Στην πορεία αυτή, νέα ώθηση έδωσε χθες η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών στην Αγκυρα, όπου Γ. Γεραπετρίτης και Χ. Φιντάν δρομολόγησαν την άμεση ενεργοποίηση όλων των ΝΑΤΟικής κοπής μέτρων και διαδικασιών που είχαν συμφωνήσει οι Κυρ. Μητσοτάκης και Ρ. Τ. Ερντογάν τον Ιούλη, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνους.
Χαρακτηριστικά ήταν όσα είπε ο Φιντάν στις δηλώσεις τους χθες μετά την «καρποφόρα» συνάντησή τους, όπως τη χαρακτήρισε. «Ξεκινήσαμε μια νέα και θετική εποχή», εκτίμησε, προσθέτοντας ότι ήδη από τη συνάντηση Ερντογάν - Μητσοτάκη τον Ιούλη «υπήρξε ταύτιση απόψεων για επίλυση των διαφορών μέσω διαλόγου». «Σήμερα παρακολουθήσαμε τα θέματα που συζητήθηκαν σε εκείνη τη συνάντηση. Κάναμε διευρυμένη αξιολόγηση των σχέσεών μας και συζητήσαμε τον οδικό χάρτη για τους επόμενους μήνες», είπε.
Σύμφωνα με όσα ανακοίνωσαν ο ίδιος και ο Γ. Γεραπτετρίτης, ο χάρτης αυτός περιλαμβάνει:
-- Συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στις 18/9, στο περιθώριο της ΓΣ του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη.
-- Συνάντηση των υφυπουργών Εξωτερικών των δύο χωρών στις 16/10 επί των λεγόμενων «πολιτικών συνομιλιών» και του «σχεδίου κοινής δράσης». Από ελληνικής πλευράς τον «πολιτικό διάλογο» θα «τρέξει» η υφυπουργός Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, ενώ το σχέδιο κοινής δράσης αφορά κατά βάση τις μπίζνες της λεγόμενης «Θετικής Ατζέντας», όπου προΐσταται ο υφυπουργός Κ. Φραγκογιάννης.
-- Επανεκκίνηση «την προσεχή περίοδο» των ΜΟΕ (σε επίπεδο υπουργείων Αμυνας) και - κατά τον Φιντάν - «συμβουλευτικές συνομιλίες».
-- Στο τέλος δε του έτους θα συνεδριάσει υπό την προεδρία Μητσοτάκη - Ερντογάν το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας (ΑΣΣ) στη Θεσσαλονίκη, με τη συμμετοχή των υπουργών Εξωτερικών και Αμυνας των δύο χωρών καθώς και υπουργών από τα λεγόμενα «οικονομικά» υπουργεία, ώστε να κλείσουν συμφωνίες για παραπέρα επιτάχυνση της διμερούς οικονομικής συνεργασίας.
Ο Φιντάν μίλησε ακόμα για «συνέχιση» της διαδικασίας, καθώς τα «προβλήματα μπορεί να επιλυθούν με εποικοδομητικό διάλογο» «άνευ προϋποθέσεων», «με βάση το Διεθνές Δίκαιο» και «αμοιβαίο σεβασμό σε δικαιώματα και συμφέροντα», προσθέτοντας ότι «συμφωνήσαμε σε νέες προσεγγίσεις για την επίλυση προβλημάτων».
