ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σάββατο 3 Νοέμβρη 2018 - Κυριακή 4 Νοέμβρη 2018
Σελ. /40
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Ξεκίνησε η «κούρσα» για τη διαδοχή της Μέρκελ

Αντιθέσεις για το μέλλον της ΕΕ και της Ευρωζώνης, σχέσεις με άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και η αυξανόμενη λαϊκή δυσαρέσκεια πυροδοτούν διεργασίες

Διαπάλη και ανησυχίες για την ΕΕ και το ευρώ αποτυπώνονται από τη «σταδιακή αποχώρηση» της Μέρκελ

Copyright 2018 The Associated

Διαπάλη και ανησυχίες για την ΕΕ και το ευρώ αποτυπώνονται από τη «σταδιακή αποχώρηση» της Μέρκελ
ΒΕΡΟΛΙΝΟ.--

Η ανακοίνωση «σταδιακής αποχώρησης» της Αγκελα Μέρκελ, σε μια περίοδο που δοκιμάζεται πιο έντονα η «συνοχή» της ΕΕ και της Ευρωζώνης ενώ παράλληλα εντείνονται οι ενδοαστικές αντιθέσεις και το παζάρι για τους όρους συμμετοχής των κρατών - μελών, σηματοδοτεί και τις ανησυχίες του γερμανικού κεφαλαίου για την ενίσχυση της θέσης του στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.

Η Μέρκελ, μετά τις μεγάλες απώλειες της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU) στις κρατιδιακές εκλογές σε Βαυαρία και Εσση, ανακοίνωσε τη Δευτέρα πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα για επανεκλογή της στην ηγεσία του κόμματος στο συνέδριο το Δεκέμβρη, ωστόσο προτίθεται να παραμείνει καγκελάριος μέχρι το τέλος της θητείας της, το 2021. Στις επόμενες εκλογές δεν θα θέσει υποψηφιότητα για καγκελάριος ή βουλευτής, ενώ δήλωσε πως δεν ενδιαφέρεται ούτε για ευρωπαϊκά αξιώματα.

Στις Βρυξέλλες η ανακοίνωση της Μέρκελ αναμένεται να έχει συνέπειες, ιδιαίτερα σε μια περίοδο σκληρού παζαριού σε μια σειρά μέτωπα, όπως η διαχείριση της μετανάστευσης, η «μεταρρύθμιση» της Ευρωζώνης, το Brexit, ο επόμενος προϋπολογισμός της ΕΕ κ.ά. Καθοριστικό θεωρείται ποιος θα την διαδεχτεί και αν «θα αντιπροσωπεύει άλλες ευρωπαϊκές πολιτικές», σύμφωνα με Ευρωενωσιακούς αξιωματούχους. Η διαπάλη για το μέλλον και το χαρακτήρα ΕΕ - Ευρωζώνης, αλλά και για τη στάση απέναντι σε άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα (ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα), φαίνεται ότι θα αποτελέσει σημαντικό κριτήριο για την εκλογή νέου προέδρου της CDU.

«Είναι προφανής η τεράστια απώλεια επιρροής της Μέρκελ τα τελευταία χρόνια», σημειώνει άρθρο της «φιλοκυβερνητικής» εφημερίδας «Frankfurter Allgemeine Zeitung». «Η καγκελάριος δεν κατάφερε ποτέ να πλειοψηφήσουν στην ΕΕ οι ιδέες της για τη μεταναστευτική πολιτική», ενώ «άλλοι παράγοντες συνέβαλαν επίσης, όπως η απροθυμία ή ανικανότητά της να αντιδράσει στις προτάσεις Μακρόν για αναδιοργάνωση της Ευρωζώνης», επισημαίνεται.

