ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 19 Μάρτη 2006
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
Εργα και ημέρες της ιταλικής «κεντροαριστεράς»

Με αφορμή τις εκλογές στην Ιταλία τον Απρίλη

Από μεγάλη διαδήλωση των Ιταλών εργαζομένων ενάντια στα μέτρα για την απασχόληση το Μάρτη του 2005

Associated Press

Από μεγάλη διαδήλωση των Ιταλών εργαζομένων ενάντια στα μέτρα για την απασχόληση το Μάρτη του 2005
Οι ιταλικές εκλογές που πλησιάζουν (9-10 του Απρίλη), αλλά και οι εξελίξεις σε άλλες χώρες - όπως και η επιτάχυνση των διεργασιών ανάμεσα σε ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ στην πατρίδα μας - έχουν φέρει ξανά στην επιφάνεια τη συζήτηση περί «κεντροαριστεράς», και μάλιστα μιας «κεντροαριστεράς» «αναβαπτισμένης» στην κολυμβήθρα του Σιλωάμ των «κοινωνικών φόρουμ», η οποία - υποτίθεται - θα δώσει «σάρκα και οστά» στις προσδοκίες των εργαζομένων και στις διεκδικήσεις των κινημάτων.

Εχει, λοιπόν, μια αξία να θυμηθούμε λίγα από τα έργα και ημέρες της «κεντροαριστεράς» στη γείτονα χώρα, που βρίσκεται μπροστά στις κάλπες, τη συνέπεια με την οποία η «κεντροαριστερά» υπηρέτησε τη στρατηγική του ιμπεριαλισμού και τις αναδιαρθρώσεις.

Η Ιταλία στις αρχές του '90

Η μετατροπή της ΕΟΚ σε ΕΕ με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992 και η δρομολόγηση της ΟΝΕ βρίσκουν την Ιταλία σε βαθιά κρίση. Το 1992 η ιταλική λιρέτα υποτιμάται κατά 7% και η Ιταλία αναγκάζεται να βγει εκτός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος, ενώ το δημόσιο χρέος παίρνει αστρονομικές διαστάσεις.

Μπορεί η ΕΕ να προχωρήσει δίχως μια μεγάλη χώρα και ιμπεριαλιστική δύναμη όπως η Ιταλία; Το πρόβλημα της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του Μάαστριχτ και την ένταξη στην ΟΝΕ φαίνεται ότι παίζει καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις και στις επιλογές της ιταλικής άρχουσας τάξης, και σίγουρα βρίσκεται ανάμεσα στους παράγοντες που οδηγούν στη ραγδαία ανασύνθεση του ιταλικού πολιτικού συστήματος τη δεκαετία του '90.

Ηδη από το '92 το Ιταλικό ΚΚ μεταλλάσσεται σε «Δημοκρατικό Κόμμα της Αριστεράς», ενώ η επιχείρηση «καθαρά χέρια» πυροδοτεί την αποσύνθεση του μεταπολεμικού πολιτικού συστήματος, που οδηγεί στην εξαφάνιση του αρχαιότερου (Σοσιαλιστικό) και του μεγαλύτερου (Χριστιανοδημοκρατικό) από τα πολιτικά κόμματα της χώρας, αυτά δηλαδή που αποτέλεσαν τον κορμό όλων των κυβερνητικών συνασπισμών από τη δεκαετία του '60.

Τον Αύγουστο του 1993 αντικαθίσταται το αναλογικό εκλογικό σύστημα με ένα μεικτό που μοιράζει κάποιες έδρες με πλειοψηφικό και άλλες με αναλογική κατανομή, κάτι που επιταχύνει τη διαμόρφωση των συνασπισμών του «Πόλου της ελευθερίας» («κεντροδεξιά») και της «Ελιάς» («κεντροαριστερά»). Το 1994 ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι ανακοινώνει την ίδρυση του κόμματός του και μόλις τρεις μήνες αργότερα, στις 27 του Μάρτη, ο «κεντροδεξιός» συνασπισμός του οποίου ηγείται κερδίζει τις εκλογές, που σηματοδοτούν το τέλος της λεγόμενης πρώτης δημοκρατίας. Είναι η πρώτη φορά που αναμετρώνται εκλογικά στην Ευρώπη δύο τέτοιοι συνασπισμοί.

Από την «κεντροδεξιά» στην «κεντροαριστερά»

Η «κεντροδεξιά» κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του 1994 διήρκεσε μόλις λίγους μήνες. Η σκληρή λιτότητα για την επίτευξη των κριτηρίων της ΟΝΕ και ιδιαίτερα η απόπειρα να περάσει ένα νόμο που θα περιέκοβε δραστικά τις συντάξεις οδηγεί σε ένα πρωτοφανές κύμα διαμαρτυρίας και εργατικών κινητοποιήσεων, που έχει ως αποτέλεσμα την πτώση της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι.

Καθώς ο Πρόεδρος της Ιταλίας αρνείται νέα προσφυγή στις κάλπες, δίνεται εντολή σχηματισμού νέας κυβέρνησης στον Λαμπέρτο Ντίνι, ο οποίος τη σχηματίζει με τη συμμετοχή και στελεχών του «κεντροαριστερού» συνασπισμού.

