Συζήτηση με την συγγραφέα Εύη Κοντόρα με αφορμή τη γιορτή της «Σύγχρονης Εποχής», «Περιμένοντας τον Αϊ - Βασίλη»
Με αφορμή αυτήν την πρόσκληση και το βιβλίο της «Δώδεκα μέρες από τη ζωή του Αϊ - Βασίλη» ο «Ριζοσπάστης» μίλησε με την συγγραφέα Εύη Κοντόρα.
-- Τι κρύβεται πίσω από την πολύ πρωτότυπη και διαφορετική ιστορία του βιβλίου σας; Υπήρξε κάτι που σας ενέπνευσε;
-- Τον Απρίλη του 2009, σε κάποιο σχολείο της Αττικής, ένα παιδί της Ε' Δημοτικού με ρώτησε τι νόμιζα για την κρίση και τι μπορούσα να πω γι' αυτήν. Οσοι επισκεπτόμαστε σχολεία, είμαστε προετοιμασμένοι για «δύσκολες» ερωτήσεις. Ετσι δεν σκέφτηκα να υπεκφύγω, αν και κατάλαβα ότι δεν είχα ακόμα τον τρόπο να εξηγήσω σε παιδιά τις αληθινές αιτίες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης. Χρειαζόμουν μια διαφορετική «ματιά», μια φιγούρα αναγνωρίσιμη και δημοφιλή, προερχόμενη από έναν «άλλο» κόσμο και με απορίες όχι αναμενόμενες, σχεδόν όπως των παιδιών. Μερικές φορές, για να δώσουμε πειστικές απαντήσεις, πρέπει απλώς να δεχτούμε τις κατάλληλες ερωτήσεις.
Είχε προηγηθεί μία πολύ ωραία χριστουγεννιάτικη πρωτοβουλία από ένα βιβλιοπωλείο, που μου έδωσε την ευκαιρία να πάρω γράμματα παιδιών στα οποία έπρεπε να σκεφτώ και να απαντήσω ως «Αϊ - Βασίλης». Αλήθεια, πώς θα έβλεπε αυτός ο παχουλός, πρεσβύωπας γεροντάκος, που μοιάζει σα να γεννήθηκε με κολλημένο ένα χαμόγελο στο κοκκινομάγουλο πρόσωπό του, τα δεινά του κόσμου μας;... Θα μπορούσε άραγε ν' αναγνωρίσει τους φταίχτες;... Για να είμαι ειλικρινής, «ο δικός μου» Αϊ - Βασίλης μάλλον δεν θ' αποφάσιζε αυτήν την επίσκεψη αν δεν διέθετε ήδη μια - έστω και σύντομη - παρόμοια εμπειρία, την οποία είχα περιγράψει στο διήγημα «Την Παραμονή...», που δημοσιεύτηκε σε μια ανθολογία χριστουγεννιάτικων και πρωτοχρονιάτικων διηγημάτων (2003).
Ο συνδυασμός αυτών των δύο σημείων αναφοράς αποτέλεσε την αφετηρία μου. Οταν έκλεισε ο κύκλος της συγγραφής, αναρωτήθηκα σε ποιους μπορούσε να απευθύνεται: Για ποια «κατηγορία» αναγνωστών ήταν κατάλληλος ο Αϊ - Βασίλης μου;... Αποφάσισα ότι ο «δικός μου» Αϊ - Βασίλης δεν απευθύνεται σε «κατηγορία» αλλά σε αναγνώστες! Σε παιδιά που δεν έχουν πάψει να σκέφτονται σαν παιδιά, όμως θέλουν να ρίξουν μια μικρή, σκανταλιάρικη ματιά στον άγνωστο και κάπως τρομαχτικό κόσμο των μεγάλων. Σε μεγάλους που γνωρίζουν ότι έχουν αφήσει οριστικά τον παιδικό κόσμο αλλά επιθυμούν να ξαναβρούν το μυστικό μονοπάτι για να γυρίζουν πίσω. Σε όποιον αγαπά τον γραπτό λόγο και ανοίγει ένα βιβλίο με απόλαυση χωρίς να σκοτίζεται σε ποια «κατηγορία» ανήκει...
