ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 23 Οχτώβρη 2005
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Κρίση των συνδικάτων ή συνθηκολόγηση των ηγεσιών τους;

Την ίδια περίοδο με τις συνομιλίες για σχηματισμό κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» πραγματοποιούνταν μυστικά συναντήσεις γερμανικών συνδικάτων και βιομηχάνων

Χιλιάδες εργάτες της «Φολκσβάγκεν» διαδήλωναν το 2004 ενάντια στις απολύσεις

Associated Press

Χιλιάδες εργάτες της «Φολκσβάγκεν» διαδήλωναν το 2004 ενάντια στις απολύσεις
Οι συνομιλίες των τριών μεγαλύτερων κοινοβουλευτικών κομμάτων χριστιανοδημοκρατών και σοσιαλδημοκρατών - CDU, CSU, SPD - βρίσκονταν ακόμα στο φόρτε τους, όταν το περιοδικό «Spiegel» (1/10) αποκάλυψε ότι διαπραγματεύσεις για «μεγάλο συνασπισμό» δε γίνονται μόνο μεταξύ των τριών αυτών κομματικών ηγεσιών, αλλά (στα μυστικά) και «μεταξύ βιομηχανίας και DGB». «Τη στιγμή που Ενωση (CDU, CSU) και SPD προσαρμόζονται προς μια κοινή κυβερνητική συμμαχία, προσεγγίζουν μεταξύ τους και οι οικονομικοί σύνδεσμοι με τα συνδικάτα», γράφει το γερμανικό περιοδικό, με το χαρακτηριστικό τίτλο «μεγάλος συνασπισμός μεταξύ βιομηχανίας και DGB (η κορυφαία Ενωση των Γερμανικών Συνδικάτων)».

«Οι κορυφές της DGB και το BDI (σ.σ. Ενωση Γερμανικής Βιομηχανίας) συζήτησαν την περασμένη Δευτέρα στο Βερολίνο για κοινές θέσεις στις (κυβερνητικές) διαπραγματεύσεις του συνασπισμού». Αφού αναφέρονται τα κατ' αρχήν σημεία που συμφωνήθηκαν, το περιοδικό πληροφορεί ότι «ο γύρος ανάμεσα στον επικεφαλής της DGB Μίχαελ Ζόμερ και τον πρόεδρος του BDI Γίργκεν Τούμαν θα ξαναγίνει σε 3 βδομάδες».

Ετσι λύνεται η απορία πολλών γιατί οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν εμφανίζονταν στην επιφάνεια σαν να μην ενδιέφεραν τους, συνδικαλισμένους και μη, εργαζόμενους και ανέργους, όσα γίνονταν στα πολιτικά παρασκήνια. Ο κ. Ζόμερ, λοιπόν, δε μένει ακινητοποιημένος, δεν κινητοποιεί βέβαια τα συνδικάτα, αλλά συνδιαλέγεται και συμφωνεί με τους βαρόνους της βιομηχανίας.

Συνθηκολόγηση της ηγεσίας

Στην ώρα του κυκλοφόρησε το τεύχος 2 του περιοδικού «T και P» (Theorie und Praxis = Θεωρία και Πράξη των Συνδικάτων») του οποίου εκδότης είναι ο «Κύκλος εργασίας, σοσιαλισμός στην επιστήμη και πολιτική» και σαν πρώτο όνομα στην εξάδα των εκδοτών αναφέρεται το όνομα του μαρξιστή φιλοσόφου Χανς Χάιντς Χολτς. Στο 2ο τεύχος του «Τ και Ρ» δημοσιεύεται ομιλία της Ρενάτε Μίντερ σε συνάντηση εργοστασιακών εργατών του Γερμανικού ΚΚ (DKP) της Νότιας Βαυαρίας για την κατάσταση στα γερμανικά συνδικάτα, από την οποία ακολουθεί εκτεταμένη περίληψη:

