ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 30 Σεπτέμβρη 2007
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Η σημαντική εκλογική άνοδος του ΚΚΕ και η σημασία της

Στιγμιότυπο από τη μαζική διαδήλωση στη Ρώμη ενάντια στην επίσκεψη Μπους φέτος το καλοκαίρι

Associated Press

Στιγμιότυπο από τη μαζική διαδήλωση στη Ρώμη ενάντια στην επίσκεψη Μπους φέτος το καλοκαίρι
Αναδημοσιεύουμε σήμερα εκτενή αποσπάσματα από άρθρο του Φ. Σορίνι, στελέχους της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα www.resistenze.org, του Κέντρου Ερευνών Πολιτισμού και Πολιτικής για το λαό, όπου αναλύεται το εκλογικό αποτέλεσμα που έφερε το ΚΚΕ στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές και η σημασία που αυτό έχει για το διεθνές και ευρωπαϊκό ιδιαίτερα κομμουνιστικό κίνημα. Ο αρθρογράφος, αφού αρχικά αναφέρεται σε όλα τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών στην Ελλάδα και το 8,2% που πέτυχε το ΚΚΕ, σημειώνει:

Το ΚΚΕ έχει τα καλύτερα αποτελέσματα σε αστικές περιοχές (Αθήνα, Πειραιάς, Θεσσαλονίκη) όπου σε πολλές περιπτώσεις τοποθετείται μεταξύ του 10% και 15%, με ποσοστά 15% και 20% στις λαϊκές, εργατικές συνοικίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, στις εύπορες συνοικίες, ξεπερνάει κατά πολύ τον μέσο όρο του ποσοστού του σε εθνικό επίπεδο, αντίθετα η παρουσία του ΚΚΕ εκεί φτάνει σε ελάχιστα επίπεδα. Διαφαίνεται μια έντονη πόλωση και διαφοροποίηση της κοινωνικής ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την ψήφο στο ΚΚΕ.

Ολα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά για τουλάχιστον δύο λόγους:

1. Γιατί η σημερινή κατάσταση, για τους κομμουνιστές και τις ευρωπαϊκές, αριστερές, εναλλακτικές δυνάμεις είναι σίγουρα πιο δυσμενείς απ' ό,τι στη δεκαετία του '80. Σήμερα όλο το πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει ριζικά μετατοπιστεί πιο δεξιά. Και αυτό τονίζει διπλά την αξία του ελληνικού εκλογικού αποτελέσματος.

2. Γιατί, αντίθετα απ' όσα συμβαίνουν στην Ιταλία με την cosa rosa, «ροζ υπόθεση», (όπου οι προοπτικές ανασυγκρότησης ενός αυτόνομου, κομμουνιστικού κόμματος, που να στηρίζεται στις μάζες, γίνονται όλο και πιο αβέβαιες), στις ελληνικές συνθήκες, η συνολική άνοδος των αριστερών δυνάμεων γίνεται χωρίς διαλύσεις και απειλές στην αυτονομία και την ταυτότητα των διαφορετικών συνισταμένων που την απαρτίζουν.

Και, κυρίως, αυτό συμβαίνει στα πλαίσια μιας μεγάλης και προεξάρχουσας ανόδου ενός κομμουνιστικού και επαναστατικού κόμματος, με βαθιές ρίζες στην εργατική τάξη, με μεγάλη μέριμνα για την οργάνωση και «παρόν» στο λαϊκό κίνημα, με έντονο αντικαπιταλιστικό, αντιιμπεριαλιστικό χαρακτήρα, κάθετα αντίθετο με το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ενωση, αντίπαλο τόσο προς τη δεξιά όσο και προς τη συμβιβαστική λογική της κεντροαριστεράς. Ενα κόμμα που χαρακτηρίζεται από μια γραμμή στρατηγικής αντίθεσης στη σημερινή τάξη πραγμάτων, απαλλαγμένο από επιρροές νεο-κυβερνητισμού και εναλλαγής, δεσμευμένο σε μια δύσκολη διαδικασία ανασυγκρότησης ενός συντονισμού των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων σε παγκόσμιο επίπεδο.

Πρόκειται για ένα κόμμα, το ΚΚΕ, που συχνά κατηγορείται, από πολλές πλευρές, για ένα είδος ιδεολογικής ορθοδοξίας (ένα θέμα αρκετά συζητήσιμο) η οποία, όπως και αν εκτιμάται (για κάποιους ένα σημείο δύναμης και σταθερότητας, για άλλους ένα όριο που πρέπει να ξεπεραστεί) δεν το εμπόδισε, ωστόσο, να ενδυναμώσει το κοινωνικό και πολιτικό ρίζωμα στον κόσμο της δουλιάς και μεταξύ της νεολαίας της χώρας του, και αυτό ακριβώς σε μια φάση παλινδρόμησης.