-- Στην επαφή σας με παιδιά - μικρούς αναγνώστες ποια είναι η εμπειρία που έχετε αποκομίσει από το ταξίδι του βιβλίου;
-- Οπλισμένη με αρκετές εμπειρίες από χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις και με «προίκα» το ολοκληρωμένο συγγραφικά Δωδεκαήμερο του Αϊ - Βασίλη στον κόσμο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, επισκέφτηκα - και συνεχίζω - αρκετά σχολεία, μιλώντας με παιδιά και απαντώντας σε γράμματα, «δανειζόμενη» τον ρόλο του. Ενας από τους στόχους μου είναι να αποκαλύπτεται η λαϊκή σμίλη που φιλοτέχνησε τα αναρίθμητα χαρακτηριστικά τα οποία απέκτησε στο πέρασμα των αιώνων ο «ανθρωπάκος των Χριστουγέννων». Κι αλήθεια, τα παιδιά πάντα εντυπωσιάζονται από τις πολλές περιπλανήσεις και μεταμορφώσεις του αφού η σημερινή εικόνα του Σάντα Κλάους, όπως είναι η παραφθορά του Σίντερ Κλάας (Αγιος Νικόλας στη γλώσσα των Ολλανδών που υπήρξαν οι «νονοί» του), πλέον δεν έχει καμιά σχεδόν σχέση με τη θρησκεία. Ενσωμάτωσε ιδιότητες από τις δοξασίες (μύθοι, παραδόσεις, παραμύθια) κάθε λαού που «κατέκτησε» ώσπου να πάρει τα «παγκόσμια» χαρακτηριστικά του. Η εξέλιξη του Αϊ-Βασίλη - Σάντα Κλάους, που κατοικεί στον μακρινό Βορρά, ακολουθεί μια χιονισμένη διαδρομή, μπαίνει στα σπίτια απ' τις καμινάδες και κυκλοφορεί με έλκηθρο και ταράνδους, είναι αποτέλεσμα της λαϊκής φαντασίας και δεν θα είχε ποτέ συντελεστεί χωρίς τα ξωτικά, τα οποία «γεννήθηκαν» μέσα στην καθημερινότητα των ανθρώπων του μόχθου και κυρίως από τη σχέση τους με το ύπαιθρο και τη φύση...
Ενα πρόβλημα μπορεί να είναι το αν, πότε και με ποιον τρόπο συνέβη η «αποκαθήλωση» αυτής της φιγούρας στη ζωή κάθε παιδιού. Προσωπικά, ο Αϊ - Βασίλης ήρθε και με «βρήκε» σε μεγάλη ηλικία - ως παιδί δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα με την αλήθεια της ύπαρξής του. Εκείνο που μ' ενοχλεί είναι η βίαιη, μερικές φορές, αλλαγή της σχέσης των παιδιών με τη φαντασία. Δεν χρειάζεται να βιαζόμαστε να τα «προσγειώσουμε», εξάλλου δεν αποκλείεται να λύσουν μόνα τους το «μυστήριο» αυτό. «Ξέρεις, μαμά...», είπε σε ανύποπτο χρόνο το μεγαλύτερο παιδί μου, «...δεν είναι ότι πιστεύω πραγματικά στον Αϊ - Βασίλη. Μ' αρέσει όμως να φαντάζομαι ότι υπάρχει κι έτσι κάνω σα να πιστεύω. Ετσι όλα είναι εντάξει...»!
-- Οι «Δώδεκα μέρες από τη ζωή του Αϊ - Βασίλη» αριθμούν πλέον 13 χρόνια ύπαρξης. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί, μιας και είναι ένα βιβλίο που μιλά για πράγματα «του καιρού του», αν έχει χάσει την επικαιρότητά του. Ποιο είναι σήμερα το επίκαιρο στοιχείο της ιστορίας;
-- Εύλογη απορία. Αν έγραφα σήμερα τις «12 μέρες», θα άλλαζα ίσως κάποια πράγματα, αλλά όχι τα βασικά. Το «δωδεκαήμερο» του Αϊ - Βασίλη στον σύγχρονο κόσμο θα ήταν, νομίζω, παρόμοιο - και μόνο το ότι βρισκόμαστε κοντύτερα σε μια γενικευμένη πολεμική σύρραξη είναι στοιχείο που αποκτά μία επιπλέον σημασία. Κατά τ' άλλα, θεωρώ πως η αιχμή της επικαιρότητας διατηρείται. Ειδικά στη 10η μέρα, όπου τα μέλη της Λέσχης 2Μ (Μεγάλη Μασαμπούκα) μαζεύονται για να συζητήσουν πώς θα τσακίσουν τους εργαζομένους τους, ενώ ταυτόχρονα ξεδιπλώνεται το κουβάρι των μεταξύ τους ανταγωνισμών, η ιστορία δεν απομακρύνεται από το σήμερα.