«Μετά την ήττα του σοσιαλισμού και μπροστά στη μαζική ανεργία όχι απλώς 5,2 εκατομμυρίων προσώπων, όπως αναφέρεται επίσημα, αλλά 8 έως 9 εκατομμυρίων, και άλλων εκατομμυρίων ανθρώπων με επισφαλή απασχόληση με χαμηλούς μισθούς, το κεφάλαιο νιώθει ότι ήρθε η ώρα του. Δεν περνάει μέρα χωρίς να προβάλει νέες απαιτήσεις. Πώς αντιδρούμε εμείς οι συνδικαλιστές, πώς οργανώνουμε την άμυνά μας;

Το κεφάλαιο σκόπευσε τους τελευταίους μήνες ενάντια στα βασικά τμήματα του προλεταριάτου, στα μεγάλα βιομηχανικά εργοστάσια, που έως τώρα καθόριζαν πάντα τις συμβάσεις εργασίας. Και παντού επέβαλε τις απαιτήσεις του, παρά τη μερική αυξημένη ετοιμότητα του προσωπικού για αντίσταση, παρά τις διαδηλώσεις και απεργίες. Το κύριο όπλο του είναι η απειλή της μετάθεσης (σ.σ. της επιχείρησης) στο εξωτερικό, δηλαδή της διάσπασης της εργατικής τάξης. (Αυτή η απειλή έχει αποτέλεσμα, ανεξάρτητα πόσο ρεαλιστικός είναι ο κίνδυνος). Η μαζική γνώμη είναι πεισμένη ότι μπροστά στη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση δεν μπορούμε να αμυνθούμε, πρέπει να ενδώσουμε στον εκβιασμό του κεφαλαίου... Μπορούμε να αμυνθούμε. Μπορούμε να αντιταχθούμε στην ανταγωνιστικότητα των εργατών άλλων χωρών που χρειάζεται να πουλάνε την εργατική τους δύναμη με πολύ λιγότερο ημερομίσθιο;

Η σοσιαλδημοκρατία ισχυρίζεται ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να αποφύγει την πίεση της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης. Ορθό είναι ότι δεν μπορούμε να θέσουμε εκτός ισχύος τους νόμους του καπιταλιστικού συστήματος και την τάση του κεφαλαίου για μέγιστο κέρδος. Το κεφάλαιο έχει πάντα την τάση να μειώνει το ημερομίσθιο και να παρατείνει το χρόνο εργασίας. Ο οικονομικός αγώνας δεν μπορεί να κερδηθεί όσο υφίσταται ο καπιταλισμός. Από τις αρχές του ιμπεριαλισμού, η εξαγωγή κεφαλαίου, η ίδρυση θυγατρικών εταιριών στο εξωτερικό και στο μεταξύ η μετάθεση ολόκληρων τομέων στο εξωτερικό είναι ένα μέσο για αύξηση των κερδών και καταπίεση των εργατών... Σήμερα η κρίση έχει καταλάβει όλους τους κλάδους και διαρκεί πάνω από δύο δεκαετίες.

Το ότι στην ΟΔΓ, η ως τώρα μεγαλύτερη επίθεση κατά των εργατικών δικαιωμάτων εκδηλώθηκε πρώτα στη δεκαετία του '90 οφείλεται στο γεγονός ότι με τη διαίρεση του έθνους η άμυνα κατά του σοσιαλισμού έπαιξε μεγαλύτερο ρόλο από ό,τι σε άλλες ιμπεριαλιστικές χώρες. Η ΓΛΔ ήταν ο αόρατος διαπραγματευτής όχι μόνο στις συμβάσεις εργασίας. Μετά την ήττα του σοσιαλισμού παραμερίστηκαν για το κεφάλαιο όλα τα εμπόδια - δεν έχει πια αντίπαλο που να τον αναχαιτίζει. Η μεγάλη πλειοψηφία της εργατικής τάξης έχασε την ελπίδα της για μια κοινωνική εναλλαγή.

Αντίθετα, οι καπιταλιστές είναι άγρια αποφασισμένοι να επωφεληθούν από την ευκαιρία και να στρέψουν προς τα πίσω περισσότερο τον τροχό της Ιστορίας - υπό την έννοια του πολιτικού αγώνα της παγκοσμιοποίησης... Για να εξασφαλιστεί αυτή η διαδικασία θα συνεχιστεί η μείωση των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης.

