ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Πέμπτη 12 Μάρτη 2009
Σελ. /32
Τρεις πολύ καλές και τρεις ... πολύ κακές ταινίες

To «Παγωμένο Ποτάμι», της Κόρτνεϊ Χαντ, που παρακολουθεί τη ζωή μιας παρατημένης γυναίκας, η οποία φτάνει στα άκρα για να θρέψει τα παιδιά της, είναι ο απόλυτος κινηματογραφικός ρεαλισμός. Δυστυχώς, η δημιουργός της δεν άντεξε το βάρος της απόλυτης αλήθειας και υπέκυψε σε «γλυκό» φινάλε! Πάντως, είναι μια θαυμάσια ταινία.

Η ταινία του Γιαπωνέζου Γιοτζίρο Τακίτα, «Departures», που κέρδισε το Οσκαρ ξένης ταινίας στην πρόσφατη απονομή των Οσκαρ, είναι μια θαυμάσια άσκηση κινηματογραφικού ύφους και ένα υψηλό μάθημα σκηνοθεσίας (και ανθρωπιάς). Η ιεροτελεστία και ο σεβασμός στο νεκρό ανακουφίζει, τελικά, τον πόνο του χαμού. Ποιότητα και σκέψη για ένα θέμα ταμπού. Το θάνατο!

Εξαιρετική αισθητική και ιδιαίτερα προσεχτική σκηνοθετική ματιά διαθέτει και το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου, «Τη Νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα Συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη». Μια φαντασιακή συνάντηση δύο φανταστικών ποιητών! Λείπει, ωστόσο, το περιβάλλον, ο χώρος και ο χρόνος, η πηγή έμπνευσης των ποιητών.

Μετά τα τρία μικρά αριστουργήματα ξαναπέφτουμε στο φασισμό της εικόνας, στο ιδεολογικό χάος και στις μετριότητες! «Watchmen», του Ζακ Σνάιντερ. Μια φασιστική αερολογία, με τη μορφή του κόμικ, που σε εξαντλεί (162΄!). «Κοίτα τι Εγινε», του Μπάρι Λέβινσον. Πολλοί και καλοί ηθοποιοί σε μια αδιάφορη δραματική, υποτίθεται, ταινία. Το Χόλιγουντ και τα καθημερινά προβλήματα των ανθρώπων του, υποτίθεται! Οι «Δύο Ερωτες», του Τζέιμς Γκρέι είναι, επίσης, αδιάφορη και κουραστική ταινία. Νεαρός άντρας, που αντιδρά σαν παιδί (τελείως αψυχολόγητα) μάς ταλαιπωρεί με τους ανούσιους έρωτές του.

ΚΟΡΤΝΕΪ ΧΑΝΤ
Παγωμένο ποτάμι

Στις μέρες μας σε όλο τον «πολιτισμένο» κόσμο, και φυσικά και στον τόπο μας, πολύς λόγος γίνεται για την εγκληματικότητα και τους εγκληματίες! Για την αύξηση της εγκληματικότητας και για τη σκληρότητα των σημερινών εγκληματιών. Στο «Παγωμένο Ποτάμι», ο θεατής θα πάρει μερικές χρήσιμες απαντήσεις. Και θα διαπιστώσει, τελικά, πώς - και πόσο - η εγκληματικότητα και η σκληρότητα των εγκληματιών είναι άρρηκτα δεμένα με την ταξική κοινωνία μέσα στην οποία ζούμε. Οσο περισσότερα και μεγαλύτερα είναι τα «άλυτα» προβλήματα, τόσο περισσότερο αναπτύσσεται το έγκλημα και τόσο σκληρότερο γίνεται.

Ενα λαϊκό ζευγάρι με δυο παιδιά. Ο πατέρας σε κάποια φάση της σκληρής ζωής του καταφεύγει στον τζόγο, ελπίζοντας να «του βγει» και να απελευθερωθεί από τα αβάσταχτα βάρη. Το λούκι, ωστόσο, μέσα στο οποίο μπήκε, αντί να τον ανακουφίσει, όπως ήλπιζε, τον φόρτωσε, όπως είναι φυσικό, με μεγαλύτερο άγχος και τον οδήγησε σε μεγαλύτερο αδιέξοδο. Μια μέρα, μην έχοντας, πια, άλλες ελπίδες, έχοντας ολοκληρωτικά ηττηθεί, τους εγκαταλείπει όλους και φεύγει?.