Η ειρωνεία είναι ότι ο Ντίνι ήταν εκείνος ο υπουργός της κυβέρνησης Μπερλουσκόνι που συνέταξε τον αντιασφαλιστικό νόμο ο οποίος οδήγησε στην πτώση της κυβέρνησης. Στις εκλογές δε του 1996 αλλάζει στρατόπεδο και κατεβαίνει με την «Ελιά» και ορίζεται υπουργός Εξωτερικών της κεντροαριστερής κυβέρνησης του Πρόντι (ο οποίος επίσης προέρχεται από τους κόλπους της χριστιανοδημοκρατίας)!

Το ανάποδο γίνεται το φθινόπωρο του 1998, όταν μετά την παραίτηση Πρόντι αναλαμβάνει πρωθυπουργός ο Ντ' Αλέμα και ορίζει υπουργούς στην «κεντροαριστερή» κυβέρνησή του και από την ...«κεντροδεξιά»!

Η κυβέρνηση Ντίνι επιτελεί το έργο της πραγματοποιώντας μια ελαφρώς «πιο ήπια» μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού - και με τις ψήφους της «αριστεράς» - η οποία άνοιξε την πόρτα στην ανατροπή του και αποτέλεσε και το επιχείρημα των μετέπειτα «κεντροδεξιών» κυβερνήσεων για το παραπέρα χτύπημά του.

1996: Η «κεντροαριστερά» του Μάαστριχτ

Στις 21 του Απρίλη του 1996 η «κεντροαριστερά» με επικεφαλής τον Ρομάνο Πρόντι κερδίζει τις εκλογές. Αυτό που χαρακτηρίζει την «κεντροαριστερή» διακυβέρνηση είναι η επιτάχυνση των ανατροπών στις εργασιακές σχέσεις και η ελαστικοποίησή τους.

Το Σεπτέμβρη του '96 ο Πρόντι υπογράφει με τις συνδικαλιστικές ηγεσίες το «Σύμφωνο απασχόλησης», το οποίο συνιστά και τη βάση για τη μεγάλη ανατροπή που φέρνει λίγο μετέπειτα ο νόμος 196/97, με τον οποίο για πρώτη φορά εισάγεται η μερική απασχόληση στην Ιταλία και τον οποίο χαρακτηρίζουν οι σχολιαστές της εποχής «τομή στην ακαμψία της ιταλικής αγοράς εργασίας».

Παράλληλα, με το νόμο 469 προωθούνται και «αποκεντρώνονται» οι λεγόμενες ενεργείς πολιτικές απασχόλησης (απασχολησιμότητα) και αργότερα με το νόμο 181/2000 «προσαρμόζεται» η έννοια του ανέργου και τίθενται περιορισμοί στα επιδόματα ανεργίας. Ο Πρόντι συγκροτεί «ομάδα σοφών» για να επεξεργαστεί την ανατροπή όλου του συστήματος Πρόνοιας, ενώ ανοίγει ο δρόμος για άσκηση ιδιωτικής επαγγελματικής δραστηριότητας των γιατρών στις δημόσιες κλινικές.

Η κυβέρνηση Πρόντι πραγματοποιεί ευρείες περικοπές (περίπου 60 δισ. δολάρια στις κοινωνικές δαπάνες!) και εφαρμόζει μέτρα λιτότητας που συναντούν τη συναίνεση ακόμα και της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, στο όνομα της ένταξης στην ΟΝΕ... Το 1997 ψηφίζεται ο πιο σκληρός προϋπολογισμός λιτότητας μεταπολεμικά!

Ωστόσο, η πολιτική του δημιουργεί έντονη δυσαρέσκεια ανάμεσα στα λαϊκά στρώματα, ξεσπούν αντιδράσεις και κλονίζεται η συνοχή του συνασπισμού του. Το 1998 η ανεργία ξεπερνά το 12,4% και αυξάνεται η φτώχεια (13% κάτω από το όριο φτώχειας, 5% εκ των οποίων σε «απόλυτη φτώχεια» και επιπλέον 8% του πληθυσμού οριακά πάνω από το επίσημο όριο φτώχειας).

Ετσι, τελικά, τον Οκτώβρη του 1998 καταψηφίζεται με διαφορά μίας ψήφου ο νέος προϋπολογισμός λιτότητας, καθώς το μεγαλύτερο μέρος της κοινοβουλευτικής ομάδας της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης ψηφίζει κατά, και ο Πρόντι παραιτείται θέτοντας τέρμα στη δεύτερη μακροβιότερη μεταπολεμική κυβέρνηση της χώρας, έχοντας εντάξει την Ιταλία στην ΟΝΕ και ανοίξει το δρόμο για τις αναδιαρθρώσεις στην αγορά εργασίας και στο σύστημα Πρόνοιας. Το Σεπτέμβρη του 1999 ο Ρομάνο Πρόντι «ανταμείβεται» και ορίζεται 10ος πρόεδρος της Κομισιόν, όπου καταγράφει σημαντικά «επιτεύγματα» (διεύρυνση ΕΕ, «ευρωσύνταγμα», δόγμα Σολάνα, κτλ.).

