Το ζήτημα του «Προγράμματος Αντιβαλλιστικών Πυραύλων» ή «Αντιβαλλιστικής Αμυνας» ή «Πολέμου των Αστρων» επανήλθε με μια διαφορετική, είναι αλήθεια, ένταση. Οταν προέκυψε στις αρχές της δεκαετίας του 1980, επί προεδρίας του Ρ. Ρίγκαν στις ΗΠΑ, η ύπαρξη της Σοβιετικής Ενωσης τού έδινε μια ξεχωριστή βαρύτητα κινδύνου. Ηταν, τότε, που η «ισορροπία του τρόμου» σήμαινε ισορροπία ενός πιθανού πυρηνικού ολοκαυτώματος. Η επαναφορά του σε διαφορετικές τωρινές συνθήκες δεν αφαιρεί τη βαρύτητα του κινδύνου. Απλά, του δίνει διαφορετική μορφή έκφρασης και περιεχομένου.
Εάν είναι σωστή η ρήση του Κλαούζεβιτς ότι «ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», τότε, η συνεχής απειλή ενός πολέμου, και μάλιστα ολοκληρωτικού, αποβλέπει στην καθολική επιβολή της πολιτικής, δηλαδή της οικονομικής ισχύος πάνω στον πλανήτη. Αυτό αποκαλύπτεται με την επιδίωξη άμεσης αμυντικής σύνδεσης, π.χ., των ΗΠΑ με αδύναμες κυρίως χώρες σε επιχειρηματικό επίπεδο. Η συμφωνία σύνδεσής τους στην έρευνα ολοκλήρωσης του σχεδίου «Πόλεμος των Αστρων» τις δένει εκ των προτέρων οικονομικά σε μόνιμη επιχειρηματική βάση, χωρίς τέλος. Τώρα οι μιλιταριστικές βιομηχανίες δε χρειάζεται να στέλνουν πλασιέ για την αγορά οπλικών συστημάτων σε «φίλιες» χώρες. Η ανανέωση των οπλικών συστημάτων θα ρέει αδιάκοπα μέσα από τον τακτικό ετήσιο προϋπολογισμό τους ως συστατικό στοιχείο των κρατικών δαπανών για την άμυνα, με την κίβδηλη μορφή της συμμετοχής σε διεθνείς αμυντικές εταιρίες.
Στην πραγματικότητα, θα πρόκειται για την καταβολή «εξόδων προστασίας» με νομότυπο επίσημο τρόπο στην ισχυρότερη μιλιταριστική μαφία που γνώρισε η ανθρωπότητα. Σε αυτή τη λογική και με λιγότερο φιλόδοξους στόχους κινείται, π.χ., η λεγόμενη συμπαραγωγή στο πλαίσιο της υπαρκτής Ευρωπαϊκής Ενωσης του μαχητικού αεροπλάνου «Eurofighter» με όλα τα παρεπόμενα του ευρω-ατλαντικού ανταγωνισμού που επιφέρει. Εδώ το ζήτημα ίσως φανεί ευκολότερο, ως μια παραπάνω πλευρά του ήδη αυξανόμενου ευρω-ενωσιακού οικονομικού ελέγχου των κρατών - μελών. Η «σύμπραξη» ή «συνεταιρισμός» ομάδων κρατών στη μιλιταριστική οικονομία δημιουργεί μια άλλη σχέση. Το κράτος, ανοιχτά κι επισήμως, γίνεται λογιστής υπερεθνικών, ιδιωτικών επιχειρηματιών, που λειτουργούν με σκοπό την πολεμική κατάκτηση.
Τέλος, η νέα ποιοτική δομή και λειτουργία που επιδιώκεται να πάρει το χρηματιστικό κεφάλαιο στη μιλιταριστική του μορφή, προδικάζει έναν άγνωστο μέχρι τώρα καπιταλιστικό ανταγωνισμό. Η συγκέντρωση και αύξηση της δύναμής του θα πάρει πολλαπλασιαστική διάσταση. Θα χρειαστεί την απόλυτη μαζοποίηση εθνών και λαών ριγμένων στην υπερεθνική χαβούζα της εκφυλιστικής κατανάλωσης των αθλίων. Μπαίνουμε σε μία νέα εποχή πολέμων κι επαναστάσεων. Ενα νέο δίλημμα προβάλλει: Σοσιαλισμός ή Βαρβαρότητα;