Eurokinissi |
Θυμίζουμε ότι με το νομοσχέδιο αυτό επεκτείνεται η υποχρεωτικότητα της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, δηλαδή της εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών, διαδικασία που έχει ξεκινήσει από το 2010 με νόμο της τότε κυβέρνησης ΝΔ - ΠΑΣΟΚ και συνέχισε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2018, η οποία για πρώτη φορά εισήγαγε τον όρο της υποχρεωτικότητας. Οι σχετικές διατάξεις του ΣΥΡΙΖΑ κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τον Αρειο Πάγο και ήρθε τώρα η κυβέρνηση της ΝΔ να τις «διορθώσει».
Στο νομοσχέδιο προβλέπεται ότι για υποθέσεις που αφορούν ένα ευρύτατο πεδίο ιδιωτικών διαφορών, ισχύει η «Υποχρεωτική Αρχική Συνεδρία Διαμεσολάβησης» και από εκεί και πέρα ο διάδικος θα αποφασίζει αν θα συνεχίσει ή αν τελικά θα προσφύγει στο δικαστήριο. Μάλιστα, προβλέπεται ότι αν κάποιος αρνηθεί να προσέλθει στην υποχρεωτική συνεδρίαση, ανάλογα με την υπόθεση θα τιμωρείται ακόμα και με 500 ευρώ χρηματική ποινή. Η πληρωμή του διαμεσολαβητή είναι από 50 έως 80 ευρώ την ώρα κ.ο.κ.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση με τις ρυθμίσεις αυτές ανοίγει το δρόμο συνολικά για την υποχρεωτικότητα της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, τη δημιουργία δηλαδή ενός συστήματος ιδιωτικών παραδικαστηρίων. Αν κανείς υπολογίσει πόσες χιλιάδες υποθέσεις θα εξετάζονται μόνο με τις πρώτες συνεδρίες, γίνεται αντιληπτό ότι πρόκειται για ανυπολόγιστα κέρδη για τις εταιρείες που θα αναλάβουν το ρόλο του διαμεσολαβητή. Αλλωστε, δεν είναι τυχαίο ότι η ιδιωτική διαμεσολάβηση ήταν πάγια αξίωση του ΣΕΒ και άλλων ενώσεων του κεφαλαίου.
ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα εκθείασαν το ρόλο της ιδιωτικής διαμεσολάβησης, με τις διαφωνίες τους να επικεντρώνονται σε διαδικαστικά ζητήματα. «Οι απόψεις που ακούστηκαν συγκλίνουν στη βασική αποδοχή ότι η διαμεσολάβηση πρέπει να είναι ο εναλλακτικός τρόπος επίλυσης διαφορών, που σιγά - σιγά πρέπει να εμπεδωθεί ως αντίληψη, ως κουλτούρα στην ελληνική κοινωνία», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κ. Τσιάρας.
Στην αντίπερα όχθη, η ειδική αγορήτρια του ΚΚΕ Μαρία Κομνηνάκα σημείωσε ότι το νομοσχέδιο εντάσσεται σε μία σειρά αντιδραστικών αλλαγών που γίνονται στη Δικαιοσύνη, οι οποίες «απαντούν σε πάγιες απαιτήσεις του κεφαλαίου» για γρήγορη και προς το συμφέρον του διεκπεραίωση των υποθέσεων που στοχεύουν στην καπιταλιστική ανάκαμψη και την εξοικονόμηση πόρων από το κράτος, αλλά και στη δημιουργία νέων πεδίων καπιταλιστικής κερδοφορίας.
Σημείωσε ότι το νομοσχέδιο «απονέμει στον ιδιώτη διαμεσολαβητή καθήκοντα και αρμοδιότητες ενός οιονεί δικαστή», προβλέπει «την ίδρυση εταιρειών παροχής υπηρεσιών διαμεσολάβησης, που μπορούν να προσλαμβάνουν ως διαμεσολαβητές υπαλλήλους και, βέβαια, κάποιος επιχειρηματίας διαμεσολαβητής θα καρπώνεται τα κέρδη από αυτήν τη διαδικασία».
Πρόσθεσε ότι ανοίγει ακόμα ο δρόμος για εταιρείες - «παραδικαστήρια», ενώ «η απασχόληση των διαμεσολαβητών με σχέση εξαρτημένης εργασίας αναιρεί την όποια δυνατότητά τους να ασκούν τα καθήκοντά τους με αμεροληψία και ανεξαρτησία, λόγω και της οικονομικής σχέσης που θα έχουν με την εταιρεία διαμεσολάβησης».
