ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 23 Αυγούστου 2006
Σελ. /28
Σύγχρονο ρεπερτόριο στο Φεστιβάλ Αθηνών
«Αγώνας νέγρου και σκύλων»

«Συνεχιστής», με το δικό του νεοτερικά ενδιαφέρον στίγμα, της, «εφιαλτικού» κλίματος, θεματολογικά τολμηρής και κοινωνιολογικά καταγγελτικής δραματουργίας του Ζαν Ζενέ, ο συμπατριώτης του Μπερνάρ Μαρί Κολτές, το 1979 έγραψε, στην Αφρική, το έργο «Αγώνας νέγρου και σκύλων», ξαναθέτοντας - με το μύθο και τα πρόσωπα αυτού του έργου - το προλογικό ερώτημα του Ζενέ στους «Νέγρους» του: «Τι σημαίνει πραγματικά μαύρος; Και προπάντων τι χρώμα έχει;». Θέτοντας το ερώτημα αυτό, στην πρώην αποικιοκράτισσα και γεμάτη μαύρους μετανάστες Γαλλία, ο Ζενέ αποκάλυπτε - και υποδείκνυε ως υπαίτια για το κοινωνικό και φυλετικό μίσος των μαύρων για τους λευκούς - την απάνθρωπα, δολοφονικά ρατσιστική και προπαντός εκμεταλλευτική «μαυρίλα» των «πολιτισμένων» λευκών σε βάρος των πιο ανήμπορων ταξικά ανθρώπων, των «πρωτόγονων» μαύρων.

Ο Κολτές τοποθετεί την πλοκή του έργου του σε μια αφρικανική χώρα. Στο εργοτάξιο ενός Γάλλου μεγαλοεπιχειρηματία, όπου σκοτώθηκε ένας μαύρος εργάτης, αλλά ο λευκός επόπτης του εργοταξίου εξαφάνισε το πτώμα του για να μην υπάρξουν αποδείξεις και αντίδραση. Η μυθοπλασία του Κορτές αρχίζει μετά την εξαφάνιση του πτώματος, με την εμπλοκή τεσσάρων προσώπων. Ενας άοπλος μαύρος, που παραφυλάει νύχτα στο περιβάλλον του επιχειρηματία μήπως ανακαλύψει τους υπαίτιους και το σώμα του νεκρού. Ο οπλισμένος επόπτης, ο μεσήλικας επιχειρηματίας και μια νέα, φτωχή Γαλλίδα, η οποία βρέθηκε εκεί σαν «υποψήφια» σύζυγος του επιχειρηματία. Τέσσερα πρόσωπα, κινούνται σε ένα ανησυχαστικό «αγώνα», σαν σε «ρινγκ». Ο επιχειρηματίας - σκύλος για να «νίψει τας χείρας», ως «αθώος» του εγκλήματος, «αντιρατσιστής» και «ευεργέτης» των Αφρικανών. Ο επόπτης - «σκυλί» του επιχειρηματία για να γλιτώσει την αντεκδίκηση του μαύρου, έστω και σκοτώνοντάς τον. Η γυναίκα μήπως και μπορέσουν να αγαπηθούν με τον μαύρο, μάταια όμως. Παρότι αυτοί οι δυο παραμένουν «άμοιροι», η συνεχιζόμενη αδικία, επόμενα και το μίσος, τους απομακρύνει.

Το έργο του Κολτές, παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών (Πειραιώς 260), σε μια πολύ ενδιαφέρουσα, λιτά ρεαλιστική, χαμηλόφωνα «μουσική», «εφιαλτικής» και αφρικανικά «υγρής» ατμόσφαιρας, σκιερά φωτισμένη, με υποβλητικά κλασικά μουσικά κομμάτια και καλές ερμηνείες, παράσταση του Γάλλου σκηνοθέτη Αρτίρ Νοζισιέλ, με τη θεατρική «Ομάδα 41751», προερχόμενη από τη ρατσιστοθρεμμένη... Ατλάντα των ΗΠΑ.


