Αφιερώνεται στα 190 χρόνια από τη γέννηση του Φρίντριχ Ενγκελς
Το κόκκινο νήμα που διαπερνά όλα τα άρθρα που περιλαμβάνονται στην έκδοση είναι αυτό της εκτίμησης των οικονομικών εξελίξεων της τελευταίας δεκαετίας του πρώτου μισού και σχεδόν ολόκληρου του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα και της αντανάκλασής τους στο πολιτικό επίπεδο, στις πολιτικές επιδιώξεις των διάφορων τάξεων, στην ταξική πάλη, στην ιδεολογικοπολιτική διαπάλη της εποχής. Σε αυτά τα άρθρα τίθενται πολλά επίκαιρα ζητήματα, που σχετίζονται με την καπιταλιστική οικονομική κρίση (με ιδιαίτερη έμφαση στη σχέση υπερπαραγωγής - υπερκερδοσκοπίας), τον ανταγωνισμό και την αλληλεξάρτηση μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, την εμφάνιση της μετοχικής εταιρείας και τον αντίστοιχο παρασιτισμό της αστικής τάξης, τον προστατευτισμό και το ελεύθερο εμπόριο ως μορφές αστικής οικονομικής διαχείρισης, την αγροτική οικονομία, τη δημιουργία της εργατικής αριστοκρατίας, καθώς και ζητήματα στρατηγικής του διεθνούς εργατικού κινήματος, όπως αυτά που προκύπτουν από τη βασανιστική πορεία διαμόρφωσης εργατικών κομμάτων σε κάθε ξεχωριστό κράτος, τη διαπάλη, για το πρόγραμμα και την πολιτική αυτών των κομμάτων στις συνθήκες του 19ου αιώνα.
Ωστόσο πρόκειται για στροφή χωρίς μεγάλο βάθος ή ουσία, παρά τη ρητορική περί «επικράτησης της αριστεράς» και περί της «μεγάλης αλλαγής» όσον αφορά ζητήματα ανισότητας, καταλήστευσης των πλουτοπαραγωγικών πηγών από τις ξένες πολυεθνικές, καταστολής των δικαιωμάτων εργαζομένων και κοινοτήτων και αιματηρής καταστολής των λαϊκών κινητοποιήσεων.
Πρώτα δείγματα της πολιτικής που θα ακολουθήσει ήδη υπάρχουν. Δεν είναι μόνο οι δηλώσεις «περί της προεδρίας όλων» αλλά οι πλέον απτές και αποκαλυπτικές είναι οι πρώτες του ενέργειες που αφορούν τη σύνθεση του Υπουργικού Συμβουλίου, σαφέστατο δείγμα της συμβιβαστικής πολιτικής. Κορυφαία στελέχη της κυβέρνησής του είναι τα ίδια που πρωταγωνίστησαν και στις προηγούμενες κυβερνήσεις των προέδρων Αλεχάντρο Τολέδο και Αλαν Γκαρσία. Κυβερνήσεις που έχουν καταδικαστεί στη συνείδηση αλλά και με την ψήφο του περουβιανού λαού.
Την ενότητα και συμμαχία στη βάση, που προτείνει ο οπορτουνισμός, την προτείνει ως μέσο για τη δημιουργία μιας κυβέρνησης που θα αντικαταστήσει αυτήν του ΠΑΣΟΚ και που θα επιβάλλει τάχα πολιτική αναδιανομής του πλούτου σε όφελος των εργαζομένων, δηλαδή θα κάνει τους καπιταλιστές φιλεύσπλαχνους που θα μοιράζουν τα κέρδη τους με το λαό, με εθνικοποίηση των τραπεζών, λες και τότε οι τραπεζίτες δε θα δουλεύουν για το κεφάλαιο αλλά για το λαό, θα αναγκάσει τάχα τους πιστωτές να αναδιαπραγματευτούν το χρέος και θα βάλει το λαό να πληρώσει λιγότερα και ας μη χρωστά δεκάρα. Τέτοιες αυταπάτες προτείνουν και σ' αυτές θέλουν την ενότητα από τα κάτω. Και βεβαίως εντός της καπιταλιστικής ΕΕ.
