Το αποτέλεσμα ήταν να προκαλέσει την οργή των αγροτών, οι οποίοι τον «ξεφώνισαν», και με το δίκιο τους. Διότι το πολυδιαφημισμένο πρόγραμμα δωρεάν διανομής φρούτων στα σχολεία, ύψους περίπου 3 εκατ. ευρώ που συγχρηματοδοτείται από την ΕΕ, περιελάμβανε προϊόντα εισαγωγής, την ίδια ώρα που η ντόπια παραγωγή παραμένει είτε απούλητη, είτε παραδίδεται έναντι εξευτελιστικών τιμών στους εμπορομεσάζοντες. «Δεν ντρέπεστε λίγο; Ηρθατε να μοιράσετε εδώ ισπανικά αχλάδια; Δεν ικανοποιείται ούτε ένα από τα αιτήματά μας και έρχεστε να μοιράσετε τα συσσίτια της Φρειδερίκης στα παιδιά; Θα φέρετε κι αντίσκηνα σε λίγο να τα βάλετε μέσα. Αυτό θα είναι το επόμενό σας βήμα...», του φώναξε κάποιος αγανακτισμένος αγρότης και κάθε άλλο σχόλιο περιττεύει.
Το ρόλο του ντίλερ του κεφαλαίου έχει αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ για να τονωθεί η επιχειρηματική κερδοφορία. Κλιμάκιό του στα Γιάννενα περιόδευσε πρόσφατα με βουλευτή του στη μεταλλουργική βιομηχανία «Spider». Μια εταιρεία εισηγμένη στο Χρηματιστήριο, με εξαγωγές, που κατέχει το 60% της αγοράς στους κάδους των απορριμμάτων και το 70% στα μεταλλικά ράφια των σούπερ-μάρκετ και στην οποία οι εργάτες είναι απλήρωτοι για μήνες. Για την παρατεταμένη αυτή απλήρωτη εργασία των 300 περίπου εργατών ο ΣΥΡΙΖΑ ενοχοποίησε τις «δυσκολίες» που πρόβαλε ο βιομήχανος λόγω «έλλειψης ρευστότητας στην αγορά». Ο ΣΥΡΙΖΑ με δελτίου Τύπου κατηγόρησε μάλιστα τις τράπεζες ότι «στραγγαλίζουν παραγωγικές μονάδες οδηγώντας στην ανεργία και την εξαθλίωση τους εργαζόμενους».
Επανέλαβε δηλαδή την άποψη πως για να έχουν δουλειά και μεροκάματο οι εργάτες πρέπει να στηριχθούν τα αφεντικά γι' αυτό και ζητάει να δοθεί στο βιομήχανο κομμάτι από την πίτα των αμύθητων κερδών που δίνεται στο κεφάλαιο μέσω της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών. Σπέρνει για ακόμη μια φορά αυταπάτες στους εργαζόμενους, επιδιώκει να αποσπάσει την αποδοχή τους στην πολιτική στήριξης του κεφαλαίου ισχυριζόμενος ότι με αυτόν τον τρόπο προστατεύονται τάχα η δουλειά και τα δικαιώματα των εργατών. Πρόκειται για απροκάλυπτο εμπαιγμό και κοροιδία από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Για την εργατική τάξη έχει αποδειχθεί ουκ ολίγες φορές πως η δουλειά και τα δικαιώματά τους δε διασφαλίζονται σε καμία περίπτωση, όσα δάνεια και προνόμια και αν δοθούν στο κεφάλαιο. Και πώς θα μπορούσε άλλωστε; Είχαν και έχουν διαφορετικά και εκ διαμέτρου αντίθετα ταξικά συμφέροντα, τόσο στην ανάπτυξη, όσο και στην κρίση. Χρόνια τώρα οι καπιταλιστές μπουκώνονται από τις κυβερνήσεις με ζεστό κρατικό χρήμα κάθε μορφής χωρίς όμως αυτό να τους εμποδίζει να κλείσουν ή και να μεταφέρουν επιχειρήσεις σε άλλες χώρες, γιατί δεν αντέχουν τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό που σήμερα σε συνθήκες κρίσης είναι πιο οξυμένος, γιατί κριτήριο λειτουργίας ή όχι μιας επιχείρησης στον καπιταλισμό είναι το κέρδος του ιδιοκτήτη.