Η μάνα, μια θαυμάσια μάνα (Α΄ βραβείο ερμηνείας), ούτε διανοείται να φύγει (παρότι όλα την οδηγούν στο δρόμο που χάραξε ο άντρας της). Οχι μόνο θα μείνει, αλλά θα αγωνιστεί για να μη λείψει τίποτα από τα παιδιά της. Το μεγαλύτερο (15 χρόνων) θέλει να δουλέψει για να βοηθήσει. Εκείνη του απαγορεύει κάθε σκέψη. Ξέρει πως τα γράμματα είναι, ίσως, κάποια απάντηση. Διατάζει, λοιπόν: Εσύ σχολείο και το μικρότερο αδερφό σου, και εγώ τα υπόλοιπα!

Τα υπόλοιπα, όμως, σε μια άγρια ταξικά κοινωνία, στα σύνορα ανάμεσα στη Νέα Υόρκη και στον Καναδά, στην άθλια αμερικάνικη επαρχία, όπου κυριαρχεί και βασιλεύει το καπιταλιστικό «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», όπου οι διάφορες «κρίσεις» φορτώνονται άδικα πάνω στους εργαζόμενους, όπου η ανεργία και το φθηνό μεροκάματο επιβάλλεται με το ζόρι και με την αστυνομία, όπου ο συνδικαλισμός και η οργάνωση της εργατικής τάξης είναι παντελώς άγνωστα, είναι πάρα πολλά για έναν άνθρωπο και μάλιστα για μια γυναίκα! Και κάθε μέρα προστίθενται καινούρια. Η μάνα σαν τρελή δίνει τις μάχες της. Κάποια στιγμή, κυνηγημένη από θεούς και δαίμονες, χωρίς ούτε καν να το καταλάβει, βρίσκεται με ένα μικρό μάτσο λεφτά στα χέρια της. Λεφτά που, αμέσως, λύνουν άκρως επείγουσες ανάγκες (έσωσε το τροχόσπιτο στο οποίο ζούνε από κατάσχεση)!

Τα λεφτά, βέβαια, δεν πέφτουν ποτέ από τα δέντρα. Το μεροκάματο όταν - και αν το έχεις - μόλις και φτάνει για συντήρηση (δεν εξοφλείται το χρέος για το σπίτι). Η μάνα, η οποία δουλεύει ωρομίσθια και τα χρήματα είναι ελάχιστα, χωρίς καν να το καταλάβει βρίσκεται να μεταφέρει στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου της λαθρομετανάστες. Μόλις συνειδητοποιεί την πράξη της, υποχωρεί και θέλει να φύγει. Οι δανειστές και οι υποχρεώσεις ίδιες κάργιες και φίδια είναι έτοιμα να την κατασπαράξουν. Υπόσχεται στον εαυτό της να παραμείνει μέχρι να τους εξοφλήσει και να εξασφαλίσει στα παιδιά της ένα ανθρώπινο παρόν (για το μέλλον δεν τίθεται καν θέμα)! Και, χωρίς και αυτή να το καταλάβει, όπως και ο άντρας της, άλλωστε, πέφτει σε βαθύτερο λούκι. Αντί να σώσει τα παιδιά της τα βάζει σε μεγαλύτερες δοκιμασίες.

Ωμός ρεαλισμός, ωμή αλήθεια. Από μια πρωτοεμφανιζόμενη σκηνοθέτιδα. Η οποία, όμως, δυστυχώς, δεν άντεξε! Αντί να αφήσει την αλήθεια να ολοκληρώσει το έργο της παρενέβη η ίδια και έδωσε «αισιόδοξο» και «ελπιδοφόρο» φινάλε! Το οποίο θα μπορούσε να δικαιολογηθεί, κάτω, όμως, από προϋποθέσεις (που δεν υπήρχαν στην ταινία). Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός με τους θετικούς ήρωες είναι μια? μέθοδος, η οποία στηρίζεται σε άλλες αναλύσεις. Δίπλα στη μάνα της ταινίας, εξαιρετική ερμηνεία της Μελίσα Λίο, δεν υπήρχε τίποτα που να συνηγορεί στη νίκη της. Τα «λαχεία» και οι «από μηχανής θεοί» δεν είναι πασπαρτού για να χωρούν σε όλες τις τραγωδίες. Εδώ, στη δική της περίπτωση, απαιτείτο η οριστική ρήξη. `Η ολοκληρωτική παράδοση στο έγκλημα ή επανάσταση?.

