ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 15 Φλεβάρη 2009
Σελ. /32
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΣΥΣΤΑΣΕΙΣ» ΤΗΣ ΚΟΜΙΣΙΟΝ ΓΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ «ΕΚ ΠΕΡΙΤΡΟΠΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ»
Η πρόκληση δεν ήρθε από το πουθενά

Τα κόμματα και οι δυνάμεις του ευρωμονόδρομου, που έσπευσαν, δήθεν, να κρατήσουν αποστάσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είναι αυτοί που νομοθέτησαν προκαταβολικά το αντιδραστικό μέτρο προς όφελος των μεγαλοεργοδοτών

Η συμβολική κατάληψη του ΕΒΕΑ από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, ήταν η πρώτη απάντηση που πήρε η πρόκληση εργοδοτών - κυβέρνησης για την «εκ περιτροπής εργασία»
Η συμβολική κατάληψη του ΕΒΕΑ από τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ, ήταν η πρώτη απάντηση που πήρε η πρόκληση εργοδοτών - κυβέρνησης για την «εκ περιτροπής εργασία»
Στις αρχές του περασμένου Δεκέμβρη, ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, εκπροσωπώντας τους μεγαλοεργοδότες της Αθήνας και συνολικά την τάξη του, έριξε στο τραπέζι την πρόταση να δουλεύουν οι εργαζόμενοι τρεις ή τέσσερις φορές τη βδομάδα, με αντίστοιχη μείωση στις αποδοχές τους, προκειμένου να ξεπεράσουν οι επιχειρήσεις με το μικρότερο δυνατό κόστος την επερχόμενη οικονομική κρίση. Με άλλα λόγια, ο Κ. Μίχαλος ζήτησε από την κυβέρνηση πιο θαρρετά να σπρώξει τους εργαζόμενους στη φωλιά του λύκου, να μετακυλήσει εξ ολοκλήρου στην πλάτη τους τις συνέπειες της κρίσης, για να πάρει ανάσα η εργοδοτική κερδοφορία, τώρα που μπήκε στον κύκλο της οικονομικής κρίσης.

Οι προτάσεις του ΕΒΕΑ συμπληρώθηκαν και ολοκληρώθηκαν λίγες μέρες αργότερα, όταν ο Κ. Μίχαλος ζητούσε να καλύπτει ο ΟΑΕΔ το υπόλοιπο από το μισθό που θα έχαναν οι εργαζόμενοι σε περίπτωση εφαρμογής της «εκ περιτροπής εργασίας». Δηλαδή, να πληρώσουν οι ίδιοι οι εργατοϋπάλληλοι από την τσέπη τους (δικά τους είναι τα λεφτά του ΟΑΕΔ) το δικό τους μισθό, εξασφαλίζοντας επί της ουσίας τζάμπα - πέρα για πέρα - εργατική δύναμη στον εργοδότη τους.

Στις 5 του Δεκέμβρη, ο «Ρ» αποκάλυπτε ότι ο εκπρόσωπος των μεγαλοεργοδοτών δεν κατέβαζε ιδέες από το κεφάλι του. Κι αυτό, επειδή, τόσο η ΝΔ από το 1990, αλλά πιο ολοκληρωμένα το ΠΑΣΟΚ, σαν κυβέρνηση το 1998, είχαν φροντίσει να νομοθετήσουν προκαταβολικά για το μεγάλο κεφάλαιο, κατοχυρώνοντας με κάθε λεπτομέρεια την «εκ περιτροπής εργασία». Αλλωστε, λίγες μέρες μετά την πρώτη δημόσια διατύπωση της πρότασής του, ο Κ. Μίχαλος παραδέχτηκε ότι το νομικό πλαίσιο υπάρχει και ότι αυτό που χρειάζεται είναι η πιο αποφασιστική εφαρμογή του.

Οι «συστάσεις» της ΕΕ...

Κατά την πρόσφατη συνεδρίαση του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών της ΕΕ στις Βρυξέλλες, τη βδομάδα που μας πέρασε, το θέμα επανήλθε με πιο οξυμένο τρόπο στην επικαιρότητα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβίβασε σημείωμα προς τα μέλη του ΕΚΟΦΙΝ, ανάμεσά τους και στον Ελληνα υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών, με το οποίο απηύθυνε συστάσεις στα κράτη - μέλη να ενθαρρύνουν τη χρήση του μέτρου της εκ περιτροπής εργασίας, αλλά και της μερικής απασχόλησης, ακόμα και με «προσωρινή» αναστολή των συμβάσεων, στο όνομα δήθεν τού να μη γίνονται μαζικές απολύσεις εξαιτίας της κρίσης.