ΘΥΜΕΛΗ

«Τα μικροπράγματα»

Το μπεκετικής επιρροής (ουσιαστικά μιμείται, μεγιστοποιώντας ελάχιστης σημασίας στοιχεία των μπεκετικών έργων «Το τέλος του παιχνιδιού», τις «Ευτυχισμένες μέρες» και την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ»), έργο του σύγχρονου Ιρλανδού συγγραφέα Εντα Ουόλς «Τα μικροπράγματα», παρουσιάστηκε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών (στο «Σχολείον»). Φαινομενικά, ο Ε. Ουόλς θέλησε να μιλήσει για τις αναδρομές της μνήμης και τον τελικό «απολογισμό» της ζωής του ανθρώπου, τα γηρατειά, τη μοναξιά και το επερχόμενο τέλος του. Ουσιαστικά, κατατρύχεται με τα λιγότερο ουσιώδη. Οντως με «μικροπράγματα», που όμως φαίνεται τα θεωρεί «μεγάλα». Ομως, για τέτοια μικροπράγματα δεν αξίζει να γράφεται ένα έργο που δηλώνεται ως «σοβαρό», ή αν γράφεται να γράφεται αλλιώς, λ.χ. σαν κωμωδία. Ισως, εκκινώντας από μια δική του παιδαριώδη, αν όχι παλιμπαιδίζουσα, ψυχολογία και μια ανόητη αντίληψη για το ποιοι είναι οι πλέον καθοριστικοί παράγοντες της ψυχολογικής, ατομικής, οικογενειακής και κοινωνικής εξέλιξης του ανθρώπου, ο συγγραφέας βάζει στο στόμα των μονολογούντων προσώπων του, ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, με «οιδιπόδεια» μάλιστα διάσταση, ως το μέγα στοιχείο που καθόρισε την ψυχολογία τους κάποιες έμμονες «διαπαιδαγωγητικές» απόψεις των γονιών τους. Απόψεις που τους «καταπίεσαν» όταν ήταν μικρά παιδιά. Η γυναίκα «καταπιέστηκε» από την εμμονή του πατέρα της για να έχει «τάξη» σε όλα, και ο άνδρας από τη μητέρα του, με τα κοντά παντελονάκια και τα παπούτσια που του επέβαλε να φορά και που «μείωναν» τον 8χρονο-10χρονο «ανδρισμό» του! Κατά τον συγγραφέα, λοιπόν, οι γονείς και μόνον ευθύνονται για τα ψυχολογικά προβλήματα των ανθρώπων, ουδείς και ουδέν άλλο σ' όλη τη ζωή τους! Το έργο του πάντως ευνοήθηκε από τη λεπτουργημένη γλωσσικά μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου - Παγκουρέλη, τα κοστούμια και το καλαίσθητα λιτό και ευρηματικό σκηνικό της Μαγιού Τρικεριώτη (δύο συγκλινόμενα καταρρέοντες, από τη μοναξιά και το χρόνο, οικιακοί χώροι, δυο δωμάτια με μια πολυκαιρισμένη πολυθρόνα κι ένα τραπεζάκι το καθένα), την ατμοσφαιρική μουσική του Κώστα Ανδρέου, τους φωτισμούς της Μελίνας Μάσχα και τις αξιόλογες ερμηνείες των Κώστα Βασαράνη και Μαρίας Καλλιμάνη, ερμηνείες που θα ήταν καλύτερες αν η σκηνοθεσία της Βίκης Γεωργιάδου δεν τους ωθούσε σε κάποιες υπερβολές (εμφαντικούς μορφασμούς, εμφαντικό, συλλαβιστό λόγο και αναίτιες εντάσεις του - τάχα κορυφώσεις).

«Το τελευταίο καραβανσαράι»