Παρ΄ όλα αυτά, η ταινία βογκάει! Ο θεατής βογκάει! Σε αυτήν την απελπισμένη συμφωνική κραυγή που βγαίνει στην οθόνη, πρώτο βιολί είναι η εξαιρετική σκηνοθεσία, δεύτερο η θαυμάσια κλειστοφοβική φωτογραφία, κρουστά είναι τα απέραντα χιονισμένα και κρύα (παγωμένα) τοπία, τσέλο οι άριστες πρώτες ερμηνείες, κορνέτες τα δεύτερα και τα τρίτα πρόσωπα, φλάουτα η μητρότητα (η οποία τονίζεται σε αρκετές περιπτώσεις στην ταινία)?.

Πηγαίνετε να τη δείτε! Τις όποιες ελλείψεις της συμπληρώστε τις εσείς. Ο θεατής δε είναι παθητικός δέκτης. Με τις γνώσεις του και τις ευαισθησίες του ολοκληρώνει τα κενά, που από ατολμία ή από άγνοια παρουσιάζονται. Εκεί που έχει δυσκολίες είναι όταν υπάρχουν σκοπιμότητες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, θέλω να πιστεύω, πως έχουμε πολιτικές και ιδεολογικές ελλείψεις και όχι σκοπιμότητες!

Παίζουν: Μελίσα Λίο, Μίστι Απχαμ, Τσάρλι ΜακΝτέρμοτ, Μαρκ Μπουν Τζούνιορ, Μίκαελ Ο΄Κιφ, κ.ά.

ΓΙΟΤΖΙΡΟ ΤΑΚΙΤΑ
Departures

Από τα πρώτα της χρόνια η ανθρώπινη σκέψη απασχολήθηκε με το θάνατο. Από τα πρώτα του βήματα ο ανθρώπινος πολιτισμός απασχολήθηκε με τη συμπεριφορά της ανθρώπινης κοινωνίας απέναντι στο νεκρό. Ολες οι ιστορικές περίοδοι, ανάλογα με την πολιτιστική στάθμη τους, που ήταν αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, τίμησαν τους νεκρούς τους (με τις δικές τους, ξεχωριστές, τελετές). Αυτό το μαρτυρούν οι ναοί, τα μνημεία, τα ποιήματα, τα τραγούδια, τα μοιρολόγια, οι τελετουργίες της ταφής, κλπ.

Οι Ιάπωνες, βέβαια, λαός πειθαρχημένος και τελετουργικός, λαός με σεβασμό στις παραδόσεις του, γεμάτος αξίες και λεπτές συμπεριφορές εκτός από περιόδους decadence (απολυταρχίες, φεουδαρχίες, φασισμούς, μονοπωλιακό καπιταλισμό, κ.λπ.), που επικράτησαν και επικρατούν άγρια ένστικτα, έδειξε και δείχνει μεγάλο σεβασμό στο νεκρό. Το ίδιο κάνει και η ταινία του πολύ καλού Γιαπωνέζου δημιουργού Γιοτζίρο Τακίτα. Ανάγει την ταφή (το κάψιμο της σορού για την ακρίβεια) σε μια εξαιρετικής αισθητικής μυσταγωγία.

Μια ορχήστρα διαλύεται (για οικονομικούς λόγους). Ενας νεαρός τσελίστας, παντρεμένος με μια τρυφερή νεαρή γυναίκα που τον υπεραγαπάει, βρίσκεται χωρίς δουλειά. Για να τα φέρουν βόλτα γυρίζουν στην επαρχία, όπου υπάρχει το πατρικό σπίτι (και δε θα πληρώνουν νοίκι). Εκεί ο νεαρός τσελίστας, που έρχεται σε επαφή με το παρελθόν του και ανακαλύπτει παλιές και νέες αξίες, βρίσκει μια δουλειά που «κανένας δε θέλει να κάνει». Προσλαμβάνεται να πλένει, να καθαρίζει σωστότερα, νεκρούς! Να τους ετοιμάζει για το «μεγάλο ταξίδι».

Και ο ίδιος στην αρχή αντιδρά. Κρύβει από τη γυναίκα του τι δουλειά κάνει. Δεν έχει, ακόμα, αποχτήσει συνείδηση της αποστολής του. Ντρέπεται! Ο άνθρωπος, όμως, που τον προσέλαβε, και τον μαθαίνει τη «δουλειά», είναι ένας καλλιτέχνης! Ενας φιλοσοφημένος καλλιτέχνης και άνθρωπος που σέβεται το έργο του. Το κοινωνικό έργο του. Ετσι η δουλειά του παίρνει άλλες διαστάσεις. Τα χέρια του χαϊδεύουν, αποδίδουν τιμές, βγάζουν συναισθήματα. Ο κόπος του είναι κοινωνικά ωφέλιμος. Οπως όλες οι εργασίες, άλλωστε. Ιδιαίτερα οι «δύσκολες» εργασίες. Αυτές που απαιτούν αφοσίωση.

