Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνει καταρχήν η ιστορία της ΔΕΗ από τη δεκαετία του '50, όταν απέκτησε το αποκλειστικό δικαίωμα παραγωγής, μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας και εξαγόρασε τις ιδιωτικές εταιρίες της εποχής. Ολα αυτά τα χρόνια η κρατική πολιτική μέσω της ΔΕΗ εξυπηρέτησε πολλαπλά τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης κεφαλαίου στη χώρα μας. Η χαριστική πολιτική τιμών βιομηχανικού ρεύματος (π.χ. «Πεσινέ»), οι σκανδαλώδεις αναθέσεις έργων (π.χ. Σταθμός Φλώρινας), η γρήγορη επέκταση του δικτύου μεταφοράς και γενικά των όρων υποδομής για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου είναι ορισμένες από τις χαρακτηριστικές πλευρές αυτού του φαινομένου.
Συχνά αναφέρεται σαν «αντίλογος» η φθηνή πολιτική τιμών στον τομέα της λαϊκής κατανάλωσης, της οικιακής χρήσης του ηλεκτρικού ρεύματος. Πρόκειται για μια πολιτική που στηρίχτηκε στην άνοδο της παραγωγικότητας που επέφερε η ίδρυση και επέκταση της ΔΕΗ. Η πολιτική αυτή ήταν εναρμονισμένη στις κεντρικές επιλογές της ολιγαρχίας την εποχή εκείνη δηλαδή την ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος και τη σχετική τόνωση της κατανάλωσης. Ακυρώθηκε σε μεγάλο βαθμό μετά τα μέσα της δεκαετίας του '70, αν δούμε πώς εξελίχθηκε η τιμή της κιλοβατώρας σε σχέση με τη μεταβολή του εργατικού εισοδήματος στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.(Για παράδειγμα, η πραγματική δαπάνη για ηλεκτρικό ρεύμα ήταν για τον Ελληνα εργαζόμενο 3,4 φορές μεγαλύτερη απ'ότι για το Γερμανό ή το Γάλλο εργαζόμενο το 1981, σύμφωνα με μελέτη του ΚΜΕ).
Τη σημερινή περίοδο οι ανάγκες για τη διασφάλιση της διευρυμένης αναπαραγωγής του συνολικού κοινωνικού κεφαλαίου έχουν μεταβληθεί στην Ευρώπη και σ' ολόκληρο τον κόσμο. Η άρχουσα τάξη προσπαθεί να διαμορφώσει προϋποθέσεις ώστε να ανεβάσει την κερδοφορία των υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων, να επιταχύνει τη συγκέντρωση του κεφαλαίου, να συγκρατήσει την τάση πτώσης του μέσου ποσοστού κέρδους. Η ΕΕ ιδιαίτερα επιχειρεί να μεγεθύνει την κερδοφορία των κοινοτικών μονοπωλίων και να οικοδομήσει μια «ενιαία ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας» στο πλαίσιο της ΟΝΕ, για να αντεπεξέλθει στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ.
Γι' αυτό το μονοπωλιακό κεφάλαιο ακολουθεί την πολιτική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, της εκτεταμένης ιδιωτικοποίησης κρατικών τομέων παραγωγής και της ισοπέδωσης των εργατικών και ασφαλιστικών κατακτήσεων των εργαζομένων.
Στο πλαίσιο αυτό τα τελευταία χρόνια η ΔΕΗ και γενικότερα το κράτος αποτελεί το βασικό μοχλό για την προώθηση της αναδιάρθρωσης και ιδιωτικοποίησης του στρατηγικού τομέα της Ενέργειας στη χώρα μας. Ας δούμε ορισμένες μόνο χαρακτηριστικές πλευρές:
α) Με σειρά νομοθετικών ρυθμίσεων (π.χ. Ν. 2773/99) διαχωρίστηκαν οι δραστηριότητες παραγωγής, διανομής και μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος και «απελευθερώθηκε» ήδη το 34% της κατανάλωσης ηλεκτρ. ενέργειας για να καλυφθεί από ιδιώτες παραγωγούς. Το υπουργείο Ανάπτυξης έχει ήδη χορηγήσει επτά άδειες για ιδιωτικούς σταθμούς φυσικού αερίου και αρκετές άδειες για ιδιωτική παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ).