Μια ανάλογη συζήτηση θα μπορούσε να γίνει για ένα άλλο κομμουνιστικό και επαναστατικό κόμμα, το Πορτογαλικό ΚΚ. Ενώ πολύ διαφορετική εμφανίζεται η διαδρομή άλλων κομμάτων, που ιστορικά προέρχονται από τις γραμμές του ευρωκομμουνισμού (στην Ισπανία, στην Ιταλία, στη Γαλλία) και που στο διάβα του χρόνου, στο όνομα της ανανέωσης και της μετάλλαξης, άλλαξαν σιγά σιγά την επαναστατική τους φύση, διέλυσαν την ίδια τους την αυτονομία και ταυτότητα, προσλάβανε στη στρατηγική τους κληρονομιά θέσεις κυβερνητισμού και επιρροές προερχόμενες από τη σοσιαλδημοκρατία, και όχι μόνο έφτασαν να συρρικνωθούν εκλογικά και να εξασθενίσει δραματικά η ταξική κοινωνική και πολιτική τους σύνθεση, αλλά και βρίσκονται σήμερα μπροστά στον κίνδυνο της διάλυσης ή της αυτοδιάλυσης.

Αν προσπαθήσουμε, μετά από 30 και πλέον χρόνια από τη σύντομη εποχή του ευρωκομμουνισμού, να εκτιμήσουμε με αντικειμενικότητα τις διαφορετικές πορείες που ξεχώρισαν την ιστορία των πέντε μεγαλυτέρων κομμουνιστικών κομμάτων της Δυτικής Ευρώπης (η ιστορία της Ανατολικής Ευρώπης, που εν μέρει συμπεριλαμβάνει και τη γερμανική περίπτωση, απαιτεί μια διαφορετική προσέγγιση) ένα στοιχείο προέχει. Οτι δηλαδή, ενώ τα γεγονότα στον ιταλικό, ισπανικό και γαλλικό κομμουνισμό των τελευταίων δεκαετιών στιγματίστηκαν κυρίως από την κρίση, την πτώση και σε μερικές περιπτώσεις από την αυτοδιάλυση, στα γεγονότα του ελληνικού και πορτογαλικού κομμουνισμού, χωρίς να παρασυρθούμε σε άκριτη θριαμβολογία ή πρόταση μοντέλων, προβάλλει ένα στοιχείο σταθερότητας στρατηγικής και ταυτότητας και έντονης κοινωνικής ταξικής αναφοράς, δυνατής οργάνωσης, σαφούς αντιιμπεριαλιστικής θέσης, εκλογικής σταθερότητας ή και ανόδου σε επίπεδα (8% - 10%) που σήμερα θα τα ζήλευαν τα κόμματα που, τουλάχιστον, συμβολικά τοποθετούνται στον κομμουνισμό, στις άλλες τρεις χώρες που αναφέραμε.

Στη Γαλλία, το ΚΚΓ έλαβε το 4,9% στις τελευταίες πολιτικές εκλογές και σήμερα ένα σημαντικό μέρος της ηγετικής ομάδας προσβλέπει στη διάλυσή του σε έναν νέο αριστερό σχηματισμό, κατά το μοντέλο της γερμανικής Αριστεράς - LINKE. Να θυμίσουμε ότι η LINKE έχει μη εξαγωγήσιμες ιδιαιτερότητες, αναφορικά με τη διαδικασία ενοποίησης δύο πολιτικών, μη κομμουνιστικών σχηματισμών, καθαρής σοσιαλιστικής και σοσιαλδημοκρατικής έμπνευσης (όπως η WASG του Λαφοντέν και το μετα-κομμουνιστικό PDS), που επιπλέον προέρχονται από δύο γεωπολιτικές οντότητες, οι οποίες μέχρι πριν περίπου 15 χρόνια ήταν δύο κράτη που ανήκαν σε δύο αντίθετα μπλοκ. Υπάρχει μία συνοχή σε αυτή τη σοσιαλδημοκρατική αριστερή συγχώνευση, που ελάχιστη σχέση έχει με την προβληματική της επανίδρυσης ενός κομμουνιστικού κόμματος. Στην Ισπανία, η Ενωμένη Αριστερά που αυτοπροσδιορίζεται οικο-σοσιαλιστική, με κόπο τοποθετείται γύρω στο 5%, η ηγετική της ομάδα δεν είναι αντίθετη με την εξακόντιση του ΚΚ Ισπανίας και έχει εγκαταλείψει κάθε αναφορά στην κομμουνιστική αυτονομία.

