ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 24 Αυγούστου 2008
Σελ. /28
ΔΙΕΘΝΗ
ΑΛΓΕΡΙΑ
Λουτρό αίματος «από τα παλιά» με βαθύτερα αίτια

Λίγο μετά από πρόσφατη βομβιστική ενέργεια

Associated Press

Λίγο μετά από πρόσφατη βομβιστική ενέργεια
Μία από τις αιματηρότερες βδομάδες των τελευταίων ετών έζησε η Αλγερία. Με διαφορά λιγότερο από ένα 24ωρο, μία επίθεση καμικάζι με παγιδευμένο αυτοκίνητο σε αστυνομική ακαδημία στην πόλη Λες Ισέρ, 50 χιλιόμετρα ανατολικά του Αλγερίου και άλλες δύο, σχεδόν ταυτόχρονες, βομβιστικές επιθέσεις κατά γραφείων στρατιωτικής διοίκησης και ενός ξενοδοχείου στην πόλη Μπουίρα, 100 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά του Αλγερίου, προκάλεσαν το θάνατο συνολικά 60 ανθρώπων και τραυματισμό περίπου 100. Αλλοι 11 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί σε βομβιστικές επιθέσεις, στην ίδια περιοχή, από τις αρχές Αυγούστου.

Ο απολογισμός εξαιρετικά βαρύς. Κατά κοινή ομολογία, η χώρα είχε να ζήσει μια τόσο αιματηρή βδομάδα από τη δεκαετία του '90 και ιδιαίτερα κατά την περίοδο κλιμάκωσης της εμφύλιας διαμάχης που ξέσπασε το 1992, όταν με πραξικόπημα ο στρατός ακύρωσε το δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών που αναδείκνυαν στην εξουσία τους ισλαμιστές, με κυριότερο εκπρόσωπο το Μέτωπο Ισλαμικής Σωτηρίας. Τα χρόνια που ακολούθησαν, σημαδεύτηκαν από φρικτές αιματοχυσίες και σφαγές εκατέρωθεν, με κυριότερο θύμα τους άμαχους που βρέθηκαν εγκλωβισμένοι ανάμεσα στις δύο πλευρές. Οι επίσημες εκτιμήσεις μιλούν για περισσότερους από 200.000 νεκρούς.

Από τότε, έστω και με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς, μια σχετική ηρεμία είχε επανέλθει στη χώρα.

Η «αλ Κάιντα του Μάγρεμπ»

Η αλγερινή ηγεσία από το 2000 χαμήλωσε τους τόνους. Αν και δεν τερματίστηκαν ποτέ οι στρατιωτικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις, με τη χώρα να βρίσκεται ουσιαστικά σχεδόν σε διαρκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης, ταυτοχρόνως προσέφερε αμνηστία σε όσους ισλαμιστές μαχητές παρέδιδαν τα όπλα. Η τακτική αυτή, απέφερε καρπούς ως ένα βαθμό. Εντούτοις, μικρές ομάδες ισλαμιστών ενόπλων συνέχισαν τη δράση τους.

Εξ αυτών μία, η «Οργάνωση των Σαλαφιστών για το Κήρυγμα και τη Μάχη» δεν αποδέχτηκε ποτέ να παραδώσει τα όπλα και να συμμετάσχει στο πρόγραμμα αμνηστίας, απορρίπτοντας με σκληρό ύφος τις σχετικές εκκλήσεις παλαιότερων στελεχών μεγάλων ισλαμιστικών οργανώσεων. Η δράση της συγκεκριμένης οργάνωσης ήταν σχεδόν αμελητέα μέχρι το Σεπτέμβρη του 2006 οπότε και δημοσίως ανακοίνωσε τη μετονομασία της σε «αλ Κάιντα του Μάγρεμπ» (δηλαδή της βόρειας Αφρικής). Τότε, οι αναλυτές σχολίαζαν ότι η μετονομασία αυτή δεν αντανακλούσε απαραίτητα κάποια συγκεκριμένη σύνδεση της οργάνωσης με την αλ Κάιντα αλλά περισσότερο μια απόπειρα «ιδεολογικής» ταύτισης της δράσης της με τα ισλαμιστικά εξτρεμιστικά κινήματα παγκοσμίως, προκειμένου ν' αναβαθμιστεί το προφίλ της.

Εκτοτε, σταδιακά άρχισαν ν' αυξάνονται και οι βομβιστικές επιθέσεις με αιχμή του δόρατος τις επιθέσεις αυτοκτονίας. Αιματηρά αισθητή η οργάνωση έκανε την παρουσία της το Δεκέμβρη του 2007 με βομβιστικές επιθέσεις στα γραφεία του ΟΗΕ και στο δικαστικό μέγαρο του Αλγερίου και τώρα με το λουτρό αίματος αυτής της βδομάδας.