β) Η κρατική χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων παραγωγής από ΑΠΕ φτάνει το 40% της συνολικής δαπάνης εγκατάστασης και στη συνέχεια διασφαλίζεται η κερδοφορία της επένδυσης αφού το κράτος αγοράζει την παραγόμενη ενέργεια σε τιμές πολύ υψηλότερες του κόστους ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ.
γ) Η παράδοση ενός τμήματος της αγοράς στους ιδιώτες ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ ηλεκτρικής ενέργειας που θα λειτουργήσουν στον ελληνικό χώρο σαν απλοί εισαγωγείς ενεργειακού προϊόντος (π.χ. ιταλική ENEL, βρετανική ENRON).Ηδη η Ρυθμιστική Αρχή ενέργειας έχει εισηγηθεί στον υπουργό Ανάπτυξης τη χορήγηση αδειών προμήθειας σε μονάδες παραγωγής του εξωτερικού συνολικής ισχύος 1100 MW, που αντιστοιχούν στο 10% της συνολικής εγκατεστημένης ισχύος της ΔΕΗ.
δ) Η ανοιχτή ομολογία του ΔΣ της ΔΕΗ ότι «δε σχεδιάζει να προβεί σε σημαντικές επενδύσεις τα επόμενα χρόνια, πέρα από τις ήδη προγραμματισμένες» (Ενημερ. Δελτίο, Νοέμβρης 2001), καθώς και η υποχρέωση της ΔΕΗ να διασφαλίζει την παροχή υπηρεσιών σε πελάτες που δε βρίσκουν ιδιώτη προμηθευτή.Χαρακτηριστικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα της απόρριψης απο το ΔΣ της ΔΕΗ της κατασκευής του υδροηλεκτρικού έργου του Τεμένους.
Μετά απ' όλα αυτά καμιά απορία δε γεννά η πρόσφατη κυβερνητική απόφαση να προχωρήσει στην πρώτη φάση της μετοχοποίησης της ΔΕΗ χωρίς να έχει ολοκληρωθεί ακόμα και η εκτίμηση των πάγιων περιουσιακών της στοιχείων (αναμένεται το Δεκέμβρη του 2002 από την «Amarican Appraisal»)!
Οι αρνητικές συνέπειες για τα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων της ΔΕΗ αναφέρονται σε διπλανή στήλη. Ηδη το ΔΣ της ΔΕΗ αναφέρεται στην ανάγκη μείωσης των εργαζομένων και στην ακύρωση της κρατικής κάλυψης των ασφαλιστικών παροχών των εργαζομένων της ΔΕΗ. Αυτό που έχει σημασία να τονίσουμε είναι ότι η συγκεκριμένη επίθεση στις κατακτήσεις των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ πρέπει να κατανοηθεί σαν μέρος της συνολικής επίθεσης του κεφαλαίου για τη συμπίεση της τιμής της εργατικής δύναμης στη χώρα μας και έτσι πρέπει να απαντηθεί από το εργατικό κίνημα.
Ταυτόχρονα η είσοδος ισχυρών μονοπωλιακών ομίλων στη ΔΕΗ (όπως η γαλλική EDF και η ιταλική ENEL), καθώς και η γενικότερη «απελευθέρωση» της δράσης των ιδιωτικών ομίλων στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, θα πλήξει ευρύτερα τα συμφέροντα του ελληνικού λαού:
-- Θα σημάνει άμεσα νέα βάρη στη λαϊκή κατανάλωση, αφού η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος θ' ανέβει ώστε να καταστούν κερδοφόρες οι ιδιωτικές επενδύσεις. Ετσι μετά την πρόσφατη αύξηση των τιμολογίων της ΔΕΗ κατά 3,5%-5% τον Ιούλη του 2001 το ΔΣ της ΔΕΗ προαναγγέλλει νέα αύξηση των τιμολογίων, με το επιχείρημα ότι είναι ακόμα από τα «χαμηλότερα που ισχύουν στην ΕΕ». Τα παραδείγματα της απότομης ανόδου των τιμών την πρώτη πενταετία της απελευθέρωσης στη Βρετανία και πρόσφατα στην Καλιφόρνια ενισχύουν την πρόβλεψη αυτή.
-- Θα επιδράσει αρνητικά στην αξιοποίηση των εγχώριων πηγών (π.χ. λιγνίτη) και γενικότερα στον ενεργειακό σχεδιασμό. Είναι προφανές, για παράδειγμα, ότι ένας ιδιώτης επενδυτής θα προτιμήσει δημιουργία ενός σταθμού φυσικού αερίου (δηλαδή με εισαγόμενο καύσιμο) από ένα λιγνιτικό σταθμό, γιατί ο πρώτος παρουσιάζει μικρότερο κόστος αρχικής επένδυσης και συντομότερο χρόνο απόσβεσης του κεφαλαίου.