Αυτό το ίδιο άτομο μας παρουσιάζει σήμερα η «κεντροαριστερά» ως ...φερέγγυα εναλλακτική λύση στον ...Μπερλουσκόνι και στην πολιτική του!

Οργανο και συνεργός στα ιμπεριαλιστικά σχέδια

Η κυβέρνηση Ντ' Αλέμα, με τη συμμετοχή και «κεντροδεξιών», περνά τον προϋπολογισμό και τις περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες και ξανανοίγει το Ασφαλιστικό, με αποτέλεσμα νέο μεγαλύτερο κύμα αντιδράσεων, το 1999, όπου οι εργατοώρες που χάθηκαν σε απεργίες αυξάνονται κατά 53% σε σχέση με τον περασμένο χρόνο! Η κυβέρνηση απαντά με νέα σκληρή αντι-απεργιακή νομοθεσία, που προβλέπει μέχρι και πρόστιμα σε απεργούς!

Ωστόσο, η κυβέρνηση Ντ' Αλέμα έγινε κυρίως γνωστή για τη βρώμικη δουλιά που ανέλαβε στην προώθηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων. Ετσι, η «κεντροαριστερή» κυβέρνηση της Ιταλίας μαζί με την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα αποτελούν τους βασικούς παίκτες στη συνωμοσία που οδηγεί στην απαγωγή και παράδοση του ηγέτη των Κούρδων, Αμπντουλάχ Οτσαλάν, στην Τουρκία.

Ο ίδιος ο Ντ' Αλέμα φιγούραρε στις φωτογραφίες πλάι πλάι με τους υπόλοιπους «κεντροαριστερούς» σφαγείς Κλίντον, Μπλερ, Σρέντερ και Ζοσπέν στην περίφημη «διάσκεψη για την προοδευτική διακυβέρνηση», που φιλοξένησε στη Φλωρεντία το Νοέμβρη του 1999, στις στάχτες της Γιουγκοσλαβίας.

Ο Πρόντι για να αποσπάσει την ψήφο της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης είχε υποσχεθεί πως η Ιταλία δε θα λάβει μέρος σε μια επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας «δίχως την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ».

Στις 21 του Μάη 1999, στην κοινή συνέντευξη Τύπου του τότε γγ του ΝΑΤΟ, Χαβιέρ Σολάνα, και του Ντ' Αλέμα, ο Ιταλός πρωθυπουργός δηλώνει: «Πρώτα απ' όλα θα ήθελα να ευχαριστήσω τον γγ του ΝΑΤΟ για την αναγνώριση και ευγνωμοσύνη για τη δουλιά που κάνει η Ιταλία, με τις Ενοπλες Δυνάμεις μας, οι οποίες έχουν εμπλακεί σημαντικά στις στρατιωτικές και ανθρωπιστικές προσπάθειες της συμμαχίας».

Οντως, καθώς δίχως τη συμμετοχή και τις διευκολύνσεις της Ιταλίας και της Ελλάδας η επιδρομή του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας δε θα ήταν δυνατή, τουλάχιστον με τη μορφή που έγινε.

Οσον αφορά στον «ανθρωπισμό», με το τέλος του πολέμου η Ιταλία κλείνει τα σύνορά της στους Τσιγγάνους του Κοσσόβου, που φεύγουν κατά χιλιάδες για να σωθούν!

Αντί επιλόγου

Η «κεντροαριστερά» στην Ιταλία αποτέλεσε το πιο αποτελεσματικό όχημα για την προώθηση της ΟΝΕ, την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και την προώθηση των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων.

Η «κεντροαριστερά» και η «κεντροδεξιά» αποτελούν συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές δυνάμεις. Η πολιτική της μιας συνεχίζει και προετοιμάζει την πολιτική της άλλης στα πλαίσια της ενιαίας στρατηγικής του ιμπεριαλισμού, πολλές φορές χρησιμοποιώντας ακόμα και τα ίδια πρόσωπα!

Τα «κεντροαριστερά» σχήματα σε Ιταλία και Γαλλία προωθήθηκαν στο έδαφος ισχυρών μαζικών κινημάτων, για να εκτονώσουν τη δυσαρέσκεια και το ριζοσπαστισμό.

Γι' αυτό και σήμερα δεν αρκεί απλά να δυναμώνουν οι αγώνες. Χρειάζεται παράλληλα να ωριμάζει στο λαϊκό κίνημα η ιδέα του πολιτικού αγώνα, να δυναμώνει η συνείδηση για αλλαγές στο επίπεδο της εξουσίας προς όφελος της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων.

Το 2002 σε μια δήλωσή του ο ΓΓ της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης, Φ. Μπερτινότι, και Πρόεδρος του ΚΕΑ είπε ότι η «κεντροαριστερά μοιάζει με νεκρό που περπατάει». Το θέμα είναι να πάψουν οι μεταγγίσεις στο πτώμα...


Ν. Σ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