Ο Τσελίστας σιγά - σιγά ανακαλύπτει το καινούριο ταλέντο του. Βλέπει ότι και εδώ έχει να κάνει με νότες, με κινήσεις που βγάζουν ήχους και μουσικές. Και εδώ είναι χρήσιμος και προσφέρει σεβασμό και συγκίνηση. Τα χέρια του, πια, χαϊδεύουν τα άψυχα κορμιά με την ίδια τρυφερότητα και ευαισθησία που χάιδευαν τις χορδές του τσέλου. Οι πράξεις του, το αποτέλεσμα της προσφοράς του, ο σεβασμός στο νεκρό είναι το ίδιο μεγάλος, όσο και οι μελωδίες που έπαιζε. Και τώρα παθιάζεται με αυτό που κάνει. Παθιάζεται τόσο πολύ που δε διστάζει να χωρίσει με τη γυναίκα, την οποία αγαπάει, αφού εκείνη δεν μπορεί να κατανοήσει την ευχαρίστηση που παίρνει και δίνει καθαρίζοντας νεκρούς, φτιάχνοντάς τους όμορφους, έτσι που να μην προκαλούν τρόμο και να μένουν, για πάντα, ελκυστικοί στη μνήμη των συγγενών.

Μπορεί να είναι και αλληγορική η ταινία (ο καθένας αρπάζει από την τέχνη ό,τι αυτός έχει ανάγκη)! Ομως, και ρεαλιστικά να δει κάποιος τις «Αναχωρήσεις», δεν είναι λίγα τα κέρδη που έχει να αποκομίσει. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όταν και αν αξιολογηθούν σωστά, χωρίς εμπορευματικά και άλλα παρόμοια κριτήρια, έχουν πάντα την αξία τους και το μέγεθός τους. Η προσφορά του καθένα, όταν είναι ανιδιοτελής και αποδίδει σεβασμό, είναι πάντα ένα έργο τέχνης.

Ομως, πέρα από το θέμα, το οποίο είναι πρωτότυπο και, σχεδόν, μοναδικό, η ταινία παραδίδει και μαθήματα υψηλής σκηνοθεσίας! Είναι τέτοια η ψιλοβελονιά του Ιάπωνα δημιουργού που ο θεατής, από κάποιο σημείο και μετά, παύει να σοκάρεται από την ιστορία που παρακολουθεί και αφοσιώνεται στην αφήγηση. Σοφές θέσεις μηχανής, εξαιρετικά κάδρα, σπάνιοι χρόνοι στις εναλλαγές των πλάνων, πολύ ευαίσθητες ερμηνείες, προπαντός του «δασκάλου», «ήσυχες» μουσικές, πολύ καλή φωτογραφία, μοναδική ατμόσφαιρα. Είναι υπερβολή, αλλά είναι αλήθεια, δεν υπάρχουν ψεγάδια στην αφήγηση.

Παίζουν: Μασαχίρο Μοτόκι, Ριγιόκο Χιροσούι, Τσουτόμου Γιαμαζάκι, Κιμίκο Γιό, κ.ά.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΠΟΥΛΟΣ
Τη νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη

Εξαιρετική σύλληψη! Δυο μεγάλοι ποιητές, ο δικός μας Κωνσταντίνος Καβάφης και ο Πορτογάλος Φερνάντο Πεσσόα, δικός μας, επίσης (γιατί όχι;), δυο ποιητές με κοινές πηγές έμπνευσης και κοινές ιδιαιτερότητες, οι οποίοι, ενώ έζησαν την ίδια χρονική περίοδο και είχαν τις ίδιες ανησυχίες, δεν έτυχε ποτέ να ανταμώσουν προσωπικά ή, έστω, δι' αλληλογραφίας!

Η ποίησή τους, όμως, η οποία δεν έχει γεωγραφικούς περιορισμούς και είναι απλωμένη στις θάλασσες και στις απέραντες εκτάσεις του ανθρώπινου μυαλού και των ανθρώπινων συναισθημάτων, και ερήμην των ίδιων των ποιητών, είχε ανταμώσει πολλές, μα πάρα πολλές φορές! Είναι τόσο οικείες και τόσο φιλικές (αισθητικά και θεματολογικά) μεταξύ τους.

