Μια, π.χ., υπερβολική αναφορά στις επιμέρους διαφορές βαλκανικών κρατών ή και μεταξύ των δυτικο-συμμαχικών δυνάμεων, μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι χάνεται η κύρια αιτία του προβλήματος. Αντίθετα, μια αποκλειστική αναφορά στη «σε τελευταία ανάλυση» αιτία, κινδυνεύει να αποκρύψει τη σημασία των ποικίλων προβλημάτων που διαπλέκουν τον ιστό του προβλήματος, σε μια επιφανειακή απλούστευση. Οσο περισσότερο βαθαίνει η κρίση και υπεισέρχονται δυνατότεροι παράγοντες, τόσο το πρόβλημα γίνεται πιο σύνθετο. Αυτό σημαίνει ότι, κρατώντας γερά στο χέρι την κύρια αιτία του, ψάχνεις να βρεις τις πολλαπλές εκφράσεις του στο δαίδαλο του επιφανειακού και του ουσιώδους.
Ομως, παρά την αληθοφάνεια αυτής της ενέργειας, η φαινομενική αυτή στροφή χαίρει ιδιαίτερου βάθους και προοπτικής. Μετά την πραξικοπηματική άνοδο στην κυβέρνηση του Βελιγραδίου της δυτικόφιλης «Δημοκρατικής Αντιπολίτευσης», άρχισαν να ταράζονται τα ζύγια της ευρω-ατλαντικής ζυγαριάς, παρά το ότι αυτή υπήρξε η γενεσιουργός αιτία της ανόδου. Το πρόβλημα των ΗΠΑ και των συν αυτώ που συναποτελούν την ευρω-ατλαντική συμμαχία του ΝΑΤΟ είναι να επαναφέρουν την προς στιγμή διαταραχθείσα Σερβο-αλβανική σχέση στο προγενέστερο επίπεδο. Η ουσία αυτού του επιπέδου δεν είναι απλώς η μονομερής υποστήριξη των Αλβανών έναντι των Σέρβων, που έτσι κι αλλιώς υπήρξε. Η ουσία βρίσκεται στη συνεχή διατήρηση της θερμής σερβο-αλβανικής διένεξης που διασφαλίζει την αμερικανική επιδιαιτησία και εξ αυτής τον έλεγχο στην περιοχή. Π.χ., κάτω από διαφορετικές συνθήκες, η υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Αλβανία θα μπορούσε να μην είχε υπάρξει ή και να γινόταν το αντίθετο. Στο σημείο αυτό αξίζει να παρατηρηθεί αυτό που γράφω πιο πάνω, ότι δηλ. η υπερβολική μονομερής αναφορά στα επιμέρους χάνει τον μπούσουλα του κύριου που είναι τα ευρω-ατλαντικά συμφέροντα των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ κι υπαρκτής ΕΕ, ως ρυθμίζουσας δύναμης στο σκηνικό των διενέξεων στα Βαλκάνια. Ταυτόχρονα, η ιδιότυπη φαινομενική μετάλλαξη της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που επαναφέρει στο προσκήνιο την πολεμική μηχανή της Σερβίας, έστω και με τσίμπλα στα μάτια, ανοίγει ένα νέο μέτωπο στις επιμέρους εκφράσεις του κύριου άξονα της δυτικοσυμμαχικής πολιτικής. Αυτοί που κατέχουν τη «σε τελευταία ανάλυση» ερμηνεία της ιμπεριαλιστικής πολιτικής, υποχρεώνονται να επισημαίνουν με περισσότερα μάτια από πριν, τα επιμέρους συμβαίνοντα μιας συνεχούς βαθαίνουσας κρίσης. Τα αποτελέσματα σκοτεινά και απύθμενα.
Γι' αυτό και κρατούν για τον εαυτό τους τη δεύτερη, μετά τον αμερικανικό μιλιταρισμό, θέση της κατά φαντασία οικονομικής θεραπαινίδας των βομβαρδισμένων χωρών και λαών.