Οπως αυταπάτη είναι, ότι ανατρέποντας μια αστική κυβέρνηση, όλα θα αλλάξουν. Ακριβώς το αντίθετο θα συμβεί. Ολα θα μείνουν ίδια. Οπως εξάλλου μαρτυρά και η εμπειρία. Πολλές φορές στο παρελθόν κυβερνήσεις έπεσαν κι αντικαταστάθηκαν από άλλες, άλλωστε η άρχουσα τάξη έχει πολλές εφεδρείες στο πολιτικό της προσωπικό. Αρκετές φορές στις νέες κυβερνήσεις συμμετείχαν δυνάμεις προοδευτικές ή αυτοπροσδιοριζόμενες σαν «αριστερές». Η Ιταλία και η Γαλλία είναι τρανταχτά παραδείγματα. Οι «κεντροαριστερές» κυβερνήσεις όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να πράξουν το παραμικρό υπέρ του λαού, αλλά γρήγορα συμμορφώθηκαν με τις επιταγές της πραγματικής εξουσίας, της πλουτοκρατίας, διαψεύδοντας προσδοκίες που είχαν καλλιεργήσει στα λαϊκά στρώματα και βυθίζοντάς τα στην απογοήτευση και τη μοιρολατρία, ενώ ευνούχισαν και το εργατικό κίνημα. Και έφεραν τον Σαρκοζί στη Γαλλία, τον Μπερλουσκόνι στην Ιταλία. Και μάλιστα σε εποχές και συνθήκες που δεν ορίζονταν από μια βαθιά και εκτεταμένη καπιταλιστική κρίση. Που για να τη δρασκελίσει το κεφάλαιο πατάει επί πτωμάτων εργαζομένων, λαών, δικαιωμάτων, κατακτήσεων.
Στις σημερινές συνθήκες τα αντικυβερνητικά μέτωπα και συμμαχίες είναι πισωγύρισμα για τον λαό και το κίνημα. Είναι τρικλοποδιά ώστε να πέσουν με τα μούτρα βαθιά στην ενσωμάτωση και τελικά στην υποταγή. Προτείνοντάς τα λοιπόν, ο οπορτουνισμός και μάλιστα με τέτοια ζέση, επιβεβαιώνει για πολλοστή φορά τον επιζήμιο ρόλο του ως αναχώματος στη ριζοσπαστικοποίηση συνειδήσεων, στην ταξική αφύπνιση και στη συμμετοχή στην ταξική πάλη, τη μόνη που μπορεί να ανατρέψει αυτή την πολιτική, ανατρέποντας την τάξη που τη χρειάζεται και την επιβάλλει.
«Η στάση της καθεμιάς ηγεσίας, δείχνει και το μέτρο ευθύνης αυτή τη στιγμή. Το πρόβλημα, αν θέλετε, όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι το να γίνουν εκλογές και να αυξήσουμε τις δυνάμεις μας. Δεν είναι αυτό το βασικό. Το βασικό είναι να ανατραπεί αυτή η πολιτική και αυτό γίνεται μόνο μέσα από ανατροπή της κυβέρνησης (...) Η συνεργασία σε πολιτικό επίπεδο πρέπει να διακρίνει ως κύριο εχθρό τον νεοφιλελευθερισμό, ο οποίος εκτείνεται όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο. Σε αυτή την αντιμετώπισή του πρέπει όλες οι δυνάμεις να συμπαραταχθούν. Και πρέπει, βέβαια, να συμπαραταχθούν και οι κοινωνικές δυνάμεις. Αρα, η προεκλογική συνεργασία θα δώσει νέα δύναμη»!
Φαίνεται πως στην ηγεσία του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ - καθώς τα παραπάνω αποτελούν ένα απόσπασμα πρόσφατης συνέντευξης του Δ. Βίτσα, γραμματέα της ΚΠΕ του ΣΥΝ στο ρ/σ «Κόκκινο» - αρέσει πολύ η εικόνα ενός κάρου ζεμένου μπροστά από το άλογο. Η πολιτική δεν αλλάζει αν ανατραπεί μια αστική κυβέρνηση. Γιατί δεν είναι η κυβέρνηση αυτή που από βίτσιο αποφασίζει να εφαρμόσει μια πολιτική που τσακίζει τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Η πολιτική αλλάζει αν ανατραπεί η τάξη που εξουσιάζει και χάριν των συμφερόντων της εφαρμόζεται μια τέτοια πολιτική.
Ο εχθρός είναι η εξουσία του κεφαλαίου και όχι μόνο η κυβερνητική εξουσία ή ο νεοφιλελευθερισμός ως μορφή διαχείρισης που ανταποκρίνεται στα συμφέροντα του κεφαλαίου.