Στην Ιταλία, αν τα δύο κόμματα που συμβολικά τοποθετούνται στον κομμουνισμό (PRC και PdCI) ενοποιούνταν και προέβαλαν ένα σχέδιο αυτονομίας και κομμουνιστικής ενότητας σε ένα μόνο κόμμα, σε προγραμματικές βάσεις προχωρημένες και όχι υποτελείς σε λογικές άκρατου κυβερνητισμού και εναλλαγής, θα μπορούσαν ακόμα και σήμερα ενδεχομένως να υπολογίζουν με ένα εκλογικό ποσοστό γύρω στο 7% - 8%, που δε θα απέκλειε πιο πλατιές συμφωνίες στα αριστερά, στην αμοιβαία αυτονομία, ακόμα και με αριστερές σοσιαλιστικές δυνάμεις ή άλλης φύσης. Αν, όμως, διαλύσουν την ίδια τους την αυτονομία και ταυτότητα σε μια «ροζ υπόθεση» (cosa rosa) ομοσπονδιακού τύπου, με στοιχεία ταυτότητας και προγράμματος σοσιαλδημοκρατικού τύπου, πρώτο βήμα προς διαδικασίες μεγαλύτερης ένταξης - διάλυσης (πράγμα που προβάλλει ανοικτά η Δημοκρατική Αριστερά του Μούσσι και μερικοί επίσημοι εκπρόσωποι της Επανίδρυσης και των Πρασίνων), όχι μόνο θα εξαφανιζόταν κάθε κομμουνιστική αυτονομία, αλλά ούτε και η συγκόλληση θα ήταν θετική, ακόμα και σε στενά εκλογικό επίπεδο. Πράγμα που, σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να είναι το μοναδικό σημείο σύγκρισης ενός στρατηγικού σχεδίου μακράς πνοής.

Και δε θα έλεγα ότι η βασική εξήγηση θα πρέπει να αναζητηθεί, σήμερα, στο διαφορετικό βαθμό κοινωνικής και πολιτιστικής ανάπτυξης αυτών των 5 χωρών, λες και η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία ανήκουν στον κόσμο της αναπτυγμένης Ευρώπης, ενώ η Ελλάδα και η Πορτογαλία είναι χώρες του τρίτου κόσμου. Πιστεύω ότι οι διαδικασίες ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και παγκοσμιοποίησης ακόμα και πολιτιστική και πληροφοριακή καθιστούν σήμερα αυτές τις πέντε χώρες πολύ κοντά απ' ό,τι ήταν πριν 20 ή 30 χρόνια. Πιστεύω ότι ένας νέος εργάτης ή φοιτητής στην Αθήνα ή τη Λισαβόνα είναι σήμερα λιγότερο ανόμοιος από τον ομόλογό του στη Μαδρίτη, τη Ρώμη ή το Παρίσι και ότι είναι εκτεθειμένος στις πολιτικές και πολιτιστικές πιέσεις μιας διαχειριστικής λογικής και μιας λογικής της εναλλαγής, σε όλο και πιο όμοιο τρόπο όπως εκδηλώνεται στην Ισπανία, τη Γαλλία και την Ιταλία.

Πιστεύω, λοιπόν, και το λέω χωρίς οποιαδήποτε αλαζονεία βεβαιότητας, ότι η ουσιαστική εξήγηση θα πρέπει να αναζητηθεί στο διαφορετικό πολιτικό, στρατηγικό προφίλ, στο διαφορετικό προφίλ ταυτότητας και στις διαφορετικές ικανότητες σταθερότητας των ηγετικών ομάδων που αυτές τις δεκαετίες χαρακτήρισαν τα κομμουνιστικά κόμματα αυτών των χωρών, Ελλάδας και Πορτογαλίας. Πράγμα που, με κανέναν τρόπο, δε σημαίνει, το επαναλαμβάνω προς αποφυγή παρερμηνειών, ότι υποδεικνύω μοναδικά μοντέλα, που να ισχύουν σε κάθε εποχή και κάθε τόπο.

Πιστεύω, ωστόσο, ότι είναι αντικείμενο προβληματισμού για όλους.


Του
Φάουστο ΣΟΡΙΝΙ*
*Ο Φάουστο Σορίνι, είναι μέλος της Εθνικής Πολιτικής Επιτροπής του Κόμματος Κομμουνιστικής Επανίδρυσης Ιταλίας



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