Η υποκρισία και η πρόκληση των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου ξεπέρασε κάθε όριο. Κι αυτό επειδή η καπιταλιστική ΕΕ είναι αυτή που με την πολιτική της εκτίναξε στα ύψη την κερδοφορία των πολυεθνικών και την υπερσυσσώρευση κεφαλαίων. Η αδυναμία των πολυεθνικών να επενδύσουν αυτά τα κεφάλαια - τα οποία, φυσικά, δεν «εξαϋλώθηκαν» - ξανά στην παραγωγή, με υψηλές αποδόσεις, γεννά την οικονομική κρίση.

Η καπιταλιστική ΕΕ είναι αυτή που έφτιαξε το νομικό πλαίσιο, το οποίο χρειάζονται οι μεγαλοεργοδότες για να απολύουν σύμφωνα με όσα επιτάσσει η κερδοφορία τους, χωρίς να λογοδοτούν σε κανέναν. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν οι απολύσεις προκρίνονται ως η πιο αποδοτική διέξοδος προς την άνοδο, τη διατήρηση ή την ανάκαμψη των κερδών τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι δεκάδες χιλιάδες απολύσεις από μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, κύρια από τον κλάδο της αυτοκινητοβιομηχανίας, σε χώρες - μέλη της ΕΕ που έχουν ήδη μπει στη δίνη της οικονομικής κρίσης.

Είναι φανερό, λοιπόν, ότι με τις «συστάσεις» της, η Κομισιόν δεν έχει στόχο να προστατέψει τους εργαζόμενους. Αντίθετα, δίνει στις πολυεθνικές ένα επιπλέον εργαλείο για να χτυπήσουν θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα και κατακτήσεις. Για να αντεπεξέλθουν στην οικονομική κρίση, που απειλεί την κερδοφορία ή την ίδια τους την ύπαρξη - σαν μεμονωμένες καπιταλιστικές επιχειρήσεις ή καπιταλιστικοί όμιλοι - στο πλαίσιο του ανταγωνισμού.

Πιο πέρα: Το κεφάλαιο, ακόμα και την περίοδο της κρίσης, έχει το βλέμμα στραμμένο στη φάση της ανάκαμψης, μετά το ξεπέρασμά της. Γι' αυτό και ό,τι καταφέρει να αποσπάσει τώρα, δεν πρόκειται να το επιστρέψει, όταν οι δείκτες της καπιταλιστικής ανάπτυξης αποκτήσουν ξανά ανοδική πορεία. Πολύ περισσότερο, που σε περιόδους κρίσης οι συνθήκες ευνοούν το εκβιαστικό χτύπημα των εργασιακών δικαιωμάτων, λόγω και της έλλειψης ενός ρωμαλέου ταξικού εργατικού κινήματος συνολικά στα κράτη - μέλη της ΕΕ.

...και οι νόμοι των κομμάτων της

Από αυτήν την άποψη είναι τουλάχιστον προκλητικά για τους εργαζόμενους τα όσα ακούστηκαν από τους εκπροσώπους των κομμάτων του κεφαλαίου και του ευρωμονόδρομου, μαζί και τις συνδικαλιστικές πλειοψηφίες, αυτές τις μέρες. Αυτοί που νομοθέτησαν την εκ περιτροπής εργασία στη βάση της στρατηγικής της ΕΕ, όπως έκαναν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, αυτοί που πίνουν νερό στο όνομα του ευρωμονόδρομου, όπως ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και εκείνοι που είχαν καθοριστική συμβολή στη διαμόρφωση της αντιδραστικής νομοθεσίας σε βάρος των εργαζόμενων, όπως η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ, εμφανίστηκαν να σκίζουν δήθεν τα ρούχα τους για τις «συστάσεις» της ΕΕ, δηλώνοντας με ένα στόμα ότι είναι με την πλευρά εκείνων που υπερασπίζονται τα συμφέροντα των εργαζομένων.

Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι εντελώς διαφορετική. Ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία από το αποκαλυπτικό δημοσίευμα του «Ρ» στις 5 του περασμένου Δεκέμβρη:

Με το νόμο 1892/90 της κυβέρνησης της ΝΔ, υιοθετήθηκε ο θεσμός της μερικής απασχόλησης, που άνοιξε το δρόμο για το χτύπημα, έως και την πλήρη κατάργηση της σταθερής και πλήρους εργασίας. Πατώντας σ' αυτόν το νόμο, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με το νόμο 2639/98, καθιέρωσε την εκ περιτροπής εργασία ως μια πρόσθετη μορφή μερικής απασχόλησης.

Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ προβλέπει (άρθρο 2, παράγραφος 2): «Επίσης, κατά τη σύσταση της σύμβασης εργασίας ή κατά τη διάρκειά της, ο εργοδότης και ο μισθωτός μπορούν με έγγραφη ατομική σύμβαση να συμφωνήσουν κάθε μορφή απασχόλησης εκ περιτροπής ανά ημέρα, εβδομάδα ή μήνα (...). Σε περίπτωση περιορισμού της δραστηριότητάς τους, ο εργοδότης μπορεί να επιβάλει σύστημα εκ περιτροπής απασχόλησης στην επιχείρησή του, μόνον εφόσον προηγουμένως προβεί σε διαβούλευση με τους νόμιμους εκπροσώπους των εργαζομένων. Οι συμφωνίες ή οι αποφάσεις της παραγράφου αυτής γνωστοποιούνται μέσα σε οκτώ (8) ημέρες από την κατάρτιση ή τη λήψη τους στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας».

