ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 20 Οχτώβρη 2002
Σελ. /32
ΔΙΕΘΝΗ
ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΒΡΑΖΙΛΙΑ
Από πού έρχεται και πού πηγαίνει;

Η «ώρα έφτασε» ελπίζουν οι οπαδοί του Λούλα, και όχι μόνον

Associated Press

Η «ώρα έφτασε» ελπίζουν οι οπαδοί του Λούλα, και όχι μόνον
«Με λένε Μίρο, είμαι 10 χρόνων, αλλά είμαι πιο γνωστός σαν Μπέμπης, γιατί, όταν άρχισα να κυκλοφορώ στους δρόμους, έκλαιγα, φοβόμουν και ήθελα να γυρίσω στο σπίτι - μου κόλλησαν αυτό το παρατσούκλι, γιατί έλεγαν ότι έκλαιγα σαν μωρό - το παρατσούκλι αυτό μου 'μεινε...

...Κάτι καλό που θα μπορούσε να μου συμβεί θα 'ταν να γίνει η ζωή μου καλύτερη. Θα 'θελα να πηγαίνω στο σχολείο, να δουλεύω να βγάζω λεφτά, να γίνω αστυνομικός, να έχω ωραία ρούχα. Θα ήθελα οι άνθρωποι να μη με φοβούνται, να μ' αγαπάνε, να μου μιλάνε, να μου δίνουν σημασία...

...Μου λείπουν πολύ τ' αδέλφια μου κι ο πατέρας μου, που σκοτώθηκαν. Μισώ τους αστυνομικούς που τους σκότωσαν και θα τους εκδικηθώ... θα γίνω αστυνομικός, γιατί ο αστυνομικός μπορεί να σκοτώσει χωρίς να πάει φυλακή!».

Μπέμπης, 10 χρόνων, μαύρος

Η Βραζιλία, με σχεδόν 200 εκατομμύρια πληθυσμό και έκταση σχεδόν όσο η μισή Λατινική Αμερική, και σχεδόν ίση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι μία χώρα τεράστια, πυκνοκατοικημένη, είναι ένατη σε μέγεθος οικονομία του πλανήτη, βιομηχανοποιημένη σε βαθμό ανάλογο με αυτόν της Νοτίου Κορέας και με εξαιρετικά πλούσιους φυσικούς πόρους. Εντούτοις, πάνω από το 75% του πληθυσμού ζει σε συνθήκες απόλυτης φτώχειας και η περίπτωση που Μπέμπη δεν είναι εξαίρεση, δυστυχώς. Ο Μπέμπης, εξάλλου, είναι απλώς ένα από τα εκατομμύρια παιδιά του δρόμου, θύμα ή «παράπλευρη απώλεια» ενός οικονομικού συστήματος, που εντείνει τις οικονομικές, τις κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες. Σε μία έκθεση ταξινόμησης των κρατών του κόσμου, που πραγματοποιήθηκε πρόσφατα από τα Ηνωμένα Εθνη, η Βραζιλία εμφανίζεται ως μία από τις χώρες με τις περισσότερες και μεγαλύτερες ανισότητες στον πλανήτη. Μία χώρα όπου το χάσμα ανάμεσα στην προνομιούχο μειοψηφία και τη φτωχή πλειονότητα είναι από τα μεγαλύτερα. Σύμφωνα με κάποιους παρατηρητές, η Βραζιλία είναι ένα είδος «Ελβετινδίας», ούτως ειπείν, οι ελαχιστότατοι πλούσιοι ζουν όπως στην Ελβετία, ενώ οι φτωχοί όπως στην Ινδία.

