Με σημείωμά του, το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή επισείει τον κίνδυνο να θεωρηθεί το εξοπλιστικό πρόγραμμα - μαμούθ της ΕΕ «ως διακοπή της δημοσιονομικής σύνεσης» και προτρέπει την κυβέρνηση «να συνεχίσει να κινείται στον δρόμο της δημοσιονομικής σταθερότητας και της περαιτέρω μείωσης του χρέους». Η επισήμανση αποτελεί ταυτόχρονα τροχιοδεικτική βολή για το ποιος θα πληρώσει αυτές τις δαπάνες, ώστε να μη διαταραχθεί η «δημοσιονομική σταθερότητα» για το κεφάλαιο και την κερδοφορία του. Η απάντηση είναι αυτονόητη: Ο λαός. Σ' αυτόν ετοιμάζονται να φορτώσουν την πολεμική προετοιμασία, με περικοπές σε κρατικές δαπάνες που αφορούν ακόμα και στοιχειώδεις λαϊκές ανάγκες, απαιτώντας μάλιστα τη συναίνεσή του σ' αυτές.
«Η δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας υπήρξε εντυπωσιακή, αλλά οι τελευταίες εξελίξεις στην Ευρώπη επιβάλλουν διαρκή επαγρύπνηση», αναφέρει το σημείωμα, προσθέτοντας με ...περηφάνια ότι «το 2022 οι αμυντικές δαπάνες της χώρας μας ανήλθαν στο 2,6% του ΑΕΠ (...) ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν μόλις 1,3% του ΑΕΠ». Τι συνέβη όμως στη χώρα μας και σε άλλες χώρες που ξοδεύουν τεράστια ποσά για εξοπλισμούς στην υπηρεσία του ΝΑΤΟ; Σύμφωνα με τη διαπίστωση του Γραφείου, το «αντίτιμο» είναι οι «μειωμένες δημόσιες δαπάνες σε άλλους τομείς». Κι επειδή τα προνόμια, οι φοροαπαλλαγές και οι επιδοτήσεις των επιχειρηματικών ομίλων τραβούν σταθερά την ανηφόρα (πρόσφατο παράδειγμα η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών για την υπερωρία), τον λογαριασμό πληρώνουν τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, με ένταση της (έμμεσης και άμεσης) φοροληστείας και περικοπές στις λεγόμενες «κοινωνικές δαπάνες» του προϋπολογισμού.
Δεν αποτελεί άλλωστε ελληνική πρωτοτυπία: Μόλις χτες, η υπουργός Οικονομικών της Βρετανίας ανακοίνωσε περικοπές δαπανών ύψους 4,8 δισ. λιρών, για να καλύψει το «δημοσιονομικό κενό» από την αύξηση του δανεισμού, προκειμένου να φτάσουν οι πολεμικές δαπάνες στο 2,5% του ΑΕΠ. Η βρετανική κυβέρνηση συνδέει ανοιχτά την ενίσχυση του οπλοστασίου της και την πολεμική προετοιμασία με περικοπές στην «κοινωνική πρόνοια». Ταυτόχρονα, χαρακτηρίζει «αδιαπραγμάτευτη» τη δέσμευση να καλύπτονται οι δαπάνες του προϋπολογισμού από τα φορολογικά έσοδα, που σημαίνει ότι δίπλα στις περικοπές προστίθενται και αυξημένοι φόροι. Το ίδιο και στη Γερμανία, όπου τις προάλλες ψηφίστηκε η παράκαμψη του φρένου χρέους, για να φτάσουν οι πολεμικές δαπάνες στα 100 δισ. ευρώ, όσο ήταν ο συνολικός δανεισμός του κράτους για το 2022! Σύμφωνα με τον νέο υπουργό Οικονομικών, «θα πρέπει να θέσουμε προτεραιότητες για όλες τις δημόσιες δαπάνες στα επόμενα χρόνια». Οι καμπάνες χτυπούν βέβαια για τον γερμανικό λαό.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι κι αυτό της Σουηδίας, η οποία ανακοίνωσε επίσης χτες ότι θα αυξήσει μέσα στα επόμενα δέκα χρόνια τις πολεμικές δαπάνες της κατά 300 δισ. σουηδικές κορόνες (28 δισ. ευρώ), στον «μεγαλύτερο επανεξοπλισμό μετά τον Ψυχρό Πόλεμο», σύμφωνα με τον Σουηδό πρωθυπουργό, με στόχο αυτές να φτάσουν στο 3,5% του ΑΕΠ, από 2,4% σήμερα, αυξάνοντας τον κρατικό δανεισμό. Ρητορικό κι εδώ το ερώτημα ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό...
Το πρόγραμμα «ReArm Europe» που ανακοίνωσε η Κομισιόν, δείχνει ήδη τα δόντια του στους λαούς. Τα επόμενα χρόνια, το κεφάλαιο και οι κυβερνήσεις του θα απαιτήσουν νέες αιματηρές θυσίες στο όνομα της ασφάλειας, όπως ακριβώς εν καιρώ ιμπεριαλιστικής ειρήνης φόρτωσαν την καπιταλιστική κρίση στους λαούς, με περικοπές δαπανών και μειώσεις μισθών. Η απάντηση του λαού δεν μπορεί να είναι άλλη από την προετοιμασία για εφ' όλης της ύλης αναμέτρηση με την εγκληματική πολιτική τους, που σε «ειρήνη» και πόλεμο συνθλίβει δικαιώματα και ανάγκες για να θωρακίζονται τα κέρδη των μονοπωλίων. Για την ανατροπή του σάπιου καπιταλισμού, που γεννάει πολέμους και εκμετάλλευση.