Οι υποψήφιοι διάδοχοι

Από τους τρεις επικρατέστερους υποψηφίους για την προεδρία της CDU, η γενική γραμματέας του κόμματος, Ανεγκρετ Κραμπ - Καρενμπάουερ, θεωρείται «κοντά» στην Μέρκελ, ο υπουργός Υγείας, Γενς Σπαν, εμφανίζεται πιο «συντηρητικός» και επικριτικός απέναντι στην καγκελάριο, «σηκώνοντας» (προς το παρόν) τη μετανάστευση, ενώ αίσθηση προκάλεσε η υποψηφιότητα του Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος εκτοπίστηκε από την Μέρκελ το 2002 από τη θέση του προέδρου της κοινοβουλευτικής ομάδας της CDU. Από το 2009 εργαζόταν ως σύμβουλος σε επιχειρηματικούς κολοσσούς, είναι επικεφαλής του Εποπτικού Συμβουλίου του γερμανικού τμήματος της αμερικανικής εταιρείας επενδύσεων «Blackrock» και πρόεδρος της γερμανικής ΜΚΟ «Ατλαντική Γέφυρα», που ασχολείται με τις ευρωατλαντικές σχέσεις.

«Είμαι εκ πεποιθήσεως φιλοευρωπαϊστής και διατλαντιστής (...) Εκπροσωπώ μια ανοιχτή στον κόσμο Γερμανία (...) της οποίας οι σημαντικότεροι πολιτικοί σύμμαχοι είναι οι δημοκρατίες της Δύσης. Ναι, θα επαναλάβω αυτήν τη φράση με χαρά: Οι δημοκρατίες της Δύσης», δήλωσε ο Μερτς την περασμένη βδομάδα. Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις είναι «να διατηρήσουμε τη συνοχή της Ευρωζώνης», αλλά και η μετανάστευση, η παγκοσμιοποίηση, η κλιματική αλλαγή, η ψηφιοποίηση, πρόσθεσε. Πάντως, «ο Γάλλος Πρόεδρος έλαβε από τη Γερμανία πολύ λίγες απαντήσεις για τη μεταρρύθμιση της Ευρωζώνης», επισήμανε, χωρίς να μπει σε λεπτομέρειες.

Ολο και περισσότεροι φτωχοί εργαζόμενοι και συνταξιούχοι

Η εκλογική πτώση των κομμάτων που συγκυβερνούν εδώ και χρόνια στο «μεγάλο συνασπισμό» (CDU/CSU - SPD) φανερώνει και τη μεγάλη λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στις πολιτικές που εφαρμόστηκαν και ενισχύουν το γερμανικό κεφάλαιο, η οποία όμως διοχετεύεται σε ανώδυνα για το σύστημα κανάλια, με ενίσχυση άλλων αστικών κομμάτων (κυρίως Πράσινοι και «Εναλλακτική για την Γερμανία»).

Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό απασχόλησης στη Γερμανία είναι το υψηλότερο εδώ και πολλά χρόνια και η επίσημη ανεργία έχει μειωθεί σε επίπεδα ρεκόρ (5%), το 2017 σχεδόν 1 στους 5 στη Γερμανία απειλούνταν από φτώχεια, καθώς πολλοί εργαζόμενοι - συνταξιούχοι δεν πληρώνονται αρκετά για να κρατηθούν πάνω από το όριο της φτώχειας. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας, περίπου 15,5 εκατ. άνθρωποι (19%) ζουν στα όρια της φτώχειας, με το 16,1% αυτών να απειλείται από τη φτώχεια λόγω του χαμηλού μηνιαίου εισοδήματος και όχι επειδή δεν έχει εισόδημα (μισθό, σύνταξη κ.λπ.). Πρόκειται για όλους εκείνους που αμείβονται με λιγότερο από το 60% του μέσου μισθού, δηλαδή χαμηλόμισθους, ημιαπασχολούμενους, «ευέλικτους», χαμηλοσυνταξιούχους και φυσικά ανέργους.

Ενδεικτική είναι η απόφαση της κυβέρνησης, την περασμένη βδομάδα, να αυξήσει το κατώτατο ωρομίσθιο από 8,84 ευρώ στα 9,19 ευρώ την ώρα μεικτά, στην αρχή του 2019, και στα 9,35 ευρώ από το 2020. Το κατώτατο ωρομίσθιο - καθιερώθηκε το 2015 - βρίσκεται πολύ κάτω από τον λεγόμενο μέσο μισθό στη Γερμανία και λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας (950 ευρώ) για έναν εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης, ο οποίος δεν τα βγάζει πέρα, δεδομένου του υψηλού κόστους ζωής. Η κατάσταση για τους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης είναι πολύ χειρότερη, αφού το εισόδημά τους δεν φτάνει ούτε το όριο της φτώχειας. Επιπλέον, από το κατώτατο ωρομίσθιο εξαιρούνται μεγάλα τμήματα εργαζομένων, ενώ δεν εφαρμόζεται από όλες τις επιχειρήσεις: Πέρυσι τον Απρίλη μόλις 1,4 εκατ. εργαζόμενοι το έλαβαν, ενώ περίπου 800.000 αμείφθηκαν με ακόμη λιγότερα, ενώ πληρούσαν τις προϋποθέσεις.

