ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 26 Γενάρη 2014
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗΣ ΤΥΠΟΣ
ΦΟΡΟΥΜ ΤΟΥ ΝΤΑΒΟΣ
Με φειδώ η λέξη «ανάκαμψη»

Ο Τζών Κέρι στις φετινές εργασίες του Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας
Ο Τζών Κέρι στις φετινές εργασίες του Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας
Εν μέσω της ισχυρότερης και πλέον παρατεταμένης παγκόσμιας κρίσης που κλονίζει τον καπιταλισμό την μεταπολεμική περίοδο, διενεργείται το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός της Ελβετίας με πάνω από 2.500 συμμετέχοντες από περίπου 100 χώρες, στην πλειοψηφία τους - περί τα 1.500 - διευθυντικά στελέχη μεγάλων μονοπωλιακών ομίλων και φυσικά οι ηγέτες των χωρών. Μία τέτοια «σύναξη» βρίσκεται ψηλά στη λίστα των θεμάτων όλων των μεγάλων ειδησεογραφικών πρακτορείων, στα οποία ξεχωρίζει η κοινή επισήμανση ότι αυτό που απασχολεί τους ηγέτες των χωρών είναι οι «χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης» και οι τρόποι που θα επιτευχθεί η απαιτούμενη «επανεκκίνηση» της παγκόσμιας οικονομίας.

Είναι λογικό, η προοπτική της Ευρωζώνης να βρίσκεται ανάμεσα στα ζητήματα που απασχολούν ιδιαίτερα τους συμμετέχοντες, καθώς μπορεί αυτή τη στιγμή το λεγόμενο «G2» - δηλαδή οι οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας - να «σπρώχνουν» την παγκόσμια ανάπτυξη, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά δημοσίευμα του «Reuters», ωστόσο αυτό δεν αρκεί, καθώς ήδη εμφανίζονται ανησυχητικά σημάδια στις αναδυόμενες αγορές, κάνοντας τους συμμετέχοντες στο φόρουμ να χρησιμοποιούν με φειδώ τη λέξη «ανάκαμψη». Η πορεία της Ευρωζώνης υπό αυτό το πρίσμα κρίνεται ως καθοριστικό στοιχείο, ωστόσο παρά τα όποια θετικά σημάδια εντοπίζονται σε πρόσφατες εκθέσεις - όπως αυτές της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου - όπου προβλέπεται «ανάπτυξη» των χωρών του ευρώ ως συνόλου, όταν οι αναλύσεις εξειδικεύονται για κάθε χώρα τότε τα πράγματα γίνονται πιο... ζόρικα. Είναι χαρακτηριστικό δημοσίευμα του «Euronews», όπου καταγράφονται οι ανησυχίες που εκφράζονται κατά τη διάρκεια του Φόρουμ αναφορικά με τα υψηλά ποσοστά ανεργίας που καταγράφονται στη ζώνη του Ευρώ, με χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις αυτές της Ισπανίας και της Ελλάδας, όπου ένας στους τέσσερις νέους είναι άνεργος.

Σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ειδησεογραφικό δίκτυο ο πρόεδρος του ΟΟΣΑ, Αγ. Γκουρία, εξέφρασε τη δυσφορία του ανάμεσα σε άλλα και για την υψηλή ανεργία, αλλά και για το γεγονός ότι πολλές χώρες της Ευρωζώνης «δεν έχουν κάνει τις διαρθρωτικές αλλαγές που χρειάζεται να κάνουν, επειδή δε βρέθηκαν υπό την πίεση της αγοράς» και πρόσθεσε ότι «θα πρέπει πραγματικά να γίνει ένα μεγάλο γεγονός, να είναι κάτω από την πίεση της αγοράς για να ληφθούν οι δύσκολες αποφάσεις». Ο πρόεδρος του ΟΟΣΑ, μια μέρα νωρίτερα, μιλώντας στην τηλεόραση του «Bloomberg» είχε χαρακτηρίσει την ανεργία των νέων ζήτημα που έχει λάβει «εκρηκτικές» διαστάσεις στην Ευρώπη, προκαλώντας «απογοήτευση» σε μια ολόκληρη γενιά και κάλεσε στη λήψη αποφάσεων για τον άμεσο περιορισμό του φαινομένου.