Γενικότερα η μετοχοποίηση της ΔΕΗ θα περιορίσει ακόμα περισσότερο τις δυνατότητες επίδρασης του εργατικού κινήματος στη χάραξη πλευρών της ενεργειακής πολιτικής (τιμές, σχεδιασμός κλπ.), και θα υπονομεύσει ορισμένες από τις μελλοντικές δυνατότητες της λαϊκής εξουσίας. Είναι μια από τις κορυφαίες πράξεις της αναδιάρθρωσης που συντελείται σε βάρος της εργατικής τάξης της χώρας μας, στην κατεύθυνση της μεταβολής του συσχετισμού δύναμης υπέρ του μονοπωλιακού κεφαλαίου.
Από την άλλη η ίδια η αναδιάρθρωση προωθεί αντικειμενικά τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου και το βάθεμα του κοινωνικού χαρακτήρα της παραγωγής. Μεγαλώνουν λοιπόν οι δυνατότητες για να προβληθεί μέσα στους αγώνες ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του ενεργειακού τομέα, η πραγματική διέξοδος για τα συμφέροντα των εργαζομένων δηλαδή ο στόχος της αποκλειστικής, κρατικής κοινωνικής ιδιοκτησίας του τομέα της ενέργειας στο πλαίσιο της λαϊκής εξουσίας.
Για μας τους κομμουνιστές η απάντηση στην κυβερνητική επίθεση δεν μπορεί να εγκλωβιστεί στην αμυντική υπεράσπιση της προηγούμενης μορφής κρατικής διαχείρισης. Το ΚΚΕ έχει γνώμονα της δράσης του την ικανοποίηση των διευρυνομένων λαϊκών αναγκών για φτηνή παροχή ενεργειακού προϊόντος, αξιοποίηση των εγχώριων πηγών, ασφάλεια των εργαζομένων,διεύρυνση των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων τους, προστασία του περιβάλλοντος, ανάπτυξη συγκεκριμένων περιοχών και βιομηχανικών κλάδων με μοχλό τη δραστηριότητα του ενεργειακού τομέα.
Η ικανοποίηση αυτών των αναγκών μπορεί να γίνει μόνο από ένα αποκλειστικά κρατικό, ενιαίο εθνικό φορέα ενέργειας, στο πλαίσιο μιας λαϊκής οικονομίας με κοινωνικοποιημένα τα βασικά μέσα παραγωγής. Γιατί μόνο αυτός ο φορέας της λαϊκής εξουσίας μπορεί να προγραμματίσει και να σχεδιάσει τη δράση του με κριτήριο το συμφέρον του λαού. Οργανώνουμε λοιπόν άμεσα και συγκεκριμένα την αγωνιστική μας αντεπίθεση έχοντας υψωμένη τη σημαία της μόνης ελπιδοφόρας προοπτικής, καλώντας τους εργαζόμενους να πάρουν την τύχη τους στα χέρια τους.
Αυτή λοιπόν «η δική μας πηγή ανάπτυξης» που χρειάστηκε 50 χρόνια για να φτάσει εδώ που έφτασε, και τρισεκατομμύρια από τα λεφτά του ελληνικού λαού και των εργαζομένων, σήμερα, η κυβέρνηση, υπακούοντας στις επιταγές του ντόπιου και του ξένου κεφαλαίου, την παραδίδει σε εξευτελιστική τιμή, υποσχόμενη αέναη κερδοφορία.
Αυτά τα 50 χρόνια λειτουργίας της ΔΕΗ ως κρατικό μονοπώλιο, είχε ως αποτέλεσμα, σήμερα να έχει 6.600.000 πελάτες. Να έχει εγκαταστημένη ισχύ 11.121 μεγαβάτ (MW) Να παράγει 48.483 γιγαβατώρες (Gwh) ηλεκτρικής ενέργειας. Να πουλάει 42.941Gwh, να κατασκευάσει 10.551 χιλιόμετρα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας και 192.212 χιλιόμετρα δίκτυα διανομής. Επίσης, να παράγει για το έτος 2000 63.311 χιλιάδες τόνους λιγνίτη και να απασχολεί συνολικά περίπου 30.000 εργαζόμενους.