Θα το αφιερώναμε στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε κόμμα από το παραμυθάκι που αφηγείται στο λαό περί δήθεν φιλολαϊκού μείγματος διαχείρισης στο πλαίσιο του καπιταλισμού, όπως αυτό που εφαρμόζεται στις ΗΠΑ. Αξίζει όμως η καταγραφή. Σύμφωνα με έρευνα που διενήργησε η Οικονομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ (και δημοσίευσε το ηλεκτρονικό «Βήμα»):
-- Η περίφημη μεσαία τάξη, τα εισοδήματα δηλαδή τα οποία κατά παράδοση στηρίζουν την κατανάλωση και την οικονομική ευημερία στις ΗΠΑ, έχει υποστεί μείζονα βλάβη από την τεράστια αναδιανομή του πλούτου υπέρ των πλουσίων, που έλαβε χώρα την τελευταία 30ετία.
-- Το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών κατέχει το 40% του πλούτου που υπάρχει στις ΗΠΑ.
-- Το 1% εισπράττει σχεδόν το ένα τέταρτο (το 24% για την ακρίβεια) του παραγομένου εθνικού εισοδήματος στις ΗΠΑ, ενώ κατέχει το 50% των μετοχών, των ομολόγων και των αμοιβαίων κεφαλαίων στη χώρα.
-- Ο πλούτος που κατέχει το 20% των πλουσιότερων Αμερικανών φθάνει στο 93% του συνολικού πλούτου της χώρας! 'Η αντίστροφα, το υπόλοιπο 80% του πληθυσμού κατέχει μόλις το 7% του πλούτου.
-- Ενας μέσος εργαζόμενος στις ΗΠΑ πρέπει να εργαστεί επί ένα μήνα για να κερδίσει όσα ένας διευθύνων σύμβουλος σε μια ώρα.
Θα μπορούσε κανείς να σχολιάσει μόνο την υποκρισία που ξεχειλίζει. Γιατί εκείνοι που σήμερα καταγγέλλουν τον κοινωνικοεταιρισμό είναι εκείνοι που έτρεχαν μαζί με ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ στα τραπέζια των αντεργατικών παζαριών. Συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να συνεργάζονται με όσους στα λόγια καταδικάζουν: μόλις πριν από ένα μήνα, στο συνέδριο της Ομοσπονδίας Γάλακτος - Τροφίμων - Ποτών η ΑΠ «κατέβηκε» σε κοινό ψηφοδέλτιο με ΠΑΣΚΕ - ΔΑΚΕ. Ενώ, ακόμα και όταν δε συγκροτούν κοινά ψηφοδέλτια, συνεργάζονται περίφημα στην προώθηση αντεργατικών σχεδιασμών: Για παράδειγμα, στην Ομοσπονδία Ιατρικών Επισκεπτών δεν είχαν κανένα πρόβλημα να συμφωνήσουν στη μετατροπή του ΤΕΑΥΦΕ σε ΝΠΙΔ (εν κρυπτώ ουσιαστικά από τους εργαζόμενους), οδηγώντας σε μείωση των επικουρικών συντάξεων κατά 40% κ.τ.λ.
Ομως, ακόμα πιο επικίνδυνες είναι οι αυταπάτες που καλλιεργούν στους εργαζόμενους ότι μπορεί να υπάρξει κίνημα ικανό να υπερασπίζεται τα δικά τους συμφέροντα, χωρίς καθαρό μέτωπο με τα μονοπώλια. Δεν αρκεί να αναζητά κανείς «μαχόμενο, αγωνιστικό, διεκδικητικό συνδικαλισμό», όπως αναφέρει και η «Αυγή», παρουσιάζοντας μέρος των στόχων της νεοσύστατης παράταξης. Κριτήριο για τη μαχητικότητα σήμερα του κινήματος και των συνδικάτων είναι πόσο συμβάλλουν στην οργάνωση των εργατών ενάντια στην ανάπτυξη που υπηρετεί τη μεγαλοεργοδοσία. Γιατί, πολλοί μπορεί να καταγγέλλουν το παρελθόν (τους), ακόμα και να εμφανίζονται ότι κάνουν αυτοκριτική. Το ζήτημα δεν είναι, όμως, αν θα αλλάξει ο Μανωλιός και θα βάλει τα ρούχα του αλλιώς. Την υποταγή στις απαιτήσεις του κεφαλαίου, υπάρχουν πολλοί τρόποι να τη διακηρύσσει κανείς: είτε από τα τραπέζια των «διαλόγων», είτε ακόμα και από τους δρόμους του αγώνα. Είτε από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, είτε ακόμα και από τις κυβερνητικές καρέκλες...