ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τρίτη 14 Μάη 2002
Σελ. /40
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Ψυχολογικά δράματα
«Καληνύχτα μητέρα» στο θέατρο «Αργώ»

«Καληνύχτα μητέρα»
«Καληνύχτα μητέρα»
Με το συνταρακτικά σκληρό και ταυτόχρονα εκπληκτικά τρυφερό ψυχολογικό δράμα της Αμερικανίδας Μάρσα Νόρμαν «Καληνύχτα μητέρα», εγκαινίασε το νεόκτιστο, λιτά καλαίσθητο θέατρο «Αργώ» ο ομώνυμος θίασος της Αιμιλίας Υψηλάντη. Το ξεκίνημα ήταν απολύτως και καθ' όλα επιτυχές. Εργο, παράσταση, ερμηνείες προσέφεραν στο θεατή μια υψηλής ποιότητας ανοιξιάτικη θεατρική απόλαυση. Η συγγραφέας χειρίζεται ένα όχι απλώς δύσκολο, αλλά παρακινδυνευμένο, εκρηκτικό και θεόπικρο θέμα, «μαεστρικά», με ισόρροπες «δόσεις» τη ρεαλιστική ανατόμηση ψυχών, χαρακτήρων, συναισθημάτων, αξιών και σχέσεων των δύο προσώπων του έργου με την κοινωνικο-ηθογραφική καθημερινότητά τους και την εξελικτική πορεία του ακραίου δράματος με ποικίλματα υποδόριας ειρωνείας, χιούμορ, ακόμα και κωμικότητας. Πρόκειται για το υπαρξιακό δράμα, εκατέρωθεν, μιας ηλικιωμένης μητέρας και της μεσήλικος περίπου κόρης της, σε μια αμερικανική κωμόπολη. Οι σχέσεις μητέρας - κόρης, βαθύτατα «τραυματικές», είναι «πασπαλισμένες» με την «άχνη» της καθημερινής ρουτίνας, της ακάματης έγνοιας της κόρης για το σπιτικό και τη μητέρα της και των ζαχαρωτών που συνεχώς λιμπίζεται η τελευταία. Η μητέρα, γυναίκα απλοϊκή, άκακη, αλλά και καλοπερασάκισσα, ασυναίσθητα εγωτική, ανυποψίαστη, αν όχι και αδιάφορη απέναντι στις συναισθηματικές ανάγκες και τα ψυχολογικά προβλήματα της επιληπτικής κόρης της, αδυνατεί να κατανοήσει, να πιστέψει και να αντιπαλέψει με όλες τις δυνάμεις της την απόφαση της κόρης της να αυτοκτονήσει. Η μάνα θεωρεί αυτονόητη την υποχρέωση της κόρης της να ζει για να της σταθεί στα γηρατειά της. Η κόρη θεωρεί αυτονόητο το δικαίωμά της να λυτρωθεί από τον τρόμο για το μέλλον που της προκαλεί η αρρώστια, η έλλειψη αγάπης και η μοναξιά της. Η τελεσίδικη απόφαση της κόρης θα υλοποιηθεί μετά από μια οδυνηρή, αλλά χωρίς μελοδραματισμούς πορεία αυτογνωσίας και αλληλοεξομολογήσεων των δυο γυναικών. Νηφάλια μόνη, η κόρη οδηγείται στο θάνατο. Σπαρακτικά μόνη, η μάνα θα τον περιμένει.

«Οντισιόν»του Γ. Μανιώτη στο «Ανοιχτό Θέατρο»
«Οντισιόν»του Γ. Μανιώτη στο «Ανοιχτό Θέατρο»
Το ανέβασμα του έργου ευτύχησε με όλους τους συντελεστές. Με το προσεκτικό δραματικό μέτρο της μετάφρασης (Χρήστος Δήμας - Αιμιλία Υψηλάντη). Με την απέριττα ρεαλιστική, λεπτομερειακά δουλεμένη ως προς τον ψυχισμό και τους χαρακτήρες των προσώπων, αποκλείουσα κάθε μελοδραματισμό, σκηνοθεσία (Χρήστος Δήμας). Με το λιτά ρεαλιστικό σκηνικό και τα αρμόζοντα κοστούμια (Κική Πίττα). Κυρίως όμως ευτύχησε υποκριτικά. Η Αιμιλία Υψηλάντη με εξαιρετική λιτότητα, εσωτερικότητα και πνευματικότητα αποκάλυψε τον τραυματικό, καταθλιπτικό ψυχισμό, αλλά και τον αξιοπρεπή, στοχαστικό χαρακτήρα της κόρης. Συγκλονιστική στο ρόλο της μάνας η Δέσποινα Μπεμπεδέλη, υπερτερώντας ως δημιουργός της συγγραφέως, πλαστούργησε μια πολυσύνθετη, γεμάτη χαρακτηρολογικές και συναισθηματικές αντιφάσεις, ανθρώπινη ύπαρξη.