Δεν είναι μόνο οι μεταθέσεις επιχειρήσεων που μας κάνουν άνεργους. Το κλείσιμο επιχειρήσεων λόγω χρεοκοπίας έχει τα ίδια καταστροφικά αποτελέσματα. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος προέρχεται από το διαρκές προτσές του ορθολογισμού. Ακόμα και εκεί που δε γίνονται μεταθέσεις, το προσωπικό μειώνεται με την εφαρμογή νέας τεχνολογίας.

Αυτό που καταστρέφει τις θέσεις εργασίας και τα μέσα παραγωγής είναι οι καπιταλιστικές νομοτέλειες είναι ο ανταγωνισμός μεταξύ των καπιταλιστών και οι αναπόφευκτες κρίσεις.

Πώς αντιδρά η σοσιαλδημοκρατία

Το αποφασιστικό ερώτημα για το εργατικό κίνημα είναι: Πώς αντιδρά η σοσιαλδημοκρατία σ' αυτή την κατάσταση που μέσα στα συνδικάτα εξακολουθεί να κατέχει αποφασιστικούς μοχλούς;

Βάση για τη συνθηκολόγηση των συνδικαλιστικών ηγεσιών είναι η στάση τους ότι τα συνδικάτα δεν υπάρχουν για να άρουν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στους εργαζόμενους, αλλά για να αποκαταστήσουν την ανταγωνιστικότητα των επιμέρους επιχειρήσεων. Το ότι αυτή η στάση της εγκατάλειψης του ταξικού αγώνα συνδέεται με την απόρριψη της πολιτικής απεργίας είναι συνεπής, αλλά καταστροφική για μας. Ετσι η γερμανική σοσιαλδημοκρατία αποστερεί από την εργατική τάξη το στοιχειωδέστερο μέσο αντίστασή της στον πολιτικό αγώνα, κατά της κοινωνικής αποψίλωσης, της μείωσης των δικαιωμάτων της, προπάντων όμως και κατά του φασιστικού κινδύνου.

Το πέρασμα στην επίθεση

Πώς θα περάσουμε πάλι στην επίθεση, αυτό είναι το ζήτημα που θέτουν παντού οι προοδευτικοί εργάτες μπροστά στην πορεία νίκης του κεφαλαίου από το 1990. Η βάση γι' αυτό πρέπει να είναι η επίγνωση που μέχρι πριν από λίγο καιρό διαδιδόταν από τις ηγεσίες των συνδικάτων, στην οποία όμως μόνιμα αντιφάσκουν στην πράξη: Η παραίτηση από το ημερομίσθιο δε σώζει θέσεις εργασίας! Μόνο η κατάργηση της ανταγωνιστικότητας ανάμεσα στους εργάτες κάνει δυνατό τον αγώνα τους κατά του κεφαλαίου.

Το ότι ο αγώνας των εργατών σ' αυτή τη βάση είναι δυνατός και σε εποχές κρίσης το δείχνουν οι μαζικές απεργίες στη Γαλλία, στην Ιταλία, στην Ισπανία, στην Ελλάδα κλπ. Δεν οδήγησαν σε επιτυχία όλοι αυτοί οι αγώνες, μόνο μερικές επιτυχίες μπορεί να υπάρξουν στον οικονομικό αγώνα όσο υπάρχει ο καπιταλισμός. Ομως, οδηγούν σε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση των συναδέλφων και σε μεγαλύτερη συνειδητότητα απέναντι στην αστική τάξη και τον καπιταλισμό. Ενα συνδικάτο που θεωρεί τον καπιταλισμό σαν αιώνιο νόμο, δεν μπορεί να διεξάγει και τον καθημερινό αγώνα άμυνας. Ας κάνουμε με τα συνδικάτα πάλι μια οργάνωση αγώνα της εργατικής τάξης που ξανανοίγει το βλέμμα των συναδέλφων στο σοσιαλισμό».


Επιμέλεια - μετάφραση
Θ.Β.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