Την παράλειψη της ιστορίας να γνωρίσει τον έναν ποιητή στον άλλον, ήρθε να διορθώσει ο δημιουργός του δραματοποιημένου ντοκιμαντέρ, «Τη Νύχτα που ο Φερνάντο Πεσσόα Συνάντησε τον Κωνσταντίνο Καβάφη», Στέλιος Χαραλαμπόπουλος. Ο καλός Ελληνας δημιουργός, «ψάχνοντας» μια άλλη ιστορία, την ιστορία του Βασίλη Καπόπουλου, συνάντησε στις σημειώσεις του λαϊκού αυτού Αρκάδα μετανάστη στην Αμερική, τα ονόματα των δυο μεγάλων ποιητών. Πάνω σε αυτή την «αναφορά» χτίστηκε η κινηματογραφική (ποιητική αδεία) συνάντηση.

Και οι τρεις (Καβάφης, Πεσσόα, Καπόπουλος) ταξίδευαν, δήθεν, με το υπερωκεάνιο «Σατούρνια» (Ποσειδών) για το Νέο Κόσμο (Αμερική). Ο Καπόπουλος, ο οποίος δεν ήξερε ποιους «διευκόλυνε» να γνωριστούνε, ήταν η αφορμή της συνάντησης. Από σύμπτωση γνώρισε ξεχωριστά τους δυο ποιητές. Σε κάποια φάση ανέλαβε τις συστάσεις (και κράταγε ημερολόγιο).

Μέχρις εδώ όλα ήταν και λειτούργησαν άψογα στην ταινία. Η αισθητική της, δεν είναι υπερβολή, αγγίζει την αισθητική των ποιητών. Η σκηνοθεσία είναι και αυτή εμπνευσμένη. Εκεί που πάσχει η ταινία, και πάσχει πράγματι, είναι στην ιδεολογία! Παραθέτει κάποια ποιήματα των ποιητών και με αυτές τις φτωχές αναφορές προσπαθεί να δώσει το στίγμα - και τις αγωνίες - των δυο μεγάλων τσουρουφλισμένων και, εν πολλοίς, τραγικών ποιητών. Ο κινηματογράφος δεν αρέσκεται στα λόγια. Η δική του γλώσσα είναι η εικόνα. Η οποία, στη συγκεκριμένη περίπτωση, έλειπε! Πουθενά ο θεατής δεν ήρθε σε επαφή με τις πηγές έμπνευσης. Πουθενά δεν υπήρχε εικόνα του χρόνου και του τόπου. Και ήταν τόσο γιομάτες από Εικόνες οι αρχές του περασμένου αιώνα. Και ήταν τόσο «κινηματογραφικές» οι πηγές των ποιητών.

Η συνάντηση, λοιπόν, ήταν πολύ κατώτερη της αξίας και των ενδιαφερόντων των δυο πονεμένων ποιητών! Οι κουβέντες τους, και η ρακή που ήπιανε χαριεντιζόμενοι, δε φτάνουν για να δημιουργηθεί ο πόνος που τους ενώνει! Δε φτάνει για να γνωρίσει ο θεατής, ακόμα και ο μυημένος, τη βαθιά σκέψη και το «ξεχωριστό» των δυο μεγάλων αντρών. Η συνάντηση ήταν τόσο πεζή, που, σε καμία περίπτωση, δεν αντανακλά την πνευματικότητα και τις αγωνίες των δυο μεγάλων δημιουργών.

Παίζουν: Μάκης Αρβανιτάκης (Καβάφης), Δημήτρης Οικονομίδης (Πεσσόα), Οθων Μεταξάς.


ΚΡΙΤΙΚΗ: Νίκος ΑΝΤΩΝΑΚΟΣ

παίζονται ακόμα

«Watchmen»,του Ζακ Σνάιντερ.

Ο,τι και όποια δικαιολογία και να μου προβάλλουν, δεν υπάρχει καμία περίπτωση να εκτιμήσω το «καλλιτεχνικό» αυτό έργο! Επειδή πρόκειται για κόμικ, δε σημαίνει πως πρέπει να είναι και ανόητο! Και πολύ περισσότερο, κρυπτοφασιστικό!