Αντιδράσεις και εκτιμήσεις

Η αλγερινή ηγεσία διεμήνυσε ότι θ' απαντήσει «σκληρά» στις «τρομοκρατικές βαρβαρότητες», συμπληρώνοντας ότι δε θα εγκαταλείψει το πρόγραμμα αμνηστίας στο πλαίσιο της προσπάθειας εθνικής συμφιλίωσης που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια. Εντούτοις, ο αλγερινός Τύπος σχεδόν στο σύνολό του αμφισβητούσε, μετά τις τελευταίες επιθέσεις, τόσο την αποτελεσματικότητα του προγράμματος αμνηστίας όσο και την ικανότητα των αλγερινών αρχών ν' αντιμετωπίσουν την επανεμφάνιση του εφιάλτη.

Ο Τζορτζ Τζοφ, ειδικός στην περιοχή της βόρειας Αφρικής, στο Πανεπιστημιακό Κέντρο Διεθνών Σπουδών του Κέιμπριτζ, επεσήμαινε ότι πίσω από την εμφανιζόμενη ως αδυναμία της αλγερινής ηγεσίας να καταστείλει, εν τη γενέσει της, μια νέα αιματηρή «σταυροφορία» των ισλαμιστών, κρύβεται η αποτυχία των διακηρυσσόμενων πολιτικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων.Ο στρατός, επί της ουσίας, δεν έπαψε ποτέ να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στην αλγερινή πολιτική σκηνή και ουδέποτε όσοι αξιωματικοί κατηγορήθηκαν ότι εμπλέκονται σε σφαγές πολιτών με στόχο την ενοχοποίηση των ισλαμιστών μαχητών, στη δεκαετία του '90, δε λογοδότησαν σε κανενός είδους δικαιοσύνη.

Παράλληλα, ιδιαίτερα από το 2000 και μετά, η χώρα έχει γίνει αποδέκτης πολλών μεγάλων επενδύσεων, κυρίως στον τομέα της εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ έχει κλείσει αρκετές εμπορικές συμφωνίες. Η καθημερινότητα, όμως, των πολιτών δεν έχει αλλάξει. Η πλειοψηφία μαστίζεται πάντα από τη φτώχεια και την ανεργία ενώ τα συνδικαλιστικά και πολιτικά δικαιώματα παραμένουν στον «πάγο» από την, τυπικώς δημοκρατική, αλγερινή ηγεσία.

Στο έδαφος της κλιμακούμενης δυσαρέσκειας και των υπαρκτών κοινωνικο-οικονομικών σοβαρότατων προβλημάτων προσπαθούν να δράσουν οι ισλαμιστές, ακολουθώντας μια τακτική που έχει πολλάκις χρησιμοποιηθεί από ισλαμιστικά κινήματα ανά τον κόσμο. Δεν είναι προφανώς διόλου τυχαίο ότι σε όλες τις τελευταίες βομβιστικές επιθέσεις που έχει πραγματοποιήσει η «αλ Κάιντα του Μάγρεμπ», έχει θέσει ως στόχο σύμβολα - θεμέλια του καθεστώτος, όπως είναι στρατιωτικές ή αστυνομικές εγκαταστάσεις, δημόσια κτίρια ειδικής βαρύτητας, όπως το δικαστικό μέγαρο, στρατιωτικές περιπολίες και ξένους εργάτες, επισημαίνει η Καντίχα Μοχσέν Φινάν, επικεφαλής του βορειοαφρικανικού προγράμματος του γαλλικού ινστιτούτου IFRI. «Αν και μεταξύ των θυμάτων συγκαταλέγονται και πολίτες, είναι γεγονός ότι είναι ξεκάθαρη η προσπάθεια να μην τους πλήξουν γιατί απώτερος στόχος τους είναι η εξασφάλιση της συμπάθειας του απλού κόσμου» καταλήγει.

Ακόμη και οι αλγερινές αρχές παραδέχονται, πάντα υπό ανωνυμία, ότι αν και ο στρατός «χτενίζει» την περιοχή, τα αποτελέσματα δεν είναι ικανοποιητικά γιατί πιθανότατα οι μαχητές αρχίζουν να κερδίζουν τη συμπάθεια των ντόπιων που «κάνουν τα στραβά μάτια» και τους παραχωρούν την ευχέρεια να κρύβονται στα γύρω βουνά.

Στην παρούσα φάση, εκτιμούσε ο Ομάρ Μπελχουτέρ, εκδότης μίας από τις μεγαλύτερες αλγερινές εφημερίδες, της «Ελ Ουατάν», είναι μάλλον απίθανο, στόχος των ισλαμιστών εξτρεμιστών να είναι η ένοπλη κατάληψη της εξουσίας. Εντούτοις, υπογράμμιζε, το βέβαιο είναι ότι συντελούν, με τη δράση τους, στη διατήρηση της πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας, με όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά ενόψει και των προεδρικών εκλογών που προγραμματίζονται για το 2009.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