Η θέσπιση κατώτατου ωρομίσθιου και όχι κατώτατου μισθού από τη γερμανική κυβέρνηση δεν είναι τυχαία επιλογή, αφού εξασφαλίζει μεγαλύτερη ευελιξία στους εργοδότες για να ελέγχουν το εργασιακό «κόστος». Στην καθιέρωσή του οι επιχειρηματικοί όμιλοι στη Γερμανία προσαρμόστηκαν με: Ελάχιστες ή καθόλου μισθολογικές αυξήσεις, μείωση του ωραρίου εργασίας και αύξηση των τιμών των προϊόντων τους.


Ε. Μ.


ΗΠΑ
Πόλωση και βία στο επίκεντρο των ενδιάμεσων εκλογών

Σε κλίμα έντονης πόλωσης και όξυνσης της ενδοαστικής κόντρας σε «νευραλγικά» ζητήματα, διεξάγονται την Τρίτη 6 Νοέμβρη στις ΗΠΑ οι ενδιάμεσες βουλευτικές και πολιτειακές εκλογές. Αφορούν την ανανέωση των 435 μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων και των 35 εδρών της 100μελούς Γερουσίας, την ανάδειξη νέων κυβερνητών σε 39 πολιτείες και δημοψηφίσματα για διάφορα οικονομικά και κοινωνικά θέματα.

Φέτος, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη φορά, οι ενδιάμεσες εκλογές (λέγονται έτσι γιατί διεξάγονται στη μέση της 4ετούς προεδρικής θητείας) προβάλλουν ως έμμεσο «δημοψήφισμα» της κυβέρνησης του Προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ. Οι προεκλογικές εκστρατείες επικεντρώνονται σε θέματα που αφορούν τη σκλήρυνση της μεταναστευτικής πολιτικής, την κατάσταση της οικονομίας (που είναι σε ασθενική ανάπτυξη) και την πιθανή «μεταρρύθμιση» του συστήματος Ασφάλισης. Αντίθετα, ελάχιστα απασχολούν τα προεκλογικά επιτελεία των υποψηφίων θέματα εξωτερικής πολιτικής. Σε κάθε περίπτωση, οι ψηφοφόροι, όσοι προσέλθουν (στις αντίστοιχες εκλογές το 2014 η συμμετοχή ήταν στο 36,4%) καλούνται για άλλη μια φορά να διαλέξουν μεταξύ «Σκύλλας» και «Χάρυβδης» από τα κόμματα του κεφαλαίου.

