ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Τετάρτη 8 Απρίλη 2009
Σελ. /40
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Κλασική γαλλική κωμωδία
«Στάχτη στα μάτια» στο «Από μηχανής θέατρο»

«Στάχτη στα μάτια»
«Στάχτη στα μάτια»
«Απόγονος» του Μαριβό, αθάνατος επίσης κωμωδιογράφος του 19ου αιώνα, «ακάθεκτα», αποκάλυπτε με τα έργα του «τις πιο δυσάρεστες πραγματικότητες. Το κωμικό του είναι φτιαγμένο από τις πιο σκληρές αλήθειες της ζωής, κοιταγμένες όμως από τη γελοιογραφική τους σκοπιά», όπως επισήμαινε μεταξύ άλλων ο Εμίλ Ζολά για τον Ευγένιο Λαμπίς (1837-1888). «Εχω αφοσιωθεί σχεδόν ολοκληρωτικά στη μελέτη του αστού, αυτού του Φιλισταίου, το ζώο που προσφέρει αμέτρητα ερεθίσματα σε όποιον μπορεί να τα δει. Είναι υπόδειγμα βλακείας που μπορούμε να τα παρουσιάσουμε στη σκηνή με χίλιους δυο τρόπους», δήλωνε ο ίδιος ο Λαμπίς. Οταν καταπιαστεί με έναν τόσο δαιμόνιο παρατηρητή της κοινωνικής και ανθρώπινης γελοιότητας, ένας σπάνιας γνωσιακής, πνευματικής, μεταφραστικής, σκηνοθετικής και αισθητικής ικανότητας καλλιτέχνης, όπως ο Νίκος Χατζόπουλος, τότε το σκηνικό αποτέλεσμα προσφέρει ευφρόσυνα νοήμον γέλιο και αισθητική απόλαυση και αποδεικνύει ότι ο δραματουργός αυτός έκανε «θέατρο μάχης», θέατρο διαχρονικό. Η παράσταση του έργου του Λαμπίς «Στάχτη στα μάτια» είναι μια πολύπλευρη, καθόλα αξιέπαινη, θεατρική δημιουργία του Ν. Χατζόπουλου. Αριστη, γλωσσικά σπιρτόζα, υφολογικά πνευματώδης η μετάφρασή του. Αψεγάδιαστου κωμικού και εκσυγχρονιστικού μέτρου, σε βάθος μελετημένη (όπως φανερώνουν τα εξαιρετικά διαφωτιστικά θεατρολογικά κείμενα που επέλεξε και παρέθεσε στο πρόγραμμα της παράστασης), απόλυτα στέρεης αισθητικής άποψης η σκηνοθεσία του. Η φαρσικά παιγνιώδης, με χιουμοριστικό οίστρο, σκηνοθετική καθοδήγηση ενέπνευσε όλους τους καλλιτεχνικούς συνεργάτες του (Εύα Μανιδάκη: λιτότατα λειτουργικό σκηνικό, Θάλεια Ιστικοπούλου: ευφάνταστα κοστούμια, Θοδωρής Αμπαζής: σαρκάζουσα μουσική, Λευτέρης Παυλόπουλος: φωτισμοί) και απέφερε ατομικά και συλλογικά εύφορες ερμηνείες των ηθοποιών. Ερμηνείες που δημιουργούν την αίσθηση ότι «ζωντανεύουν» γελοιογραφικές γκραβούρες, που μπορούν να αναλογούν στον 20ό αιώνα, αν όχι και στο σήμερα. Ερμηνείες άμιλλας, η μια καλύτερη από την άλλη, των (με σειρά εμφάνισης): Λαμπρινής Αγγελίδου (πολύ καλές οι μεταμορφώσεις της σε τέσσερις ρόλους), Μάνιας Παπαδημητρίου, Κώστα Μπερικόπουλου, Νίκου Γιαλελή, Σοφιάννας Θεοφάνους, Αλεξάνδρας Σακελλαροπούλου, Ακι Βλουτή, Δημοσθένη Ελευθεριάδη, Γιώργου Ζιόβα. Στο έργο, δυο μεσήλικα ζευγάρια μικροαστών, επιθυμώντας και οι μεν και οι δε ένα πλούσιο γάμο για το μοναχοπαίδι του, προσπαθώντας να συμπεθερέψουν, παντρεύοντας οι μεν τη μοναχοκόρη τους, οι δε το μοναχογιό τους, μηχανεύονται - και οι μεν και οι δε - πώς να δώσουν μικρή προίκα αλλά να αρπάξουν μεγάλη και αυτογελοιοποιούνται, παριστάνοντας όμως τους σπουδαίους κοινωνικά, οικονομικά, μορφωτικά, πολιτιστικά. Εκείνο που πρωτεύει και για τα δύο τα ζεύγη των γονιών δεν είναι ο έρωτας που νιώθουν οι δυο νέοι, αλλά το χρήμα. Λύση στο «παζάρι» για την προίκα τη δίνει ο θείος της κοπέλας - ένας λαϊκός άνθρωπος, ένας πολύ εργατικός, αλλά άτεκνος αγρότης, που με την προσφορά των οικονομιών του στο ερωτευμένο νεαρό ζευγάρι αποκαλύπτει και, εμμέσως, χλευάζει τη γελοιοδέστατη νοοτροπία, τη συμπεριφορά και «λογική», τη συμφεροντολογική πονηριά και τα προικοθηρικά παζάρια των μικροαστών.

«Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης»
«Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης»
«Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης», στο «Θέατρο Τέχνης»

Περίπου, έναν αιώνα πριν τον Λαμπίς, ο μεγάλος κωμωδιογραφικός «διάδοχος» του Μολιέρου, και σε βάθος χρόνου «απόγονος» της ιταλικής κομέντια ντελ άρτε, ο Μαριβό, δημιουργός ενός απολύτως προσωπικού γλωσσικού ήθους, πνευματώδους χιούμορ και φαρσικής πλοκής, «αφοσιώθηκε», σχεδόν αποκλειστικά, στην υποδορίως σατιρική κωμωδιογράφηση των ηθών, αξιών, πρακτικών, συμπεριφορών (θεσμικών, οικονομικών, οικογενειακών, ερωτικών κλπ.) μιας άλλης κοινωνικής τάξης. Της τάξης των αριστοκρατών, των πλουσίων αστών, καθώς και των κάθε λογής «δορυφόρων» και υπηρετών τους. Εκπρόσωποι αυτής της τάξης είναι τα πρόσωπα της ερωτικής κωμωδίας του «Το παιχνίδι του έρωτα και της τύχης», η οποία σε χυμώδη, αλλά και ταιριαστή στο πνευματώδες γλωσσικό ήθος του Μαριβό, μετάφραση του Γιάννη Βαρβέρη, παρουσιάζεται στο θέατρο της οδού Φρυνίχου, σε ευφρόσυνου, παιγνιώδους χιούμορ, πλαισιωμένη με τραγούδια σκηνοθεσία του άξιου και πολύπειρου Εύη Γαβριηλίδη, λιτό σκηνικό και όμορφα κοστούμια του Γιάννη Μετζικώφ, εκφραστικότατη χορογραφική κινησιολογία της Σοφίας Σπυράτου, με αρμόζοντες φωτισμούς του Λευτέρη Παυλόπουλου. Πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά είναι η «πρόσθεση» λυρικότροπων τραγουδιών σε στίχους του Κώστα Ρωσσίδη και μουσική του Κώστα Κακογιάννη, καλοδιδαγμένων από την Μαρίνα Χρονοπούλου. Ενας αριστοκράτης προορίζει έναν νεαρό και όμορφο αριστοκράτη για σύζυγο της κόρης του. Επειδή εκείνη διεκδικεί να αποφασίσει ποιον θα παντρευτεί, ο πατέρας της καταστρώνει ένα «παιχνίδι», ερήμην και της κόρης του και του υποψήφιου γαμπρού. Το ίδιο όμως «παιχνίδι» καταστρώνουν και η κόρη, με την καμαριέρα της, και ο νεαρός αριστοκράτης, με τον υπηρέτη του. Οι νεαροί αριστοκράτες ενδύονται τα ρούχα των υπηρετών τους και οι νεαροί υπηρέτες των αφεντάδων τους. Καθώς ο έρωτας ρούχα δεν κοιτά, από τα μάτια πιάνεται, στα χείλη κατεβαίνει, ο καθένας από τους τέσσερις νέους επιλέγει από ταξικό ένστικτο και αίσθημα ...το σωστό ταίρι. Η αριστοκράτισσα τον αριστοκράτη, η υπηρέτρια τον υπηρέτη. Και όλα βαίνουν κατ' ευχήν. Αλίμονο αν δε γινόταν έτσι ...την εποχή του Μαριβό. Στις συνολικά καλές ερμηνείες κυριαρχούν των Νίκου Χαραλάμπους, Στάθη Κόκκορη, Νατάσας Μαρματάκη. Αξιοσημείωτες είναι και οι ερμηνευτικές προσπάθειες των Εφης Λογγίνου, Οθωνα Μεταξά και Θοδωρή Αντωνιάδη.


ΘΥΜΕΛΗ



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