Μονόπρακτα Γ. Μανιώτη στο «Ανοιχτό Θέατρο»

Ο Γιώργος Μανιώτης, δικαιωματικά, κατέχει μια ιδιαιτέρως σημαίνουσα θέση στη σύγχρονη ελληνική δραματουργία, καθώς με το κοινωνικά κριτικό, θεματολογικά τολμηρό, δραματουργικά δυναμικό, αλλά και παραγωγικότατο έργο του στις δεκαετίες του '70 και του '80 επέδρασε καθοριστικά στην εξέλιξη της δραματουργίας μας. Το θέατρο του Μανιώτη αποτέλεσε ένα ηχηρότατο «χαστούκι» στην αστική και τη μικροαστική τάξη. Ενα «κατηγορώ» για την υποκρισία, αήθεια, ασυνειδησία, φαύλα ηθικολογία των αστών, αλλά και για την «τύφλα» των μικροαστών μιμητών τους. Ανεξάρτητα από το αν οι συνθήκες του θεάτρου μας ή οι δικές του συγγραφικές αναζητήσεις χάριν της πεζογραφίας απομάκρυναν τον Μανιώτη από τη σκηνή, η παλιά θεατρική δημιουργία του παραμένει ανθεκτική, ενώ η καινούρια θα μπορούσε να συμβάλει ξανά στην παραπέρα εξέλιξη της δραματουργίας μας. Και γι' αυτό το λόγο, λοιπόν, και σαν ελπίδα «επιστροφής» του στο θέατρο, αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι ο Μανιώτης γιόρτασε τα 30 χρόνια της δραματουργίας του ανεβάζοντας ο ίδιος στο «Ανοιχτό Θέατρο», δύο μονόπρακτά του, υπό το γενικό τίτλο «Ο πιο ευαίσθητος κρίκος». Τι άλλο, αν όχι «ευαίσθητοι κρίκοι» είναι τα κεντρικά πρόσωπα των δύο μονοπράκτων του; Πρόσωπα του καιρού μας και των αδιεξόδων του. Πρόσωπα, με γνήσια ελληνική «ταυτότητα» και ταυτόχρονα οικουμενική.

Στο πρώτο μονόπρακτο, «Το νήμα», ο πολύσημος λόγος του Μανιώτη, δραματικός και ταυτόχρονα σαρκαστικά σχολιαστικός, μιλά για τα αδιέξοδα, την απελπισία, τη μοναξιά, τα αγωνιώδη ερωτηματικά, τη διάχυτη δυστυχία που γεννά στον άνθρωπο η εποχή μας και τη ζωτική ανάγκη του να κρατηθεί από κάποια πίστη, παίρνει το πρόσωπο μιας αστής. Η γυναίκα, «πεινασμένη» για αγάπη, τρυφερότητα, ουσιαστική επικοινωνία, που δεν της προσφέρουν ο κυνικός σύζυγός της και τα αδιάφορά παιδιά της, προσφεύγει σ' έναν άγνωστο για να μιλήσει σ' αυτόν, σαν να ήταν ο ψυχαναλυτής της. Για να εξομολογηθεί τον μέσα της καημό. Να βγάλει στο φως τη δίψα της ψυχής της να δίνει και να της δίνουν αγάπη. Την απελπισμένη σκέψη της πως αν δεν υπάρχει έστω «θεός», αν δε βρει κάτι να πιστεύει και να ελπίζει δεν έχει νόημα η ζωή της. Αυτό το μελαγχολικό, στοχαστικό, ψυχαναλυτικά παραληρηματικό και σχεδόν μονολογικό μονόπρακτο σκηνοθετήθηκε άριστα από τον Μανιώτη. Με ρεαλιστική αλήθεια, αλλά και πικρό χιούμορ. Με κατανόηση και συμπόνια για τον άνθρωπο. Η σοφή σκηνοθετική καθοδήγηση του Μανιώτη απέσπασε από την Μπέλλα Μπερδούση μια εξαιρετική ερμηνεία, τη σημαντικότερη σ' όλη την καριέρα της. Λιτή και αισθαντική ήταν και η ερμηνεία του Νίκου Αναστασόπουλου.

Στο δεύτερο μονόπρακτο «Οντισιόν», ο Μανιώτης με ένα θεόπικρο χιούμορ, με έναν κλαυσίγελο, μιλά για το δράμα, τα επαγγελματικά αδιέξοδα, την ανασφάλεια, την αγωνιώδη προσπάθεια των σημερινών ηθοποιών, ιδίως των νέων, να υπάρξουν επαγγελματικά και καλλιτεχνικά. «Ηρωάς» του είναι ένας νέος, από φτωχή οικογένεια, ηθοποιός, ο οποίος ελπίζοντας να βρει δουλιά προετοιμάζεται για την οντισιόν ενός θιάσου, παίζοντας στο σπίτι του αποσπάσματα μεγάλων ρόλων που διδάχθηκε στη δραματική. Η αγωνιώδης προσπάθειά του να ενσαρκώσει αληθινά, «βιωματικά» τα διάφορα θεατρικά πρόσωπα σαστίζει, εκνευρίζει, τρομάζει τη γιαγιά του. Η αφελής, ανίδεη, βασανισμένη από τη ζωή γριούλα αδυνατεί να κατανοήσει το ψυχικό βάσανο του εγγονού του. Μπερδεύει τα δικά της βάσανα και τη ζωή με το θέατρο. Αγνοεί τη διαφορά ζωής - θεάτρου. `Η, μάλλον, ασυνείδητα αντιλαμβάνεται την άρρηκτη σχέση τους. Αντιλαμβάνεται ότι η ζωή και ο κόσμος όλος είναι μια σκηνή. Συνήθως μια δραματική σκηνή, της οποίας δραματικότατα πρόσωπα είναι και οι ηθοποιοί, όταν βρίσκονται έξω από αυτήν. Ο Μανιώτης δίδαξε το μονόπρακτο με σαρκαστικό χιούμορ, με γνώση και αγάπη για τους ηθοποιούς, αποσπώντας από τον ελπιδοφόρο νεαρό ηθοποιό Γιάννη Γούνα μια εκφραστική και αισθαντική ερμηνεία και από την λαϊκής φλέβας Ειρήνη Χατζηκωνσταντή στιγμές συγκινητικής αλήθειας και αμεσότητας.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