Εντάξει η γραφή, έστω και με τη βοήθεια των κομπιούτερ, είναι αρκετά εντυπωσιακή! Από τεχνικό ενδιαφέρον μπορεί να απασχοληθώ για κάποιο διάστημα, παρακολουθώντας τις τεχνικές «επιτεύξεις», οι οποίες, τελικά, δεν είναι και τίποτα ιδιαίτερο. Η ταινία, όμως, διαρκεί 162 ολόκληρα λεπτά. Και, πιστέψτε με, μετά την πρώτη ώρα, για να καλμάρεις τα νεύρα σου, αρχίζεις να κόβεις βόλτες στους διαδρόμους.

Κάποιοι γερασμένοι και συνταξιούχοι υπερήρωες, οι οποίοι διαθέτουν «υπερφυσικές» δυνάμεις, αποφασίζουν να (ξανα)αναλάβουν δράση για να σώσουν τη γη που κινδυνεύει από τα ατομικά όπλα των Σοβιετικών και την εγκληματικότητα των μεγάλων δυτικών πόλεων! Παρότι υπερήρωες, δεν μπορούν να αποφύγουν τα προσωπικά! Ετσι τη μια πλακώνονται μεταξύ τους και την άλλη σώζουν την ανθρωπότητα! Καλημέρα και έφεξε!

Παίζουν: Τζέφρι Ντιν Μόργκαν, Μάλιν Ακερμαν, Μάθιου Γκουντ, Κάρλα Γκουτζίνο κ.ά.

«Κοίτα τι Εγινε»,του Μπάρι Λέβινσον.

Οσο και να κοιτάξεις, δε θα δεις τίποτα, γιατί δεν έγινε τίποτα! Ο Σον Πεν και ο Μπρους Γουίλις, που παίζουν τους εαυτούς τους, συμμετέχοντας σε μια ψιλοαρπαχτή, στην οποία το κεντρικό πρόσωπο είναι ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, προσπαθούν, δήθεν, να μας διασκεδάσουν με τις αγωνίες και τις καθημερινότητες των χολιγουντιανών!

Αν δε σεβόμουν τα ονόματα των πρωταγωνιστών, θα μίλαγα ανοιχτά για απάτη! Μια απάτη που αποσκοπεί στο εισιτήριο (τόσα ονόματα μαζεμένα είναι ιδανικός ντελάλης για το ταμείο). Στην πράξη, βέβαια, δε γίνεται τίποτα! Ενας παραγωγός ταινιών, ενώ αγωνίζεται να πείσει τα στούντιο για τις ταινίες που παράγει και να «καλμάρει» τους σκηνοθέτες του για τις αλλαγές που απαιτεί στη δομή των ταινιών, έχει και τα προσωπικά του να τον απασχολούν (διατροφές με παλιές γυναίκες, έρωτες με τις καινούριες). Και, λοιπόν! «Και εμείς ερωτευτήκαμε, αλλά δεν ...τρελαθήκαμε» κιόλας, ούτε μας έκαναν και ταινία!

Παίζουν (ακόμα): Κάθριν Κίνερ, Κρίστεν Στιούαρτ, Στάνλεϊ Τούτσι, Τζον Τορτούρο, Μάικλ Γουίνκοτ.

«Δύο Ερωτες»,του Τζέιμς Γκρέι.

Ενα παιδοβούβαλο, ο καλός ηθοποιός Χοακίν Φίνιξ, άτομο, χωρίς ιδιαίτερο λόγο, ψυχικά ταραγμένο, μετά από «πονηρό» προξενιό των γονιών του, γνωρίζει μια απρόσωπη νοστιμούλα (Βανέσα Σο) και όλα δείχνουν ότι η γνωριμία θα έχει «ευτυχή κατάληξη». Ξαφνικά, όμως, μπαίνει στη ζωή του μια ξανθιά, όνομα και πράμα, η οποία είναι σπιτωμένη από παντρεμένο (Ελίας Κοτέας) και τους χαλάει τα σχέδια.

Στο τέλος, βέβαια, όπως γίνεται σε όλες τις ανόητες ταινίες, τα πράγματα θα επανέλθουν στους κανονικούς ρυθμούς. Η καλή κοπέλα θα κερδίσει τον καλό νέο και η ξανθιά θα πάρει τον συμπατριώτη μας Ελίας Κοτέας, ο οποίος χώρισε, επιτέλους, τη γυναίκα του! Ελεος, κύριοι!

Παίζουν (ακόμα): Γκουίνεθ Πάλτροου. Ιζαμπέλα Ροσελίνι.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