Τι έβαλε ως προβλήματα, και μάλιστα πέραν της «μίας και μοναδικής διαφοράς» (ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο) όπως διατείνεται η ελληνική κυβέρνηση;
«Εχουμε διαφορές απόψεων στο Αιγαίο», ενώ «για την Ανατολική Μεσόγειο υποστηρίζουμε την αρχή του δίκαιου διαμερισμού», είπε. Για το Κυπριακό παρέπεμψε στις «γνωστές θέσεις» της Τουρκίας για «επίλυση» του ζητήματος, ενώ συμπλήρωσε ότι συζήτησαν επίσης τα περαιτέρω βήματα για «ανάπτυξη του εμπορίου και των οικονομικών σχέσεων», για τον Τουρισμό, και είπε ότι στην Τουρκία «αναμένουμε αποτελεσματική συνεργασία από τη γείτονά μας στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας», π.χ. κατά του PKK, όπως και «συνεργασία» στο Μεταναστευτικό. Δεν παρέλειψε να βάλει στην ατζέντα και «τα προβλήματα των ομογενών μας στην Ελλάδα», παρουσιάζοντας έτσι τη μουσουλμανική μειονότητα και μάλιστα υποστηρίζοντας ότι στην Τουρκία έχουν «επιλύσει τα προβλήματα της ρωμαίικης κοινότητας». Χαρακτήρισε ακόμα «μεγάλης σημασίας» την «προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς στην Ελλάδα», δηλώνοντας την «ετοιμότητα» της κυβέρνησης Ερντογάν «να βοηθήσει στην αποκατάσταση των οθωμανικών έργων στην Ελλάδα».
Ολα τα παραπάνω στο πλαίσιο της ευρύτερης συζήτησης που - όπως είπε - έγινε για «περιφερειακά θέματα, όπως οι εξελίξεις σε Ουκρανία και Λιβύη», και με την Αγκυρα να επαναλαμβάνει στο παζάρι τις «προσδοκίες» της από την ΕΕ, κατά τον Φιντάν.
Σε ανάλογο πνεύμα, ο Γεραπετρίτης μίλησε για «κλίμα συνεργασίας» «που βασίζεται στην αμοιβαία κατανόηση» και «επιτρέπει την αποκλιμάκωση κρίσεων και τη θέση γερών βάσεων για τις συζητήσεις σε όλα τα επίπεδα μεταξύ μας».
Βάζοντας θέμα να κλείσουν μέτωπα στο εσωτερικό του ευρωατλαντικού άξονα, επέμεινε ότι «η εμπειρία των τελευταίων ετών κατέδειξε με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι οι εξωγενείς κρίσεις καθίστανται κανονικότητα παρά εξαίρεση. Τούτο αναδεικνύει έτι περαιτέρω την αξία της συνεννόησης και της συνεργασίας», εξ ου και επιβεβαίωσε ότι συζήτησαν τις διμερείς σχέσεις «καθώς και για θέματα περιφερειακού και διεθνούς ενδιαφέροντος».
Θύμισε κι αυτός με τη σειρά του ότι στο ΝΑΤΟ «οι ηγέτες των δύο χωρών συμφώνησαν να ξαναπιάσουν το νήμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και να προωθήσουν τη μεταξύ μας συνεργασία», αναθέτοντας στους υπουργούς Εξωτερικών την «πολιτική καθοδήγηση της διαδικασίας αυτής (...) ώστε να υπάρχει διαρκής παρακολούθηση, ενιαία προσέγγιση και υψηλή λογοδοσία για την παραγωγή ωφέλιμων και απτών αποτελεσμάτων» όπως είπε, αποτυπώνοντας την πρεμούρα τους να καταλήξουν κάπου.
Επιβεβαίωσε επίσης ότι η συζήτηση με τον Φιντάν περιέλαβε και το Κυπριακό, την «ευρωπαϊκή προοπτική» της Τουρκίας και το Μεταναστευτικό, ενώ «σε σχέση με τις μειονότητες, μιλήσαμε και αναδείξαμε τα θέματα που τις αφορούν», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα θέματα που έβαλε η Αγκυρα.
«Βεβαίως, απαραίτητη προϋπόθεση για τη διαχείριση τόσο του Μεταναστευτικού, όσο και κάθε άλλου συναφούς ζητήματος, είναι η αντιμετώπιση των περιφερειακών κρίσεων που προκαλούν αποσταθεροποίηση στην ευρύτερη περιοχή μας», συνέχισε, βάζοντας κι αυτός τα Ελληνοτουρκικά στο ευρύτερο πλαίσιο ανταγωνισμών και ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, εξ ου και επιβεβαίωσε ότι η συζήτηση έπιασε επίσης «τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, για τη Συρία, τη Λιβύη και για τη συνεχιζόμενη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία».