Θλιβερός πρόλογος

Πράγματι, η Βραζιλία έχει την επονείδιστη διάκριση να έχει, σύμφωνα πάντα με τα επίσημα κυβερνητικά στοιχεία, τις ευρύτερες υφιστάμενες ανισότητες, αναφορικά, τόσο με το εισόδημα, όσο και με την κατανομή γης. Τα ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης αγγίζουν το 50% και η οικονομία της που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, ήδη από το 1998, έχει συντελέσει στη συνεχή μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων τα τελευταία πέντε χρόνια. Για να γίνει περισσότερο, όμως, κατανοητή η σύγχρονη κρίση της πολιτικής οικονομίας της χώρας, θα πρέπει ίσως να ανατρέξει έστω και εν συντομία στην πρόσφατη ιστορία της χώρας, να εστιάσει στην επιθετικότητα της επιβαλλόμενης νεοφιλελεύθερης πολιτικής και υπό αυτό το πρίσμα να εξετάσει τη διεύρυνση του πόλου και του μετώπου του Κόμματος των Εργαζομένων, που, καθώς φαίνεται και εκτός απρόοπτου, ο υποψήφιός του, Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, θα είναι ο επόμενος Πρόεδρος της χώρας.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '30, η στρατηγική απελευθερωμένου εμπορίου κατέρρευσε, καθώς η ζήτηση για αγροτικά προϊόντα - τα κύρια και μοναδικά ίσως εξαγωγικά προϊόντα της χώρας - μειώθηκε δραστικά. Για την αντιμετώπιση της κρίσης, η κυβέρνηση, υπό τον Πρόεδρο Βάργκας, εφήρμοσε μία εθνικιστική -κρατική εκβιομηχάνιση της χώρας, μοντέλο που εφαρμόστηκε και στη Νότια Κορέα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60. Μεταξύ, λοιπόν, των δεκαετιών 1940 έως 1980, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης κυμαινόταν από 6% έως 9%. Ο προστατευτισμός και οι απευθείας κρατικές επενδύσεις οδήγησαν σε έναν πολυσχιδή βιομηχανικό τομέα (πετρέλαιο και παράγωγα, υφαντουργία, ατσάλι κ.ά.) και στην ανάπτυξη μίας μεγάλης εργατικής τάξης. Εντούτοις, η εργατική τάξη στις αστικές περιοχές ενσωματώθηκε σε μεγάλο βαθμό σε συνδικάτα που ελέγχονταν από το επιχειρηματικό κράτος, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα ταξικά συνδικάτα. Φυσικά, αφ' ενός το κράτος παρείχε «κοινωνική πρόνοια» και μία σχετικά προστατευτική εργατική νομοθεσία, αφ' ετέρου όμως, ασκούσε μία επιθετική και καταπιεστική πολιτική προς τα ταξικά συνδικάτα, αλλά και όλες τις αντίθετες φωνές. Εντούτοις, στις αρχές της δεκαετίας του '60, η συμμαχία μεταξύ των ενσωματωμένων στο σύστημα συνδικάτων, της εθνικής αστικής τάξης και του κράτους οδηγήθηκε σε κρίση, εξαιτίας της πίεσης που δέχτηκαν τα ενσωματωμένα συνδικάτα και τελικά απαίτησαν μεγαλύτερη ανεξαρτησία, αύξηση των εισοδημάτων τους, οι ακτήμονες και οι αγρότες κατέλαβαν μεγάλα λατιφούντια και απαίτησαν αναδιανομή και την ίδια στιγμή όλο το φάσμα της μαρξιστικής αριστεράς κέρδιζε συνεχώς σε δύναμη και επιρροή ανάμεσα στο λαό.

Υπό το φασιστικό «σκότος»

Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1964 διατάχθηκε και οργανώθηκε φυσικά από την Ουάσιγκτον, ανέτρεψε τη νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση και κυβέρνησε με σιδερένια πυγμή έως και το 1985.