Με άλλα λόγια, με το συγκεκριμένο νόμο, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ ενέταξε την εκ περιτροπής εργασία στη μερική απασχόληση, την οποία εισήγαγε η κυβέρνηση της ΝΔ το 1990 με το νόμο 1892. Εκ περιτροπής εργασία, σύμφωνα με την ερμηνεία του νόμου, σημαίνει μειωμένη απασχόληση, κατά την οποία ο εργαζόμενος απασχολείται μεν με πλήρες ημερήσιο ωράριο, αλλά λιγότερες από τις ισχύουσες στην επιχείρηση μέρες εργασίας.

Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ δε θα μπορούσε παρά να αφήσει τη σφραγίδα της στη διαμόρφωση της αντιδραστικής νομοθεσίας, συνδράμοντας τους εργοδότες - «κοινωνικούς εταίρους» στη μάχη που δίνουν για τα συμφέροντά τους. Η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ και η παράταξη της ΠΑΣΚΕ πρωτοστάτησαν στη διαμόρφωση του 2639/98 του ΠΑΣΟΚ. Συμμετέχοντας στον πρώτο «κοινωνικό διάλογο» το 1997, η συνδικαλιστική πλειοψηφία είχε υπογράψει το λεγόμενο «Σύμφωνο Εμπιστοσύνης κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων στην πορεία προς το 2000».

Αυτό το «Σύμφωνο» μνημονεύει η εισηγητική έκθεση του νόμου 2639, όπου αναφέρεται: «Τα μέτρα του νομοσχεδίου αποτελούν προϊόν του κοινωνικού διαλόγου που κατέληξε στο "Σύμφωνο Εμπιστοσύνης προς το 2000"». Για την υπογραφή του Σύμφωνου, μάλιστα, χρειάστηκε η διπλή ψήφος του τότε προέδρου της ΓΣΕΕ, στελέχους της ΠΑΣΚΕ και του ΠΑΣΟΚ, Χρ. Πολυζωγόπουλου. Οι ταξικές δυνάμεις, από την πρώτη στιγμή, είχαν καταδικάσει το «διάλογο» και διοργάνωσαν κινητοποιήσεις εναντίον του. Αντίθετα, οι παρατάξεις ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και ΑΠ στη ΓΣΕΕ και στην ΑΔΕΔΥ επέλεξαν να συμμετάσχουν. Προς το τέλος του «διαλόγου», ΔΑΚΕ και ΑΠ (κατά την προσφιλή της τακτική η δεύτερη) αποχώρησαν, αρνούμενες να υπογράψουν το «Σύμφωνο», αφού, όμως, πρώτα είχαν νομιμοποιήσει το «διάλογο».

Νέα αντεργατική πρόκληση

Αυτές είναι οι πλειοψηφίες που στηρίζει και ο ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ στο συνδικαλιστικό κίνημα. Αυτά είναι τα αποτελέσματα του «κοινωνικού διαλόγου», στη νομιμοποίηση του οποίου από την πρώτη στιγμή συνέβαλαν καθοριστικά και οι δυνάμεις του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ. Και προκειμένου να μην αφήσει καμιά αμφιβολία για το ποιανού τα συμφέροντα εξυπηρετεί, η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ έσπευσε την περασμένη Τετάρτη να ζητήσει συνάντηση με τις Ενώσεις των εργοδοτών, προκειμένου από κοινού (!) να αναζητήσουν τρόπους διεξόδου από την οικονομική κρίση. Ευκαιρία, βέβαια, που οι εργοδότες, με πρώτο τον ΣΕΒ, δεν άφησαν να πάει χαμένη.

Το περιεχόμενο των επιστολών που αντάλλαξαν οι «κοινωνικοί εταίροι» είναι περισσότερο από προκλητικό. Λέει η ΓΣΕΕ: «Θεωρούμε απαραίτητο, στη φάση αυτή, οι κοινωνικοί ανταγωνιστές να παρέμβουμε αποφασιστικά, για να πρυτανεύσει η σύνεση και από κοινού να αναζητηθούν οι ενδεδειγμένες πολιτικές, που θα θωρακίσουν τη χώρα από τις συνέπειες της κρίσης»(!). Και ο πρόεδρος του ΣΕΒ απαντάει: «Χαίρομαι ιδιαίτερα για την πρωτοβουλία της ΓΣΕΕ (...) Ο ΣΕΒ σταθερά προωθεί την ιδέα της συνεργασίας των κοινωνικών εταίρων, τις κοινές προτάσεις και δράσεις τους απέναντι στα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα»...


Περ. Κ.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