Διαφορετικές προσεγγίσεις στο πλαίσιο των ανταγωνισμών

Διαφορετική άποψη για τους τρόπους που επιχειρεί και η ΕΕ και οι άλλες ισχυρές οικονομίες του πλανήτη να εξέλθουν από την κρίση, αλλά και οι συνέπειες που προκαλούνται στις αναδυόμενες οικονομίες, προβάλλεται σε ανάλυση που δημοσιεύει το «Russia Today». Οπως αναφέρει, η σύνοδος του Νταβός, διενεργείται εν μέσω «μεταβατικής περιόδου» που διανύει η παγκόσμια οικονομία, καθώς οι ισχυρότερες χώρες του πλανήτη επιλέγουν πολιτικές τόνωσης της εσωτερικής τους ανάπτυξης, την ίδια ώρα όμως που οι ίδιες αυτές λύσεις είναι σε βάρος γειτονικών τους χωρών και εν γένει των εμπορικών τους εταίρων. Ετσι, συνεχίζει, πολλοί είναι αυτοί που σήμερα αμφισβητούν το μοντέλο κυριαρχίας των τριών παραδοσιακά ισχυρών οικονομιών, των ΗΠΑ, της ΕΕ και της Ιαπωνίας καθώς αυτές προσπαθούν, μεταξύ άλλων, να δημιουργήσουν «ευνοϊκές συνθήκες» για τις δικές τους επιχειρήσεις που λειτουργούν στο εσωτερικό της χώρας. Το άρθρο συνεχίζει επισημαίνοντας ότι όλο και περισσότερα επενδυτικά κεφάλαια από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Βρετανία, αποχωρούν από τις αναπτυσσόμενες χώρες και επιστρέφουν στις χώρες προέλευσης, προκαλώντας συνθήκες «αποβιομηχανοποίησης» των αναπτυσσόμενων χωρών, γεγονός που αποτελεί «μεγάλη απειλή» για την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα.

Δεν πάνε καλά οι λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες

Μπορεί οι λεγόμενοι «BRICS» - Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική - να αποτέλεσαν τις μηχανές της παγκόσμιας ανάπτυξης μετά την κρίση του 2008, ωστόσο σήμερα οι αναδυόμενες αγορές προκαλούν νέους κινδύνους για την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα. Το παραπάνω σημειώνεται σε εκτενές άρθρο του οικονομικού ειδησεογραφικού πρακτορείου «Bloomberg», το οποίο προσδίδει χαρακτηριστικά «επιδημίας» στις αυξανόμενες πιέσεις που δέχονται το τελευταίο διάστημα τα εθνικά νομίσματα των αναδυόμενων οικονομιών, αποτέλεσμα, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, της σταδιακής αλλαγής νομισματικής πολιτικής από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ.

Επικαλούμενο γνώμη οικονομικού αναλυτή μεγάλης δυτικής επενδυτικής τράπεζας, το δημοσίευμα αναφέρει ότι οι χώρες αυτές βρίσκονται εν μέσω ενός ιδιαίτερα «τοξικού» περιβάλλοντος, εξαιτίας της ταυτόχρονης λειτουργίας δύο επικίνδυνων στοιχείων: Της «αβεβαιότητας» που προκαλεί στους διεθνείς επενδυτές η πολιτική που θα ακολουθήσει η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ και των ανησυχιών για την πορεία της παγκόσμιας ανάπτυξης, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τους ρυθμούς ανάπτυξης της Κίνας.

Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τις προβλέψεις του ΔΝΤ που δόθηκαν στη δημοσιότητα στις 21 Γενάρη, οι ρυθμοί ανάπτυξης των αναδυόμενων αγορών θα κινηθούν στο 5,1%, στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2001, ενώ την ίδια στιγμή αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις του για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, στο 2,2% από 2% που ανέφερε η πρόβλεψη του προηγούμενου Οκτώβρη.