Παράλληλα, το νομοσχέδιο εξασφαλίζει στις εταιρείες αυτές φθηνό εργατικό δυναμικό από μια τεράστια μάζα πτυχιούχων, καθώς, όπως ανέφερε η Μ. Κομνηνάκα, προβλέπεται ότι «την ιδιότητα του διαμεσολαβητή μπορούν πλέον να αποκτήσουν όχι μόνο νομικοί, αλλά οποιοσδήποτε απόφοιτος Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης».
Επισήμανε πως «στην πράξη, η γενίκευση της διαμεσολάβησης θα ανεβάσει ακόμα περισσότερο το κόστος της προσφυγής στη Δικαιοσύνη και για πολύ κόσμο θα καταστήσει την πρόσβαση σε αυτήν απαγορευτική, αφού προσθέτει ένα υποχρεωτικό στάδιο πριν από την καταφυγή στα δικαστήρια και πολλές φορές».
Η Μαρία Κομνηνάκα έθεσε και ζήτημα διαφάνειας, αφού, όπως σημείωσε, από τη διαδικασία αυτή δεν θα τηρούνται πρακτικά, ενώ «διαφαίνεται ο κίνδυνος το ισχυρότερο μέρος να ασκεί ακόμη μεγαλύτερη πίεση με απειλές και εκφοβισμό στο πιο αδύναμο μέρος, ώστε να αποδεχτεί και την επίλυση της διαφοράς που του προτείνεται».
Αλλά κι αν ακόμα δεν... παρακολούθησαν την ομιλία του Δ. Κουτσούμπα, θα μπορούσαν, για παράδειγμα, να συμβουλευτούν το σχετικό ενημερωτικό σημείωμα που έδωσε στη δημοσιότητα το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, για τη στάση του Κόμματος στα βασικά άρθρα της συνταγματικής αναθεώρησης.
Μάλιστα, για το χαρακτήρα αυτού του κειμένου είχε γίνει ειδική συζήτηση στην Επιτροπή, την οποία δεν είναι δυνατόν να μη γνώριζαν οι συντάκτες της «Αυγής». Σημειώνεται χαρακτηριστικά απ' τα Πρακτικά της Επιτροπής Συνταγματικής Αναθεώρησης της Βουλής της 8ης Νοέμβρη 2019:
ΙΩΑΝΝΗΣ ΓΚΙΟΚΑΣ (Γενικός Αγορητής του ΚΚΕ): Κύριε Πρόεδρε, το πρόβλημα που υπάρχει δεν έχει να κάνει τόσο με τη διαδικασία της ψηφοφορίας. Εχει να κάνει με τον τρόπο που έχει καταρτιστεί το πλάνο... Τι εννοώ; Ορισμένες διατάξεις, που για παράδειγμα εμείς ως κόμμα καλυπτόμαστε από την πρόταση ενός άλλου κόμματος ή επιλέξαμε να μην καταθέσουμε διατύπωση, μας ομαδοποιούν στο «ως έχει», (σ.σ. δηλαδή να μείνει η συγκεκριμένη συνταγματική διάταξη όπως είναι σήμερα) το οποίο όμως δεν είναι πολιτική μας θέση.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ (Πρόεδρος της Επιτροπής): Πρώτα απ' όλα, να σας πω κάτι. Αυτό που κρατάτε στα χέρια σας δεν είναι ψηφοδέλτιο. Για να το ξεκαθαρίσουμε και να μην δημιουργείται σύγχυση. Είναι ένας οδηγός ο οποίος διευκολύνει τους επικεφαλής των πολιτικών ομάδων να παρακολουθούν τη διαδικασία πρακτικά. Από εκεί και μετά, έχω ξεκαθαρίσει δύο πράγματα και τα επαναλαμβάνω, αν δεν έγιναν κατανοητά. Επειδή η ψήφιση γίνεται κατά διάταξη και σε κάθε διάταξη επί της πρότασης που έχει κάνει η κάθε κοινοβουλευτική ομάδα, όταν τοποθετείται ο επικεφαλής της πολιτικής ομάδος, εάν βλέπει κάποια αστοχία στο κείμενο, έχει τη δυνατότητα με παρέμβασή του εκεί να το επισημαίνει.