Εάν στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο η στρατηγική της χούντας είναι γνωστή, στο οικονομικό δεν έχει εξεταστεί πλήρως. Για πρώτη φορά, οι ξένες πολυεθνικές «προσγειώνονται» στη χώρα του Αμαζονίου και πραγματοποιείται η πολυπόθητη σύζευξη συμφερόντων του κράτους, της μεγαλοαστικής τάξης και των πολυεθνικών, δηλαδή το πέρασμα στη φάση του ανεπτυγμένου κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού. Αυτή η αλλαγή πλεύσης είχε ως αποτελέσματα την αλλαγή προσανατολισμού της παραγωγής από την εγχώρια αγορά προς τις διεθνείς, τη δραστική μείωση του εισοδήματος των εργαζομένων, την αύξηση του μεγέθους της εργατικής τάξης, τη μείωση κατά 50% των κρατικών βιομηχανιών, τη ραγδαία αύξηση της αυτοκινητοβιομηχανίας και της μεταλλευτικής βιομηχανίας με την αναγκαστική πια δημιουργία «μίας νέας εργατικής τάξης», με καθαρά ταξικά χαρακτηριστικά, η οποία στήριξε τα ταξικά συνδικάτα και οργανώθηκε, τελικά, ανεξάρτητα. Η πορεία αυτή οδήγησε στη δημιουργία μίας ανεξάρτητης συνομοσπονδίας, της CUT, αλλά και τη δημιουργία του Κόμματος Εργαζομένων (PT).

Στις αρχές της δεκαετίας του '90 όμως, το οικονομικό μοντέλο έδειχνε να έχει συμπληρώσει τον κύκλο, αφού περιήλθε σε κρίση, που εκφράστηκε με υπερπληθωρισμό που κυμαινόταν πάνω από 1.000%, αύξηση των δανείων, συνεπώς και των αποπληρωμών τους, και σε σχετική οικονομική απραξία, γεγονός που οδήγησε το εκλογικό σώμα να πραγματοποιήσει μία δεξιά στροφή, την οποία, όμως, δεν είχε συνειδητοποιήσει, καθώς ο Πρόεδρος Φερνάντο Ενρίκε Καρντόζο που εκλέχτηκε το 1994 ήταν γνωστός ως «σοσιαλιστής και πρώην μαρξιστής».

Στη δίνη της κρίσης

Τα οκτώ χρόνια του εντός ολίγου απερχόμενου Προέδρου Καρντόζο σήμαναν την ανατροπή 50 ετών ανάπτυξης. Ακολουθώντας τις επιταγές του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας και το μοντέλο της γειτονικής Αργεντινής - και όλοι γνωρίζουν πια ότι αυτό το μοντέλο συντέλεσε σε πραγματική «γενοκτονία» για τη γείτονα της Βραζιλίας - ιδιωτικοποίησε τις πλέον κερδοφόρες και επιτυχείς κρατικές βιομηχανίες και τράπεζες, άνοιξε και απελευθέρωσε την αγορά εργασίας της χώρας, ώστε να παρέχει πολύ φτηνό εργατικό δυναμικό για τις πολυεθνικές, οδήγησε σε καθίζηση της γιγάντιας βιομηχανίας τροφίμων, αλλά και της νέας τεχνολογίας, εκτόπισε εκατομμύρια αγρότες και υποβάθμισε τις τοπικές βιομηχανίες, συνέχισε, καθ' υποταγή πάντα, τον υπέρογκο δανεισμό από ξένες τράπεζες και διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (ΔΝΤ, ΕΕ, ΗΠΑ και Ιαπωνία δάνεισαν υπέρογκα ποσά στην κυβέρνηση Καρδόσο και τον έχρισαν «μεταρρυθμιστή»), υποθηκεύοντας όλα τα μελλοντικά κέρδη από τις εξαγωγές και απορύθμιση της οικονομίας, προκαλώντας μάλιστα σχεδόν οικολογική καταστροφή με την ασύδοτη εκμετάλλευση των δασών του Αμαζονίου, του κύριου πνεύμονα του πλανήτη. Αποτέλεσμα, η ετήσια ανάπτυξη να μην ξεπερνά το 1%, ποσοστό που αποτελούσε το μικρότερο ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας για τον 20ό αιώνα. Το εξωτερικό χρέος, από 143,8 δισ. δολάρια που ήταν το 1995, έφτασε σε 228,6 δισ. το 2001 και ξεπερνά τα 280 δισ. για το 2002, εάν συνυπολογίσει κανείς τα 30 δισ. που δόθηκαν προς τη Βραζιλία λίγο πριν τις εκλογές, προκειμένου να αποφευχθεί η πλήρης κατάρρευση και η ταυτόχρονη είσοδος στην πιο επικίνδυνη ατραπό για την παγκόσμια οικονομία, που βρίσκεται ήδη σε κρίση.