Τέλος, αφού αναφέρεται στην πτώση που σημειώνουν τις τελευταίες ημέρες τα νομίσματα μιας σειράς χωρών, όπως της Τουρκίας, της Βραζιλίας, της Ν. Αφρικής, της Αργεντινής κ.ά., υπογραμμίζει την εκτίμηση οικονομικών αναλυτών, σύμφωνα με την οποία, αυτό που συμβαίνει το τελευταίο διάστημα στις αναδυόμενες οικονομίες δεν είναι τίποτα άλλο παρά «η τιμωρία των αγορών στις χώρες που ασκούνται "κακές" πολιτικές»...

Η ουσία είναι η πτώση των ρυθμών ανάπτυξης στις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες, αυτή προκαλεί και τη μη τοποθέτηση κεφαλαίων άλλων κρατών ή τη μεταφορά κεφαλαίων απ' αυτές στις πιο ισχυρές αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες.

Πιο πολλές ΑΠΕ θέλει η Γερμανία

Στο 40% - 45% της συνολικής κατανάλωσης Ενέργειας στη Γερμανία θα κυμανθεί το μερίδιο των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας έως το 2025 και έως το 2035 θα φτάσει στο 60%, σύμφωνα με τα σχέδια του κυβερνητικού συνασπισμού. Τα παραπάνω ανακοινώθηκαν την περασμένη βδομάδα, την ίδια στιγμή που η Κομισιόν έδινε στη δημοσιότητα το δικό της σχέδιο για την ανάπτυξη των ΑΠΕ, το οποίο θέτει ως στόχο για τις ΑΠΕ το 27%, κάτι που χαρακτηρίστηκε από τη Γερμανία ως «φρένο» στην περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου. Κατά τον υπουργό Οικονομίας και Ενέργειας της Γερμανίας η προστασία του κλίματος συνεπάγεται την περαιτέρω ανάπτυξη των ΑΠΕ, την ίδια στιγμή που η υπουργός Περιβάλλοντος Μπάρμπαρα Χέντρικς, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο η Γερμανία να στραφεί εκ νέου στην πυρηνική ενέργεια για την κάλυψη των ενεργειακών της αναγκών, όταν πριν από τρία χρόνια η Γερμανία είχε δεσμευτεί να κλείσει όλα τα πυρηνικά της εργοστάσια μέχρι το 2022. Η ουσία, βεβαίως, είναι διαφορετική. Η Γερμανία θέλει την προώθηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, επειδή δικά της μονοπώλια την προωθούν. Πρόκειται για ανταγωνισμό μονοπωλίων διαφορετικών τομέων Ενέργειας.

Η πρώτη πτώχευση κινεζικού επενδυτικού ταμείου;

Σε μία περίοδο που το λεγόμενο «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα της Κίνας αυξάνει ολοένα την πιστωτική του επέκταση - που μπορεί να αγγίζει ακόμη και τα 4,8 τρισ. δολάρια σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις - τις επόμενες ημέρες ενδέχεται να καταγραφεί η πρώτη κατάρρευση κινεζικού επενδυτικού ταμείου, του «China Credit Trust Co.», αξίας 500 εκατ. δολαρίων, καθώς, όπως προειδοποίησε η διοίκησή του, μπορεί στις 31 Γενάρη που λήγει μια κατηγορία επενδυτικών προϊόντων να μην είναι σε θέση να πληρώσει τους κατόχους τους.

Σε ανάλογες περιπτώσεις στο παρελθόν μετά από παρέμβαση των κινεζικών αρχών, τέτοια επεισόδια αποφεύγονταν με την άμεση παροχή ρευστότητας, ωστόσο σήμερα, για λόγους που συνδέονται με προσπάθειες της κινέζικης κυβέρνησης να ελέγξει το «σκιώδες» τραπεζικό σύστημα, αφήνεται ανοιχτό το ενδεχόμενο μη παρέμβασης. Πάντως διεθνείς οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι τελικά δεν πρόκειται να γίνει μία τέτοια επιλογή, καθώς θα επέφερε πολλαπλές συνέπειες στην κινεζική οικονομία, όπως απότομη αύξηση επιτοκίων ή έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η πολιτική αφειδούς παροχής πίστωσης που ακολουθούν οι κινεζικές τράπεζες έχει δημιουργήσει ένα «κρυφό» ιδιωτικό χρέος που ορισμένες εκτιμήσεις έχουν αποκαλέσει ως τη «μητέρα όλων των πιστωτικών βομβών» του πλανήτη...



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