τέχνης να πάει στο λαό... Κάθε ζωντανός πνευματικός άνθρωπος και καλλιτέχνης θα έπρεπε να πάει με το έργο του εκεί που ζει και εργάζεται και παλεύει ο λαός. Να μοιραστεί μαζί του τόσο τα όνειρα και τους πόθους του όσο και τους αγώνες, τα βάσανα και τις δοκιμασίες...
Διαλέξαμε σαν αρχή για την προσπάθειά μας τη μουσική της Αναγέννησης, Βιβάλντι, Κορέλλι, Χάιντελ, Μπαχ κ.λπ. Οταν είμαστε έτοιμοι τότε καλέσαμε στο θέατρο "Καλουτά" πολλά εργατικά και φοιτητικά σωματεία και συλλόγους... Το κεντρικό επιχείρημα ήταν το εξής: Ολη η κληρονομιά των μεγάλων δημιουργών ανήκει στο λαό. Μην περιμένετε να σας δώσουν οι άλλοι αυτό που σας ανήκει. Απλώστε το χέρι να το πάρετε. Εμείς θα σας δώσουμε ένα μικρό κομμάτι από τα μουσικά αριστουργήματα που έγραψαν για εσάς ο κύριος Βιβάλντι και ο κύριος Μπαχ...
Νέοι εργάτες, εργαζόμενοι, μαθητές, φοιτητές γέμιζαν ασφυκτικά τις συναυλίες μας κάθε Κυριακή πρωί και Δευτέρα βράδυ. Ισως για πρώτη φορά στην ιστορία της συμφωνικής μουσικής υπήρχε τόσο ενθουσιαστική και πανηγυρική ατμόσφαιρα στη διάρκεια μιας συναυλίας...».
«Ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να είναι μόνο με το έργο του κοντά στο λαό, αλλά ακόμα και με την ίδια τη ζωή του. Να βρίσκεται πάντα στο πλευρό του λαού. Και όταν ο λαός χαίρεται και όταν ο λαός πονάει. Εκεί που παλεύει, που ματώνει, που φυλακίζεται, εκεί που νικάει. Να μην ξεχωρίζει τη ζωή του από τη ζωή του εργαζόμενου, τη ζωή του πρωτοπόρου λαϊκού αγωνιστή. Αυτή η στάση δυναμώνει τον λαό. Δυναμώνει, όμως, ακόμα πιο πολύ τον ίδιο τον καλλιτέχνη και ανανεώνει την Τέχνη».
Η Τέχνη και ο Αγώνας έγιναν ένα στη ζωή του. Και γι' αυτό κατάφερε με το έργο του να καταγράψει σαν σεισμογράφος τις διακυμάνσεις της συνείδησης του λαού μας, καθώς τη διαμορφώνουν τα ιστορικά γεγονότα, οι κοινωνικές συνθήκες και οι πολιτικές εξελίξεις. Αλλωστε, μέσα από την Τέχνη του τον λαό και τους αγώνες του θέλησε να υπηρετήσει. Εκεί αφιέρωσε το ταλέντο και τη δημιουργία του. Γι' αυτό και ο λαός τον τίμησε και τον αγάπησε παρά τις αντιφάσεις του.
Ηταν και αυτός μέλος της γενιάς που ανδρώθηκε στην Αντίσταση, που πάλεψε για να έρθουν καλύτερες μέρες στον τόπο μας και γι' αυτή του την απόφαση διώχτηκε, φυλακίστηκε, εξορίστηκε, συνέχισε να παλεύει και να δημιουργεί. Γι' αυτόν, όμως, αυτά ήταν και τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια του. Είχε αναφέρει χαρακτηριστικά στη μεγάλη συναυλία που είχε διοργανώσει το Κόμμα για τα 90χρονά του δίνοντας με μια «πινελιά» τη μεγάλη διαδρομή: «Βρίσκομαι σήμερα εδώ μπροστά σας με μεγάλη συγκίνηση, γιατί τα πιο δυνατά και όμορφα χρόνια μου τα έζησα στις γραμμές του ΚΚΕ. Εθνική Αντίσταση, εμφύλιος πόλεμος, οι διώξεις που ακολούθησαν την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού, η βαθιά παρανομία με την ένοπλη προσπάθεια το 1944 μέσα στην Αθήνα, που πνίγηκε στο αίμα, η Ικαρία και η Μακρόνησος, η αναγεννητική προσπάθεια μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες. Η παράνομη δράση με την ίδρυση του Πατριωτικού Μετώπου, δέκα μέρες μετά την επικράτηση της χούντας. Αργότερα, υποψήφιος δήμαρχος του ΚΚΕ στην Αθήνα και τέλος η εκλογή μου ως βουλευτής του Κόμματος το 1981 και το 1985».