Επιπροσθέτως, εκτός των πολύ δεινών δομικών προβλημάτων που προκαλεί αυτή η κρίση, εγχώριο και διεθνές κεφάλαιο αποσύρουν κεφάλαια και επενδύσεις, ενώ εισάγονται και νέα αυστηρότερα μέτρα, προκειμένου να επιτευχθούν οι όροι για την ενσωμάτωση στην Παναμερικανική Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου, την ALCA.

Ριζοσπαστικοποίηση

Την ίδια στιγμή, οι αγώνες του βραζιλιάνικου λαού, σε όλες τις εκφάνσεις τους, ήταν πολύμορφοι, μαχητικοί και συνεχείς, γεγονός που οδήγησε σε μία ριζοσπαστικοποίηση και απαίτηση για ουσιαστική αλλαγή πλεύσης. Αυτό οδήγησε στην εκλογική σύμπραξη, από μετριοπαθών στοιχείων με το Κόμμα Εργαζομένων (PT) έως και των πλέον αριστερών, που αναδείχτηκαν ως οι μεγάλοι νικητές των εκλογών της 6ης Οκτώβρη. Το μέτωπο αυτό φαίνεται ως ο πιθανότερος νικητής, καθώς ο Λούλα προηγείται σε όλες τις δημοσκοπήσεις για το δεύτερο γύρο, με ποσοστά που κυμαίνονται έως και στο 70%. Παράλληλα, δύο ακόμη υποψήφιοι για την προεδρία, ο Τζίρο Γκόμες και ο Αντονι Γκαροτίνιο, οι οποίοι απέσπασαν πάνω από 25% των ψήφων του πρώτου γύρου, στηρίζονταν και αυτοί από ένα ευρύ φάσμα και είχαν κελεύσματα περί αλλαγής πλεύσης της χώρας. Ουσιαστικά, πάνω από το 75% του εκλογικού σώματος στήριξε υποψήφιους της ευρύτερης, όπως αποκαλείται, «βραζιλιάνικης αριστεράς».

Εντούτοις, αποτελεί πια σχεδόν κοινό τόπο η διαπίστωση ότι το τελευταίο διάστημα, ενόψει των προεδρικών εκλογών, το PT έχει στραφεί σε πιο «πραγματιστικές» θέσεις. Σ' αυτό συμφωνούν όλοι, από τις εφημερίδες της άκρας αριστεράς μέχρι το αμερικανικό «Newsweek». Τι ακριβώς, όμως, σημαίνει αυτό με όρους πραγματικής πολιτικής; Από πού «φεύγει» το PT και πού «πάει»;

Τι ελπίδες έχει μπροστά σε αυτό το χάος το PT; Με τι εφόδια έρχεται στις εκλογές ο Λούλα; Και πόσο θα μπορέσει να παραμείνει πιστός στις προεκλογικές του δεσμεύσεις, δεδομένης της πίεσης που θα δεχτεί εγχωρίως και διεθνώς; Ερωτήματα, που μένουν να απαντηθούν στο άμεσο μέλλον, αφού πρώτα λυθεί το κύριο: Ποιος θα είναι, λοιπόν, ο επόμενος Πρόεδρος; Αν και για κάποιους, το ερώτημα είναι προδιαγεγραμμένο.