Πάνω από τρεις δεκαετίες η υπογράφουσα τη στήλη έχει παρακολουθήσει (από το γαλλόφωνο περιοδικό «Theatre», άλλα έντυπα και δημοσιεύματα) τον εξαιρετικά καινοτόμο παρισινό θίασο «Θέατρο του Ηλιου», που δημιούργησε το 1964 η Αριάν Μιουσκίν. Ενα θέατρο που επηρεάστηκε -κυρίως μορφολογικά- από το μεταπολεμικό «όνειρο» και τον αγώνα του αριστερού, αληθινά μεγάλου θεατράνθρωπου Ζαν Βιλάρ να υλοποιηθεί ένα μακρόχρονο αίτημα του λαϊκού κινήματος και των προοδευτικών καλλιτεχνών: Να δημιουργηθεί ένα γνήσιο «λαϊκό θέατρο», που να εκπορεύεται από το λαό και αυτόν να υπηρετεί. Ο αγώνας αυτός του Βιλάρ, βέβαια, εμποδίστηκε από την άρχουσα τάξη, ποικιλοτρόπως. Η δημιουργία του «Θεάτρου του Ηλιου», η στήριξή του από το κράτος, οι λαϊκόμορφες - πολυπρόσωπες - πολύωρες παραστάσεις του, με σημαντικότερη την παράσταση «1789» (για τη Γαλλική Επανάσταση), «ξεγέλασαν», ίσως για μερικά χρόνια «ξεγέλασαν» το αδικαίωτο όραμα του Βιλάρ. Σήμερα, όμως, το «ξεγελούν»; Το «ξεγελά» λ.χ. η πολυδιαφημισμένη (εξάωρη) παράσταση «Το τελευταίο καραβανσαράι» της Μιουσκίν, που συμπεριλήφθηκε στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών, απλώς και μόνο με τη λιτή, ρεαλιστικά λαϊκότροπη, ουσιαστικά φολκλορική μορφή της, την αναμφίβολα μεγάλη εικαστική καλαισθησία, τα ευφάνταστα ευρήματα, την άψογη τεχνική, τις λεπτοδουλεμένες ερμηνείες, την ψυχοσωματικά εξαντλητική, πραγματικά ηρωική συμβολή όλων των επαγγελματιών και ερασιτεχνών ηθοποιών, οι οποίοι κινούν και όλα τα σκηνικά αντικείμενα; Ο θεατής που έχει νου και κρίση, ανοιχτά τα μάτια και τα αυτιά για όσα συνέβησαν στον κόσμο από τα τέλη του 20ού αιώνα μέχρι σήμερα, που δε «χαυνώνεται» με το σκόπιμα εντυπωσιοθηρικό θέαμα της Α. Μιουσκίν, με θέμα τους αμέτρητους, ξεριζωμένους, δύστυχους μετανάστες ανά τον κόσμο, υπό τον τίτλο «Το τελευταίο καραβανσαράι», και προσέξει τι λέει και προπαντός τι δε λέει το λιγοστό κείμενο, ποιους ενοχοποιεί για τη δυστυχία των μεταναστών και ποιους απαλλάσσει, ποια βάσανα των μεταναστών προβάλει και ποια όχι, ποιον θεωρεί ως τόπο «ελευθερίας», θα καταλάβει το, κρυμμένο πίσω από την παραπλανητική «λαϊκή» της όψη, αντιδραστικό περιεχόμενο της παράστασής της. Λέξη, λ.χ., δεν ακούγεται για τις ιμπεριαλιστικές εισβολές στη Γιουγκοσλαβία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, για τα εξ ιμπεριαλισμού πάθη της Παλαιστίνης, για τους υποκινούμενους από τον ιμπεριαλισμό εμφύλιους πολέμους σε αφρικανικές χώρες, τους υποκινούμενους και οπλισμένους από τον ιμπεριαλισμό τρομοκράτες στην Τσετσενία. Ούτε καν η αόριστη λέξη «πόλεμος» δεν ακούγεται στην παράστασή της. Κατά την Α. Μιουσκίν οι μετανάστες είναι θύματα των «κακών» Ταλιμπάν - κι ούτε κουβέντα γιατί και από ποιους προέκυψαν οι Ταλιμπάν, ο «κακός« Σαντάμ, οι «κακοί» λαθρέμποροι - μαστροποί - άρπαγες - βάναυσοι Σέρβοι, Ρώσοι - Κούρδοι, Ιρακινοί, Ιρανοί, που εκμεταλλεύονται τους μετανάστες και ελέγχουν τα περάσματα, προς τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου τους προσφέρεται δουλιά και ζουν «ελεύθερα», «ανθρωπινά». Η παράσταση για να θολώσει τα νερά κάνει και ολίγη «κριτική». Λ.χ. για ένα τυχόν χαστούκι σε μαύρο μετανάστη από κάποιο θερμόαιμο της γαλλικής υπηρεσίας ελέγχου μεταναστών. Για κάποιον, ίσως ψιλομαφιόζο Αγγλο συνοριοφύλακα στο τούνελ της Μάγχης. Και, κυρίως, για την αντιμεταναστευτική πολιτική της Αυστραλίας. Αποκαλυπτικό είναι και το φινάλε της παράστασης: Ενα έμμεσο «ζήτω» στον τόπο της «ελευθερίας» των μεταναστών: στην «Ευρώπη του 2006», κι ας αφήνει να σφάζονται από το ιμπεριαλιστικό Ισραήλ και να ξεριζώνονται ο παλαιστινιακός και ο λιβανικός λαός. Θα πει κάτι και τι γι' αυτό το νέο, τελευταίο καραβάνι ξεριζωμένων, το συνεχώς εμπλουτιζόμενο, από το 1999 και εντεύθεν, θέαμα της Μιουσκίν;



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