Το διαχρονικά επίκαιρο που, νομίζω, αφορά κάθε ιστορία, είναι η - λογοτεχνική - αποκάλυψη της συλλογικής απόφασης των καταπιεσμένων να παλέψουν για να καλυτερέψουν τη ζωή τους. Λίγο πριν από την αναχώρηση του Αϊ - Βασίλη, ένα τεράστιο πλήθος ανθρώπων κατεβαίνει σε μια δυναμική διαδήλωση, με επικεφαλής δώδεκα τυμπανιστές: «Το έβλεπε τώρα καθαρά το όραμα εκείνων των ανθρώπων. Ηθελαν να φτιάξουν έναν κόσμο αλλιώτικο... Εναν κόσμο που θα ήταν όμορφος για όλα τα παιδιά (και θα 'χε μια ξεχωριστή θέση για τον Αϊ - Βασίλη τους!)...».
Μπορεί μια χριστουγεννιάτικη γιορτή σε ένα σχολείο να αποτελέσει βήμα για να δημιουργήσουν από κοινού οι γονείς όμορφες και ευφάνταστες στιγμές για τα παιδιά; Ο «Ριζοσπάστης» μίλησε με τον Β. Π., πρόεδρο Συλλόγου Γονέων Δημοτικού Σχολείου, για μια πολύ πρωτότυπη πρωτοβουλία που ανέλαβαν:
«Λίγο μετά την ανάδειξη νέου Διοικητικού Συμβουλίου στον Σύλλογο Γονέων του σχολείου μας και ως ένα νέο εξολοκλήρου ΔΣ, κυρίως με παιδιά στις πρώτες τάξεις, άνοιξε η εξής συζήτηση: Από τη μια, διάφορα προβλήματα και ανάγκες του σχολείου, που ήρθαμε αντιμέτωποι με τη λογική πως για να καλυφθούν θα πρέπει ο Σύλλογος κι εμείς οι γονείς να βάλουμε το χέρι στην τσέπη και, από την άλλη, η παράδοση να οργανώνει ο Σύλλογος μια χριστουγεννιάτικη γιορτή ή κάποιο bazaar για τα παιδιά, ώστε να έχει έσοδα αλλά και να μπορούν τα παιδιά να χαρούν τη μέρα αυτή.
Στο μυαλό μας άρχισαν να μπαίνουν ερωτήματα...
Γιατί τα κάνουμε όλα αυτά; Για τα παιδιά.
Ποιοι θέλουμε να τα "τρέξουν"; Ολοι οι γονείς.
Θέλουμε να επιβαρύνουμε έστω και έναν οικονομικά; Οχι.
Ετσι, λοιπόν, αποφασίσαμε να το πάμε αλλιώς...
Καλέσαμε τους γονείς σε Γενική Συνέλευση και συγκροτήσαμε έναν κατάλογο εργασιών κι άλλων ζητημάτων προς επίλυση. Αυτά τα θέσαμε προς συζήτηση στο Δημοτικό Συμβούλιο, παρεμβαίνοντας διά εκπροσώπου μαζί με γονείς και πιέζοντας επίμονα, ζητώντας μάλιστα και χρονοδιάγραμμα. Ταυτόχρονα απορρίπτοντας κάθε σκέψη για εκδηλώσεις με στόχο τη συλλογή ή και το ξόδεμα χρημάτων, ξεκινήσαμε να ετοιμάζουμε μια διαφορετική γιορτή, γεμάτη χαρά, γέλιο, φαντασία και αλληλεγγύη στο δικό μας πολυθεματικό χριστουγεννιάτικο χωριό, με μηδαμινό κόστος, αφού είναι φτιαγμένο εξολοκλήρου από τα μέλη μας και το οποίο θα είναι δωρεάν για όλα τα παιδιά και τις οικογένειές τους.
Καταμερίσαμε ομάδες εργασίας εντός του ΔΣ και καλέσαμε όλους τους γονείς να συμμετάσχουν, με εντυπωσιακή ανταπόκριση. Στην προετοιμασία άλλοι γονείς ασχολούνται με την κατασκευή ξύλινων σπιτιών και το στήσιμο της γιορτής, άλλοι με τις χειροτεχνίες και τα παιχνίδια που θα συμμετάσχουν τα παιδιά, άλλοι με τη γωνιά προσφοράς και ανταλλαγής βιβλίων κι άλλοι με τα απαραίτητα κεράσματα. Ετσι το κόστος είναι ελάχιστο και για το ταμείο του Συλλόγου αλλά και για τους γονείς και το κυριότερο είναι πως η γιορτή έγινε η καλύτερη ευκαιρία να γνωριστούμε και να δουλέψουμε όλοι μαζί, και μάλιστα όσο περνάνε οι μέρες όλο και περισσότεροι συμμετέχουν με αυταπάρνηση και κέφι, όπως ακριβώς πιστεύουμε ότι πρέπει να λειτουργεί ένας Σύλλογος».