Η όξυνση της πόλωσης στο εσωτερικό των ΗΠΑ χαρακτηρίζεται από κλιμάκωση της «πολεμικής» ρητορικής Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων, αλλά και από διαδοχικά κρούσματα μισαλλόδοξης βίας (π.χ. πρόσφατη πολύνεκρη επίθεση σε εβραϊκή συναγωγή), όπως και από την προβολή του «μπαμπούλα» των μεταναστών, με αφορμή τα καραβάνια φτωχών που κινούνται από την Κεντρική Αμερική μέσω Μεξικού προς τις ΗΠΑ, με την αμερικανική κυβέρνηση να κατεβάζει χιλιάδες στρατού. Στο προπαγανδιστικό επίπεδο, το επιτελείο Τραμπ για τη στήριξη Ρεπουμπλικάνων υποψηφίων κυκλοφορεί ένα κυνικό βίντεο που εμφανίζει έναν Μεξικανό εγκληματία ο οποίος σκότωσε δύο αστυνομικούς και την «ομολογία» ότι θα σκότωνε κι άλλους, και στη συνέχεια «παίζει» συνειρμικά με πλάνα από τα καραβάνια στα σύνορα, με το «μήνυμα» «Πόσους τέτοιους θα αφήσουν οι Δημοκρατικοί να περάσουν;» και την κατάληξη ότι «ο Τραμπ και οι Ρεπουμπλικάνοι θα κάνουν την Αμερική και πάλι ασφαλή». Στην αντιπαράθεση μπαίνει και η σκλήρυνση της στάσης των ΗΠΑ απέναντι στη Βενεζουέλα, με τον σύμβουλο Ασφαλείας Τζον Μπόλτον να ανακοινώνει την Πέμπτη νέες κυρώσεις, αυτή τη φορά σε κρατικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με το εμπόριο χρυσού. Επίσης ο Μπόλτον κατηγόρησε τη Βενεζουέλα ότι μαζί με την Κούβα και τη Νικαράγουα αποτελούν την «τρόικα της τυραννίας» στη Λατινική Αμερική. Απείλησε μάλιστα ότι αυτή η «τρόικα δεν θα διαρκέσει για πολύ» και ότι οι ΗΠΑ θα στηρίξουν τους «μαχητές της ελευθερίας», δηλαδή επιβεβαίωσε τις κινήσεις για ανατροπή κυβερνήσεων. Την ίδια φυσικά στόχευση είχαν και οι Δημοκρατικοί, αλλά με άλλη τακτική.

Στο παιχνίδι και η «παρέμβαση στις εκλογές από Ρωσία και Κίνα»

Σε αυτό το σκηνικό, φουντώνει και ο «πόλεμος» Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικάνων σχετικά με απόπειρες «αλλοίωσης» του εκλογικού αποτελέσματος από Ρωσία και Κίνα. Στο «παιχνίδι» μπήκε το Σεπτέμβρη και ο Τραμπ, που σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ κατηγόρησε την Κίνα ότι προσπαθεί να αναμειχθεί στις ενδιάμεσες εκλογές, γιατί είναι «ο πρώτος Πρόεδρος που προκαλεί την Κίνα στο θέμα του εμπορίου». Προηγουμένως, ο ανεξάρτητος ανακριτής Ρόμπερτ Μιούλερ κατηγόρησε αξιωματικούς της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας ότι είχαν «παρεισφρήσει» στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές της πρώην υπουργού Εξωτερικών και υποψήφιας των Δημοκρατικών στις προεδρικές εκλογές του 2016, Χίλαρι Κλίντον.

Κουρνιαχτός σηκώνεται και για την «ασφάλεια του μηχανισμού διεξαγωγής των εκλογών», με αφορμή έκθεση του Κογκρέσου, τον περασμένο Γενάρη, για πεπαλαιωμένα, ευάλωτα και τρωτά σε επιθέσεις χάκερς ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας, τα οποία έχουν στήσει τρεις μεγάλες εταιρείες που μοιράζονται την «πίτα» κρατικών επιχορηγήσεων.

Οπως και να 'χει, η ενδοαστική κόντρα θα συνεχιστεί στις ΗΠΑ, ανεξάρτητα από το αν θα επικρατήσουν στο Κογκρέσο οι Δημοκρατικοί (το πιθανότερο) ή εάν θα εξακολουθούν να ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι και τους τρεις θεσμικούς «πυλώνες» (Ανώτατο Δικαστήριο, Κογκρέσο και κυβέρνηση). Πάντως τα τελευταία χρόνια ξεσπάνε κάποιες εργατικές κινητοποιήσεις σε διάφορους κλάδους (π.χ. εκπαιδευτικοί, νοσηλευτές, εργάτες σε πολυκαταστήματα, ηλεκτρονικό εμπόριο κ.α.), ενώ οι τεντουπόλεις αστέγων σε αστικά κέντρα, όπως αυτά του Λος Αντζελες, αυξάνονται. Η κατάσταση ωστόσο για το λαό δεν πρόκειται να αλλάξει αν δεν υπάρξει ισχυρό ταξικό εργατικό κίνημα αμφισβήτησης του εκμεταλλευτικού συστήματος.


Δ. Ο.



Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