«Στο πλαίσιο ακριβώς αυτής της περιφερειακής σταθερότητας, είναι σημαντικό για τις διμερείς μας σχέσεις να διατηρηθεί το κλίμα ηρεμίας στην περιοχή μας», συμπλήρωσε, δίνοντας εμμέσως το ΝΑΤΟικό υπόβαθρο της όλης συζήτησης, ενώ τόνισε την «ευθύνη» και την «ιστορική ευκαιρία» «που παρουσιάζεται και στις δύο κυβερνήσεις να εδραιώσουμε μια μακρά σχέση καλής γειτονίας για το αμοιβαίο όφελος των λαών μας και μια βιώσιμη κατάσταση ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή μας».
Στο μεταξύ, νερό στον μύλο του αποπροσανατολισμού για την ουσία των διευθετήσεων που δρομολογούνται στα Ελληνοτουρκικά, τα ΝΑΤΟικά σχέδια και αυτά της συνεκμετάλλευσης, που φέρουν και τη δική του σφραγίδα, έσπευσε να ρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ, κατηγορώντας τον Κυρ. Μητσοτάκη για «"ΙΧ εξωτερική πολιτική" για εσωτερική κατανάλωση στην επανεκκίνηση του ελληνοτουρκικού διαλόγου»!
Να σημειωθεί τέλος ότι χτες αναμενόταν να φτάσει στην Αγκυρα και ο αρμόδιος για τη Διεύρυνση Ευρωπαίος επίτροπος Ολιβερ Βαρχέλι, ο οποίος σήμερα θα συναντήσει τον Φιντάν προκειμένου να συζητήσουν τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας σε όλα τα πεδία.
Σε σχόλιό του για τη συνάντηση και τις δηλώσεις Γεραπετρίτη - Φιντάν το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει:
«Οι αναφορές στη "θετική ατζέντα" και το "κλίμα συνεργασίας", που περίσσεψαν στις δηλώσεις των δύο υπουργών Εξωτερικών, δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι στο "τραπέζι" του παζαριού έχει προ πολλού τεθεί μια μεγάλη γκάμα θεμάτων που υπερβαίνουν την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας και ακουμπούν ζητήματα κυριαρχικών δικαιωμάτων και κυριαρχίας της χώρας μας.
Αυτό "φωτογραφίζουν", άλλωστε, και οι αναφορές του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών για "διαφορές στο Αιγαίο οι οποίες συζητήθηκαν", "δίκαιο διαμοιρασμό στη ΝΑ Μεσόγειο" και "διάλογο άνευ προϋποθέσεων", στις οποίες δεν υπήρξε καμία απάντηση από τον κ. Γεραπετρίτη, πέρα από γενικόλογες αναφορές στο Διεθνές Δίκαιο.
Το ΚΚΕ εδώ και καιρό έχει προειδοποιήσει για τις αρνητικές διευθετήσεις που προετοιμάζονται υπό ΝΑΤΟική "ομπρέλα", σε βάρος των δύο λαών και των ελληνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων, με κριτήριο τη ΝΑΤΟική συνοχή στις συνθήκες - μάλιστα - του συνεχιζόμενου ιμπεριαλιστικού πολέμου και τις μπίζνες των επιχειρηματικών ομίλων που εποφθαλμιούν τον πλούτο της περιοχής. Αυτό είναι και το πραγματικό περιεχόμενο της λεγόμενης "θετικής ατζέντας".
Ο εφησυχασμός που καλλιεργεί η κυβέρνηση, με τη συναίνεση και των άλλων κομμάτων του ΝΑΤΟικού "τόξου", δεν πρέπει να περάσει. Πρόκειται για επικίνδυνους σχεδιασμούς που αντανακλούν και τη "μεγάλη εικόνα" της όξυνσης των ανταγωνισμών διεθνώς και πρέπει να συναντήσουν τη μαχητική εναντίωση του λαού μας».