Κι αν θα ξεχώριζε μια στιγμή; Τις μέρες του Δεκέμβρη του '44, αυτής της σκληρής ταξικής αναμέτρησης, στην οποία παίρνει μέρος μέσα από τις γραμμές του 1ου Λόχου του 1ου Τάγματος του Εφεδρικού ΕΛΑΣ, που είχε τη βάση του στην Ανω Νέα Σμύρνη. Τον σημαδεύουν τόσο, που θα ομολογήσει πολλά χρόνια αργότερα: «Εάν υπήρχε επιτύμβιο επίγραμμα - κατά το αισχύλειο - που θα επιθυμούσα να χαραχτεί στον τάφο μου, θα ήταν: Πολέμησε τον Δεκέμβρη».
Σιγοτραγουδώντας ένα τραγούδι, μαθαίνοντας μια ιστορία για την πλούσια ζωή και το έργο του, αναπολώντας θύμησες και ξυπνώντας μνήμες, ακουμπώντας ένα λουλούδι έξω από το σπίτι που έμενε, ο λαός αποχαιρετά από την Πέμπτη έναν «δικό του» άνθρωπο, τον Μίκη Θεοδωράκη. Απ' όλες τις γωνιές του κόσμου απλοί άνθρωποι σπεύδουν να αποχαιρετήσουν τον μεγάλο συνθέτη...
Η τελευταία επιθυμία του Μίκη Θεοδωράκη, την οποία είχε μεταφέρει στον Δημήτρη Κουτσούμπα, στην Ρένα Παρμενίδου και τον Γιώργο Αγοραστάκη, ήταν η νεκρώσιμη ακολουθία και η ταφή να πραγματοποιηθούν στην πατρίδα του, τον Γαλατά Χανίων.
Το επιβεβαίωσε και ο δήμαρχος Χανίων Παναγιώτης Σημανδηράκης, δίνοντας την Παρασκευή στη δημοσιότητα επιστολή του Μίκη Θεοδωράκη από το 2013, προς τον τότε δήμαρχο Χανίων Μανώλη Σκουλάκη, με την οποία ζητούσε να ταφεί στον Γαλατά Χανίων. Μάλιστα, ο συνθέτης ανέφερε πως στο κοιμητήριο του Γαλατά Χανίων τού έχει παραχωρηθεί τάφος (που είχε ήδη αποπερατωθεί σύμφωνα με τις οδηγίες του) και πως εκεί βρίσκονται ήδη οι γονείς και ο αδελφός του. Σημείωνε μάλιστα την αντίρρηση της οικογένειάς του να ταφεί στο συγκεκριμένο μέρος και υπογράμμιζε πως «ο νόμος αναγνωρίζει το δικαίωμα του καθενός να αποφασίζει για την τύχη του σώματός του (μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας πάντα)», ζητώντας από τον Μ. Σκουλάκη «η τελευταία επιθυμία μου να κατισχύσει οποιασδήποτε αντίθετης και να πραγματοποιηθεί». Καταλήγοντας, καλούσε τον Μ. Σκουλάκη να ενημερώσει για την επιθυμία του αυτή τον νυν δήμαρχο της πόλης, αν δεν ήταν πλέον στο συγκεκριμένο αξίωμα όταν ο συνθέτης «έφευγε» από τη ζωή.
Στο μεταξύ, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών εξέδωσε την Παρασκευή το μεσημέρι προσωρινή διαταγή που απαγορεύει στα μέλη της οικογένειας του συνθέτη να προβούν σε οποιαδήποτε ενέργεια για τον ενταφιασμό του εκλιπόντος, δεδομένου ότι υπάρχει γραπτή η επιθυμία του ίδιου σχετικά με αυτό το θέμα. Τη Δευτέρα προγραμματίζεται να συζητηθούν τα ασφαλιστικά μέτρα λόγω της κατεπείγουσας κατάστασης.
Η σορός του Μίκη Θεοδωράκη σύμφωνα με τελευταίες πληροφορίες την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, τη Δευτέρα το μεσημέρι θα μεταφερθεί στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης όπου θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα (Δευτέρα 3 μ.μ. - 7 μ.μ., Τρίτη 10 π.μ. - 7 μ.μ., Τετάρτη 10 π.μ. - 2 μ.μ.).
Την Πέμπτη, τη μέρα που αναμένεται να πραγματοποιηθεί η νεκρώσιμος ακολουθία, η Βουλή θα παραμείνει κλειστή, όπως ανακοίνωσε ο πρόεδρος της Βουλής, Κ. Τασούλας, με σχετική αναφορά του από την Ολομέλεια.