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Ανάμεσα στο όνειρο και την απελπισία

Το «Κίνημα Χωρίς Γη» διεκδικεί τα αυτονόητα και αντιστέκεται σε ΔΝΤ και ΗΠΑ

Associated Press

Το «Κίνημα Χωρίς Γη» διεκδικεί τα αυτονόητα και αντιστέκεται σε ΔΝΤ και ΗΠΑ
Το στοίχημα που έχει τεθεί πια στη Βραζιλία είναι μεγάλο. Η έκβασή του μπορεί να εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες, όπως η στάση των ΗΠΑ, που φέρονται να θεωρούν, ήδη, τον Λούλα μέλος του εν γένει άξονα του κακού στη Λατινική Αμερική μαζί με τη Βενεζουέλα και την Κούβα, αλλά και από την ίδια την αποφασιστικότητα του βραζιλιάνικου κινήματος, που μάχεται χρόνια. Τμήμα αυτού του κινήματος, και το κίνημα των Ακτημόνων «Χωρίς Γη» - MST.

Σχεδόν δύο δεκαετίες τώρα, εκατομμύρια ακτημόνων χωρικών μετακινούνται άσκοπα, περιπλανώμενοι ανάμεσα στο όνειρο και την απελπισία στην ακατοίκητη απεραντοσύνη της Βραζιλίας. Από τις παρυφές των αυτοκινητοδρόμων, προχωρούν αθόρυβα μέσα στη νύχτα, καταλαμβάνοντας τα έρημα αρχοντικά των γαιοκτημόνων, όπως τουλάχιστον πράττουν τα μέλη του MST, σπάζοντας τις κλειδαριές, ανοίγουν τις πόρτες και μπαίνουν. Κάποιες φορές, τους καλωσορίζουν οι πιστολέρος από τις προσωπικές φρουρές ή τον κυβερνητικό στρατό, οι μόνοι που εξακολουθούν να έχουν απασχόληση, δουλεύουν σ' αυτήν τη «γη χωρίς δουλιά».

Το κίνημα ήδη κρίθηκε ένοχο, καθώς, όχι μόνον παραβιάζει το δικαίωμα ιδιοκτησίας των μεγαλοκτημόνων, αλλά, επιπλέον, τολμά να μη δείχνει τον προσήκοντα σεβασμό στο εθνικό καθήκον: Οι ακτήμονες - εργάτες καλλιεργούν προϊόντα που χρειάζονται για φαγητό στη γη που καταλαμβάνουν, παρόλο που η Παγκόσμια Τράπεζα αποφάσισε ότι οι χώρες του νότου δεν πρέπει να παράγουν τα δικά τους τρόφιμα, αλλά να ζουν από τα υποκατάστατα που θα ζητιανέψουν από την παγκόσμια αγορά.

Πρόσφατα, τα μέλη του MST κατέλαβαν το αγρόκτημα ενός επιχειρηματικού συνεταίρου του Προέδρου της χώρας, στην πολιτεία του Σάο Πάολο, ως ανταπόδοση για τη σύλληψη 16 μελών της οργάνωσής τους, που ηγήθηκαν της κατάληψης ενός οικογενειακού αγροκτήματος του Προέδρου και λίγο αργότερα το οικογενειακό αγρόκτημα του Προέδρου ...ως ανταπόδοση για τη σύλληψη δεκάδων μελών τους...

Οι ηγέτες του MST συνέχισαν το κύμα καταλήψεων εδαφών, καθώς γι' αυτούς η κατάληψη των μη παραγωγικών αγροκτημάτων είναι ο μόνος τρόπος να πιεστεί η κυβέρνηση να προχωρήσει σε αναδιανομή εδαφών στη Βραζιλία, όπου το 20% του πληθυσμού κατέχει το 90% του καλλιεργήσιμου εδάφους. Η κυβέρνηση λέει ότι έχει δώσει, ήδη, εδάφη σε μισό εκατομμύριο οικογένειες τα τελευταία οκτώ χρόνια, ένας αριθμός που αμφισβητείται από το MST, που υποστηρίζει ότι αυτή η αναδιανομή έχει ωφελήσει.