Επίσης, όλα αυτά τα χρόνια, στο διασυνδεμένο σύστημα, (εκτός των νησιών) έχει κατασκευάσει 11 θερμοηλεκτρικούς σταθμούς με 34 θερμοηλεκτρικές μονάδες, συνολικής ισχύος, περίπου 7.100 MW. Επίσης, έχει κατασκευάσει 25 υδροηλεκτρικά έργα με 56 συνολικά μονάδες, συνολικής ισχύος περίπου 3.000MW. Στα μεγάλα νησιά, Κρήτη και Ρόδος, η ΔΕΗ έχει κατασκευάσει 10 θερμοηλεκτρικές μονάδες συνολικής ισχύος 521MW και στη Ρόδο, 10 θερμοηλεκτρικές μονάδες συνολικής ισχύος 206MW. Συνολικά σε όλη τη χώρα, (με τα νησιά) η ΔΕΗ απαριθμεί 99 σταθμούς παραγωγής.
Με τα σημερινά τεχνικο-οικονομικά δεδομένα, τα κοιτάσματα που είναι κατάλληλα για ενεργειακή εκμετάλλευση ανέρχονται σε περίπου 4 δισ. τόνους και ισοδυναμούν με 550 εκατ. τόνους πετρελαίου. Τα συνολικά βεβαιωμένα γεωλογικά αποθέματα λιγνίτη στη χώρα ανέρχονται σε περίπου 5 δισ. τόνους.
Τα κυριότερα εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα λιγνίτη βρίσκονται στις περιοχές Πτολεμαΐδας, Αμυνταίου και Φλώρινας με υπολογισμένο απόθεμα 2,5 δισ. τόνους, στην περιοχή της Δράμας με απόθεμα 900 εκατ. τόνους και στην περιοχή Ελασσόνας με 150 εκατ. τόνους. Επίσης, στην Πελοπόννησο, περιοχή Μεγαλόπολης, υπάρχει λιγνιτικό κοίτασμα με απόθεμα 300 εκατ. τόνους.
Με βάση τα συνολικά εκμεταλλεύσιμα αποθέματα λιγνίτη της χώρας και τον προγραμματιζόμενο ρυθμό κατανάλωσης στο μέλλον, υπολογίζεται ότι τα αποθέματα αυτά επαρκούν για περισσότερο από 50 χρόνια. Μέχρι σήμερα οι εξορυχθείσες ποσότητες λιγνίτη δεν ξεπερνούν το 25% των συνολικών αποθεμάτων. Εκτός από λιγνίτη, η Ελλάδα διαθέτει και ένα μεγάλο κοίτασμα Τύρφης στην περιοχή των Φιλίππων (Ανατολική Μακεδονία). Τα εκμεταλλεύσιμα αποθέματα στο κοίτασμα αυτό εκτιμώνται σε 4 δισ. κυβικά μέτρα και ισοδυναμούν περίπου με 125 εκατ. τόνους πετρελαίου.
Στόχος τους η μετοχοποίηση της ΔΕΗ, η αναδιοργάνωσή της, η ανάπτυξη στο νέο περιβάλλον, που ιδεολογικά προετοίμασαν.
Τους ενοχλούν βέβαια σήμερα αυτά που χτες οι ίδιοι δημιούργησαν, η σημερινή κυβέρνηση και οι προηγούμενες, προς όφελος πάλι των βιομηχάνων και για κομματικά οφέλη, όπως:
Η νοοτροπία μονοπωλιακής κουλτούρας, ο μεγάλος αριθμός προσωπικού, οι αρνητικές ταμειακές ροές, οι κοινωνικές παροχές, η υψηλή τιμή των υγρών καυσίμων (πετρέλαιο, Φ.Α.), το περιβαλλοντικό κόστος και βέβαια η ενσωματωμένη περιουσία από τις ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων και συνταξιούχων.
Παρά τις προσπάθειές τους να πείσουν ότι η KWA θα είναι πιο φθηνή, οι υπηρεσίες πιο καλές και αποτελεσματικές, το περιβάλλον πιο υγιές για τους κατοίκους και τα οικονομικά, εργασιακά, ασφαλιστικά δικαιώματα των εργαζομένων στη ΔΕΗ πιο καλύτερα. Τα μέτρα που παίρνουν τους διαψεύδουν αφού σιγά - σιγά γίνονται κατανοητά από τους εργαζόμενους. Και στο άμεσο μέλλον από τους μικρομεσαίους καταναλωτές.