To MST είναι το μεγαλύτερο κοινωνικό κίνημα της Λατινικής Αμερικής. Εκατοντάδες χιλιάδες ακτήμονες αγρότες έχουν αναλάβει να εκτελέσουν μόνοι τους τον αναδασμό γης, που από καιρό έπρεπε να έχει πραγματοποιηθεί, σ' αυτήν τη χώρα που από καιρό είχε βαλτώσει σε ένα στραβό και άδικο σύστημα κατανομής της γης, τη στιγμή που λιγότερο από το 3% του πληθυσμού κατέχει περισσότερο από τα 2/3 της καλλιεργήσιμης γης της Βραζιλίας!

Χρόνια αγώνων

Κι ενώ το 60% της βραζιλιάνικης καλλιεργήσιμης γης μένει ακαλλιέργητο, 25 εκατομμύρια χωρικοί παλεύουν να επιζήσουν, απασχολούμενοι σε εποχιακές αγροτικές δουλιές. Το 1985, εκατοντάδες ακτήμονες Βραζιλιάνοι αγρότες κατέλαβαν μια εγκαταλειμμένη φυτεία στα νότια της χώρας και έστησαν εκεί έναν επιτυχημένο εργατικό συνεταιρισμό. Το 1987 απέκτησαν και τους τίτλους ιδιοκτησίας αυτής της γης. Μέχρι σήμερα, περισσότερες από 250.000 οικογένειες έχουν αποκτήσει τίτλους ιδιοκτησίας στη γη που από χρόνια δουλεύανε, συνολικής επιφάνειας 60 εκατομμυρίων στρεμμάτων.

Μόνο το 1999, 25.099 οικογένειες κατέλαβαν μη παραγωγικά, αλλά καλλιεργήσιμα, εδάφη. Προς το παρόν, υπάρχουν 71.472 οικογένειες σε καταυλισμούς σε όλη τη Βραζιλία, που περιμένουν την αναγνώριση των τίτλων ιδιοκτησίας τους, από την κυβέρνηση.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, η επιτυχία του MST έγκειται στην οργανωτική του ικανότητα. Τα μέλη του, όχι μόνο κατάφεραν να εξασφαλίζουν γη, εξασφαλίζοντας έτσι και τη βεβαιότητα ότι μπορούν να θρέψουν τις οικογένειές τους, αλλά ανέπτυξαν κι ένα «εναλλακτικό πρότυπο κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης».Κι αυτή η κίνηση μεταμορφώνει δραστικά την όψη της βραζιλιάνικης υπαίθρου, αλλά και της βραζιλιάνικης πολιτικής, εν γένει.

Ωστόσο, αυτά τα κέρδη δεν αποκτήθηκαν χωρίς σημαντικό κόστος. Κοινός τόπος έχουν γίνει οι βίαιες συγκρούσεις μεταξύ του MST και της αστυνομίας, καθώς και των γαιοκτημόνων, συγκρούσεις στις οποίες έχασαν τη ζωή τους πολλοί αγρότες και οι ηγέτες τους.

Τα τελευταία 10 χρόνια, περισσότερα από 1.000 άτομα έχασαν τη ζωή τους στη Βραζιλία σε συγκρούσεις γύρω από τον έλεγχο της γης. Πριν από τον Αύγουστο του 1999, είχαν οδηγηθεί στο δικαστήριο μόνο 59 από τις περιπτώσεις δολοφονιών. Το MST αντιστάθηκε σ' αυτήν την καταπίεση και κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη ενός ευρύτατου διεθνούς δικτύου από ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων, θρησκευτικές οργανώσεις και συνδικάτα εργαζομένων.

Για να μεγιστοποιήσει την παραγωγή τροφίμων, το MST έχει δημιουργήσει 60 συνεργατικές τροφίμων, καθώς και μικρές αγροτικές βιομηχανίες. Στο εκπαιδευτικό του πρόγραμμα, συμμετέχουν 600 εκπαιδευτές, οι οποίοι προς το παρόν εργάζονται και με παιδιά και με ενήλικες. Το κίνημα ελέγχει τα δημοτικά σχολεία στους οικισμούς του, στα οποία 2.000 περίπου δάσκαλοι δουλεύουν με 50.000 παιδιά.


Χρ. Μ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